Ήταν έρωτας κεραυνοβόλος. Η γνωριμία μου με τον Ρόαλντ Νταλ έγινε το καλοκαίρι του 1996 με τη μεσολάβηση του φίλου μου του Αντρέα, ο οποίος ένα βράδυ στη Χρυσή Ακτή της Πάρου, άρχισε να μου διαβάζει (με την ωραία αγγλική προφορά του) τους στίχους από το βιβλίο Revolting Rhymes, μία έμμετρη παρωδία έξι γνωστών παραμυθιών. Το λεπτό, σαρκαστικό και ενίοτε δολοφονικό χιούμορ του, η ανατροπή στην εξέλιξη της ιστορίας, το περιπαιχτικά επιτηδευμένο λεξιλόγιό του με τράβηξαν σαν μαγνήτης. Και με έκαναν να ξεκαρδίζομαι στα γέλια στο άκουσμα κάθε ατάκας. Είχα πέσει κι εγώ θύμα της γοητείας του Νταλ.
Δεν χόρταινα να διαβάζω ξανά και ξανά τις ιστορίες με τη Σταχτοπούτα η οποία, απογοητευμένη από τον πρίγκιπά της που κόβει κεφάλια, παντρεύεται στο τέλος ένα μαρμελαδοποιό, με τη Χιονάτη και τους Εφτά Νάνους που κερδίζουν στον ιππόδρομο κάνοντας σωστές προβλέψεις με τη βοήθεια του μαγικού καθρέφτη, την Κοκκινοσκουφίτσα που σκοτώνει τον λύκο και κυκλοφορεί στο δάσος όχι με χαζή κόκκινη σκούφια πια αλλά με γούνινο παλτό, τα Τρία Γουρουνάκια που ζητούν βοήθεια από την Κοκκινοσκουφίτσα για να εξολοθρεύσουν τον λύκο…
Γυρνώντας στην Αθήνα το φθινόπωρο, άρχισα να «διαφημίζω» τα σατιρικά στιχάκια του Ρόαλντ Νταλ, συστήνοντας στους αγγλομαθείς φίλους μου να τα διαβάσουν.(Οι περισσότεροι ήξεραν τον δημιουργό από τα παιδικά μυθιστορήματά του – τη Ματίλντα, τον ΜΦΓ, τις Μάγισσες, τον Τσάρλι και το Εργοστάσιο Σοκολάτας – που ήταν μεν πολύ ωραία και πρωτότυπα γραμμένα, αλλά δεν ξέφευγαν από την κατηγορία «καλό παιδικό βιβλίο». Εγώ μιλούσα για κάτι άλλο. Κάτι που άγγιζε μικρούς και μεγάλους. Μιλούσα για μια απίστευτα απολαυστική εμπειρία). «Είναι ό,τι πιο αστείο έχετε διαβάσει. Θα γελάσετε με την ψυχή σας», τους έλεγα γράφοντας σ’ ένα χαρτάκι τους τίτλους που έπρεπε να ψάξουν να βρουν: όχι μόνο τα Revolting Rhymes, αλλά και τα Dirty Beasts – μια άλλη συλλογή με στιχάκια που αφορούσαν μερικούς όχι και τόσο αθώους εκπροσώπους του ζωικού βασιλείου. Ώσπου έπεσα στον φίλο μου τον Θοδωρή, που όμως, αν και από καιρό ανταλλάσσαμε βιβλία και απόψεις, δεν μιλούσε αγγλικά. «Δεν υπάρχουν σε μετάφραση;» με ρώτησε όταν του μίλησα για σπινθηροβόλο πνεύμα, αναπάντεχη πλοκή και εγγυημένο γέλιο. Και στην αρνητική μου απάντηση, πρότεινε: «Γιατί δεν τα μεταφράζεις εσύ;»
Εγώ να μεταφράσω στίχους και μάλιστα έμμετρους; Πώς θα μπορούσα να αποδώσω κάτι τόσο ιδιαίτερο; Κάτι τόσο αγγλοσαξονικό; Κάτι τόσο κορυφαία χιουμοριστικό; Μάλλον δεν θα τα κατάφερνα, όμως η πρόκληση ήταν μεγάλη. Εφόσον ήταν αδύνατον να έχω γράψει εγώ το πρωτότυπο (που πολύ θα ήθελα να γεννάει τέτοιες ιδέες το κεφάλι μου!), θα μου αρκούσε να το αποδώσω στα ελληνικά όπως ίσως το απέδιδε ο ίδιος ο Νταλ αν έγραφε στη γλώσσα μας. Ή αν ακούγεται αυτό ως βλασφημία, όπως νόμιζα ότι θα το απέδιδε εκείνος, γιατί διαβάζοντάς το τόσες φορές, είχα καταλάβει απόλυτα το ύφος του και την τεχνική του: μαύρο χιούμορ στην πιο σοφιστικέ εκδοχή του, λεπτή ειρωνεία, σαρκαστική ψυχραιμία ακόμα και στις πιο κρίσιμες στιγμές και στο τέλος πάντα μια έκπληξη, που την περιμένεις μεν αλλά ποτέ δεν ξέρεις από πού. Μιλάμε για την αυθεντία της ανατροπής.
Θα το έκανα λοιπόν για το κέφι μου. Αν το αποτέλεσμα ήταν ικανοποιητικό, τόσο το καλύτερο, αν όχι… Επί μία εβδομάδα ήμουν «χαμένη στη μετάφραση». Έγραφα, έσβηνα, ξαναέγραφα, έψαχνα για αστείες ομοιοκαταληξίες (διαπίστωσα πως τις περισσότερες φορές αυτό ήταν το μυστικό), μερικές φορές με τη βοήθεια του συζύγου μου που έχει το κληρονομικό χάρισμα της ρίμας. Και μετρούσα συλλαβές. Αυτό ήταν που με παίδεψε περισσότερο. Τα Αγγλικά είναι μια γλώσσα με σύντομες λέξεις και με «οικονομικό» συντακτικό, ενώ στα Νέα Ελληνικά μιλάμε πιο περιφραστικά και οι λέξεις μας έχουν περισσότερες συλλαβές. “I bet you think you know the story”, έγραφε ο Νταλ στο πρωτότυπο και εγώ έπρεπε να αποδώσω το ένα στιχάκι με δύο, γράφοντας «Στοιχηματίζω ότι νομίζεις την ιστορία αυτή πως γνωρίζεις». (Ευτυχώς αυτό δεν ίσχυε πάντα, οπότε δεν χρειάστηκε να διπλασιάσω τον όγκο του κειμένου, πράγμα που θα ήταν ολέθριο). Κατά τα άλλα προσπάθησα να μείνω όσο το δυνατόν πιο πιστή στο πρωτότυπο, ξεφεύγοντας μόνο για χάρη του χιούμορ, πάντα πιστεύοντας ότι ο Ρόαλντ Νταλ δεν θα είχε καμία αντίρρηση.
Τελικά, μετά από μία εβδομάδα, είχα μεταφράσει και τα δύο βιβλία. Τα διάβασα σε φίλους (μεταξύ των πρώτων ήταν και ο Αντρέας που, όπως είπαμε, με είχε μυήσει στον Νταλ) και η αντίδραση ήταν πολύ θετική. Αυτό που πρόσεξα ήταν ότι γελούσαν ακριβώς στα ίδια σημεία που είχα γελάσει και εγώ με το αγγλικό κείμενο. Δεν μου έμενε παρά να ψάξω να βρω εκδότη. Χτύπησα την πόρτα πολλών εκδοτικών οίκων, κανείς όμως δεν ενδιαφερόταν. « Η μετάφραση είναι πολύ καλή, αλλά, ξέρετε, το έμμετρο κείμενο δεν πουλάει», ήταν μια συνηθισμένη απάντηση. Όπως επίσης ότι τα παιδιά δεν θέλουν να ακούν τα γνωστά τους παραμύθια παραλλαγμένα (παρ’ όλο που ήδη είχαν κάνει τρελή επιτυχία τα Τρία Μικρά Λυκάκια του Ευγένιου Τριβιζά). Τα μεταφρασμένα στιχάκια του Νταλ μπήκαν στο συρτάρι μου, όμως κάθε τόσο τα έβγαζα και έκανα κάποιες μικροδιορθώσεις. Εν τω μεταξύ, κυκλοφορούσαν μεταξύ των φίλων μου που τα είχαν αγαπήσει κι αυτοί σχεδόν όσο κι εγώ. Τις μεγαλύτερες δόξες τους τις γνώρισαν όταν κάποια Πρωτοχρονιά, δραματοποιήσαμε κάποια παραμύθια από τα Revolting Rhymes με τα παιδιά και τα ανίψια μου.
Με το πέρασμα του χρόνου, η σχέση μου με τον συγγραφέα γινόταν όλο και πιο στενή. Διάβασα τα δύο αυτοβιογραφικά βιβλία του, Boy και Going Solo (αναμνήσεις από την παιδική και τη νεανική του ηλικία), και έπεσα με τα μούτρα να τα μεταφράσω, πάλι για το κέφι μου. Η προσωπικότητά του, ο τρόπος ζωής του και ο τρόπος γραφής του με είχαν συνεπάρει. Αυτή η συνύπαρξη του απλού και του πολυσύνθετου, του άκρως περιγραφικού με το άκρως αφαιρετικό. Η αποστασιοποιημένη οπτική του γωνία που όμως προκαλούσε στον αναγνώστη απίστευτες συγκινήσεις. Οι μεταφράσεις έμειναν και αυτές στο συρτάρι αφού πρώτα τις διάβασα στα παιδιά μου.
Εν τω μεταξύ άρχισα να διαβάζω μετά μανίας όλες τις συλλογές διηγημάτων (για ενήλικες) που είχε γράψει: Kiss kiss, Over to You, Switch Bitch, Someone Like You, The Wonderful Story of Henry Sugar, Completely Unexpected Tales, Ah Sweet Mystery of Life, Eight Further Tales of the Unexpected. Όπως διάβασα και το μυθιστόρημά του My Uncle Oswald. Κάθε φορά που τελείωνα ένα βιβλίο του, από τη μία ένιωθα το κενό που αισθάνεται κανείς όταν παίρνει τέλος μια υπέροχη εμπειρία και από την άλλη έψαχνα απεγνωσμένα να βρω το επόμενο. «Ο Ρόαλντ Νταλ είναι από τους λίγους συγγραφείς που το έργο τους μπορεί να περιγραφεί ως καθαρά εθιστικό», έγραφε ένας βιβλιοκριτικός των Irish Times και δεν θα μπορούσε να έχει περισσότερο δίκιο. Ενώ η Daily Telegraph έγραφε: «Ο Νταλ είναι τόσο καλός αφηγητής που δεν μπορεί ποτέ να είναι προβλέψιμος, οπότε δεν ξέρεις ποτέ αν στο τέλος θα νικήσει ο τύραννος ή ο τυραννισμένος».
Κάποια στιγμή, σ’ ένα βιβλιοπωλείο, πήρε το μάτι μου το βιβλίο του Ρόαλντ Νταλ Απροσδόκητες Ιστορίες, από τις εκδόσεις Ποταμός. Εκεί θα απευθυνόμουν. Πήρα λοιπόν παραμάσχαλα τις μεταφράσεις μου – που είχαν μείνει περίπου οκτώ χρόνια στο συρτάρι – και έκανα μια επίσκεψη στα γραφεία τους. Με χαρά διαπίστωσα ότι οι εκδότες είχαν κι αυτοί λίγο πολύ το μικρόβιο του Νταλ και δέχτηκαν αμέσως να εκδώσουν και τα τέσσερα βιβλία: Πρώτα τους δύο τόμους της αυτοβιογραφίας του με τίτλο Αγόρι και Σόλο Πορεία και μετά τα βιβλία με τα στιχάκια που θα κυκλοφορούσαν στα ελληνικά ως Παραμύθια Ανάποδα και Παλιοτέρατα. Για τα Παραμύθια Ανάποδα, βραβεύτηκα ένα χρόνο μετά την έκδοσή τους από την Ελληνική Εταιρεία Μεταφραστών Λογοτεχνίας, στην κατηγορία Παιδικό Βιβλίο. Και αυτό δεν το λέω για να καυχηθώ, αλλά για να δείξω ότι αν κάτι γίνεται με αγάπη, το αποτέλεσμα θα είναι καλό.
Ο Ρόαλντ Νταλ εξακολουθεί να είναι ο αγαπημένος μου συγγραφέας και παρ’ όλο που σήμερα πια έχω διαβάσει τα άπαντά του, κάθε τόσο ξαναδιαβάζω τα έργα του, με την ίδια ευχαρίστηση πάντοτε και, ενώ γνωρίζω εκ των προτέρων την ανατροπή, όταν φτάνω στην τελευταία φράση πάντα ξαφνιάζομαι με τη φαντασία του, την ευφυΐα του και το στυλ του. Τι κρίμα που δεν υπάρχουν κι άλλα να διαβάσω! Ένας φανατικός αναγνώστης του συγγραφέα είχε πει χαρακτηριστικά λίγο μετά τον θάνατο του : «Και τώρα, πώς θα ζήσουμε τα παιδιά μου κι εγώ, χωρίς καινούρια βιβλία του Ρόαλντ Νταλ;» Κι εγώ με την ίδια απορία και το ίδιο παράπονο έχω μείνει.
Σύντομο βιογραφικό σημείωμα του συγγραφέα
Ο Ρόαλντ Νταλ γεννήθηκε από Νορβηγούς γονείς το 1916 σ’ ένα χωριό της Ουαλίας. Ορφανός από πατέρα από ηλικία δύο ετών, ο Ρόαλντ φοίτησε στο περίφημο σχολείο του Ρέπτον.
Λάτρης της περιπέτειας, έκανε αίτηση για μια θέση στη Shell, που το 1938 τον έστειλε στη σημερινή Τανζανία. Με το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κατατάχτηκε στη RAF. Παρά τον σοβαρό τραυματισμό του από πτώση αεροπλάνου, υπηρέτησε ως μάχιμος πιλότος στην Ελλάδα και στη Μέση Ανατολή. Το 1942, λόγω προβλημάτων υγείας, τοποθετήθηκε στην Ουάσινγκτον σε διοικητική θέση.
Στην Αμερική ξεκίνησε τη συγγραφική του καριέρα. Εκεί γνώρισε την πρώτη του γυναίκα, την χολιγουντιανή σταρ Πατρίσια Νιλ με την οποία απέκτησε πέντε παιδιά.
Τα χτυπήματα της μοίρας ήταν συνεχόμενα: ο μοναχογιός του τραυματίστηκε σοβαρά στο κεφάλι, η μεγαλύτερη κόρη του πέθανε, ενώ αργότερα η Νιλ υπέστη βαρύτατο εγκεφαλικό επεισόδιο. Εκείνη την εποχή ωστόσο άρχισε να γράφει και τα ωραιότερα βιβλία του. Η παγκόσμια αναγνώριση ήρθε σύντομα.
Το 1983 πήρε διαζύγιο για να παντρευτεί τη Φελίσιτι Ντ’ Αμπρέ, με την οποία πέρασε ίσως τα πιο ευτυχισμένα χρόνια του.
Ο Νταλ υπήρξε αντιφατική προσωπικότητα. Ήρωας πολέμου, φιλότεχνος, γενναιόδωρος, καλός οικογενειάρχης, αφοσιωμένος στα παιδιά του – αλλά και χαρτοπαίκτης, πότης, εριστικός και αυταρχικός στις συναναστροφές του. Κανείς όμως δεν μπορεί να αμφισβητήσει το ταλέντο του, το σαρκαστικό χιούμορ του και την απρόβλεπτη φαντασία του.
Πέθανε τον Νοέμβριο του 1990, αφήνοντας κληρονομιά στα παιδιά όλου του κόσμου ιστορίες που έφεραν επανάσταση στο παιδικό βιβλίο, αλλά και στους μεγάλους θαυμάσια διηγήματα που τα χαρακτηρίζει η έκπληξη και η ανατροπή.
Έργα
Τα Παραμύθια Ανάποδα, Τα Παλιοκτήνη, Αγόρι, Σόλο Πορεία, Ο Τζίμης και το Γιγαντοροδάκινο, Ο Τσάρλι και το Εργοστάσιο Σοκολάτας, Το Μαγικό Δάχτυλο, Ο Τσάρλι και ο Μεγάλος Γυάλινος Ανελκυστήρας, Ο Απίθανος Κύριος Φοξ, Οι Βλακέντιοι, Οι Μάγισσες, ο ΜΦΓ, Η Ματίλντα, Απροσδόκητες Ιστορίες, Ο θείος Όσβαλντ, Over to You, Kiss Kiss, Switch Bitch, Completely unexpected tales, More tales of the Unexpected, Ah! Sweet Mystery of Life, The Wonderful Story of Henry Sugar and Six More.
Η Όλγα Λαζοπούλου έχει σπουδάσει Ψυχολογία αλλά ασχολείται με τη μετάφραση. Είναι περήφανη για τις μεταφράσεις το βιβλίων «Αγόρι”, «Σόλο Πορεία” και κυρίως «Τα Παραμύθια Ανάποδα” και «τα Παλιοτέρατα” — όλα έργα του αγαπημένου της Ρόαλντ Νταλ. Τον ελεύθερο χρόνο της διαβάζει, φτιάχνει κεραμικά και της αρέσει να ακούει ιστορίες, τις οποίες και καταγράφει όταν αυτές είναι αρκετά συναρπαστικές. Ένα δείγμα από τέτοιες ιστορίες μπορεί να βρει κανείς στο www.istoriesdo.blogspot.com .
Πηγή: People & ideas
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου