Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Νίκος Σαραντάκος: άρθρα με γλωσσικό-πασχαλινό θέμα

Μια και το έφερε η σύμπτωση να γράψω στο πασχαλιάτικο φύλλο, σκέφτηκα, μέρα που είναι, για μια φορά να μην παρακολουθήσω την πολιτική επικαιρότητα, μη μας πιάσει η ψυχή μας χρονιάρα μέρα, αλλά να λεξιλογήσω σχετικά με την ημερολογιακή επικαιρότητα, παναπεί να εξετάσουμε εδώ τις λέξεις του Πάσχα.

Και πρώτα-πρώτα το ίδιο το Πάσχα, που είναι λέξη άκλιτη, δάνειο από το αραμαϊκό pasha και αυτό από το εβραϊκό pesah (πέσαχ είναι το σημερινό εβραϊκό Πάσχα), από τον αόριστο ενός ρήματος που σημαίνει «αυτός προσπέρασε». Και το «προσπέρασε» μας πηγαίνει στην Παλαιά Διαθήκη, στην Έξοδο, όπου στη δέκατη πληγή του Φαραώ ο άγγελος Κυρίου θανάτωσε τους πρωτότοκους γιους των Αιγυπτίων· πέρασε γραμμή τα σπίτια και έσπειρε τον όλεθρο, είχε όμως προηγουμένως ειδοποιήσει τους Εβραίους, να σφάξουν ένα αρνάκι και να βάψουν την πόρτα του σπιτιού τους για να τα προσπεράσει. Ή, όπως το λέει στην Έξοδο: και παρελεύσεται κύριος πατάξαι τους Αιγυπτίους και όψεται το αίμα επὶ της φλιάς και επ’ αμφοτέρων των σταθμών͵ και παρελεύσεται κύριος την θύραν και ουκ αφήσει τον ολεθρεύοντα εισελθείν εις τας οικίας υμών πατάξαι. Άγρια πράγματα τα παλαιοδιαθηκικά, αλλά από εκεί θαρρώ προήλθε το αρνάκι που σουβλίζουμε –βέβαια με νέα σηματοδότηση μετά τη σταύρωση του Χριστού που ήταν ο αμνός ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου.

Το Πάσχα το λέμε και Λαμπρή, μια και είναι η μεγαλύτερη γιορτή, και παρόμοια ονομασία υπάρχει στα βουλγάρικα, όπου επισήμως το Πάσχα λέγεται βελικντέν, δηλαδή «μεγάλη μέρα», ενώ στους δυτικούς σλάβους λέγεται συχνά «μεγάλη νύχτα» (π.χ. Wielkanoc στα πολωνικά και αναλόγως στα σλοβένικα ή στα τσέχικα). Στις περισσότερες άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες η ονομασία προήλθε από το ελληνικό, συνήθως μέσω λατινικών, αν και στα αγγλικά έχουμε easter, που προέρχεται από μια παγανιστική γιορτή προς τιμήν μιας τευτονικής θεάς της άνοιξης και του φωτός, της ανατολής του ήλιου (άλλωστε east είναι η ανατολή). Κάτι ανάλογο ισχύει και στα γερμανικά (Ostern).
...
Οι πιθανές ημερομηνίες του Πάσχα πηγαίνουν από 4 Απριλίου έως 8 Μαΐου. Δεν έχω χώρο να αναπτύξω τον τρόπο υπολογισμού, που άλλωστε είναι μάλλον περίπλοκος και γι’ αυτό η εκκλησία κάθε χρόνο βγάζει το πασχάλιον του σωτηρίου έτους τάδε, το οποίο αναφέρει όλες τις κινητές γιορτές –και από εκεί βγήκε και η φράση «έχασε τα πασχάλια του» που τη λέμε όταν κάποιος έχει περιέλθει σε πλήρη σύγχυση. Και επειδή το Πάσχα έχει συνδεθεί αξεχώριστα με τα κόκκινα αυγά, η παροιμιακή αυτή φράση συμφύρθηκε με την άλλη που λέει «έχασε τ’ αυγά και τα καλάθια», για όποιον έχει πάθει μεγάλη ζημιά, κι έγινε «έχασε τ’ αυγά και τα πασχάλια», που εκ πρώτης όψεως είναι «λάθος» αλλά απόλυτα εύλογο. (βλ. εδώ)Πέρα από τα αυγά, το Πάσχα έχουμε και τον οβελία. Οβελίας αρχικά ήταν οτιδήποτε ψήνεται στη σούβλα (ο Αθήναιος στους Δειπνοσοφιστές κάνει λόγο για οβελίαν άρτον, ψωμί στη σούβλα), αλλά έχει επικρατήσει πια να τη λέμε για το αρνάκι. Η λέξη οβελός για τη σούβλα είναι αρχαία, ήδη ομηρική: οι ήρωες του Ομήρου κατ’ επανάληψη παρουσιάζονται να κόβουν κρέατα και να τα περνούν σε οβελούς. Και επειδή κάποτε θα χρησιμοποιήθηκαν μικροί οβελοί από μέταλλο ως μονάδες συναλλαγής, υπήρχε στην Αθήνα το νόμισμα οβολός που ήταν το ένα έκτο της δραχμής. Και με τον εξαίσιο συντηρητισμό της γλώσσας, δυόμιση χιλιάδες χρόνια μετά, κι ας έχει στο μεταξύ καταργηθεί η δραχμή, ακόμα μας ζητούν να συνεισφέρουμε τον οβολό μας...

Η σούβλα ωστόσο είναι δάνειο λατινικό (από το subula), λέξη που εμφανίζεται ήδη από τον 3ο αιώνα μ.Χ. στη γραμματεία σε διάφορες περιγραφές βασανιστηρίων, και που επικρατεί εκτοπίζοντας τον οβελό. Υποκοριστικό της το σουβλάκι, που ήταν στην αρχή το καλαμάκι στο οποίο περνούσαν το κρέας...

Για το αρνάκι που σουβλίζουμε, τα είπαμε· ετυμολογικά η λέξη είναι αρχαία (αρνίον, ήδη της κλασικής εποχής, υποκοριστικό του αρήν, αρνός = πρόβατο, λέξη που είχε και δίγαμμα μπροστά και που παράγωγά της βρίσκουμε και σε επιγραφές της γραμμικής Β’), όπως τόσες άλλες λέξεις της δημοτικής που η καθαρεύουσα τις περιφρονεί.

Και θα κλείσουμε την περιδιάβαση με τη λαμπροκουλούρα ή το τσουρέκι, που ως λέξη είναι τουρκικό δάνειο (çörek, λέξη που αρχικά σήμαινε το στρογγυλό ψωμί αλλά και άλλα στρογγυλά αντικείμενα). Παρόμοιες λέξεις (και γλυκίσματα) υπάρχουν σε όλη την ανατολική Μεσόγειο, μέχρι τα αρμένικα, όπου το λαμπρόψωμο λέγεται cheoreg και βάζουν μέσα και νόμισμα.
(Το παραπάνω δημοσιεύτηκε στο πασχαλιάτικο φύλλο της Αυγής στις 3.4.2010 και μπορείτε να το βρείτε στην αρχική του μορφή εδώ.).

Γολγοθάς είναι ο λόφος της Ιερουσαλήμ όπου σταυρώθηκε, σύμφωνα με τους ευαγγελιστές, ο Ιησούς. Το όνομα παραδίδεται και στα τέσσερα Ευαγγέλια, π.χ. στον Ιωάννη (και συγνώμη για το πολυτονικό): Παρέλαβον οὖν τὸν Ἰησοῦν· καὶ βαστάζων αὑτῷ τὸν σταυρὸν ἐξῆλθεν εἰς τὸν λεγόμενον Κρανίου Τόπον, ὃ λέγεται Ἑβραϊστὶ Γολγοθᾶ, ὅπου αὐτὸν ἐσταύρωσαν, καὶ μετ’ αὐτοῦ ἄλλους δύο ἐντεῦθεν καὶ ἐντεῦθεν, μέσον δὲ τὸν Ἰησοῦν. ἔγραψεν δὲ καὶ τίτλον ὁ Πιλᾶτος καὶ ἔθηκεν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ· ἦν δὲ γεγραμμένον, Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων.

Όπως μάς λέει ο Ιωάννης, Γολγοθά στα εβραϊκά σημαίνει «Κρανίου τόπος». Πράγματι, στα αραμαϊκά Gulgulthā είναι το κρανίο. Στην αρχή το γένος του Γολγοθά επαμφοτερίζει στα ελληνικά, π.χ. εδώ είναι θηλυκό, αλλά τελικά σταθεροποιήθηκε στο αρσενικό: ο Γολγοθάς. Κάποιοι λένε ότι η ονομασία «Κρανίου τόπος» οφείλεται στο ότι ο Γολγοθάς ήταν ο «συνήθης τόπος εκτελέσεων», άλλοι ότι ο λόφος ονομάστηκε έτσι απλώς επειδή είχε σχήμα κρανίου· αυτή η δεύτερη εκδοχή ακούγεται συχνότερα. Η κάποια φωνητική ομοιότητα μεταξύ Γολγοθά και Γολιάθ γέννησε τον γλωσσικό μύθο ότι ο λόφος ονομάστηκε έτσι επειδή ο Δαβίδ έθαψε εκεί το κρανίο του Γολιάθ. Μύθος είναι. Επειδή τα θρησκευτικά δεν είναι το φόρτε μου, περισσότερα για τον καθαυτό Γολγοθά δεν θα πω και θα σας παραπέμψω στη Βικιπαίδεια.

Στα ελληνικά, έχει μείνει και η έκφραση «κρανίου τόπος», που τη λέμε για ένα εξαιρετικά ξερό και αφιλόξενο μέρος, χωρίς απαραίτητα να τη συνδέουμε στο μυαλό μας με τον Γολγοθά και το μαρτύριο του Ιησού. Λέμε επίσης κρανίου τόπο ένα μέρος που έχει υποστεί ολοκληρωτική καταστροφή και ερήμωση· συχνά το χρησιμοποιούμε για περιπτώσεις πυρκαγιάς (π.χ. κρανίου τόπος το φοινικόδασος της Πρέβελης), αλλά και πιο μεταφορικά, π.χ. ότι η ελληνική διαφημιστική αγορά είναι κρανίου τόπος λόγω της κρίσης. Πρόσφατα γράφτηκε στις εφημερίδες ότι η Φουκουσίμα θα είναι κρανίου τόπος για τα επόμενα χρόνια.
Η βιβλική αναφορά μεταφράστηκε Calvariae Locus στα λατινικά, που έδωσε το αγγλικό calvary και το γαλλικό calvaire, που επίσης σημαίνουν όχι μόνο τον Γολγοθά καθαυτόν αλλά και μια μεγάλη ταλαιπωρία, δοκιμασία –έναν γολγοθά μεταφορικά.

Φυσικά και στα ελληνικά χρησιμοποιούμε το κύριο όνομα σαν ουσιαστικό, δηλ. τον Γολγοθά μεταφορικά, σαν μια σειρά από ταλαιπωρίες και βάσανα που περνάει κάποιος, μια μακρά πορεία πόνου και ταπεινώσεων. Βέβαια, με τον γλωσσικό πληθωρισμό που επικρατεί σε ορισμένους δημοσιογραφικούς κύκλους, διαβάζεις ότι κάποια σταρ περνάει Γολγοθά και δεν ξέρεις αν χαροπαλεύει ή αν απλώς πήρε δυο κιλά που δεν μπορεί να τα χάσει (και όλα τα ενδιάμεσα στάδια), ωστόσο γενικά ο Γολγοθάς δείχνει μια επώδυνη και μακρόχρονη διαδικασία.

Μια άλλη ειδικότερη σημασία του Γολγοθά είναι η καθοριστική, κρίσιμη, μοναδική δοκιμασία που καλείται να περάσει κάποιος στη ζωή του. Στο δρόμο της ζωής του καθενός, πότε κρυφά και πότε φανερά, υπάρχει, κάπου, κι ένας Γολγοθάς, –ένας μοιραίος Γολ­γοθάς, που πρέπει ν’ ανεβεί. (Ν. Λαπαθιώτης, Κάπου περνούσε μια φωνή), ή Κάθε άνθρωπος άξιος να λέγεται γιος του ανθρώπου σηκώνει το σταυρό του κι ανεβαίνει το Γολγοθά του (Ν. Καζαντζάκης, Αναφορά στον Γκρέκο).
Εδώ πλάι στον Γολγοθά έχουμε την εικόνα του σταυρού, πολύ εύλογα. Βέβαια, η εικόνα του σταυρού υπάρχει τις περισσότερες φορές και μόνη της, στη στερεότυπη φράση «σηκώνει κι αυτός το σταυρό του», δηλ. περνάει τη δική του δοκιμασία, τα δικά του βάσανα. Ο Γολγοθάς πάντως συχνά οδηγεί στη Σταύρωση, όπως σε ένα ποίημα του Λαπαθιώτη (Ο ποιητής), απ’ το οποίο παραθέτω τα τελευταία δίστιχα:
… Κι αφού, σαν τα μικρά παιδάκια, παίξεις,
τόσον καιρό, με ρίμες και με λέξεις,

κι όλες σου τις ελπίδες αφανίσεις,
χαμένος, όλος, μες στις αναμνήσεις,

μόλις φανούν οι πρώτες μαύρες τύψεις,
κι έρθ’ η στιγμή να σκύψεις, να μη σκύψεις,

μα παίρνοντας, μαζί, το θησαυρό σου,
το Γολγοθά σου ανέβα, και σταυρώσου!…

Πιο αισιόδοξα, ο Τσαρούχης είχε πει ότι Το πείσμα μου να γίνω καλός ζωγράφος (πλήρης Γολγοθάς), με έκανε να αποφύγω τον άλλο Γολγοθά, αυτό που είναι το αληθινό θέατρο. Εδώ η λέξη σημαίνει τη σκληρή και μακρόχρονη δοκιμασία –αλλά με αίσιο τέλος.

Με τη μεταφορική σημασία, βέβαια, ο Γολγοθάς έχει και πληθυντικό· λέμε «οι Γολγοθάδες». Αν υπάρχει λόγιος πληθυντικός, δεν τον βρήκα.

Πότε χρησιμοποιήθηκε μεταφορικά ο Γολγοθάς με τη σημερινή μεταφορική σημασία, δεν ξέρω. Πάντως, σε πατριωτικά ποιήματα του 19ου αιώνα βρίσκονται αναφορές στον Γολγοθά του έθνους. Σε χρονογράφημά του το 1902, γραμμένο τον Αύγουστο, ο Κονδυλάκης θεωρεί ειρωνεία ότι η Αθήνα έχει οδό Πανδρόσου και δεν έχει οδό Γολγοθά και προτείνει να μετονομαστεί έτσι η οδός Λυκαβηττού ή η παράλληλή της. Σε άρθρο του 1901 καταγγέλλεται ο κανιβαλισμός του Τύπου που έσπευσε να ανεβάσει «εις τον Γολγοθάν» τους επώνυμους εμπλεκόμενους σε έναν πολύκροτο φόνο.

(Το πλήρες κείμενο για το δεύτερο απόσπασμα θα το βρείτε εδώ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου