Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2010

Σιγούν τα κάλαντα στο θόρυβο της «σύγχρονης κοινωνίας»

Ένα πανάρχαιο έθιμο που κρατήθηκε μέχρι τις μέρες μας κινδυνεύει να σβήσει στη βουή της σύγχρονης καταναλωτικής κοινωνίας.
«Δεν μπορώ να μπω στη διαδικασία να ανοίγω την πόρτα σε όποιο παιδάκι θέλει να μου τραγουδήσει», «Αυτό το έθιμο νομίζω ότι γέρασε, άλλωστε πλέον είναι επικίνδυνο να γυρίζουν παιδιά ασυνόδευτα στους δρόμους», «Είναι ιεροσυλία να έρχονται παιδιά να σου πουν τα κάλαντα και εσύ απλά να μην ανοίγεις την πόρτα ή να τους λες αγενέστατα «Έλα άλλη ώρα, τώρα έχω δουλειά»
Τα Κάλαντα αποτελούν δημοτικά ευχετικά και εγκωμιαστικά τραγούδια που ψάλλονται εθιμικά κάθε χρόνο, κυρίως την παραμονή των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς.

Τα Κάλαντα ψάλλονται κυρίως από παιδιά μέχρι ορισμένου ορίου ηλικίας (14-15 ετών). Παλαιότερα ψάλλονταν και από ώριμους άνδρες, είτε μεμονωμένα είτε κατά ομάδες που περιέρχονται οικίες, καταστήματα, δημόσιους χώρους κτλ. με τη συνοδεία του πατροπαράδοτου σιδερένιου τριγώνου αλλά, κάποτε, και άλλων μουσικών οργάνων (φυσαρμόνικας, ακορντεόν, τυμπάνου κτλ.).

Κύριος σκοπός των τραγουδιών αυτών είναι μετά τις αποδιδόμενες ευχές τα «Χρόνια Πολλά» το φιλοδώρημα είτε σε χρήματα (σήμερα) είτε σε προϊόντα (παλαιότερα).

Όντως, συνεχίζουμε να θέλουμε, όμως, αυτό το τόσο παλιό έθιμο στις ζωές μας, ή μήπως κουραζόμαστε αφάνταστα ακόμα και στην ιδέα να ακούμε μικρά παιδάκια να τραγουδάνε ευδιάθετα, τη στιγμή που εμείς προσπαθούμε να ξεκουραστούμε από τη δύσκολη μέρα στη δουλειά μας; Με βάση δημοσκόπηση που διενήργησε η «Σ» οι απόψεις διίστανται. Υπάρχουν αρκετοί που στο άκουσμα παιδιών στην εξώπορτά τους δυναμώνουν την τηλεόρασή τους και κάνουν ότι δεν ακούνε το κουδούνι. Κάποιοι απλώς δεν θέλουν να ακούσουν «παράφωνα παιδάκια να τραγουδάνε τις γνωστές παλιές χριστουγεννιάτικες επιτυχίες» και άλλοι πάλι «τσιγκουνεύονται» να δώσουν τον παραδοσιακό οβολό. Παρόλα αυτά υπάρχουν και κάποιοι που θεωρούν «ιεροσυλία» να ξεχνάμε τα έθιμά μας και έχουν έτοιμα τόσο λεφτά αλλά και γλυκά για να κεράσουν τους μικρούς «τραγουδιστές» που θα τους επισκεφτούν.

Οι απόψεις που ακολουθούν είναι χαρακτηριστικές:

«Το έθιμο γέρασε»Σοφία Κυριάκου: «Εδώ και μερικές μέρες άρχισαν να έρχονται παιδιά στην πολυκατοικία μας εδώ και μια εβδομάδα. Για να είμαι ειλικρινής έχει φορές που ανοίγω την πόρτα και άλλες, όταν κάνω κάτι σοβαρό, που κάνω πως δεν είμαι μέσα. Μπορεί αυτά τα παιδιά να θέλουν να μου πουν πως ήρθαν τα Χριστούγεννα και να μου ζητάνε με τρόπο λεφτά αλλά εγώ δεν έχω πάντα διάθεση να ακούσω «Χριστού την θείαν γέννησιν να ειπώ στα αρχοντικό σας». Αυτό το έθιμο νομίζω ότι γέρασε, άλλωστε πλέον είναι επικίνδυνο να γυρίζουν παιδιά ασυνόδευτα στους δρόμους, δεν ζούμε σε χωριό αλλά σε πόλη, που μάλιστα έχει χιλιάδες απρόσεκτους οδηγούς».

«Όχι για τα λεφτά αλλά για το έθιμο»Ουρανία Στυλιανού: «Θυμάμαι κάποτε πήγαινα και εγώ να λέω τα Κάλαντα. Τώρα στολίζω τις εγγονούλες μου και πάνε αυτές. Το έθιμο θεωρώ πως υπάρχει αλλά όχι τόσο όσο παλιά. Τώρα πάνε μόνο εδώ στο τετράγωνο της γειτονιάς μας και χτυπάνε την πόρτα στις γειτόνισσες. Δεν παίρνουν πολλά λεφτά αλλά και αυτές δεν το κάνουν γι' αυτό, αλλά για το έθιμο. Το διασκεδάζουν πολύ. Φέτος ήρθαν προς το παρόν 5,6 παρεούλες και μας τα είπαν τα Κάλαντα. Όταν έχω τις εγγονές μου μαζί, ανοίγω την πόρτα και εκτός από ένα, δύο ευρώ, συζητάμε μαζί τους και τους δίνουμε σοκολάτες και μπισκότα. Αν είμαι μόνη μου, αρκούμαι στο να ακούσω τα παιδιά που τραγουδάνε και να τους δώσω ένα, δύο ευρώ για τον κόπο τους».

«Αν έρθουν, θ’ ανοίξω…»Μάριος Γιάγκου: «Δεν έτυχε να έρθουν ακόμα να μου πουν τα Κάλαντα. Ίσως δεν τους διευκολύνει ότι πάντα είναι κλειστή η πόρτα στο ισόγειο. Αν έρθουν, φυσικά και θα ανοίξω, γίνεται να κρύβομαι πίσω από την πόρτα; Το θέμα είναι πως δεν ξέρω πόσα λεφτά απαιτείται να τους δώσεις. Από τη στιγμή που έγιναν και τα Κάλαντα επάγγελμα, αν έρχονται 5 παρέες παιδιών την εβδομάδα, εγώ θα κηρύξω πτώχευση. Παλιά έδινες ένα μελομακάρονο και η ιστορία τελείωνε, τώρα νομίζω κανένα παιδάκι δεν θα δεχτεί να μου πει τα Κάλαντα για λιγότερο από τρία ευρώ. Και αν είναι μια μεγάλη παρέα των 10 παιδιών, κάνε τον πολλαπλασιασμό, τι να τους δώσω για να μπορέσουν να τα μοιράσουν κιόλας; Έχουμε οικονομική κρίση τώρα».

«Δεν θέλω ν’ ακούσω παράφωνα…»Άγγελος Ζαχαριάδης: «Δεν θέλω να ακούσω παράφωνα παιδάκια να τραγουδάνε γνωστές παλιές Χριστουγεννιάτικες επιτυχίες. Έρχομαι από τη δουλειά μου στις εφτά το απόγευμα και θέλω ξεκούραση. Δεν μπορώ να μπω στη διαδικασία να ανοίγω την πόρτα σε όποιο παιδάκι θέλει να μου τραγουδήσει. Έκανα το λάθος πέρσι και άνοιξα σε δύο μικρές την πόρτα και εκτός του ότι μου τραγούδαγαν για μια ώρα «αρχιμηνιά και αρχιχρονιά», μετά πρέπει να είπαν και σε όλα τα παιδιά της γειτονιάς να έρθουν και χτύπαγε η πόρτα κάθε μία ώρα μέχρι τις δέκα τη νύχτα. Αν είχα παιδάκι, νομίζω δεν θα το άφηνα πλέον να πηγαίνει να λέει τα Κάλαντα. Ήταν ένα έθιμο που ίσως κάποτε να ταίριαζε περισσότερο, τώρα μπορεί να είναι και επικίνδυνο».

«Ιεροσυλία να μην ανοίγεις»Αθηνά Τριανταφύλλου: «Έχει πολλούς που βαριούνται τα Χριστούγεννα. Δεν είναι λογικό αυτό. Είναι ιεροσυλία να έρχονται παιδιά να σου πουν τα Κάλαντα και εσύ απλά να μην ανοίγεις την πόρτα ή να τους λες αγενέστατα «Έλα άλλη ώρα, τώρα έχω δουλειά». Το άκουσα και αυτό, γι΄ αυτό το λέω. Τα παιδιά δεν είναι υποχρεωμένα να έρχονται και δεν σώζονται από το ένα ευρώ που κάποιος θα τους δώσει. Επειδή αυτά χαίρονται τις γιορτές, δεν πρέπει εμείς να τα μαλώνουμε. Έτυχε να είμαι άρρωστη και να έρθουν να μου πουν τα Κάλαντα και ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που αρνήθηκα. Θυμάμαι ένιωσα απίστευτη ντροπή αλλά είχα 40 πυρετό. Τους είπα ότι είμαι άρρωστη και τους έδωσα πέντε ευρώ».

«Συνήθως με ηρεμούν»Στέλλα Χατζηγέρου: «Άλλαξα σπίτι και στη γειτονιά μου δεν έχει παιδιά. Πάντως στο πατρικό μου ερχόντουσαν παιδάκια και έλεγαν τα Κάλαντα. Ανοίγαμε με τη μάνα μου και τα ακούγαμε. Κάποτε, όταν ήμουνα μικρή, πήγαινα κι εγώ μαζί με την ξαδέλφη μου και τα λέγαμε. Κάναμε πρόβα μέρες πριν και τελικά καταφέρναμε και μαζεύαμε χαρτζιλίκι για ένα μήνα. Φέτος ακόμα δεν ήρθαν. Πάντως τα περιμένω πώς και πώς, αγόρασα ειδικό κουτί και το γέμισα με καραμέλες για να τους δώσω. Συνήθως με ηρεμούν οι γελαστές τους φατσούλες, ειδικά αν είναι Κυριακή, που μόλις έχω σηκωθεί, είναι το καλύτερο ξύπνημα».

«Αφήσαμε πίσω το ήθος και τα έθιμα»Σύμφωνα με τον κλινικό ψυχολόγο-ψυχοθεραπευτή Βασίλη Χριστοδούλου, οι καιροί αλλάξανε και «με τους ρυθμούς που πλέον λειτουργούμε και την κρίση που περνάμε, όχι μόνο την οικονομική, αλλά γενικότερα στην κουλτούρα, οι άνθρωποι έχουν αφήσει σε μεγάλο βαθμό πίσω τους αρκετά έθιμα, όπως και το ήθος». Ένα άλλο στοιχείο που παίζει καθοριστικό ρόλο, στην άρνησή μας να λειτουργήσουμε γενναιόδωρα, ακόμα και εκεί που πρέπει, είναι η επέλαση εκατοντάδων επαιτών εισαγόμενων και ντόπιων, που έχει γίνει εμπόριο αλλά και επάγγελμα. Αναφέροντας αυτούς, σαν κύριους παράγοντες στο θέμα τις μείωσης του εθίμου των Καλάντων, ο ψυχολόγος εξήγησε στη «Σ» ότι πλέον όταν ο άλλος εισβάλλει στο χώρο σου, είτε είναι στον ψυχικό σου χώρο, είτε είναι στο σπίτι ή στην εργασία σου, ακόμα και εκεί που κάθεσαι σε ένα εστιατόριο, είναι μια λογική άμυνα να αρνηθείς να ανταποκριθείς. «Εμένα προσωπικά μου έχουν χτυπήσει την πόρτα στο γραφείο μου, μικρά παιδιά και έχω ανοίξει, δίνοντάς τους κάτι», παραδέχτηκε ο κ. Χριστοδούλου, αναφέροντας ότι εκεί που αισθάνεται ότι τα παιδιά δεν είναι κατευθυνόμενα ειδικά από τους γονείς, τότε αισθάνεται ότι είναι καλό και για τα παιδιά αλλά και για τα οργανωμένα σύνολα και ταξιδεύει ξανά στην παιδική του ηλικία, όπου σαν πρόσκοπος είχε αυτές τις δραστηριότητες. Αν όμως του δοθεί άλλη αίσθηση, τότε «κλείνεται» και αυτός.

Πηγή: sigmalive

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου