Τρίτη 11 Μαΐου 2010

Περιμένοντας τη διάγνωση

Περισσότερα από 490 παιδιά «στριμώχνονται» στις λίστες αναμονής για μία εξέταση σε κάποιο από τα δύο Κέντρα Διαφοροδιάγνωσης Διάγνωσης και Υποστήριξης (ΚΕΔΔΥ) που λειτουργούν στη Θεσσαλονίκη. Η αναμονή για ένα ραντεβού σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να φτάσει και τους πέντε μήνες, με αποτέλεσμα οι μαθητές που αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες ή άλλα προβλήματα υγείας να παραμένουν εγκαταλειμμένοι στην τύχη τους.
«Αν θέλεις να βοηθήσεις το παιδί σου, καλύτερα να το πας στο εξωτερικό». Αυτή ήταν η συμβουλή ενός γιατρού προς τη Χαρούλα Παπαδάτου, μητέρα του 14χρονου Διονύση ο οποίος πάσχει από νοητική υστέρηση. Η ίδια, ωστόσο, δεν ακολούθησε την προτροπή του και μαζί με πολλούς ακόμη γονείς εδώ και χρόνια δίνει το δικό της αγώνα απέναντι στη γραφειοκρατία και τις καθυστερήσεις που αντιμετωπίζει στις αρμόδιες υπηρεσίες. «Χρειάστηκε να περιμένω περίπου τέσσερις μήνες έως ότου γίνει η πρώτη διάγνωση και αυτοί ήταν οι πιο δύσκολοι μήνες της ζωής μου. Δεν ήξερα τι ακριβώς συνέβαινε στο παιδί μου, πού θα έπρεπε να απευθυνθώ για βοήθεια ή αν υπάρχουν ειδικά σχολεία», εξηγεί. Ακόμη και μετά το πρώτο ραντεβού όμως, η ταλαιπωρία της κ. Παπαδάτου συνεχίστηκε. «Πέρυσι ο Διονύσης χρειάστηκε μία νέα έκθεση προκειμένου να μεταβεί στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Υποτίθεται ότι πέρασε ξανά από αξιολόγηση, ωστόσο, όπως διαπίστωσα, η έκθεση ήταν ακριβώς η ίδια με αυτή που μας έδωσαν την πρώτη φορά, όταν ο Διονύσης ήταν 8 ετών. Σαν να μην άλλαξε τίποτε, να μην υπήρξε καμία εξέλιξη στην κατάστασή του, ή, τελικά, σαν να μην έγινε ποτέ εκ νέου αξιολόγηση», συμπληρώνει.

Ούτε προσωπικό ούτε χώροι
Οι δύο μεγάλες «πληγές» των ΚΕΔΔΥ -πρώην ΚΔΑΥ-, η έλλειψη προσωπικού και η ανεπάρκεια χώρων ευθύνονται, σύμφωνα με τους προϊσταμένους των υπηρεσιών, για την αδυναμία των κέντρων να αντεπεξέλθουν στο στόχο τους: την προσφορά υπηρεσιών διάγνωσης, αξιολόγησης και υποστήριξης των μαθητών και κυρίως εκείνων που έχουν ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, καθώς και υποστήριξης, πληροφόρησης και ευαισθητοποίησης των εκπαιδευτικών, των γονέων και της κοινωνίας.

Με μόλις τέσσερις κοινωνικούς λειτουργούς και τέσσερις ψυχολόγους, το Α' ΚΕΔΔΥ καλείται να ανταποκριθεί στις ανάγκες και τα αιτήματα ενός μαθητικού πληθυσμού που εκτιμάται σε 76.000. Ο αγώνας είναι άνισος,το αποκαλύπτουν τα νούμερα, το παραδέχεται και η προϊσταμένη του Α' ΚΕΔΔΥ, Αγάθη Ράντη. «Πέρυσι απευθύνθηκαν σε εμάς 1.100 μαθητές και φέτος από τις αρχές της χρονιάς άλλοι 800 γονείς έχουν καταθέσει αιτήματα για αξιολόγηση των παιδιών τους. Αυτήν τη στιγμή εκκρεμούν τα αιτήματα 145 μαθητών, κυρίως από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και κανείς δεν ξέρει τι θα κάνουμε αν δεν ενισχυθεί το προσωπικό μας», σημειώνει.

Στο Β' ΚΕΔΔΥ το πρόβλημα δεν εστιάζεται στην έλλειψη προσωπικού αλλά στην ανεπάρκεια των απαραίτητων υποδομών προκειμένου να γίνονται οι διαγνώσεις των μαθητών. «Το κέντρο διαθέτει μόνο τρεις χώρους για συνεδρίες και αναγκαζόμαστε να λειτουργούμε και τα απογεύματα ώστε να καλύψουμε τον αυξημένο αριθμό των αιτημάτων», αναφέρει η προϊσταμένη, Σωτηρία Τσιβινίκου. Τη φετινή σχολική χρονιά, ο αριθμός των αιτημάτων άγγιξε τα 1.350, εκ των οποίων τα 350 βρίσκονται σε λίστες αναμονής. Οριστική λύση στο στεγαστικό πρόβλημα του Β' ΚΕΔΔΥ, το οποίο καλύπτει τη δυτική Θεσσαλονίκη εκτιμάται ότι θα δώσει η μετεγκατάσταση του κτιρίου, η οποία ωστόσο εξακολουθεί να βρίσκεται «στον αέρα», αφού ο πρώτος διαγωνισμός κηρύχθηκε άγονος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου