Η Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 10 Οκτωβρίου. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, δεν υπάρχει υγεία χωρίς ψυχική υγεία, τα προβλήματα της οποίας ξεκινούν στον άνθρωπο σε μεγάλο ποσοστό (50%) πριν από την εφηβεία. Ο Γεράσιμος Κολαΐτης, ομότιμος καθηγητής Παιδοψυχιατρικής Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, πρόεδρος ΔΣ Ελληνικού Ινστιτούτου Μελέτης Τραύματος και Προαγωγής Ψυχικής Υγείας, στο άρθρο που ακολουθεί εμβαθύνει στην… ψυχή των παιδιών (μας) και εντοπίζει τα βαθύτερα αίτια της βίας στους νέους.
«Στη χώρα μας δυστυχώς δεν υπάρχουν επιδημιολογικές μελέτες της ψυχικής υγείας των νέων που αποτελούν τη βάση για τον σχεδιασμό υπηρεσιών. Το δεύτερο κύμα πρόσφατης μελέτης μας (συνεργάτες: Γ. Γιαννακόπουλος, επίκουρος καθηγητής Παιδοψυχιατρικής ΕΚΠΑ, και Φ. Ζαραβίνος-Τσάκος, ψυχολόγος, υποψήφιος δρ ΕΚΠΑ) σε δείγμα 6.000 μαθητών Γυμνασίου, στο πλαίσιο του διηπειρωτικού δικτύου Global Child and Adolescent Mental Health Study (GCAMHS), με συμμετοχή 23 χωρών από 4 ηπείρους, έδειξε πως οι έφηβοι που είχαν πιο έντονα βιώματα κατά την περίοδο της πανδημίας COVID-19 ανέφεραν περισσότερο επιβαρυμένη ψυχική υγεία.
Ερευνα. Ποσοστό 30% των εφήβων ανέφεραν αυτοκτονικό ιδεασμό (15% μία φορά και 15% πάνω από μία φορές), ενώ 8% είχαν κάνει απόπειρα αυτοκτονίας (5% μία φορά και 3% πάνω από μία φορές) που συνδέονταν με συναισθηματικές δυσκολίες, προβλήματα συμπεριφοράς (διαγωγής), υπερκινητικότητα, προβλήματα σχέσεων με συνομηλίκους, όπως και οι κατηγορίες “θύτες ή θύματα” του σχολικού εκφοβισμού. Ποσοστό 27% των εφήβων ανέφεραν αυτοτραυματική συμπεριφορά (13,5% μία φορά και 13,5% των εφήβων παραπάνω από μία φορές). Το ποσοστό των μαθητών που ανέφεραν προβλήματα ύπνου και αίσθημα μοναξιάς ήταν 46,4% και 42,8%, αντίστοιχα. Ποσοστό 10,5% των εφήβων βιώνει δυσαρέσκεια με το σώμα και τη διατροφή του, που συνδέεται μάλιστα με επιβαρυμένη ψυχική υγεία και υπερβολική χρήση ηλεκτρονικών συσκευών.
Στην ίδια μελέτη, 25,7% των εφήβων ανέφεραν εμπειρίες παραδοσιακού εκφοβισμού (έναντι 15,8% προ 6ετίας) και 16% ηλεκτρονικού εκφοβισμού (έναντι 6,2% προ 6ετίας). Η χώρα μας στο πρώτο κύμα της μελέτης (αρχές 2017) παρουσίαζε από τα χαμηλότερα επίπεδα θυματοποίησης μεταξύ των χωρών του δικτύου, ενώ στo δεύτερο κύμα (αρχές 2023) τα ποσοστά θυτών/θυμάτων παραδοσιακού bullying σχεδόν τριπλασιάζονται και του διαδικτυακού τετραπλασιάζονται. Το σχολείο γίνεται σταδιακά ένας μη ασφαλής (31,4% για το συνολικό δείγμα) χώρος για τους μαθητές του (συχνά και για τους εκπαιδευτικούς).
Θέμα δημόσιας υγείας. Παρά ταύτα, στη χώρα μας η συζήτηση που σήμερα κυριαρχεί είναι γύρω από την επιθετικότητα και βιαιότητα των νέων. Είναι όμως το μοναδικό πρόβλημα; Προφανώς δεν είναι, συνιστά όμως θέμα δημόσιας υγείας που συχνά συνδέεται με τα παραπάνω. Η επιθετικότητα μπορεί να αποτελεί μέρος της φυσιολογικής ανάπτυξης των ανηλίκων ή σύμπτωμα διαφόρων ψυχικών διαταραχών (π.χ. κατάθλιψης, αν και τα παιδιά αυτά είναι σε μεγαλύτερο κίνδυνο να θυματοποιηθούν) ή των προβλημάτων διαγωγής.
Είναι ερευνητικά τεκμηριωμένο πως για τα προβλήματα διαγωγής ευθύνονται ατομικοί (δύσκολο ταμπεραμέντο, χαμηλότερο νοητικό δυναμικό και σχολική αποτυχία), οικογενειακοί, και λιγότερο κοινωνικοί (κυρίως έμμεσα μέσω επίδρασης στην άσκηση του γονικού ρόλου, στην ψυχική υγεία και στη σχέση των γονέων μεταξύ τους) παράγοντες. Ιδιαίτερα σημαντικός θεωρείται ο τρόπος λειτουργίας των γονέων και ανατροφής του παιδιού τους (parenting), όπως π.χ. σκληρή και τιμωρητική ή παραχωρητική ή ασταθής διαπαιδαγώγηση, χρήση βίας, ανατροφή με έντονη αρνητικότητα και περιορισμένη ζεστασιά. Επιπλέον, ιστορικό κακομεταχείρισης του ανηλίκου και ψυχική διαταραχή (με ή χωρίς χρήση αλκοόλ και ουσιών) του ενός ή και των δύο γονέων. Κοινωνικές συνθήκες όπως π.χ. οικονομική ανέχεια, ανεργία, ανοχή και ατιμωρησία, το αρνητικό μοντέλο γονέων και γενικώς ενηλίκων που χρησιμοποιούν βία, ευνοούν την εμφάνιση και εξάπλωση της βίας, όπως, επίσης, η έκθεση σε βίαια ηλεκτρονικά παιχνίδια (video games) που μπορεί να προκαλέσει απευαισθητοποίηση στη βία στην πραγματική ζωή του ανηλίκου. Τέλος, ας μην ξεχνούμε ότι “στην ηλικία των 18 ετών, οι νέοι μας έχουν υποστεί σχεδόν τόσες επιδράσεις από το σχολείο και τους συνομηλίκους όσες και από τους γονείς τους”, και αυτό μάλλον έχει υποτιμηθεί.
Μέτρα. Εκτός των αναμορφωτικών και ποινικών μέτρων στους ανηλίκους ή/και στους γονείς τους, είναι αδήριτη η ανάγκη για παρεμβάσεις έγκαιρης θεραπείας και πρόληψης. Οι θεραπευτικές παρεμβάσεις παιδιού και γονέων (οπωσδήποτε) είναι αναγκαίο να γίνονται έγκαιρα, και να συμπεριλαμβάνουν τη θεραπεία προβλημάτων ψυχικής υγείας που συνυπάρχουν, όπως π.χ. κατάθλιψη (30% περιπτώσεων), δυσκολίες προσοχής και (υπερ)κινητικότητας. Ωστόσο, προτιμότερες και αποτελεσματικότερες είναι οι παρεμβάσεις πρόληψης στους γονείς για θετική λειτουργία και ανατροφή των τέκνων τους. Μια άλλη σύντομη, εστιασμένη και αποτελεσματική παρέμβαση είναι το πρόγραμμα Let’s Talk About Children (LTC) που έχουμε υλοποιήσει σε ειδικούς υγείας, ψυχικής υγείας και πρόσφατα σε εκπαιδευτικούς. Ο Πρωθυπουργός της χώρας είπε πρόσφατα ότι το κράτος δεν μπορεί να υποκαταστήσει τις οικογένειες. Σωστό, έχει όμως υποχρέωση να τις υποστηρίζει, και ιδιαίτερα εκείνες με τις μεγαλύτερες ανάγκες».
Πηγή: Τα Νέα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου