Τρίτη 4 Ιουνίου 2024

«Περήφανα κι Ανάπηρα»: Για έναν μήνα υπερηφάνειας σε αμφισβήτηση του ικανοτισμού

Την τελευταία δεκαετία οι συζητήσεις γύρω από την πολλαπλότητα των εμπειριών σχετικά με το φύλο και τη σεξουαλικότητα έχουν διαχυθεί στην ελληνική κοινωνία, αλλά και στους θεωρητικο-πολιτικούς λόγους όπως αυτοί αναπαράγονται στα μέσα ενημέρωσης, στα πανεπιστήμια και στους πολιτιστικούς χώρους στην Ελλάδα. Η τρανς απελευθέρωση, η λεσβιακή ορατότητα, η nonbinary ενδυνάμωση είναι μερικές από τις κεντρικές έννοιες που απασχολούν σήμερα τις ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητες, οι οποίες άλλοτε ομφαλοσκοπούν και άλλοτε διαπραγματεύονται αιτήματα ταξικά, αντιρατσιστικά, περιβαλλοντικά, αντισπισιστικά, κ.ά., προκρίνοντας πιο πολυσύνθετες αναλύσεις και πολιτικές απαντήσεις σε διάλογο με τις σύγχρονες queer φεμινιστικές παραδόσεις. Οι διοργανώσεις Pride, καθώς και οι πορείες, οι ομιλίες και οι συνελεύσεις που πραγματοποιούνται κάθε τόσο, δεν είναι απαραίτητα προσβάσιμες σε ανάπηρα άτομα, την ίδια στιγμή που οι ίδιες οι κοινότητες θέτουν στο επίκεντρο της νοηματοδότησης της σεξουαλικότητας το αρτιμελές, δυνατό, λευκό σώμα. Σε αυτό το αφιέρωμα προσκάλεσα την Όλγα, τον Γιούρι, τον Γιάννη και την Ε.Γ. να μιλήσουν γι’ αυτήν την «εσωτερική κριτική» από μια διπλή θέση, καθώς προέρχονται και από την αναπηρική και από την queer ή ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα. Μέσα από τα κείμενά τους αναφέρθηκαν μεταξύ άλλων στην αποσιώπηση της αναπηρικής εμπειρίας, την αποσεξουαλικοποίηση των ανάπηρων σωμάτων, τις ιεραρχήσεις εντός των queer κοινοτήτων, τις ετεροκανονικές νόρμες που διαπερνούν τις αναπηρικές κοινότητες, το φάσμα της αόρατης αναπηρίας και της τρέλας, καθώς και τα δομικά εμπόδια που δημιουργεί η κοινωνία ενώ κατηγοριοποιεί χαρακτηριστικά και συμπεριφορές ως «βλάβη». Ευχαριστώ πολύ που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμά μου και κατέστησαν αυτό το αφιέρωμα εφικτό.

Βασιλική Πολυκάρπου, υποψήφια διδακτόρισσα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας

Όλ@ μαζί είναι καλύτερα

Βρίσκομαι στο παρασκήνιο μιας πραγματικότητας που με αγνοεί.

Ανάμεσα σε δύο παράλληλους κόσμους, ανήκοντας πουθενά. Για τους μεν δεν είμαι αρκετά ανάπηρη, για τους δε είμαι υπερβολικά τρελή. Δε ξέρω εάν με νοιάζει αρκετά και σε ποιον θα ήθελα να αποδείξω τι. Για τον λόγο αυτό, για την ψυχική μου αναπηρία, κρατάω διπλά πειστήρια: Από τη μία, προσπαθώ να φανώ αρκετά λογική, να ακουστεί ο λόγος μου. Από την άλλη, για τους δικούς μου και τις δικές μου, αποκαλύπτω την αλήθεια μου, την τρέλα μου, ώστε εκείνοι να μη θεωρήσουν ότι ανήκω μόνο στη σφαίρα της ψυχικής υγείας και λογικής. Αλλά τελικά δεν ξέρω πού ανήκω. Δεν είμαι ούτε αρκετά υγιής, ούτε όμως παρουσιάζομαι στερεοτυπικά ως ψυχικά ασθενής. Περιπλανώμενη στον κόσμο των αόρατων αναπηριών, όπου οι συμβατικές κατηγοριοποιήσεις αποτυγχάνουν, αλλά και σε άλλους χώρους ακατάλληλους, νιώθω ότι είμαι καταδικασμένη να ακροβατώ στο κενό.

Βέβαια, δεν ξέρω τι είναι χειρότερο: να «περάσω» για straight και cis ή να «περάσω» ως μη ασθενής ψυχικά; Έτσι, προσπαθώ να είμαι σωστή σε όλα, ώστε να μην χαρακτηριστώ ως κάτι το οποίο φοβάμαι, κάτι το οποίο γνωρίζω πως δεν είμαι.

Το queer αδιαφορεί για την τρέλα και η τρέλα για το queer.

Κι εκεί κάπου, ανάμεσα, ζω εγώ και, αναλόγως τι με ρωτούν, απαντώ σα να έχω δύο «εγώ». Ένα queer και ένα τρελό. Και τα δύο πάντοτε περιθωριοποιημένα και εκτός των κυρίαρχων αφηγήσεων.

Και τώρα γράφω για το μη-υπαρκτό. Ένα κενό. Μια ύπαρξη, μη-ύπαρξη, σε έναν ενδιάμεσο χώρο υπερβολικά στενό και τόσο ασφυκτικό. Στο όριο του να υπάρχεις ή να μην υπάρχεις. Νιώθοντας ότι απέναντί μου παρατάσσονται και οι υπέρμαχοι της κανονικότητας, αλλά και συχνά οι «δικοί μου». Οι «δικοί μου» απέναντι στο queer και οι «δικοί μου» απέναντι στην –αόρατη– ψυχική ασθένεια.

Όμως, ιστορικά, τόσο το queer όσο και η αόρατη ψυχική αναπηρία βρίσκονται πολύ κοντά, έχουν κάτι το κοινό. Και τα δύο αποτελούν συχνά αόρατες καταστάσεις, οι οποίες συναντώνται στις διασταυρώσεις τους με την περιθωριοποίηση, την καταπίεση, τη διάκριση και την ετερότητα. Αυτή η κοινή εμπειρία έχει διαφύγει της αναγνώρισης τόσο από την τρέλα όσο και από το queer.

Συχνά όσοι αυτοχαρακτηρίζονται μόνο με μία εκ των δύο αυτών ταυτοτήτων θεωρούν ότι τίποτα κοινό δεν έχουν μεταξύ τους. Και τελικά οι αποκλεισμένοι καταλήγουν να αδιαφορούν, να αγνοούν την ύπαρξη άλλων ή να αλληλο-αποκλείουν άλλες ταυτότητες εντός παρόμοιων κοινοτήτων. Να επικεντρώνονται στις διαφορές και όχι στις ομοιότητες. Έτσι, μένουμε μερικώς κρυμμένα και τελικά μόνα. Στη μερική αορατότητα: «υπάρχω εδώ ή εκεί», αλλά ποτέ «υπάρχω και εδώ και εκεί». Ζούμε ζωή περιορισμένη και κλειστή, αντί να βρεθούμε για ανοιχτούς διαλόγους σε κοινούς ασφαλείς χώρους, αμφισβητώντας τον ακραίο ορισμό της κανονικότητας, χορτασμένες αποδοχή και οπλισμένες προς την κατεύθυνση της διεκδίκησης. Και τελικά, εμείς να δημιουργήσουμε κοινότητες αλληλοαποδοχής, βασισμένες στον σεβασμό και την κατανόηση.

Μέσα μου αντηχούν εναλλαγές δηλώσεων γεμάτων στερεότυπα και αποκλεισμό, που έχω ακούσει ή και νιώσει:

– Εγώ ψυχικά ανάπηρη είμαι, όχι ανώμαλη.

– Εγώ απλά queer είμαι, δεν είμαι και τρελή.

Εγώ λοιπόν, που και queer είμαι αλλά και τρελή, έχω να πω ότι όλ@ μαζί είναι καλύτερα.


Ε. Γ., κοινωνική λειτουργός

Μήνας υπερηφάνειας και συμπερίληψης

Τι σημαίνει αναπηρία και queer; Αν ρωτήσεις μερικά άτομα θα σου πουν: «δεν ξέρω/δεν γνωρίζω».

Ο λόγος είναι ότι δεν ακουγόμαστε, ναι; Όχι. Πολύ απλά η κοινωνία μάς κλείνει το στόμα και μας θεωρούν κακόμοιρα άτομα που δεν μπορούμε να επιβιώσουμε έξω από τη «γυάλα» που μας επέβαλαν.

Θα έπρεπε να ήταν αυτονόητο, γι’ αυτό και ο μήνας υπερηφάνειας είναι μια υπενθύμιση για να γιορτάζουμε κάθε μέρα.

Κάθε κατόρθωμα που κάνουμε μας φέρνει πιο κοντά στην ισότητα και στην αποδοχή.

Για τα ανάπηρα queer άτομα είναι πιο δύσκολα τα πράγματα, γιατί το να είναι κάποιο και ανάπηρο και queer σημαίνει ότι θα πρέπει να καταβάλει διπλάσια προσπάθεια να αγαπήσει τον εαυτό του, να τον δυναμώσει με όλο το είναι του και μετά να βγει στην κοινωνία – σε μια κοινωνία που κάθε μέρα θα είναι δακτυλοδεικτούμενο.

Τα πράγματα σιγά σιγά αλλάζουν όσον αφορά στην εκπαίδευση και στα κοινωνικά ζητήματα. Μαθαίνουμε να συνυπάρχουμε και να αγωνιζόμαστε για έναν σκοπό που μας ενώνει.

Το να είσαι κωφό/βαρήκοο και queer είναι πιο πολύπλοκο, επειδή χάνεις πληροφορίες για το τι συμβαίνει γύρω σου και δε συμβαδίζεις στην ενημέρωση. Ειδικά στην queer κοινότητα στην Ελλάδα, εμείς ως κωφά/βαρήκοά άτομα δε συμμετέχουμε στις δράσεις και στις εκδηλώσεις λόγω έλλειψης ενημέρωσης και προσβασιμότητας.

Το ίδιο συμβαίνει και στα social media. Δεν αγνοούμε τι συμβαίνει γύρω μας, απλά δεν ξέρουμε πού να απευθυνθούμε, πού να ρωτήσουμε, πώς να ασχοληθούμε, πόσο μάλλον να διεκδικήσουμε τα δικαιώματα περήφανα.

Για να πέτυχει αυτό πρέπει οι φορείς, οι δομές και άλλες οργανώσεις να είναι πιο προσβάσιμες και συμπεριληπτικές. Παράλληλα, για να πέτυχει αυτό, είναι επίσης πολύ σημαντικό τα κωφά/βαρήκοα queer άτομα να είναι περισσότερο ενεργά μέλη και να συμμετέχουν σε εκδηλώσεις, σε δράσεις, σε workshops, αντί να τα εκπροσωπήσει ένα άλλο άτομο χωρίς να γνωρίζει το βίωμα τους, την αναπηρία τους και τη συναισθηματική τους κατάσταση.

Η κοινωνία έχει τη συνήθεια και την παράδοση να μην μας αποδέχεται γιατί θεωρούμαστε «βλάβη», και έχει την ανάγκη να μας «φτιάξει», ενώ δημιουργεί εμπόδια κι έχει παρωπίδες.

Θα πρέπει ο μήνας υπερηφάνειας να συνδυαστεί με τη συμπερίληψη και την αποδοχή του κάθε ανθρώπου, είτε είναι είτε δεν είναι ανάπηρος. Να μην ξεχνάμε ότι και εμείς τα ανάπηρα άτομα αγωνιζόμαστε για τα δικαιώματά μας, ανήκουμε σε μια κοινωνία που μας βάζει στο περιθώριο και, για να κερδίσουμε, σημαντικό ρολό παίζει η συμπερίληψη – και έτσι αυτόματα ακολουθεί η προσβασιμότητα.

Είναι στο χέρι μας και κάθε ον που βρίσκεται πάνω στη γη να είναι υπερήφανο και να ξέρει πού βρίσκεται.

Μόνο ενωμένα θα κερδίσουμε!



Όλγα Δαλέκου, κωφή καλλιτέχνις, ηθοποιός

Εξόριστος

Ως ανάπηρος, είσαι ένα κινούμενο παράδοξο.

Αν δεν είσαι η γλυκερή και παιδική υπενθύμιση της θνησιμότητάς τους, είσαι μια ντεμοντέ αφίσα σε κολυμβητήριο, μια φετιχοποιημένη λαμπρή εξαίρεση, ένα συγκινητικό θαύμα-φρικιό, καρφιτσωμένο κάπου ψηλά, ανίκανο να πάει όπου θέλει.

Και αν δεν είσαι τίποτα από τα δυο, είσαι ένα παράσιτο που καταχράται τον κόπο και τον ιδρώτα της τίμιας κοινωνίας. Και στις τρεις περιπτώσεις, είσαι μια διακύμανση ύπαρξης τόσο αόριστη που, αφού δεν μπορούν να σε προσδιορίσουν με τους τρόπους που θέλουν, το καλύτερο που μπορούν να κάνουν είναι να σε απογυμνώσουν τιμωρητικά.

Ένα παράδειγμα –το οποίο δεν συζητιέται ίσως και καθόλου– είναι οι μικροί και ύπουλοι τρόποι με τους οποίους θα σου θυμίζουν ασταμάτητα ότι, όντας ανάπηρος, είσαι ένας εξόριστος νομάς στον χάρτη της εξιδανικευμένης αρρενωπότητας. Πολύ απλά, η αρρενωπότητά σου σού στερείται.

Σήμερα, σε έναν κόσμο στον οποίο οι θηλυκότητες γύρω μας έχουν πλέον επανοικειοποιηθεί την ύπαρξή τους πιο έντονα από ποτέ και καταφέρνουν να καταρρίπτουν καθημερινώς τους δικούς τους ασφυκτικούς κανόνες του τι εστί θηλυκότητα και ποια είναι η μοίρα της, κάπου στο βάθος θα ακούσεις ενίοτε τη θορυβώδη γκρίνια περί φυσικής τάξης των πραγμάτων –μιας παλιάς εποχής– και του σωστού και λάθους. Και θα πετύχεις έναν, πολύ γνώριμο σε όλους μας, τύπο να κλαίγεται σε κάποιο σχόλιο, ότι ο σημερινός φεμινισμός είναι μίσανδρος και θέλει να σβήσει μαζικώς τους άνδρες και μαζί το concept της αρρενωπότητας. Ή και ότι ο φεμινισμός δε νοιάζεται για τις καταπιέσεις που δέχονται οι αρρενωπότητες στο όνομα των έμφυλων ρόλων.

Και όμως, είναι οι ίδιοι γνώριμοι τύποι που θα σου πουν ότι, ως «άνδρας», δεν θα έπρεπε να είσαι λεπτεπίλεπτος και αδέξιος σαν ανάπηρος∙ είναι οι ίδιοι για τους οποίους, αν η σωματικότητά σου και η μυϊκή σου μάζα δεν είναι είτε παραγωγική είτε επιβλητική, δεν είσαι αρκετά αρρενωπός. Αν το σεξ σου δεν είναι διεισδυτικό και κυριαρχικό, μην προσπαθείς να γίνεις ένας από αυτούς.

Κυρίως επειδή στη διαδικασία να σμιλεύσεις και να γνωρίσεις τη δική σου προσωπική έννοια της αρρενωπότητας, θα εκθέσεις το εύθραυστο ετοιμόρροπο βάθρο στο οποίο έχουν χτίσει τη δική τους.

Τι κάνει λοιπόν μια ανάπηρη αρρενωπότητα στην προκειμένη περίπτωση που, από τη στιγμή που γεννιέται, ανακρίνεται για τον τρόπο που υπάρχει και του αρνείται το δικαίωμα να επανεξετάσει όλον αυτόν τον απαρχαιωμένο αχταρμά του έμφυλου διπόλου;

Δεν είναι πολλές οι επιλογές.

Σε ανάγκη εγκλιματισμού και κάποιου είδους αυτοπροσδιορισμού και κοινωνικής αναγνώρισης, ίσως καταλήξει να προσπαθεί με μανία να αποζημιώσει για όσα του έχουν στερήσει. Αγκιστρωμένο από τη φευγαλέα, εαυτο-αναιρούμενη εξιδανικευμένη καρικατούρα του τι εστί άνδρας, θα την αφομοιώσει άκριτα και θα αστυνομεύει υπέρ της. Θα μειώνει έννοιες και ανθρώπους που θεωρεί το ίδιο ότι την απειλούν και, παρόλ’ αυτά, θα αποτύχει να βρει τον εαυτό του και το πού ανήκει εν τέλει.

Ή –και αυτό είναι το διασκεδαστικό κομμάτι του να είσαι στο περιθώριο– τους χέζει όλους και επαναπροσδιορίζει την αρρενωπότητά του με τους δικούς του όρους, αναγνωρίζοντας πόσο ρευστοί είναι στην πραγματικότητα οι πυλώνες του έμφυλου διπόλου και ότι κανένας δεν χρωστάει σε κανέναν να χωρέσει σε συγκεκριμένα καλούπια. Και θα τη σμιλεύσει με υγιή τρόπο. Με λεπτές φωνές, αδύνατα κορμιά, ροζ χρώματα στο ενδιάμεσό της.



Γιούρι Ασκ, συγγραφέας


Πολλαπλές διακρίσεις,
αντικρουόμενες προσδοκίες

Είμαι τυφλός από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Δεν το επέλεξα. Δεν προέκυψε λόγω λανθασμένης ανατροφής από τους γονείς μου, αλλά ούτε επειδή οι γονείς μου είναι κι αυτοί τυφλοί. Συνεπώς, η έλλειψη όρασης είναι το μόνο που ξέρω! Η οπτική μου αναπηρία δεν είναι μία μόδα της εποχής, ούτε με έχουν ρωτήσει ποτέ «είσαι σίγουρος ότι είσαι τυφλός; Μήπως είσαι απλώς μπερδεμένος; Αν δεν έχεις δοκιμάσει ποτέ να δεις, πώς μπορείς να είσαι πραγματικά σίγουρος ότι είσαι τυφλός;»

Είμαι gay από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Δεν το επέλεξα. Δεν προέκυψε λόγω λανθασμένης ανατροφής από τους γονείς μου, ούτε επειδή οι γονείς μου είναι και αυτοί gay, ώστε η έλλειψη προτύπου ετερόφυλου ζευγαριού να είναι το μόνο που ξέρω. Η σεξουαλικότητά μου δεν είναι μία μόδα της εποχής. Παρ’ όλα αυτά, με έχουν ρωτήσει άπειρες φορές «είσαι σίγουρος ότι είσαι gay; Μήπως είσαι απλώς μπερδεμένος; Αν δεν έχεις δοκιμάσει ποτέ να πας με γυναίκα, πώς μπορείς να είσαι πραγματικά σίγουρος ότι είσαι gay;»

Το να ζεις με πολλαπλές ταυτότητες που φέρουν πολλαπλές διακρίσεις είναι από μόνο του πολύπλοκο. Το να ζεις με αυτές τις συγκεκριμένες ταυτότητες –του gay και του ανάπηρου– και με τις διακρίσεις που αυτές φέρουν, κάνει τον κύβο του Ρούμπικ να μοιάζει με παζλ νηπιαγωγείου.

Πολλοί άνθρωποι τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα τα μισούν, ενώ τα ανάπηρα άτομα τα λυπούνται ή τα θαυμάζουν. Οι gay άντρες υπερσεξουαλικοποιούνται από πολλούς, θεωρούνται οριακά νυμφομανείς, ενώ τα ανάπηρα άτομα θεωρούνται από πολλούς όντα ασεξουαλικά. Ένα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομο «ντροπιάζει» τη χώρα του, επειδή συμμετέχει στην πορεία του Pride στο κέντρο της πόλης. Ένας ανάπηρος μαθητής κάνει τη χώρα του περήφανη, επειδή πήρε καλούς βαθμούς και κρατάει τη σημαία στην παρέλαση. Στο μυαλό των πολλών, ένα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομο μπορεί αλλά δε θέλει, ενώ ένα ανάπηρο άτομο θέλει αλλά δε μπορεί. Και στην καρδιά αυτών των αντιφάσεων, των πολλαπλών διακρίσεων, των αντικρουόμενων προσδοκιών στέκομαι εγώ και χιλιάδες άλλα ΛΟΑΤΚΙ+ και ανάπηρα άτομα.

Από μικρός έχω μάθει ότι πρέπει να αποδεικνύω συνεχώς πράγματα στον εαυτό μου και στους γύρω μου, γιατί μόνο έτσι όσα κάνω έχουν αξία. Και σε έναν κόσμο μέσα στον οποίο η πραγματική και ουσιαστική εκπαίδευση έρχεται βιωματικά, και που ταυτόχρονα αγκαλιάζουμε την άγνοιά μας πιο σφιχτά από όσο αγκαλιάζουμε το αγαπημένο μας λούτρινο αρκούδι, τα πράγματα δυσκολεύουν λιγάκι περισσότερο. Για να νιώσω πως ανήκω πραγματικά στην οικογένεια που ονομάζεται ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, χρειάζεται πρώτα να εξηγήσω επαρκώς και με τις κατάλληλες λέξεις το βίωμά μου ως ανάπηρου ατόμου. Για την ομαλότερη ένταξή μου στην αναπηρική κοινότητα, είναι απαραίτητη η ενδελεχής εκπαίδευση από πλευράς μου γύρω από ΛΟΑΤΚΙ+ ζητήματα. Για να υπάρξω σε έναν χώρο που αποτελείται από straight, μη ανάπηρα άτομα…καλή επιτυχία Ελλάδα.

Πάντα πίστευα πως σε κάθε πρόβλημα αντιστοιχεί τουλάχιστον μία λύση, αρκεί να θέλουμε να την ανακαλύψουμε. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η λύση είναι πρόδηλη και κοινώς αποδεκτή, αλλά για κάποιον λόγο μη εφαρμοσμένη: η εκπαίδευση∙ εκπαίδευση χωρίς ταμπού∙ εκπαίδευση χωρίς ταμπού από νωρίς∙ εκπαίδευση βιωματική και διομαδική – χωρίς αλλά και αστερίσκους. Μόνο έτσι άρθρα σαν και αυτό θα μπορούν να γλιστρήσουν ήσυχα και ομαλά στο χρονοντούλαπο της λήθης του διαδικτύου, να ζήσουν αυτοί καλά, και εμείς χαρούμενα, περήφανα κι ανάπηρα.


Γιάννης Βίτσος, δημοσιογράφος

Πηγή: Η εποχή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου