Η εννιάχρονη Μαφάλντα, μαθήτρια της Τετάρτης Δημοτικού, πάσχει από τη σπάνια νόσο του Στάργκαρντ, μια ασθένεια που θα την οδηγήσει μέσα στους επόμενους μήνες στην ολική τύφλωση. Καθώς μέρα με τη μέρα το φως, οι φίλες της κι οι ευκαιρίες να κάνει όσα αγαπά την εγκαταλείπουν, εκείνη ετοιμάζεται να υλοποιήσει το μεγαλόπνοο σχέδιό της: να εγκαταλείψει τη γη και να εγκατασταθεί για πάντα πάνω στην κερασιά του σχολείου της.
Διαβάζοντας το βιογραφικό της Πάολα Περέτι, συγγραφέα του Η απόσταση ανάμεσα σ’ εμένα και την κερασιά, ανακαλύπτουμε ότι κι αυτή διαγνώστηκε, αν και σε μεγαλύτερη ηλικία, με την ίδια νόσο από την οποία πάσχει η ηρωίδα της, εκκινεί επομένως από μια βιωματική βάση. Διαπιστώνουμε ωστόσο ότι, παρότι γνωρίζει καλά τα πράγματα από μέσα, ή μάλλον ακριβώς γι’ αυτό, δεν εγκλωβίζεται σε μια μονοδιάστατη προσέγγιση του θέματος «απώλεια της όρασης», ούτε αναλώνεται σε μελοδραματικές μεμψιμοιρίες. Αντιθέτως, δημιουργεί και παραδίδει στο αναγνωστικό κοινό ένα πλούσιο, λογοτεχνικά άρτιο μυθιστόρημα – κι αυτό το πετυχαίνει σε μεγάλο βαθμό διαχειριζόμενη εξαιρετικά και με τρόπο πολυεπίπεδο το σπουδαίο εύρημα που έχει στα χέρια της: την κερασιά.
Η κομβική αφηγηματική σημασία του δέντρου, προφανής ήδη από τον τίτλο, αποτυπώνεται και στους τίτλους των μερών του βιβλίου. Καθώς η όραση της αφηγήτριας Μαφάλντα φθίνει, η απόσταση από την οποία μπορεί να διακρίνει την κερασιά του σχολείου της μικραίνει κι αυτή –από τα εβδομήντα μέτρα στα εξήντα, στα πενήντα, στα σαράντα…–, σε μια αντίστροφη μέτρηση που ορίζει τον χρόνο αλλά και τον ρυθμό της αφήγησης. Σε ένα άλλο επίπεδο, εσωτερικό, το δέντρο μοιάζει με μια κιβωτό αναμνήσεων για το κορίτσι, αφού η ίδια θέλει να πιστεύει πως στον κορμό του κατοικεί το πνεύμα της πολυαγαπημένης γιαγιάς της, που δε βρίσκεται πια στη ζωή. Η απόφαση μάλιστα της Μαφάλντα να αφήσει τη γη και να εγκατασταθεί πάνω στο δέντρο απορρέει από τη νοσταλγία της για κείνη και αφορμάται από την αγάπη της για ένα λογοτεχνικό βιβλίο που αγαπούσε πολύ και η γιαγιά της, τον Αναρριχώμενο βαρόνο του Ίταλο Καλβίνο.
Ο Αναρριχώμενος βαρόνος –δυστυχώς εξαντλημένος στα ελληνικά– δεν είναι, φυσικά, βιβλίο για παιδιά. Κινείται μεταξύ παραμυθιού και πικαρέσκου μυθιστορήματος και παρουσιάζει με καυστικό τρόπο πρόσωπα, καταστάσεις και ιστορικά γεγονότα του ύστερου δέκατου όγδοου και των αρχών του δέκατου ένατου αιώνα. Ο ήρωάς του Κόζιμο, ένας αντισυμβατικός νεαρός αριστοκράτης που αποφασίζει στα δώδεκά του να εγκατασταθεί στα δέντρα γύρω από το σπίτι του για να μην ξανακατέβει ποτέ από αυτά, θα διαμορφώσει όλη του τη ζωή στα κλαδιά τους, διαβάζοντας, γράφοντας, ταξιδεύοντας, επικοινωνώντας με τον κόσμο, πολεμώντας, βοηθώντας τους συνανθρώπους του, συνεισφέροντας στην κοινότητα, ακόμα κι ερωτευόμενος πάνω σε αυτά. Το ελεύθερο και ατίθασο πνεύμα του παρακάμπτει κάθε δυσκολία και εμπόδιο, μετατρέποντας το αδύνατο σε δυνατό και γεφυρώνοντας ευρηματικά πραγματικότητα και φαντασία.
Με αυτόν τον ρομαντικό, αντισυμβατικό Δον Κιχώτη μιας άλλης εποχής συνομιλεί σε ολόκληρο το βιβλίο η ηρωίδα της Περέτι. Συχνά κλείνει τις ημερολογιακές καταγραφές της απευθυνόμενη σ’ εκείνον. Δίνει στον γάτο της το όνομα του σκύλου του. Παρακάμπτοντας τις αβυσσαλέες διαφορές τους, εμπνέεται από το εγχείρημά του και αποφασίζει κι εκείνη να εγκατασταθεί στο δέντρο του σχολείου της, σαν να είναι αυτή η λύση για όλα της τα προβλήματα. Η λογοτεχνία πυροδοτεί τη φαντασία της και γίνεται η αόρατη σκάλα που θα της επιτρέψει να αποδράσει από την αδιέξοδη πραγματικότητά της, που θα κάνει το δικό της αδύνατο δυνατό, παρέχοντάς της μια ζωή μακριά από τα προβλήματα και τις σκοτούρες του γήινου κόσμου. Αλλά η Μαφάλντα δε μένει μόνο στα όνειρα – αποφασίζει και να τα υλοποιήσει. Μαζεύει προμήθειες, καταστρώνει σχέδια, λαχταράει την πολυπόθητη στιγμή της εγκατάστασής της πάνω στο δέντρο, την ίδια ώρα που η πραγματική ζωή τρέχει δίπλα της, η όρασή της λιγοστεύει – αλλά κι οι άνθρωποι που την αγαπούν της δείχνουν τον δρόμο για όλα εκείνα που της αρέσουν και που μπορεί να εξακολουθήσει να κάνει.
Η Περέτι δεν εξιδανικεύει, δεν ηρωοποιεί, αλλά ούτε και δημιουργεί καρικατούρες συρρικνωμένες, επικεντρωμένες σε μονοσήμαντες αγωνίες κι ερωτήματα. Περιγράφει αληθινούς ανθρώπους που βιώνουν πραγματικές καταστάσεις. Η ηρωίδα της είναι ένας πολυδιάστατος χαρακτήρας, που χαίρεται και λυπάται, ονειρεύεται και φοβάται, βιώνει απώλειες, βουλιάζει στην ανασφάλεια, καταφεύγει ακόμα και σε παραβατικές πράξεις προκειμένου να πετύχει τον σκοπό της. Το ίδιο ισχύει και για τους ανθρώπους που την περιβάλλουν, με πιο χαρακτηριστική περίπτωση τον νταή του σχολείου Φιλίπο. Το ίδιο ισχύει και για τα θέματα που πραγματεύεται στο μυθιστόρημά της η Περέτι: Η απώλεια, που κατέχει κεντρική θέση, αποτυπωμένη πολλαπλά στο κείμενο, η αρρώστια, η ζωή των μεταναστών, η σκληρότητα στις σχέσεις των παιδιών όπως εκδηλώνεται μέσα στη σχολική καθημερινότητα, τα τραύματα που αφήνουν στο πέρασμά τους δύσκολες οικογενειακές καταστάσεις διατρέχουν αβίαστα την αφήγηση, διαμορφώνοντας ένα σύνθετο πλέγμα σχέσεων και συμπεριφορών. Κι όλα αυτά δοσμένα σε μια λυρική, ποιητική αφήγηση, γεμάτη με μεγάλης ευκρίνειας οπτικές εικόνες – που αποτυπώνουν εύγλωττα την ανάγκη της Μαφάλντα να κρατηθεί από έναν κόσμο που θα ρίξει, έστω και νοερά, φως στο σκοτάδι της.
Συγκινητικό χωρίς να γίνεται μελό, αισιόδοξο χωρίς να παρακάμπτει τα δύσκολα, με το βλέμμα σταθερά προσηλωμένο στην ομορφιά όλων εκείνων που είναι να έρθουν, το μυθιστόρημα της Περέτι δικαίως βρέθηκε μεταξύ των υποψηφιοτήτων για το CILIP Carnegie Medal 2019 και μεταφράστηκε σε 25 γλώσσες. Την εξαιρετική ελληνική μετάφραση από τα ιταλικά υπογράφει η Δήμητρα Δότση.
Πάολα Περέτι,
Η απόσταση ανάμεσα σ’ εμένα και την κερασιά,
Mτφρ. Δήμητρα Δότση,
Εκδόσεις Ψυχογιός
Ελένη Γεωργοστάθη
Πηγή: oanagnostis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου