Η ανεπάρκεια βιταμίνης D στην εγκυμοσύνη μπορεί να προγραμματίζει τα μωρά να εξελιχθούν σε παχύσαρκα παιδιά και ενήλικες. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξε έρευνα του Τομέα Κοινωνικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο περιοδικό Pediatric Obesity και έγινε στο πλαίσιο της Μελέτης Μητέρας Παιδιού Κρήτης (Μελέτη ΡΕΑ), την πρώτη μελέτη κοορτής στην Ελλάδα, η οποία ξεκίνησε το 2007 και παρακολουθεί περίπου 1300 ζεύγη μητέρας-παιδιού από την κύηση έως και σήμερα.
Στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας εξετάστηκαν στοιχεία από 532 ζευγάρια μητέρας- παιδιού στο Ηράκλειο Κρήτης. Τα επίπεδα βιταμίνης D στη μητέρα μετρήθηκαν στο πρώτο τρίμηνο κύησης, ενώ η κλινική εξέταση των παιδιών, όπου μετρήθηκαν το ύψος, το βάρος, η περιφέρεια μέσης και το ποσοστό λίπους πραγματοποιήθηκε στα 4 και στα 6 έτη ζωής.
Οι ερευνητές βρήκαν ότι παιδιά 6 ετών, των οποίων οι μητέρες είχαν πολύ χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D στο πρώτο τρίμηνο της κύησης, είχαν περίπου ένα εκατοστό μεγαλύτερη περιφέρεια μέσης και περισσότερο λίπος (2%) στο σώμα τους σε σχέση με συνομήλικα παιδιά, των οποίων οι μητέρες είχαν επαρκή επίπεδα βιταμίνης D νωρίς στην εγκυμοσύνη.
Σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα, αυτές οι αυξήσεις μπορεί να μην φαίνονται τόσο υψηλές, αλλά ακόμη και ένα εκατοστό αύξηση στην περιφέρεια μέσης για ένα παιδί είναι σημαντικό πρόβλημα, ειδικά εάν αυτό το περίσσευμα λίπους μεταφέρεται σε όλη του τη ζωή.
Όπως δήλωσε η επιστημονικά υπεύθυνη της μελέτη, Επίκουρη Καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, Λήδα Χατζή, δεν είναι σαφές γιατί υπάρχει τόσο υψηλό ποσοστό ανεπάρκειας βιταμίνης D σε μέρη με εκσεσημασμένη ηλιοφάνεια όπως η Κρήτη. Ίσως, όπως ανέφερε, οι άνθρωποι περνάνε πολλές ώρες σε εσωτερικούς χώρους μπροστά από οθόνες υπολογιστών ή σε γραφεία ή ίσως χρησιμοποιούν μεγάλες ποσότητες αντηλιακών, που εμποδίζει την παραγωγή βιταμίνης D στο δέρμα.
Η ανεπάρκεια βιταμίνης D στις έγκυες γυναίκες έχει αυξηθεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Όπως δήλωσε η Επιμελήτρια Α’ της Ενδοκρινολογικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου και συγγραφέας της εργασίας, Βασιλική Δαράκη, στην παρούσα μελέτη περίπου 66% των εγκύων είχαν ανεπάρκεια βιταμίνης D στο πρώτο τρίμηνο της κύησης, ένα κρίσιμο χρονικό διάστημα για τον σχηματισμό των οργάνων του εμβρύου.
Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ότι η βιταμίνη D αναστέλλει την εξέλιξη των πρόδρομων μορφών λιποκυττάρων σε ώριμα λιποκύτταρα. Επίσης μελέτες σε ανθρώπινα λιποκύτταρα έχουν δείξει ότι η βιταμίνη D μπορεί να παρεμποδίσει την ωρίμανση των προ- λιποκυττάρων σε λιποκύτταρα.
Σύμφωνα με την κ. Δαράκη τα παιδιά από μητέρες με χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D πιθανά να έχουν υψηλότερο δείκτη μάζας σώματος και αυξημένο ποσοστό λίπους, γιατί η ανεπάρκεια βιταμίνης D στη διάρκεια της κύησης οδηγεί στο σχηματισμό αυξημένου αριθμού λιποκυττάρων. Αντίθετα επαρκή επίπεδα βιταμίνης D κατά τη διάρκεια της κύησης μπορούν να προστατέψουν τα παιδιά από την εμφάνιση παχυσαρκίας στο μέλλον. Ωστόσο χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να επιβεβαιωθούν τα ανωτέρω ευρήματα.
Μιλώντας στην ΕΡΤ Ηρακλείου επεσήμανε ότι ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος είναι να φροντίζουν οι γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας να έχουν επαρκή επίπεδα βιταμίνης D πριν μείνουν έγκυοι. Εκτός από τα συμπληρώματα διατροφής, πρόσθεσε η ίδια, υπάρχουν και φυσικοί τρόποι πρόσληψης της βιταμίνης, με την κατανάλωση ψαριών, αβγών κ.α. Επίσης, όπως ανέφερε, είναι σημαντικό κατά το καλοκαίρι να γίνεται δεκάλεπτη έκθεση στον ήλιο το μεσημέρι, χωρίς τη χρήση αντηλιακών, προκειμένου να επιτραπεί η σύνθεση της βιταμίνης D από τον οργανισμό.
Πηγή: ΕΡΤ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου