Συνέντευξη στην Τέσυ Μπάιλα // στο fractalart
«Ακόμα και τα μονοζυγωτικά δίδυμα διαφέρουν μεταξύ τους». H συγγραφέας Λότη Πέτροβιτς- Ανδρουτσοπούλου μιλά στο fractal με αφορμή το βιβλίο της «Αμίλητη αγάπη», για την διαφορετικότητα, την θεματολογία των βιβλίων της, για την παιδική και την εφηβική λογοτεχνία και την εποχή, για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, για τις «Διαδρομές», τον Κύκλο Παιδικού Βιβλίου, για την Φιλαναγνωσία, τις φιλίες του διαδικτύου, την φωτογραφία και το κολάζ.
-Κυρία Πέτροβιτς το τελευταίο σας βιβλίο, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη, έχει τον τίτλο «Αμίλητη αγάπη». Πείτε μας γιατί επιλέξατε αυτόν τον τίτλο και τι ακριβώς σημαίνει; Μπορεί η αγάπη να παραμένει «αμίλητη»;
Μια αγάπη που για διάφορους λόγους εμποδίζεται να εκδηλωθεί και παραμένει «αμίλητη» για καιρό – καμιά φορά και για πάντα – νομίζω πως δεν είναι κάτι σπάνιο. Όταν μάλιστα εκείνοι που την αισθάνονται είναι έφηβοι και τα εμπόδια τα θεωρούν ανυπέρβλητα, οι αναστολές και οι δισταγμοί μεγαλώνουν. Το θέμα είναι αν έχουν δίκιο, αν όντως υπάρχουν εμπόδια ή κάνουν λάθος. Πολλές φορές οι εκτιμήσεις μας δεν είναι σωστές. Οπότε έρχεται η στιγμή που η αγάπη «μιλάει» με το δικό της τρόπο. Η Αμίλητη αγάπη μιλάει τελικά για έναν έρωτα που ξεπερνάει τα όριά του, γίνεται μια βαθιά αγάπη χωρίς όρια.
-Κεντρικό θέμα του βιβλίου σας είναι το ήθος της διαφορετικότητας, ο βαθμός του οποίου σηματοδοτεί και τον πολιτισμό μιας κοινωνίας. Είναι η διαφορετικότητα τροχοπέδη στην κοινωνική εξέλιξη των νέων ή ένας μηχανισμός που μπορεί να λειτουργήσει ενωτικά και να καθορίσει τις κοινωνικές αξίες μιας εποχής;
Ασφαλώς και δεν είναι τροχοπέδη από μόνη της! Οι άλλοι την καθιστούν τροχοπέδη όταν η συμπεριφορά και η νοοτροπία τους προς τους «διαφορετικούς» δεν είναι η αρμόζουσα σε πολιτισμένη κοινωνία. Από τη στιγμή που μια «διαφορετικότητα» απαξιώνεται ή και διώκεται, από το σημείο που ο «διαφορετικός» άλλος, φανερά ή έμμεσα, από το αποτέλεσμα των ενεργειών της Πολιτείας ή των δικών μας, εμποδίζεται ν’ αναπτυχθεί όπως του αξίζει και να ζήσει με αξιοπρέπεια, από κει αρχίζουν και οι παντός είδους ρατσισμοί. Αυτοί είναι που αποτελούν τροχοπέδη στην κοινωνική εξέλιξη, καθώς και στη διαρκή πνευματική ανέλιξη, όχι μόνο των «διαφορετικών», αλλά όλων των ατόμων μιας κοινωνίας – νέων ή όχι – με ολέθρια αποτελέσματα. Διότι εν τέλει τι είναι «διαφορετικότητα» και πώς την ορίζουμε; ΄Ολοι λίγο ή πολύ είμαστε διαφορετικοί μεταξύ μας: στην εμφάνιση, στον χαρακτήρα, στην ψυχοσύνθεση, στις αντιλήψεις, στις δεξιότητες, στην ηλικία, στην όποια μόρφωση και πνευματική ανάπτυξη επέτρεψαν στον καθένα μας οι συγκυρίες της ζωής και της εποχής του ν’ αποκτήσει, και σε άλλα πολλά. Ακόμα και τα μονοζυγωτικά δίδυμα διαφέρουν μεταξύ τους. Ο βαθμός και το είδος της μεταξύ μας διαφορετικότητας είναι που ποικίλλει. Πώς λοιπόν δικαιολογούνται όρια στην αποδοχή του διαφορετικού, π.χ. ως προς το χρώμα του δέρματος, την καταγωγή, τον τρόπο ζωής, τον βαθμό ευφυΐας, ή την ύπαρξη κάποιας αναπηρίας; Και ποιος δικαιούται να θέτει τα συγκεκριμένα όρια και πού σταματάει αυτό; Πού θα οδηγούσε υποθετικά μια διαρκής θέσπιση ολοένα και περισσότερων τέτοιων ορίων; Φανταστείτε μια κοινωνία που να μηχανεύεται την εξάλειψη ακόμα και της παραμικρής διαφορετικότητας μεταξύ των μελών της και αναλογιστείτε τι εφιαλτική, τι απάνθρωπη θα ήταν τελικά η απόλυτη ομοιομορφία που θα προέκυπτε.
-Καταπιάνεστε κυρίως με θέματα κοινωνικά που σχετίζονται με τους έφηβους, επί της ουσίας όμως το βασικό θέμα μοιάζει να είναι μόνο η αφορμή για να μιλήσετε για θέματα όπως η φιλία, η κοινωνική ισότητα, ο ρατσισμός, η αγάπη, η συνοδοιπορία, η ειλικρίνεια, η αισιοδοξία, η αλληλεγγύη , η αρμονική συνύπαρξη, η πνευματική και συναισθηματική ανάταση. Πιστεύετε στο διδακτικό ρόλο της λογοτεχνίας; Είναι η ανάγνωση ενός λογοτεχνικού έργου μια διαπλαστική κινητήριος δύναμη;
Τα κοινωνικά θέματα που αναφέρετε, καθώς και τα ιστορικά, είναι όντως εκείνα που μ’ ενδιαφέρουν, ωστόσο θέλω να πιστεύω ότι στα μυθιστορήματά μου δεν μιλώ εγώ, μιλούν οι ήρωές μου – οι «εκ φαντασίας» συγγενείς μου, όπως τους αποκαλώ και τους αισθάνομαι – για όσα τους απασχολούν ή συμβαίνουν στη ζωή τους. Στο βαθμό που καταφέρνω να τους ζωντανέψω, έχουν καθένας τη δική του στάση ζωής, τη δική του άποψη για τα πράγματα, τη δική του ψυχοσύνθεση και τη δική του δράση και αντίδραση σε κάθε περίσταση. Υπάρχει πολυφωνία, με άλλα λόγια, και διαφορετικές προσεγγίσεις. Το τι εισπράττει τελικά ο αναγνώστης είναι – και πρέπει να είναι – προσωπική του υπόθεση. Αν τα όσα διαβάσει, πέρα από τη ζεστή συντροφιά και την αναγνωστική απόλαυση, του προσφέρουν εμπειρία ζωής, οικείωση με το διαφορετικό και τον «άλλο», ή καλύτερη γνωριμία με τον εαυτό του μέσω της μέθεξης και της ταύτισης με κάποιον από τους χαρακτήρες του βιβλίου, τότε μπορεί να προκύψει όφελος ψυχοπνευματικό. Η λειτουργία όμως αυτή, μολονότι μπορεί να χαρακτηριστεί κινητήρια δύναμη για σκέψη και προβληματισμό, δεν θα πρέπει να ερμηνευτεί και να χρεωθεί στη λογοτεχνία ως «διδακτικός ρόλος», ή διαπλαστική πρόθεση. ‘Οπως έχει σωστά ειπωθεί, όταν η λογοτεχνία έχει στόχο να διδάξει, να διαπλάσει, να καθοδηγήσει ή και να προσηλυτίσει, δεν είναι λογοτεχνία. Αντίθετα, όταν δεν έχει τέτοιες προθέσεις, ενδεχομένως «διδάσκει», «ωφελεί» ας πούμε σωστότερα, και μάλιστα όχι μόνο το αναγνωστικό κοινό αλλά κι εκείνον που τη γράφει.
-Η παιδική και εφηβική λογοτεχνία πιστεύετε ότι ωριμάζει την πνευματική κατάσταση των νέων και προάγει τη συναισθηματική καλλιέργειά τους;
Η παιδική και εφηβική λογοτεχνία, ως κλάδος της εν γένει λογοτεχνίας, προσφέρει στην ουσία ό,τι και η λογοτεχνία που απευθύνεται σε ενηλίκους. ΄Εχω την άποψη ότι την ωρίμαση των όντων που επάξια ονομάζονται άνθρωποι δεν τη σταματά παρά μόνον ο θάνατος. ΄Αρα και η καλλιέργεια της συναισθηματικής νοημοσύνης, ως στοιχείο αυτής της ωρίμασης, πρέπει να είναι αέναη. Σ’ αυτά συνεπικουρεί γενικά η λογοτεχνία, συμβάλλοντας στη διαρκή και όλο βαθύτερη γνωριμία μας με τον «άλλο» και τον εαυτό μας, άρα το ίδιο παρέχει και ο η λογοτεχνία που απευθύνεται κατά κύριο λόγο σε παιδιά και εφήβους, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Το σημαντικότερο από αυτά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά θεωρώ πως είναι η ελπιδοφόρα κατάληξη ενός λογοτεχνήματος – και δε μιλώ βέβαια για τα λογής γλυκερά «χάπι-εντ». ‘Οπως έχει σοφά ειπωθεί, «το παιδί, μικρό ή μεγάλο, έχει ανάγκη την ελπίδα, όσο και το ψωμί». Σύμφωνα με την Ψυχολογία, στο παιδί ή στον έφηβο που δεν μπορεί να φανταστεί το μέλλον του με αισιοδοξία, αναστέλλονται οι μηχανισμοί ανάπτυξης. ΄Αρα την ωρίμαση και τη συναισθηματική του καλλιέργεια την προάγει η λογοτεχνία που, πέραν των όσων άλλων του προσφέρει, δεν το απελπίζει μ’ ένα θλιβερό ή αδιέξοδο τέλος, αλλά του δίνει κουράγιο για το μακρύ ταξίδι της ζωής ακόμα κι όταν καταπιάνεται με δύσκολα και δυσάρεστα θέματα ή παρουσιάζει δραματικές καταστάσεις.
-Υπήρξατε πολλά χρόνια ενεργό μέλος του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Οργάνωσης Βιβλίων για τη Νεότητα/Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου και πρόεδρος επί οκτώ χρόνια. Μιλήστε μας για την εμπειρία σας αυτή.
Μου ζητάτε να σας μιλήσω για ένα μεγάλο και πολύ σημαντικό κομμάτι της ζωής μου. Στο Ελληνικό Τμήμα της Διεθνούς Οργάνωσης Βιβλίων για τη Νεότητα (International Board on Books for Young People – ΙΒΒΥwww.ibby.org), το γνωστό ως Κύκλο του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου (www.greekibby.gr), που λειτουργεί στην Ελλάδα εδώ και 45 χρόνια, με οδήγησε η διάθεσή μου για κοινωνική προσφορά και η πεποίθησή μου ότι η παιδική/νεανική λογοτεχνία είναι υπόθεση πολύ σοβαρή, άρα χρειάζεται προσπάθεια συλλογική και παγκόσμια, αφού «ένας κούκος δε φέρνει την άνοιξη». Η συμμετοχή μου από νωρίς σ’ αυτή την προσπάθεια, που έχει στόχο τη διαρκή προαγωγή της παιδικής/νεανικής λογοτεχνίας και τη υποστήριξη του έργου των δημιουργών της, μου έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσω τους ξεχωριστούς πνευματικούς ανθρώπους που δημιούργησαν τον Κύκλο, όπως ο Κωνσταντίνος Π. Δεμερτζής, η Ρένα Καρθαίου, η Ξένη Κερασιώτη, η Αλεξάνδρα Πλακωτάρη, η Βίτω Αγγελοπούλου κ.ά., και να μαθητεύσω κοντά τους. ΄Αρχισα να προσφέρω υπηρεσίες το 1978, πρώτα ως μέλος-σύμβουλος του Δ.Σ., έπειτα ως Γενική Γραμματέας, ως «σύνδεσμος» με την ΙΒΒΥ και τελικά ως Πρόεδρος από το 2000 ως το 2008. Τα τριάντα αυτά συνεχή χρόνια εργάστηκα εθελοντικά με όλες μου τις δυνάμεις για τους σκοπούς του Ελληνικού Τμήματος. Παράλληλα, από το 1998 ως το 2002, πρόσφερα τις υπηρεσίες μου και στην ΙΒΒΥ ευρύτερα, όταν εκλέχτηκα μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της από τη Γενική Συνέλευση των 72 κρατών-μελών της και θήτευσα ως πρόεδρος της κριτικής επιτροπής του Διεθνούς Βραβείου Φιλαναγνωσίας ΙΒΒΥ-Ashahi το 2002 και το 2003. Στόχος μου ήταν να έρχονται τα μέλη του Κύκλου σε επαφή με ξένους φορείς, να ενημερώνονται για τις κινήσεις και τις τάσεις που σημειώνονται στο εξωτερικό, να παίρνουν μέρος σε επιμορφωτικά σεμινάρια και διεθνή συνέδρια και γενικά να παρακινούνται να βελτιώνουν τη δουλειά τους και τη σχέση τους με τον κλάδο. Για τον ίδιο λόγο υπήρξα επίσης άμισθη ανταποκρίτρια των διεθνών περιοδικών μελέτης και έρευνας της Νεανικής Λογοτεχνίας Phaedrus και Bookbird. Πολύτιμες εμπειρίες όλ’ αυτά, αλλά και μεγάλη η ευθύνη, πολύωρη η εθελοντική απασχόληση, πολύς ο κόπος. Τα πρόσφερα ωστόσο με όλη μου την καρδιά. Οι προσπάθειές μου φαίνεται πως ήταν φερέκαρπες, γι’ αυτό και αναγνωρίστηκαν διπλά: Το 2009 είχα την τιμή να με ανακηρύξει επίτιμη πρόεδρο του Ελληνικού Τμήματος της ΙΒΒΥ η Γενική Συνέλευσή του. Το 2014 είχα την τιμή να με ανακηρύξει επίτιμο μέλος της η ΙΒΒΥ – διάκριση διεθνής που δεν απονέμεται συχνά και δόθηκε πρώτη φορά σε Ελληνίδα ή ΄Ελληνα. Βέβαια οι προσπάθειές μου δεν σταματούν. Συνεχίζονται με το μη κερδοσκοπικό τριμηνιαίο περιοδικό ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ στη λογοτεχνία για παιδιά και νέους, που εκδίδεται συνεχώς από το 1986, σε έντυπη μορφή ως το 2008, ηλεκτρονικά και δωρεάν από το 2009 με τη φροντίδα και την επιμέλεια των Εκδόσεων Ψυχογιός. Υπήρξα μέλος της ιδρυτικής του ομάδας και συνεχίζω να είμαι μέλος της συντακτικής επιτροπής.
-Από το 1958 –1984 εργαστήκατε για τον βιοπορισμό σας στην αποστολή Ελλάδος της ICEM, του Διεθνούς Οργανισμού για την προστασία και την ασφαλή μετακίνηση μεταναστών και προσφύγων. Οι σημερινοί μετανάστες και πρόσφυγες πόσα κοινά έχουν με τους μετανάστες εκείνης της εποχής;
Τα κοινά που έχουν είναι πολλά, αφού οι αιτίες που δημιουργούν πρόσφυγες ή μετανάστες είναι περίπου οι ίδιες: Αιτία της προσφυγιάς είναι οι πόλεμοι, οι φυσικές καταστροφές, οι θρησκευτικές ή πολιτικές διώξεις∙ αιτία της μετανάστευσης είναι η ανέχεια και η οικονομική εξαθλίωση. Διαφορές δημιουργούν οι τρόποι αντιμετώπισης αυτών των δύο καταστάσεων. Οι ανεπτυγμένες χώρες, αντίθετα με ό,τι είχαν πράξει σε παρόμοιες συνθήκες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν αντιμετώπισαν έγκαιρα και με τον αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο το μεγάλο κύμα των μετακινήσεων που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1990, με την κατάρρευση των ανατολικών καθεστώτων, και συνεχίστηκε με τις μετακινήσεις από την Ασία και την Αφρική. Για παράδειγμα, ο ΙΟΜ ( http://www.iom.int/cms/about-iom ), όπως έχει μετονομαστεί πλέον η ICEM, διεθνής κυβερνητικός οργανισμός, που ιδρύθηκε το 1951, λειτουργεί έκτοτε συνεχώς και διαθέτει τεράστια πείρα, εξ όσων γνωρίζω, δεν χρησιμοποιήθηκε από τη διεθνή κοινότητα έγκαιρα στην έκταση που θα μπορούσε, διότι δεν είχε την εκ μέρους τους απαιτούμενη χρηματοδότηση. Αποτέλεσμα ήταν οι περισσότερες από αυτές τις μετακινήσεις να γίνονται χωρίς ευεργετικές παρεμβάσεις, προγραμματισμό και προστασία από την εκμετάλλευση. Από την άλλη, επεκράτησε σύγχυση στην κοινή γνώμη μεταξύ των όρων «πρόσφυγας» και «μετανάστης» που οδηγεί σε παρεξηγήσεις και σπασμωδικές αντιδράσεις. Αυτά αλλά και πλήθος άλλοι λανθασμένοι χειρισμοί δημιούργησαν την τελευταία 25ετία πρόσφορο έδαφος για εύκολη εκμετάλλευση ανθρώπων που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη χώρα τους, πράγμα που δεν συνέβαινε σε παλιότερες δεκαετίες και θυμίζει τις συνθήκες που επικρατούσαν πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν δεν υπήρχαν διεθνείς συμβάσεις και μηχανισμοί για την αντιμετώπιση παρόμοιων καταστάσεων. Το πρόβλημα πήρε ανεξέλεγκτες διαστάσεις και μόλις τα τελευταία χρόνια, με τη συμβολή και τη δράση του ΙΟΜ, εφαρμόζονται προγράμματα επαναπατρισμού ή αποκατάστασης προσφύγων, πέραν των άλλων τακτικών προγραμμάτων του, φοβούμαι όμως ότι η έκτασή τους εξακολουθεί να μην είναι όση θα μπορούσε λόγω περιορισμένης χρηματοδότησης.
-Είναι σημαντικό για έναν λογοτέχνη να έρχεται σε επαφή με τους νέους ανθρώπους και να συζητά μαζί τους; Τι αποκομίσατε από τη συμμετοχή σας τόσα χρόνια στα προγράμματα φιλαναγνωσίας;
Αν ένας συγγραφέας απευθύνεται κυρίως στους εφήβους και τα παιδιά, βρίσκω απαραίτητη τη ζωντανή επικοινωνία μαζί τους. Διατηρεί έτσι άμεση επαφή με τον τρόπο σκέψης τους και τη σύγχρονη πραγματικότητα που ζουν, πράγμα που τον βοηθάει να διαβαίνει εύκολα τη γέφυρα που ενώνει – και ανανεώνει – τη δική του διατηρημένη εσωτερική παιδικότητα, στοιχείο βασικό και πολύτιμο για τη δουλειά του, μ’ εκείνη των σημερινών παιδιών, μικρών και μεγάλων. Τα προγράμματα φιλαναγνωσίας, όπως έχει αποδειχτεί εδώ και χρόνια από τη διεθνή εμπειρία, βοηθούν πολύ στη δημιουργία νέων αναγνωστών κι έχουν ευεργετικά αποτελέσματα γενικά στην εκπαιδευτική διαδικασία. Παράλληλα, ως «γηράσκουσα αεί διδασκομένη», προσωπικά πιστεύω ότι οι επισκέψεις λογοτεχνών σε σχολεία και βιβλιοθήκες προσφέρουν πολλά και στους ίδιους. ΄Οταν οι επισκέψεις αυτές είναι σωστά οργανωμένες από τους εκπαιδευτικούς ή τους βιβλιοθηκονόμους, ο προσκεκλημένος αποκομίζει εξαιρετικές εμπειρίες που του μένουν αλησμόνητες, αισθάνεται ανανεωμένος και αντλεί κουράγιο να συνεχίσει το έργο του. Θέλω να ελπίζω ότι τα προγράμματα αυτά, που εφαρμόζονταν με άψογο τρόπο κυρίως μέσω του ΕΚΕΒΙ αλλά διακόπηκαν βάναυσα και αναίτια, θα λειτουργήσουν και πάλι.
-Είναι γνωστή η σχέση σας με τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Είναι τα Μέσα αυτά η νέα μορφή επικοινωνίας των ανθρώπων ή καταλήγει στην υπαρκτική τους μοναξιά; Εσείς πώς βλέπετε αυτή τη νέα πραγματικότητα; Σας έχει βοηθήσει στην επικοινωνία σας με τους νέους αναγνώστες;
Θεωρώ τις γνωριμίες και τις φιλίες που δημιουργούνται μέσω του διαδικτύου μια πολύτιμη νέα μορφή επικοινωνίας, εφόσον δεν φτάνει στην υπερβολή ή δεν αποτελεί το μοναδικό μέσο επαφής μεταξύ των ανθρώπων. Μα μήπως αυτό δεν ισχύει για όλους τους τρόπους και τα μέσα επικοινωνίας, είτε νέα είτε παλαιά; Για παράδειγμα, ευεργετική η τηλεφωνική επικοινωνία, αλλά η κατάχρηση ή η χρήση της ως μοναδικού τρόπου επαφής – εκτός βέβαια των περιπτώσεων όπου συντρέχουν ειδικοί λόγοι – είναι παθολογική. Θαυμαστή παλιότερα η επικοινωνία με την αλληλογραφία, ωστόσο τη χρήση της ως αποκλειστικού μέσου για επαφή με τους άλλους θα τη θεωρούσαμε νεύρωση. Ζεστή και πάλλουσα η ζωντανή συναναστροφή με τους φίλους και τους γνωστούς, έχει όμως και αυτή τα όριά της. Το «μηδέν άγαν» ισχύει για όλα. Τώρα, ως προς το ερώτημά σας αν η σχέση μου με τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης με έχει βοηθήσει στην επικοινωνία μου με τους νέους αναγνώστες, θα έλεγα πως όχι ιδιαίτερα. Με έχει βοηθήσει να βρω παλιούς φίλους που για χρόνια είχα χάσει τα ίχνη τους, να μαθαίνω συχνότερα νέα από φίλους τωρινούς, να αποκτώ νέους φίλους, γνωριμίες εξαιρετικά ενδιαφέρουσες, καθώς και να επικοινωνώ με προσωπικότητες που εκτιμώ ιδιαίτερα και δεν θα ήταν εύκολο να συνομιλώ μαζί τους διαφορετικά. Επικοινωνία ωστόσο με νέους αναγνώστες, παιδιά και εφήβους κυρίως, είχα πάντα μέσω αλληλογραφίας, από τα τέλη της δεκαετίας του 1970. Αυτός ο τρόπος βέβαια έδωσε σιγά σιγά τη θέση του στα ηλεκτρονικά μηνύματα και η αλήθεια είναι ότι, μου έχει λείψει. Τα γράμματα των παιδιών και των νέων που λάμβανα καθημερινά, καθένα με την ιδιομορφία του, το δικό του «άρωμα», σχήμα και χρώμα χαρτιού και φακέλου ήταν κάτι πολύ ζεστό. Γι’ αυτό και τα χιλιάδες που έχω λάβει από τότε τα κρατώ ευλαβικά και ταξινομημένα στο αρχείο μου και τα θεωρώ «τιμαλφή» μου.
-Πέρα από τη συγγραφή είναι γνωστή η αγάπη σας και για άλλες μορφές τέχνης. Ασχοληθήκατε με το κολάζ, έχετε μάλιστα εικονογραφήσει λογοτεχνικά σας έργα με δικά σας κολάζ και πολύ σημαντική ήταν και η ενασχόληση σας με τη φωτογραφία. Πιστεύετε ότι οι μορφές τέχνης είναι συγκοινωνούντα δοχεία;
Το πιστεύω. Όταν υπάρχει καλλιτεχνική ευαισθησία, συμβαίνει αυτό που τόσο παραστατικά διατυπώνετε. Συνήθως όμως το μέγεθος του «δωρήματος» ενός δημιουργού διαφέρει σε κάθε μορφή τέχνης, γι’ αυτό και συχνά μία εξ όλων υπερέχει. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως δεν υπάρχουν ή δεν υπήρξαν στο παρελθόν μεγάλα ταλέντα που ισάξια ασχολήθηκαν με περισσότερες της μιάς τέχνες. Δεν ανήκω σ’ αυτές τις περιπτώσεις! Η ενασχόλησή μου με τη φωτογραφία ήταν σύντομη και έχει λήξει προ πολλού. Με το κολάζ έχω σταματήσει να ασχολούμαι συστηματικά. ΄Ισως επανέλθω στο μέλλον!
-Σας ευχαριστώ πολύ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου