Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

Ποιο το μέλλον των παιδιών που έχουν εφιάλτες;

Οι παιδικοί εφιάλτες αποτελούν ένα πρόβλημα το οποίο καλούνται να αντιμετωπίσουν πολλοί γονείς. Στην περίπτωση που αυτοί εμφανίζονται συχνά και επιμένουν μπορεί να κρύβουν κινδύνους.
Νέα έρευνα που πραγματοποιήθηκε απέδειξε ότι τα παιδιά που ανέφεραν συχνούς εφιάλτες στην ηλικία των 12 ετών είχαν 3,5 φορές περισσότερες πιθανότητες για ψυχωσικές εμπειρίες στην εφηβεία.
Διαβάστε στο επιστημονικό άρθρο που ακολουθεί τι έδειξε η έρευνα που έγινε από το Πανεπιστήμιο του Warwick.

Του Αθανάσιου Μπούκαλη Νευροχειρουργού

Ερευνητές στη Μ. Βρετανία προειδοποιούν ότι οι τακτικοί εφιάλτες στην παιδική ηλικία μπορεί να είναι σημάδι προειδοποίησης ψυχωσικών διαταραχών.

Η μελέτη, στο περιοδικό Sleep, αναφέρει ότι τα περισσότερα παιδιά έχουν εφιάλτες, αλλά όταν οι εφιάλτες επιμένουν μπορεί να σημαίνει κάτι πιο σοβαρό.

Οι νυχτερινοί τρόμοι [Ο νυχτερινός τρόμος είναι μια παραϋπνική διαταραχή ύπνου που χαρακτηρίζεται από έντονο φόβο ή τρόμο και από την ανικανότητα ανάκτησης πλήρους συνειδητότητας. Αυτός που το βιώνει ξυπνά απότομα από ύπνο αργών κυμάτων, ενώ το ξύπνημα περιλαμβάνει αναστεναγμό, βογκητό και κραυγή.

Είναι συχνά αδύνατο να ξυπνήσει κάποιος ένα άτομο που βιώνει νυχτερινό τρόμο και συνήθως μετά από ένα επεισόδιο νυχτερινού τρόμου κάποιος συνεχίζει να κοιμάται χωρίς να ξυπνήσει. Τον νυχτερινό τρόμο μπορεί σπάνια να τον θυμηθεί κάποιος που το βιώνει. Οι νυχτερινοί τρόμοι δεν σχετίζονται με τον ύπνο REM] επίσης αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης ψυχωτικών διαταράξεων. 

Σχεδόν 6.800 άτομα παρακολουθήθηκαν μέχρι την ηλικία των 12 ετών. 

Οι γονείς ρωτήθηκαν σε τακτά χρονικά διαστήματα για τυχόν προβλήματα ύπνου στα παιδιά τους και στο τέλος της μελέτης τα παιδιά αξιολογήθηκαν για ψυχωσικές εμπειρίες όπως ψευδαισθήσεις, παραισθήσεις και σκέψεις ότι καποιος έλεγχε τις σκέψεις τους.

Η μελέτη έδειξε ότι η πλειοψηφία των παιδιών είχε εφιάλτες κάποια χρονική στιγμή, αλλά στο 37% των περιπτώσεων, οι γονείς ανέφεραν προβλήματα με εφιάλτες για πολλά συναπτά έτη. 
Ένα στα 10 από τα παιδιά είχαν νυχτερινούς τρόμους, συνήθως μεταξύ των ηλικιών τριών και επτά.

Προειδοποιητικές ενδείξεις

Η ομάδα του Πανεπιστημίου του Warwick, δήλωσε ότι ένα μακροπρόθεσμο πρόβλημα με εφιάλτες και νυχτερινούς τρόμους συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης προβλημάτων ψυχικής υγείας.
Περίπου 47 σε κάθε 1.000 παιδιά έχει κάποια μορφή ψυχωσικής εμπειρίας.

Ωστόσο, τα παιδιά που είχαν εφιάλτες ήταν τρεισήμισι φορές πιθανότερο να έχουν ψυχωτικές εμπειρίες και ο κίνδυνος αυτός ήταν σχεδόν διπλάσιος στα παιδιά με τακτικούς νυχτερινούς τρόμους. Ωστόσο, το αποτέλεσμα αυτό προέρχεται από μια ανάλυση που δεν μπορεί να μας πει αν τα προβλήματα του ύπνου προηγήθηκαν των ψυχωτικών εμπειριών.

Και ως εκ τούτου δεν μπορεί να μας πει ποιο από τα δύο θα μπορούσε να συμβάλλει στην εμφάνιση του άλλου. Οι εφιάλτες είναι σχετικά συχνοί, όπως είναι και οι νυχτερινοί τρόμοι, και είναι κάτι απολύτως φυσιολογικό, αλλά αν επιμείνουν τότε μπορεί κρύβεται κάτι σοβαρότερο.

Η σχέση μεταξύ των προβλημάτων ύπνου και ψύχωσης δεν είναι σαφής. Μια θεωρία είναι ότι η παρενόχληση ή άλλα τραυματικά γεγονότα νωρίς στη ζωή ένος παιδιού μπορεί να προκαλέσουν και τα δύο συμπτώματα.
Ή ίσως ο τρόπος που οι εγκέφαλοι μερικών παιδιών είναι συνδεδεμένοι μπορεί να σημαίνει ότι τα όρια μεταξύ του τι είναι πραγματικό και τι μη πραγματικό, ή μεταξύ ύπνου και «ξύπνιου», είναι λιγότερο διακριτά.

Η διαχείριση των προβλημάτων ύπνου δεν μπορεί να αποτρέψει ψυχωτικές εκδηλώσεις. Ωστόσο, οι εφιάλτες μπορεί να λειτουργήσουν ως ένα σημάδι έγκαιρης προειδοποίησης για μελλοντικά πιο σοβαρά προβλήματα. 

Ο καθηγητής Wolke δήλωσε ότι μια τακτική ρουτίνα και ποιότητα ύπνου είναι το κλειδί για την αντιμετώπιση των εφιαλτών: «Η «υγιεινή» του ύπνου είναι κάτι πολύ σημαντικό, θα πρέπει πρέπει τα παιδιά να έχουν πιο τακτικό ύπνο, να αποφεύγουν ταινίες που προκαλούν άγχος πριν την κατάκλιση και να μην λειτουργούν υπολογιστή το βράδυ.»

Οι νυχτερινοί τρόμοι συμβαίνουν σε συγκεκριμένα σημεία κατά τη διάρκεια του ύπνου και αντιμετωπίζονται με μια σύντομη αφύπνιση του παιδιού. 
Η μελέτη αυτή είναι σημαντική, διότι αν μπορούμε να κάνουμε κάτι για τον έγκαιρο εντοπισμό ψυχικών ασθενειών, αυτό είναι ζωτικής σημασίας για να βοηθήσουμε τις χιλιάδες των παιδιών που υποφέρουν.

Η πρώιμη παρέμβαση είναι ζωτικής σημασίας για την αποφυγή παγίωσης ψυχικών ασθενειών.
Είναι κατανοητό, οι αυτή η είδηση είναι ανησυχητική για τους γονείς και είναι σημαντικό, τα ευρήματα αυτά να επιβεβαιωθούν με περαιτέρω μελέτες. 

Τα ευρήματα δεν υποδηλώνουν ότι οι τακτικοί εφιάλτες σημαίνει ότι σίγουρα ένα παιδί θα έχει ψυχωσικές εμπειρίες. Επιπλέον, μια ψυχωτική εμπειρία στην ηλικία των 12 ετών δεν σημαίνει ότι ένα παιδί έχει σίγουρα μία ψυχωτική διαταραχή, όπως πχ σχιζοφρένεια, ή ότι θα αναπτύξει μία αργότερα.

Οι συγγραφείς σημειώνουν ότι δεν είναι δυνατόν να επιβεβαιώσουν εάν οι εφιάλτες άμεσα προκαλούν την αύξηση κινδύνου εμφάνισης ψυχωσικών εμπειριών. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι σαφές εάν σταματήσουμε τους εφιάλτες (αν αυτό ήταν δυνατόν) θα έχει επίδραση στον κίνδυνο εμφάνισης αυτών των εμπειρίες. 

Κριτική της μελέτης:

Από που προέρχεται αυτή η μελέτη; 

Η μελέτη διεξήχθη από ερευνητές από το King's College του Λονδίνου και άλλα ερευνητικά κέντρα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Χρηματοδοτήθηκε από το Συμβουλίου Ιατρικής Έρευνας του Ηνωμένου Βασιλείου, το Wellcome Trust, το Πανεπιστήμιο του Bristol, και το Συμβούλιο Οικονομικής και Κοινωνικής Έρευνας. Η μελέτη δημοσιεύθηκε στοpeer-reviewed ιατρικό περιοδικό Sleep. 

Ο τίτλος στο BBC News τίτλο «Εφιάλτες στη παιδική ηλικία μπορεί να υποδεικνύουν διαφαινόμενα θέματα υγείας» (Childhood nightmares may point to looming health issues) είναι αδικαιολόγητα τρομακτικός για τους γονείς.

Πώς οι ερευνητές ερμηνεύουν τα αποτελέσματα; 

Οι ερευνητές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι εφιάλτες και οι νυχτερινοί τρόμοι στην παιδική ηλικία, αλλά όχι άλλα προβλήματα ύπνου, συνδέονται με την αναφορά ψυχωσικών εμπειρίων στην ηλικία των 12 ετών.

Συμπέρασμα 

Η μελέτη διαπίστωσε ότι τα παιδιά που έχουν τακτικούς εφιάλτες μεταξύ των ηλικιών των δυόμισι και εννέα έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναφέρουν μια ψυχωτική εμπειρία (για παράδειγμα, μια ψευδαίσθηση ή αυταπάτη) στην ηλικία των 12 ετών. Αν και η μελέτη ήταν σχετικά μεγάλη και καλά σχεδιασμένη, έχει περιορισμούς. Τα ευρήματα της έρευνας, θα πρέπει ιδανικά να επιβεβαιωθούν και από άλλες μελέτες.
Η ανάγνωση αυτού του άρθρου από τους γονείς δεν θα πρέπει προκαλέσει ανησυχία με τη σκέψη ότι οι εφιάλτες του παιδιού τους σημαίνει ότι ότι το παιδί τους θα αναπτύξει ψύχωση αργότερα στη ζωή του. Καταρχήν, ενώ πολλά παιδιά βιώνουν εφιάλτες σε κάποιο σημείο μέχρι την ηλικία των εννέα (σχεδόν τα τρία τέταρτα), πολύ λίγοι ανέφεραν ότι είχαν μια ψυχωτική εμπειρία στην ηλικία των 12 (περίπου ένα στα είκοσι). 
Επιπλέον, μια μεμονωμένη ψυχωτική εμπειρία στην ηλικία των 12 δεν σημαίνει ότι το παιδί έχει μια ψυχωτική διαταραχή, ή ότι θα αναπτύξει μια αργότερα.
Ευτυχώς, η ψύχωση είναι κάτι ασυνήθιστο, επηρεάζει περίπου ένα στα 100 άτομα, και κυρίως στις ηλικίες 15 ετών και άνω. Περιπτώσεις παιδιών με ψύχωση κάτω από την ηλικία των 15 είναι σπάνιες. 
Τέλος, όπως οι ίδιοι οι συγγραφείς σημειώνουν, δεν είναι δυνατόν να πει κανείς εάν εφιάλτες άμεσα προκαλούν την αύξηση του κινδύνου ψυχωσικές εμπειρίες. 

Μερικά άλλα σημεία θα πρέπει να σημειωθούν:

Παρά το γεγονός ότι το BBC News αναφέρει ότι οι νυχτερινοί τρόμοι βιώθηκαν ως επί το πλείστον στις ηλικίες μεταξύ τριών και επτά ετών, οι νυχτερινοί τρόμοι σε αυτή τη μελέτη αξιολογήθηκαν ειδικά μόνο στην ηλικία των 12 ετών. Σε μικρότερες ηλικίες οι ερευνητές ρώτησαν μόνο για εφιάλτες, για προβλήματα στην έλευση του ύπνου, και για τα νυχτερινές αφυπνίσεις.

Η ανάλυση της σχέσης μεταξύ των προβλημάτων ύπνου στην ηλικία των 12 ετών (όπως οι νυχτερινοί τρόμοι) και των ψυχωσικών εμπειριών στην ίδια ηλικία είναι «συγχρονική» (cross-sectional) και ως εκ τούτου δεν είναι δυνατόν να ειπωθεί ποιος παράγοντας ήρθε πρώτα - το πρόβλημα του ύπνου ή η ψυχωτική εμπειρία.

Το ποσοστό από την ανάλυση (3,5 φορές αύξηση του κινδύνου) είναι πολύ υψηλότερη από την αύξηση του κινδύνου να έχει μια ψυχωτική εμπειρία στην ηλικία των 12 ετών έχοντας εφιάλτες από την ηλικία των δυόμισι έως εννέα ετών, η οποία ήταν μόλις 16%.

Η μελέτη βασίζεται στις μητρικές αναφορές όσο αφορά τα προβλήματα ύπνου των παιδιών μέχρι την ηλικία των εννέα ετών και δεν ανιχνεύουν τη συχνότητα ή τη σοβαρότητα των προβλημάτων ύπνου. Είναι πιθανό ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει σε κάποιες ανακρίβειες - για παράδειγμα, ορισμένος αριθμός παιδιών με προβλήματα ύπνου μπορεί να έχει χαθεί.

Αν και οι ερευνητές προσπάθησαν να λάβουν υπόψη ορισμένους παράγοντες που μπορεί να επηρέασαν τα αποτελέσματα (πιθανούς συγχυτικούς παράγοντες - potential confounders), μπορεί να υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που να έχουν επιπτώσεις, όπως πχ η συνολική ποσότητα ύπνου που είχε κάθε παιδί.

Αθανάσιος Μπούκαλης Νευροχειρουργός
Ιδρυτής του International Medical Rights
email: dr_athanasis@hol.gr

Πηγή: iatropedia

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου