Οι Οδηγίες της Νυρεμβέργης για την εκμάθηση ξένων γλωσσών σε μικρή ηλικία, οι οποίες δημοσιεύθηκαν το 1996 από το Goethe-Institut, σχεδιάσθηκαν και αναπτύχθηκαν από πλήθος ειδικών επιστημόνων από 22 χώρες, με στόχο τη δημιουργία ενός βασικού εκπαιδευτικού προγράμματος για την εκμάθηση ξένων γλωσσών σε μικρή ηλικία, το οποίο θα έχει γενική εφαρμογή.
Σήμερα, μετά από μια δεκαετία και πλέον, οι Οδηγίες της Νυρεμβέργης έχουν διατηρήσει στα βασικά σημεία την ισχύ τους. Παρά ταύτα, οι κοινωνικοπολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές, οι εξελίξεις στην τεχνολογία, οι ποικίλες εμπειρίες των παιδιών με τα ηλεκτρονικά μέσα και οι προσδοκίες που έχουν από αυτά, επηρεάζουν τη μάθηση στην πρώιμη παιδική ηλικία. Επίσης, τα πορίσματα της γνωστικής ψυχολογίας για την παιδική μαθησιακή συμπεριφορά αποκτούν μια όλο και μεγαλύτερη σημασία για τα πρώτα χρόνια της εκμάθησης ξένων γλωσσών.
Στην παρούσα επανέκδοση των Οδηγιών της Νυρεμβέργης για την εκμάθηση ξένων γλωσσών σε μικρή ηλικία περιγράφονται οι σύγχρονες απόψεις για το σύνθετο πλέγμα παραμέτρων της πρώιμης εκμάθησης ξένης γλώσσας, με σκοπό να παρουσιασθούν με σαφήνεια οι δυνατότητες και οι ανάγκες ενός παιδιού ηλικίας τεσσάρων έως δέκα ετών που μαθαίνει μια ξένη γλώσσα. Η εκμάθηση ξένης γλώσσας σε μικρή ηλικία δεν πρέπει να εξετασθεί από την πλευρά ενός συγκεκριμένου εκπαιδευτικού συστήματος, ούτε από την πλευρά ενός συγκεκριμένου εκπαιδευτικού ιδρύματος, αλλά από μια όσο το δυνατόν γενικότερη άποψη.
Η παρούσα έκδοση απευθύνεται σε όλους όσοι ασχολούνται με τη διδασκαλία ξένων γλωσσών σε μικρή ηλικία, σε πρόσωπα που λαμβάνουν αποφάσεις, διευθυντές και διευθύντριες σχολείων, επιμορφωτές, ενεργούς και μελλοντικούς διδάσκοντες και εκπαιδευτικούς, καθώς επίσης σε φοιτητές. Απευθύνεται επίσης σε γονείς και άλλα πρόσωπα του περιβάλλοντος του παιδιού, τα οποία συμμετέχουν έμμεσα στην εκπαίδευσή του και τα οποία επηρεάζουν αποφασιστικά την ανάπτυξή του.
Σήμερα, μετά από μια δεκαετία και πλέον, οι Οδηγίες της Νυρεμβέργης έχουν διατηρήσει στα βασικά σημεία την ισχύ τους. Παρά ταύτα, οι κοινωνικοπολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές, οι εξελίξεις στην τεχνολογία, οι ποικίλες εμπειρίες των παιδιών με τα ηλεκτρονικά μέσα και οι προσδοκίες που έχουν από αυτά, επηρεάζουν τη μάθηση στην πρώιμη παιδική ηλικία. Επίσης, τα πορίσματα της γνωστικής ψυχολογίας για την παιδική μαθησιακή συμπεριφορά αποκτούν μια όλο και μεγαλύτερη σημασία για τα πρώτα χρόνια της εκμάθησης ξένων γλωσσών.
Στην παρούσα επανέκδοση των Οδηγιών της Νυρεμβέργης για την εκμάθηση ξένων γλωσσών σε μικρή ηλικία περιγράφονται οι σύγχρονες απόψεις για το σύνθετο πλέγμα παραμέτρων της πρώιμης εκμάθησης ξένης γλώσσας, με σκοπό να παρουσιασθούν με σαφήνεια οι δυνατότητες και οι ανάγκες ενός παιδιού ηλικίας τεσσάρων έως δέκα ετών που μαθαίνει μια ξένη γλώσσα. Η εκμάθηση ξένης γλώσσας σε μικρή ηλικία δεν πρέπει να εξετασθεί από την πλευρά ενός συγκεκριμένου εκπαιδευτικού συστήματος, ούτε από την πλευρά ενός συγκεκριμένου εκπαιδευτικού ιδρύματος, αλλά από μια όσο το δυνατόν γενικότερη άποψη.
Η παρούσα έκδοση απευθύνεται σε όλους όσοι ασχολούνται με τη διδασκαλία ξένων γλωσσών σε μικρή ηλικία, σε πρόσωπα που λαμβάνουν αποφάσεις, διευθυντές και διευθύντριες σχολείων, επιμορφωτές, ενεργούς και μελλοντικούς διδάσκοντες και εκπαιδευτικούς, καθώς επίσης σε φοιτητές. Απευθύνεται επίσης σε γονείς και άλλα πρόσωπα του περιβάλλοντος του παιδιού, τα οποία συμμετέχουν έμμεσα στην εκπαίδευσή του και τα οποία επηρεάζουν αποφασιστικά την ανάπτυξή του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου