Έξω από το κτίριο της σοβιετικής εποχής που είναι βαμμένο σε μια παλ απόχρωση του πράσινου, τα παιδιά παίζουν απολαμβάνοντας τον φθινοπωρινό ήλιο. Είναι ώρα μεσημεριανού διαλείμματος στο σχολείο Σουινταλίνα του Ταλίν, αλλά, κρίνοντας από τα παιχνίδια που παίζουν τα παιδιά εδώ –μπάσκετ, ποδόσφαιρο, σκοινάκι και κυνηγητό–, θα μπορούσαμε να βρισκόμαστε σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, σε οποιαδήποτε δεκαετία. Αυτό το δημόσιο σχολείο στην πρωτεύουσα της Εσθονίας γιόρτασε μόλις τα 55 χρόνια του με μια συναυλία της χορωδίας με παραδοσιακά τραγούδια. Υπάρχουν ορισμένες πτυχές της ζωής εδώ που δεν δείχνουν να έχουν αλλάξει ιδιαίτερα από την ίδρυση του σχολείου κατά τη δεκαετία του ’60, όταν η Εσθονία ανήκε στο ανατολικό μπλοκ και ο Λεονίντ Μπρέζνιεφ ήταν ο ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης. Οι μαθητές κρεμούν τα πανωφόρια τους σε κρεμάστρες πίσω από τεράστια μεταλλικά στόρια και η στολή περιλαμβάνει ένα καπέλο που θυμίζει το σήμα κατατεθέν του Λένιν.
Ωστόσο, το σχολείο είναι παράλληλα τρομερά πρωτοπόρο και καινοτομεί στον χώρο της τεχνολογίας, αναδεικνύοντας έτσι το εκπαιδευτικό σύστημα της Εσθονίας ως ένα από τα πιο αποτελεσματικά στον κόσμο και με τις υψηλότερες επιδόσεις. Τα παιδιά διδάσκονται ρομποτική από την ηλικία των επτά ετών και οι δάσκαλοι χρησιμοποιούν την εικονική πραγματικότητα για να ζωντανέψουν τα μαθήματα της γεωγραφίας, της χημείας, της ιστορίας και της γλώσσας. Όταν ξέσπασε η πανδημία, ήταν εύκολο για το σχολείο να στραφεί στην τηλεκπαίδευση, γιατί όλα τα μαθήματα ήταν ήδη διαθέσιμα online. Ακόμη και πριν από την υγειονομική κρίση, οι μαθητές είχαν κάποιες «ψηφιακές μέρες» από το σπίτι. Η τεχνολογία είναι μέρος της σχολικής ζωής. Στους διαδρόμους υπάρχουν ζωγραφισμένες πίστες για ρομπότ δίπλα στα στατικά ποδήλατα γυμναστικής και τα ποδοσφαιράκια. Αντί να υπάρχουν ξεχωριστά μαθήματα υπολογιστών, οι ψηφιακές δεξιότητες έχουν ενσωματωθεί σε ολόκληρο το πρόγραμμα μαθημάτων. Στις μικρότερες τάξεις, για παράδειγμα, μαθαίνουν μαθηματικά και ορθογραφία προγραμματίζοντας ρομπότ να πηγαίνουν από τον έναν αριθμό ή το ένα γράμμα στο επόμενο.
ΔΑΣΚΑΛΟΣ: ΕΙΚΟΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Η Κέρτου Μούλντερ-Γιερντοκίμοφ, η δασκάλα που είναι υπεύθυνη για το πρόγραμμα καινοτομίας, λέει πως τα σχολεία χρειάζονται μεγαλύτερη φαντασία, προκειμένου να κεντρίζουν το ενδιαφέρον μαθητών που είναι συνηθισμένοι σε ερεθίσματα από βιντεοπαιχνίδια και κινητά τηλέφωνα. «Η εικονική πραγματικότητα (VR) τους συναρπάζει», λέει. «Αν στα μαθήματα γεωγραφίας οι μαθητές μαθαίνουν για διαφορετικά κλίματα, μπορούν με τη χρήση γυαλιών εικονικής πραγματικότητας να μεταφερθούν στην Αλάσκα ή στη Νιγηρία. Στην ιστορία, στην έκτη δημοτικού μαθαίνουν για την αρχαία Αίγυπτο, οπότε με τη χρήση του VR μπορούν να δουν μέσα στις πυραμίδες. Στα μαθήματα μουσικής, οι μαθητές επισκέπτονται ένα μεγάλο μέγαρο μουσικής στη Νέα Υόρκη, για να παρακολουθήσουν μια όπερα. Ο δάσκαλος των αγγλικών μπορεί να τους ξεναγήσει εικονικά στο Λονδίνο».
Επιμένει, όμως, ότι η τεχνολογία είναι μονάχα το μέσο για την επίτευξη ενός στόχου και όχι αυτοσκοπός. «Το βασικό είναι το τι θα συμβεί μετά. Η εμπειρία της εικονικής πραγματικότητας διαρκεί μόλις λίγα λεπτά και μετά πρέπει κάτι να κάνουν. Μια άσκηση περιλάμβανε “επίσκεψη” στη Σουηδία και στην Ισλανδία και μετά έπρεπε να φτιάξουν ένα φυλλάδιο για τους επισκέπτες και να διαφημίσουν αυτές τις χώρες. Την πρώτη φορά το βρίσκουν πολύ συναρπαστικό, αλλά τώρα ξέρουν ότι είναι μέρος της διαδικασίας διδασκαλίας».
Ο σκοπός, όπως λέει, είναι να συμμετέχουν ενεργά οι μαθητές στην εκπαίδευσή τους, αντί να αποτελούν παθητικούς δέκτες πληροφοριών, και για τον λόγο αυτόν υπάρχει έντονα το διαδραστικό στοιχείο στα μαθήματα. «Στη χημεία μπορούν να κάνουν πειράματα χρησιμοποιώντας την εικονική πραγματικότητα. Αναμειγνύουν ορισμένα υγρά και γίνεται μια μεγάλη έκρηξη. Και πετάγονται όλοι προς τα πίσω. Είναι τόσο αληθοφανές. Στη βιολογία έχουμε μια εφαρμογή όπου μπορούν να συναρμολογήσουν τα οστά, ώστε να δημιουργήσουν τον ανθρώπινο οργανισμό».
Οι δάσκαλοι μπορούν να ελέγχουν τι κάνει ο κάθε μαθητής στον εικονικό, ψηφιακό κόσμο μέσω ενός κεντρικού υπολογιστή που παρακολουθεί την κάθε επιμέρους συσκευή. «Την πρώτη φορά μπορούν να κοιτάξουν ό,τι θέλουν. Στην επίσκεψη στο Λονδίνο, για παράδειγμα, περιμέναμε ότι θα κοιτούσαν το Μπιγκ Μπεν, αλλά τελικά χάζευαν τον κόσμο στον δρόμο. Τη δεύτερη φορά που βλέπουν το κλιπάκι, πρέπει να βρουν αυτό για το οποίο θέλει ο δάσκαλος να συζητήσουν». Η Μούλντερ-Γιερντοκίμοφ με πηγαίνει στο εργαστήριο δημιουργικής καινοτομίας, όπου τα ρομπότ είναι στοιχισμένα στα ράφια και οι συσκευές εικονικής πραγματικότητας είναι συγκεντρωμένες με ασφάλεια στις θήκες τους. Παραδέχεται ότι τρομοκρατήθηκε την πρώτη φορά που δοκίμασε την εικονική περιήγηση σε ένα τροπικό δάσος και είδε ένα φίδι να την πλησιάζει. «Φοβάμαι τα φίδια. Έπρεπε να με είχαν προειδοποιήσει». Η εμπειρία εικονικής πραγματικότητας είναι τόσο έντονη, που μόνο οι μαθητές άνω των 11 ετών επιτρέπεται να κάνουν χρήση των συσκευών, με την άδεια πάντα των γονέων τους. «Δεν είναι η ψυχαγωγία ο σκοπός», επιμένει η Μούλντερ-Γιερντοκίμοφ. «Δεν πρόκειται για κάποιο κόλπο».
Το επόμενο βήμα είναι οι μαθητές να δημιουργήσουν κόσμους εικονικής πραγματικότητας σε ένα πρότζεκτ που θα συνδυάζει τα μαθήματα εσθονικής γλώσσας, τέχνης, ιστορίας και επιστημών. «Έχουμε κάμερα 360 μοιρών, οπότε μπορούν να δημιουργήσουν τις δικές τους ταινίες». Το σχολείο αναζητά πάντα νέες ιδέες για να παρακινεί τους μαθητές. Η Μούλντερ-Γιερντοκίμοφ μού δείχνει ένα κουτί με μικρά πλαστικά ρομποτάκια. «Δεν μπορούμε να χρησιμοποιούμε αυτά πλέον, γιατί με αυτά παίζουν τα παιδιά στο νηπιαγωγείο», δηλώνει. «Πρέπει να προσφέρουμε συνέχεια κάτι καινούργιο στους μαθητές μας».
ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ ΤΟΥ PISA
Η Εσθονία έχει το καλύτερο εκπαιδευτικό σύστημα στην Ευρώπη, σύμφωνα με το Διεθνές Πρόγραμμα για την Αξιολόγηση Μαθητών (Pisa), του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Αυτό το μικροσκοπικό πρώην σοβιετικό κράτος βρίσκεται ψηλότερα στην κατάταξη από τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ισπανία, την Ολλανδία, τη Φινλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και τις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Ιαπωνία και τη Βόρεια Κορέα, όσον αφορά την απόδοση των μαθητών σύμφωνα με το Pisa. Παρότι τα έξοδα για την εκπαίδευση είναι χαμηλά, η Εσθονία βρίσκεται ανάμεσα στις κορυφαίες θέσεις στον κόσμο σε τρεις τομείς, στους οποίους αξιολογούνται οι 15χρονοι μαθητές για τις ανάγκες της παγκόσμιας έρευνας: την ανάγνωση, τα μαθηματικά και τη φυσική και χημεία. Τα σχολεία της φημίζονται για τη δικαιοσύνη και την αμεροληψία. Ενώ το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών μαθητών σε πολλές χώρες παραμένει αμετάκλητα υψηλό και αυξήθηκε μάλιστα κατά τη διάρκεια της πανδημίας, το κοινωνικο-οικονομικό στάτους των Εσθονών μαθητών έχει τον χαμηλότερο αντίκτυπο στα αποτελέσματα της έρευνας του ΟΟΣΑ. Οι μαθητές φαίνονται επίσης πιο ευτυχισμένοι σε σχέση με άλλες χώρες. Σύμφωνα με ανάλυση του Gregson Family Foundation, η Εσθονία είναι μία από τις μόλις πέντε χώρες στον κόσμο όπου τα παιδιά έχουν και υψηλές ακαδημαϊκές αποδόσεις, αλλά και υψηλά επίπεδα ευημερίας.
Ήρθα στο Ταλίν ως επικεφαλής της Εκπαιδευτικής Επιτροπής, για να μάθω το μυστικό της επιτυχίας της χώρας. Η τεχνολογία σίγουρα αποτελεί μέρος της απάντησης. Η Εσθονία, που ανεξαρτητοποιήθηκε από τη Μόσχα το 1991, θεωρεί τον εαυτό της νεοσύστατο κράτος. Πιστεύει στην πρωτοπορία και θεωρεί ότι δεν θα ευημερήσει αν προσπαθήσει να βασιστεί στις πολυδάπανες διοικητικές δομές στις οποίες βασίζονται παλαιότερα και πλουσιότερα κράτη. Ο δημόσιος τομέας αντιμετωπίζεται με πρωτοποριακό πρίσμα, το οποίο αφορά από τη δημόσια υγεία ως και τη φορολόγηση, και το 99% των κρατικών υπηρεσιών διεκπεραιώνονται πλέον διαδικτυακά. Η Εσθονία, ή η «e-σθονία» όπως αυτοαποκαλείται, έχει ηλεκτρονικές ταυτότητες, διαδικτυακές ψήφους και διαδικτυακές υπουργικές συναντήσεις. Με ενιαίο τέλος στους φόρους εισοδήματος, η οικονομία της έχει αυξηθεί κατά οκτώ φορές από τότε που η ανεξαρτησία και η τεχνολογία παίζουν κεντρικό ρόλο στην ανάπτυξή της. Εδώ ιδρύθηκε το Skype και η Εσθονία παράγει τον μεγαλύτερο αριθμό start-up εταιρειών, αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων κατά κεφαλήν στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Bolt, της ανταγωνίστριας εταιρείας της Uber, και της εταιρείας χρηματικών συναλλαγών Wise.
Η ΨΗΦΙΑΚΗ ΤΣΑΝΤΑ
Μια χώρα που χτίζει ένα ψηφιακό μέλλον δημιούργησε ένα εκπαιδευτικό σύστημα εξοπλισμένο για να στηρίξει μια οικονομία υψηλής τεχνολογίας και δυνατοτήτων. Η κυβέρνηση επένδυσε από νωρίς ώστε να εξασφαλίσει πως όλα τα σχολεία θα είχαν ηλεκτρονικές συσκευές και καλή σύνδεση στο διαδίκτυο. Η μεγάλη πλειονότητα των μαθητών στην Εσθονία χρησιμοποιεί ηλεκτρονικά χρονοδιαγράμματα και οι εξετάσεις μεταφέρονται σταδιακά στο διαδίκτυο. Υπάρχει εθνική διαδικτυακή βιβλιοθήκη με παραπάνω από 20.000 εκπαιδευτικές πηγές, με τίτλο e-Schoolbag, όπου καθηγητές, ειδικοί, ακαδημαϊκοί και εκδότες μπορούν να αναρτούν πηγές, ενώ μια ομάδα ειδικών είναι υπεύθυνη να ελέγχει τακτικά το περιεχόμενο. Οι καθηγητές μπορούν να χρησιμοποιούν και να ενσωματώνουν το υλικό στα μαθήματά τους, ενώ γονείς και μαθητές έχουν επίσης πρόσβαση στη βιβλιοθήκη από το σπίτι. Οι περισσότερες εργασίες και εξετάσεις γίνονται ψηφιακά, περιορίζοντας σημαντικά τον όγκο βαθμολόγησης για τους καθηγητές.
Είναι εντυπωσιακό, αλλά η εκπληκτική εκπαιδευτική πορεία της Εσθονίας δεν οφείλεται μόνο στους υπολογιστές και στα καλώδια. Μάλιστα, το Συμβούλιο Παιδείας και Νεολαίας στο Ταλίν ανησυχεί ότι έχει μείνει πίσω στην τεχνολογική επανάσταση και άρχισε να ερευνά πώς θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί η τεχνητή νοημοσύνη ώστε να εξατομικευτεί ακόμη περισσότερο η εμπειρία της μάθησης. «Οι Εσθονοί δεν είναι ποτέ ικανοποιημένοι με όσα έχουν», δηλώνει η Γκούντα Τίρε, επικεφαλής του προγράμματος διεθνούς αξιολόγησης της χώρας. «Όταν πρωτοβγήκαν τα αποτελέσματα του Pisa, όλοι έλεγαν: “Κατά λάθος θα έγινε”. Πλέον, ο κόσμος πιστεύει πράγματι ότι το σύστημα είναι καλό, αλλά συνεχίζουν να ψάχνουν τρόπους να βελτιωθεί. Η επιτυχία μας βασίζεται σε πολλά πράγματα».
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗΡΙΞΗ
Το πρωτοποριακό πνεύμα διέπει ολόκληρο το σύστημα. Τα σχολεία των Εσθονών έχουν μεγάλο βαθμό αυτονομίας και οι διευθυντές μπορούν ελεύθερα να αποφασίζουν πώς να οργανώσουν τις ζωές των μαθητών και το πρόγραμμα σπουδών τους. Δεν υπάρχουν τακτικές επιθεωρήσεις. Τα σχολεία περνούν από αξιολόγηση κάθε τρία χρόνια μέσα από διαδικτυακά τεστ για τους μαθητές και οι αρχές παρεμβαίνουν μόνον αν υπάρξει κάποιο πρόβλημα. Πριν από 20 χρόνια, υπήρχαν πάνω από 70 σχολικοί επιθεωρητές στην Εσθονία. Σήμερα, υπάρχουν μόλις εννέα. «Σταματήσαμε να ελέγχουμε τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και αντ’ αυτού τα στηρίζουμε», μου λέει η Λίινα Κέρσνα, υπουργός Εκπαίδευσης και Έρευνας. «Εμπιστευόμαστε τους καθηγητές μας, γι’ αυτό και έχουν μεγάλη αυτονομία». Αποδίδει την υψηλή θέση της Εσθονίας στην κατάταξη Pisa «στο αποκεντρωτικό και δίκαιο εκπαιδευτικό μας σύστημα, στους επαγγελματίες και αφοσιωμένους καθηγητές, καθώς και στην καινοτομία και στην τεχνολογία, επειδή εκτιμάμε τη διά βίου μάθηση».
Στο Συμβούλιο Εκπαίδευσης και Νεολαίας, η Έλι Άρου-Χάμπιλαν, ειδική σε θέματα τεχνολογίας, δηλώνει πως το σχολικό σύστημα αντικατοπτρίζει την έμφυτη καχυποψία των Εσθονών απέναντι στην κεντρική διοίκηση. «Κατά τη σοβιετική εποχή, το κράτος έπρεπε να εξετάζει όλες τις λεπτομέρειες, αλλά αυτό δεν αναδεικνύει πραγματικά την ποιότητα του εκπαιδευτικού συστήματος, οπότε στραφήκαμε στην αξιολόγηση των σχολείων με βάση τα στατιστικά στοιχεία. Με αυτόν τον τρόπο μπορείς να βρεις ποιο σχολείο έχει το μεγαλύτερο πρόβλημα και να προσφέρεις βοήθεια. Είναι πιο συνεργατική η διαδικασία έτσι». Ο Μαρτ Λάιτμετς, γενικός διευθυντής του Συμβουλίου Εκπαίδευσης και Νεολαίας, πιστεύει πως τα αποτελέσματα βελτιώνονται όταν δίνεις στο σχολείο περισσότερη ελευθερία. «Υπάρχει το αίσθημα της ευθύνης. Δεν μπορείς να επιρρίπτεις ευθύνες σε άλλους, οπότε κάνεις ό,τι καλύτερο μπορείς».
Με τον τρόπο αυτόν, οι επαγγελματίες νιώθουν τη στήριξη. Οι καθηγητές στην Εσθονία οφείλουν να έχουν μεταπτυχιακό και αντιμετωπίζονται με σεβασμό. Αντί να αναγκάζονται να ακολουθήσουν ένα συγκεκριμένο φορμά μαθημάτων ή να πιέζουν τους μαθητές τους για καλούς βαθμούς στις εξετάσεις, μπορούν να αποφασίζουν εκείνοι τι θα τους διδάξουν και πώς. Οι μισθοί έχουν αυξηθεί κατά 70% τα τελευταία επτά χρόνια, ενώ ο φόρτος εργασίας έχει μειωθεί αισθητά. Υπάρχουν σχεδόν διπλάσιοι καθηγητές ανά μαθητή στην Εσθονία συγκριτικά με, για παράδειγμα, την Αγγλία. Αφιερώνουν λιγότερο χρόνο μέσα στην ίδια την αίθουσα από ό,τι οι περισσότεροι καθηγητές χωρών του ΟΟΣΑ κι έτσι έχουν περισσότερο χρόνο για την προετοιμασία των μαθημάτων και την επαγγελματική τους κατάρτιση. Όλα τα σχολεία αποδίδουν 1% του προϋπολογισμού τους για την εκπαίδευση καθηγητών και προτρέπουν το προσωπικό τους να επισκέπτεται άλλα σχολεία και να συνεργάζεται μαζί τους.
ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
Η Γκούντα Τίρε παρομοιάζει το εκπαιδευτικό σύστημα με ένα δέντρο με διαφορετικά κλαδιά, στα οποία μπορούν να σκαρφαλώσουν οι μαθητές. «Ουσιαστικά, η ιδέα για το εκπαιδευτικό μας σύστημα είναι πως, ανεξάρτητα από ποιο μονοπάτι ξεκίνησες, μπορείς να μετακινηθείς από το ένα κλαδί στο άλλο». Λέει πως η δύναμη του δέντρου εξαρτάται από τις ρίζες του, που προσφέρουν σταθερότητα και φροντίδα στην αρχή της ζωής. Τα παιδιά στην Εσθονία δεν πηγαίνουν σχολείο προτού κλείσουν τα επτά έτη, αλλά η εκπαίδευσή τους ξεκινάει πολύ πριν από αυτό. Μπορούν, σύμφωνα με τον νόμο, να γραφτούν σε νηπιαγωγείο από την ηλικία των 18 μηνών, και οι βρεφονηπιακοί σταθμοί επιδοτούνται σε τέτοιο βαθμό που οι γονείς δεν πληρώνουν ποτέ πάνω από 20 τοις εκατό του κατώτατου μισθού (λιγότερο από 600 ευρώ τον μήνα). Ως αποτέλεσμα, το 94% των παιδιών των ηλικιών μεταξύ τεσσάρων και επτά πηγαίνουν σε νηπιαγωγεία. Οι δάσκαλοι στα σχολεία αυτά είναι πλήρως καταρτισμένοι και οφείλουν να έχουν πτυχίο. Είναι πτυχιούχοι εκπαιδευτικοί, δεν παρέχουν απλώς φύλαξη παιδιών.
Σε πολλές χώρες ανά τον πλανήτη, το χάσμα στις επιδόσεις μεταξύ προνομιούχων και μη προνομιούχων μαθητών γίνεται εμφανές πριν από την ηλικία των πέντε. Στην Εσθονία το κράτος παρεμβαίνει από νωρίς σε μια προσπάθεια να κλείσει αυτή την ψαλίδα. Παρότι οι γενικές δαπάνες για την εκπαίδευση είναι χαμηλές, η Εσθονία έχει από τα υψηλότερα επίπεδα δαπανών για τα πρώιμα χρόνια σε ποσοστό ΑΕΠ (το 2016 ήταν 1,2%, συγκριτικά με τον γενικό μέσο όρο 0,8% του ΟΟΣΑ εκείνο το διάστημα). Σύμφωνα με την Τίρε, αυτό σημαίνει πως, ώσπου να έρθει η ώρα να ξεκινήσουν τα παιδιά το σχολείο, είναι έτοιμα για πιο επίσημα μαθήματα, ανεξάρτητα από το κοινωνικό τους υπόβαθρο, και γρήγορα ξεπερνούν τους μαθητές άλλων χωρών. «Τα παιδιά στην Εσθονία είναι πολύ ευτυχισμένα, επειδή έχουν μακρά παιδική ηλικία», δηλώνει. «Μελετούν και μαθαίνουν, αλλά η ατμόσφαιρα στο σχολείο είναι πιο χαλαρή και δεν θυμίζει σχολείο».
Στο τέλος του νηπιαγωγείου, τα παιδιά λαμβάνουν έλεγχο επιδόσεων που περιγράφει τις δεξιότητές τους, την εξέλιξή τους και τι επιπλέον χρειάζεται να κάνουν. Όσοι μαθητές χρειάζονται επιπλέον υποστήριξη παραπέμπονται σε ειδικούς, όπως λογοθεραπευτές, πριν ξεκινήσουν την επίσημη εκπαίδευσή τους. Στο «βασικό σχολείο», που καλύπτει τις ηλικίες από 7 έως 16, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην ενσωμάτωση. Όσον αφορά τις δεξιότητες, οι τάξεις είναι μεικτές και οι μαθητές δεν χωρίζονται σε υψηλότερες και χαμηλότερες βαθμίδες με βάση την απόδοσή τους. Όσοι δυσκολεύονται ή έχουν προβλήματα συμπεριφοράς δέχονται ξεχωριστή υποστήριξη, είτε σε ιδιαίτερα είτε σε ομαδικά μαθήματα. Τα περισσότερα σχολεία έχουν δικό τους ψυχολόγο, όπως και εκπαιδευτικούς τεχνολόγους, ενώ υπάρχει κι ένα εθνικό δίκτυο 15 κέντρων Pathfinder που προσφέρουν επιπλέον βοήθεια σε θέματα ψυχικής υγείας και ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών.
ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΕΙΝΑΙ ΙΔΙΑ
Τα γεύματα στο σχολείο είναι δωρεάν για όλους τους μαθητές, όπως και η μεταφορά στο σχολείο, τα βιβλία και οι σχολικές εκδρομές. «Πολλά σχολεία προσφέρουν επίσης δωρεάν πρωινό», λέει η Τίρε. «Το φαγητό αποτελεί καλό κίνητρο για να πας στο σχολείο. Αν πεινάς, δεν μπορείς να σκεφτείς τη μελέτη, τη μάθηση ούτε να απολαύσεις το οτιδήποτε. Έχει να κάνει και με την ισότητα. Το σύστημά μας δεν προσπαθεί να ξεχωρίσει αν είσαι πλούσιος ή φτωχός, γιατί πολλά παιδιά κατατάσσονται στο ενδιάμεσο. Αν ο νόμος ορίζει πως η παιδεία είναι δωρεάν στη χώρα, τότε πρέπει να παρέχεις βιβλία, γεύματα, όλα όσα βοηθούν στη μάθηση. Τα παιδιά πηγαίνουν σχολείο και όλα τα παιδιά είναι ίδια».
Από ό,τι φαίνεται, δεν υπάρχουν διακρίσεις, και η Τίρε δείχνει σαστισμένη όταν τη ρωτάω αν υπάρχουν αίθουσες για τιμωρία ή αν κάποιος θα τιμωρηθεί αν φέρει το λάθος στιλό στην τάξη. «Νομίζω πως αυτές οι μέθοδοι ανήκουν στη δεκαετία του 1890», απαντά. «Η πειθαρχία είναι επικίνδυνη λέξη, γιατί παραπέμπει στη στρατιωτική πειθαρχία, ενώ εδώ θέλουμε ένα παραγωγικό περιβάλλον. Ερχόμαστε για να μελετήσουμε, οπότε μελετάμε».
Γίνεται μια εθνική έρευνα ευημερίας που αξιολογεί την ψυχική υγεία των μαθητών και καθηγητών. «Ο στόχος δεν πρέπει να είναι να φροντίζουμε να είναι όλοι χαρούμενοι συνέχεια, διότι τότε θα είναι σαν να τους δίνουμε απλώς παγωτό όλη την ώρα», λέει η Τίρε. «Στόχος είναι να είναι οι άνθρωποι ικανοποιημένοι με τη ζωή τους. Πρέπει να επικεντρωνόμαστε στην ερώτηση: “Πώς μπορούμε να προκαλέσουμε πνευματικά τα παιδιά για να αποκτήσουν στόχους;”».
Το σύστημα φαίνεται να λειτουργεί. Η μεγάλη πλειονότητα των νέων συνεχίζουν το σχολείο ως τα 19 τους, με περίπου το 25% να προχωρά σε ιδρύματα επαγγελματικής κατάρτισης, ενώ οι υπόλοιποι συνεχίζουν σε πιο ακαδημαϊκά λύκεια. Πρέπει όλοι να πάρουν το απολυτήριό τους και, αν αποτύχουν, μπορούν να δοκιμάσουν ξανά. Ο υπουργός Παιδείας δηλώνει πως το πρόγραμμα σπουδών αφήνει πίσω το «γνώση και κατανόηση» και στρέφεται προς «την υλοποίηση, την ανάλυση, τη σύνθεση και την αξιολόγηση», με περισσότερη συνεργασία μεταξύ των μαθημάτων. Δίνεται έμφαση στην επίλυση προβλημάτων, στην κριτική σκέψη, στις γενικότερες αξίες, στην πολιτική συνείδηση, στην επιχειρηματικότητα και στην ψηφιακή ικανότητα – τις αξίες δηλαδή που δηλώνουν πως αναζητούν οι εργοδότες. Οι μαθητές οφείλουν να ολοκληρώσουν ένα διεπιστημονικό, δημιουργικό πρότζεκτ, ώστε να αποφοιτήσουν από το «βασικό σχολείο», και μια ερευνητική εργασία προτού ολοκληρώσουν το λύκειο. Παρότι είναι διαδεδομένη πρακτική σε πολλές χώρες τα σχολεία κρίνονται από την απόδοση στα λεγόμενα «βασικά» μαθήματα, στην Εσθονία τα πιο δημιουργικά μαθήματα θεωρούνται απαραίτητα για μια πιο ισορροπημένη παιδεία. «Η μουσική, τα αθλήματα και οι τέχνες αποτελούν μέρος του προγράμματος σπουδών», δηλώνει η Τίρε. «Όλα είναι κομμάτι της ενηλικίωσης. Όσο πιο ευρεία εκπαίδευση λάβει ένα παιδί, τόσο περισσότερα θα γνωρίζει όταν βγει τελικά στον κόσμο».
ΜΑΘΗΤΕΣ – «ΧΡΥΣΑΛΛΙΔΕΣ»
Επισκέπτομαι το σχολείο του Βίιμσι, που βρίσκεται σε απόσταση 25 λεπτών από το Ταλίν. Αυτό το λύκειο, με περίπου 500 μαθητές μεταξύ 16 και 19 ετών, στεγάζεται σε ένα όμορφο, ευάερο και ευήλιο κτίριο με ξυλεπένδυση, που άνοιξε πριν από τρία χρόνια. Ειδικεύεται στις λεγόμενες «δεξιότητες του 21ου αιώνα» και έχει πάρα πολλούς μαθητές. Κατά την άφιξή μου, ορισμένοι μαθητές κάθονται σε σειρές στις τάξεις τους γράφοντας εξετάσεις – εν είδει προετοιμασίας για τις τελικές τους εθνικές εξετάσεις. Στο τέλος της σχολικής τους καριέρας περνούν από επίσημη αξιολόγηση πάνω σε μόλις τρία μαθήματα: τα εσθονικά, τα μαθηματικά και μία ξένη γλώσσα (οι περισσότεροι επιλέγουν τα αγγλικά), αλλά το πρόγραμμα σπουδών τους είναι πολύ πιο ευρύ. Μόλις ένα μικρό κομμάτι του προγράμματος αφιερώνεται στην προετοιμασία για τις εξετάσεις. Είναι υποχρεωτικό οι μαθητές να παρακολουθούν τόσο θεωρητικά όσο και θετικά μαθήματα ως την ηλικία των 19 ετών. Στο Βίιμσι οι μαθητές επιλέγουν επίσης επιπλέον διδακτικές ενότητες και δίνουν εξετάσεις προκειμένου να αποφοιτήσουν.
Η διευθύντρια, Κάρμεν Πάουλ, με οδηγεί στο αμφιθέατρο, μια ψηλοτάβανη, λευκοβαμμένη αίθουσα που έχει στον τοίχο μια ζωγραφιά πεταλούδας που αναδύεται από μια χρυσαλλίδα. «Συμβολίζει τα στάδια εξέλιξης», μου εξηγεί. «Αν επέμβεις και βοηθήσεις να ανοίξει η χρυσαλλίδα, μπορεί να εξελιχθεί σε πεταλούδα που δεν θα μπορεί να πετάξει. Ως καθηγητής μπορείς να είσαι παρών, να καθοδηγείς και να ακούς, αλλά δεν μπορείς να κάνεις εσύ τη δουλειά για τους μαθητές σου. Πρέπει να μαθαίνουν με ενεργό τρόπο». Η νοοτροπία αυτή θεωρεί πως είναι το κλειδί της επιτυχίας της Εσθονίας στις κατατάξεις του Pisa.
«Η γνώση είναι σημαντική, αλλά στο τέλος χρειάζεσαι τις δεξιότητες του 21ου αιώνα: κριτική σκέψη, επίλυση προβλημάτων, επικοινωνιακές δεξιότητες και συνεργασία. Γνώση είναι να μαθαίνουν από τον άλλο, αλλά και μαζί του. Συνηθίζουμε να λέμε πως δεν πειράζει αν αποτύχεις, γιατί μπορείς να μάθεις κάτι από αυτό».
Το σχολείο προσπαθεί να υλοποιήσει αυτή την ιδέα προωθώντας μια εξέταση «ωριμότητας», την οποία πρέπει να δίνουν όλοι οι μαθητές, μαζί με τις άλλες τους εξετάσεις, ώστε να αποφοιτήσουν. Για να περάσουν, πρέπει να αποκτήσουν εργατική εμπειρία, να παρακολουθήσουν διαλέξεις από εξωτερικούς ομιλητές και να γράψουν μια έκθεση για τα όσα έμαθαν για τους εαυτούς τους σε αυτά τα τρία χρόνια στο σχολείο. «Έχουμε μια φόρμα αυτοαξιολόγησης για τις δεξιότητες του 21ου αιώνα», εξηγεί η διευθύντρια. «Δημιουργούν το ψηφιακό τους portfolio εξέλιξης. Έπειτα, όταν τελειώσουν από το σχολείο, έχουν μια προφορική εξέταση, στην οποία καλούνται να συζητήσουν για την εξέλιξη μιας ή πολλών δεξιοτήτων τους».
ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ
Η έλλειψη αυταρέσκειας στην Εσθονία συνδυάζεται με ένα αναζωογονητικά ανοιχτό πνεύμα. Ο Αντρέας Σλάιχερ, ο παγκοσμίως γνωστός γκουρού της εκπαίδευσης που επιβλέπει το πρόγραμμα Pisa του ΟΟΣΑ, πιστεύει πως, ως μια σχετικά νεοσύστατη χώρα, η Εσθονία δεν χαρακτηρίζεται από το δόγμα και την αντίσταση απέναντι στην αλλαγή που επιδεικνύουν πολλά μεγαλύτερα κράτη. «Η αρχή έγινε όταν η Εσθονία ανεξαρτητοποιήθηκε», εξηγεί. «Σε αντίθεση με άλλες χώρες της περιοχής, δεν προσπάθησαν να επαναφέρουν το παλιό σύστημα, αλλά ανέθεσαν στη νέα γενιά τη δημιουργία ενός εντελώς καινούργιου δημόσιου συστήματος με την καινοτομία και την ψηφιοποίηση ως κύριους στόχους». Με πληθυσμό μόλις 1,3 εκατομμυρίων κατοίκων και 521 σχολεία, η Εσθονία σύμφωνα με τον Σλάιχερ έχει πολλά να μας διδάξει. «Αν κοιτάξεις τα καλύτερα εκπαιδευτικά συστήματα στον κόσμο, παρατηρείς πως υπάρχουν ομοιότητες», δηλώνει. «Το πρόγραμμα σπουδών είναι ολιστικό και καλύπτει ένα ευρύ φάσμα ύλης, χωρίς να εστιάζεται μόνο στα καθαρά ακαδημαϊκά επιτεύγματα. Εστιάζεται επίσης στην οργάνωση της δουλειάς και στην υποστήριξη. Χώρες όπως για παράδειγμα το Ηνωμένο Βασίλειο προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τις ελλείψεις στο διδακτικό προσωπικό κάνοντας τη διδασκαλία πιο ελκυστική από καθαρά οικονομική άποψη και μόνο, αλλά νομίζω ότι η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να κάνεις τη διδασκαλία πιο ελκυστική από πνευματική άποψη».
Η Εσθονία το έχει καταφέρει, προσφέροντας στους καθηγητές της έναν μεγάλο βαθμό αυτονομίας ως προς το υλικό και τον τρόπο διδασκαλίας. Απορρίπτει τον «ενιαίο κανόνα για όλους» όσον αφορά την εκπαίδευση. Σύμφωνα με τον Σλάιχερ, σύστημα αξιολόγησης στην Εσθονία δεν «ανταμείβει τη μέση απόδοση παρά τη συνολική απόδοση», αλλά οι καθηγητές έχουν κίνητρο για να βοηθήσουν τον κάθε μαθητή να τα πάει καλά. «Το βασικό είναι ότι διαφορετικοί μαθητές μαθαίνουν με διαφορετικούς τρόπους. Αν δεν βρεις τον αντίστοιχο τρόπο διδασκαλίας, ορισμένοι μαθητές θα μένουν πίσω», εξηγεί. «Μεγάλο μέρος των ανισοτήτων προκύπτουν επειδή έχουμε ένα μοντέλο και θέλουμε να το επιβάλουμε σε όλους, ενώ δεν είναι αποτελεσματικό για ορισμένους μαθητές. Στην Εσθονία ο στόχος είναι να έχουν πολλούς διαφορετικούς τρόπους μάθησης, έτσι ώστε όλοι οι μαθητές να βρουν τον δρόμο τους».
Όπως η Σιγκαπούρη και η Κίνα, άλλες δύο χώρες με υψηλές μαθητικές επιδόσεις, η Εσθονία δίνει προτεραιότητα στην κατανόηση, καθώς τα σχολεία επικεντρώνονται στην επίλυση προβλημάτων και στα πρότζεκτ συνεργασίας, αντί στην εκμάθηση μέσω της επανάληψης. Η Εσθονία ασπάστηκε την καινοτομία και εστιάζεται έντονα στη δημιουργικότητα. Σύμφωνα με τον ειδικό του ΟΟΣΑ, «στην Εσθονία, κανείς δεν θα χρησιμοποιήσει τον όρο “εξωσχολική δραστηριότητα”. Για τους Εσθονούς, τα πάντα γίνονται στο σχολείο».
Το πιο σημαντικό μάθημα για την εκπαίδευση, ωστόσο, έχει μάλλον πολιτικό χαρακτήρα. Υπάρχουν χώρες όπου τα σχολεία και τα πανεπιστήμια αποτελούν μέρος ενός πολέμου αξιών που θέτει τη γνώση απέναντι στις δεξιότητες, την παράδοση ενάντια στην πρόοδο, την αριστερά απέναντι στη δεξιά. Η Εσθονία έχει σχεδιάσει μια στρατηγική εκπαίδευσης μέχρι το 2035, που βασίζεται στις καλύτερες πρακτικές αλλά και σε επιστημονικά στοιχεία που έχουν προκύψει παγκοσμίως και την οποία έχουν στηρίξει όλα τα κόμματα. «Είναι πρόβλημα αν κάθε φορά που αλλάζει η κυβέρνηση έρχεται κάποιος με δικό του σχέδιο και θέλει να αλλάξει τα πάντα», δηλώνει η Γκούντα Τίρε. «Αν αρχίζεις κάθε φορά από το μηδέν, θα επικρατεί χάος. Η εκπαίδευση χρειάζεται χρόνο».
Κείμενο: Rachel Sylbester / The Times, Aπόδοση: Νίνα Ζβε
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου