Είναι Σεπτέµβριος του 1987, σε ένα χωριό της Ρουμανίας, όχι μακριά από το Βουκουρέστι, όταν δύο κορίτσια, πιασμένα χέρι χέρι, εμφανίζονται για πρώτη φορά στην αυλή του δημοτικού σχολείου – δύο εξάχρονες γειτονοπούλες, η μία Ρομά και η άλλη Ρουμάνα, αχώριστες φίλες. «Η δασκάλα αναγκάστηκε να μη με βάλει στις τελευταίες σειρές των θρανίων, τις οποίες προόριζε για τους μαθητές Ρομά, αλλά με έβαλε μαζί με τη φίλη μου στις πρώτες σειρές, στα παιδιά που μονοπωλούσαν την προσοχή της», περιγράφει στην «Κ» η δρ Μάγδα Ματακέ, καθηγήτρια σήμερα στο Κέντρο Δημόσιας Υγείας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων FXB του Χάρβαρντ, δύο στιγμές τυχαιότητας που καθόρισαν τη μετέπειτα προσωπική της εξέλιξη. Λίγο καιρό αργότερα στο σχολείο διορίζεται μια καθηγήτρια γαλλικών που ήταν Ρομά.
«Στα παιδικά μου μάτια η ύπαρξη αυτής της γυναίκας και η θέση της στο σχολείο ήταν καθοριστικής σημασίας: Eνιωθα ότι ανήκα και εγώ στη σχολική κοινότητα και με έκανε να πιστέψω ότι αν εκείνη τα κατάφερε να σπουδάσει, τότε μπορώ και εγώ», εξομολογείται. «Αυτή η δασκάλα λειτούργησε ως το απόλυτο πρότυπο για εμένα». Ετσι, η πορεία της νεαρής Μάγδας, του μικρότερου παιδιού μιας εξαμελούς οικογένειας Ρομά, διαφοροποιείται – συνεχίζει τις σπουδές μέχρι το επίπεδο του διδακτορικού. Η 40χρονη επιστήμονας δέχθηκε να μιλήσει στην «Κ» με αφορμή τη συμμετοχή της στο πρόγραμμα «Ενδυνάμωση νεαρών γυναικών Ρομά σε θέματα υγείας, πρόληψης και ανθρωπίνων δικαιωμάτων: μια νέα μεθοδολογική προσέγγιση», που υλοποιεί η ΜΚΟ Prolepsis από κοινού με το Εργαστήριο Διαπολιτισμικής Αγωγής (ΕΔΑ) του Παιδαγωγικού Τμήματος Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του ΕΚΠΑ, με χρηματοδότηση από το Active Citizens Fund.
Στις ΗΠΑ, όπου εργάζεται από το 2012, δεν αντιμετωπίζει ρατσισμό. «Ολοι οι κάτοικοι έχουν διαφορετική καταγωγή, οπότε ουδείς πλέον δίνει σημασία στο χρώμα του δέρματός σου». Εκεί ζει διασκορπισμένο περίπου ένα εκατομμύριο Ρομά, με τους περισσότερους να βρίσκονται στην Καλιφόρνια και στο Τέξας. «Εφτασαν σε διαφορετικά κύματα στις ΗΠΑ: κάποιοι ως σκλάβοι γύρω στο 1850, άλλοι μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ή το 1950 ως οικονομικοί μετανάστες. Φημίζονταν, άλλωστε, για τις γνώσεις τους σε οτιδήποτε σχετικό με τα άλογα».
Ως χειρότερες χώρες για να ζει μια γυναίκα Ρομά η κ. Ματακέ δείχνει την Τσεχία και τη Σλοβακία, όπου μέχρι και το 2002 συνεχιζόταν η παράνομη πρακτική στείρωσης των γυναικών Ρομά. Αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη οι διακρίσεις σε βάρος γυναικών και παιδιών Ρομά καλά κρατούν, ξεκινούν δε ήδη από το μαιευτήριο. «Στη Ρουμανία (σ.σ. όπου ο πληθυσμός Ρομά αγγίζει τα 2 εκατομμύρια) η πρόσβαση των γυναικών στο σύστημα υγείας είναι περιορισμένη, με συνέπεια μεταξύ άλλων να πεθαίνουν τα βρέφη τους τέσσερις φορές πιο συχνά απ’ ό,τι συμβαίνει στα νεογνά του γενικού πληθυσμού». Σε όλες, άλλωστε, τις χώρες το προσδόκιμο ζωής των Ρομά είναι πολύ χαμηλότερο από του υπόλοιπου πληθυσμού, ενώ πάσχουν σε υψηλότερο ποσοστό από χρόνιες ασθένειες.
Μία, ωστόσο, πρακτική που εφαρμόζεται ευρέως και με επιτυχία είναι αυτή των διαμεσολαβητριών. «Στα εν λόγω προγράμματα (σ.σ. υλοποιούνται και στην Ελλάδα) εκπαιδεύονται γυναίκες Ρομά, που έχουν ολοκληρώσει την υποχρεωτική εκπαίδευση, έτσι ώστε να λειτουργούν σαν γέφυρα μεταξύ του συστήματος υγείας και των γυναικών της κοινότητάς τους, τις οποίες ενθαρρύνουν να προβαίνουν σε προληπτικούς ελέγχους κ.ά.». Η συνεισφορά τους είναι σημαντική: Σε κοινότητες στη Ρουμανία με διαμεσολαβήτριες μειώθηκε η βρεφική θνησιμότητα, ενώ και στην Ελλάδα στους καταυλισμούς που διέθεταν διαμεσολαβήτριες σημειώθηκαν υψηλότερα ποσοστά εμβολιασμού. Οσοι εργάζονται στο πεδίο ισχυρίζονται ότι οι γυναίκες Ρομά είναι εκείνες που δύνανται να επιφέρουν αλλαγές. Στο πλαίσιο αυτό, άλλωστε, η Prolepsis έχει σχεδιάσει εκπαιδευτικές δράσεις, στις οποίες θα συμμετάσχουν νεαρές γυναίκες Ρομά με στόχο να δράσουν πολλαπλασιαστικά και στην κοινότητά τους.«Σε μελέτη του 2017, το 68% δηλώνει ότι είχε αρνητική εμπειρία από την επαφή του με υγειονομικό προσωπικό, ενώ σε πολλά, απομονωμένα, χωριά με πληθυσμό αμιγώς Ρομά στη Ρουμανία δεν υπάρχει καν φαρμακείο», σημειώνει η ίδια, η οποία είναι επιφορτισμένη με το καθήκον να καταθέτει στις εθνικές κυβερνήσεις στατιστικά δεδομένα και να υποδεικνύει μεθόδους για την καταπολέμηση των ανισοτήτων. «Καταγράφουμε καλές πρακτικές σε τοπικό επίπεδο, όπως είναι το μοντέλο της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης στη χώρα σας, ενώ προτείνουμε και πολιτικές», εξηγεί. «Οι κυβερνήσεις εγκρίνουν πολλές από τις προτάσεις μας, αλλά σπάνια τις εφαρμόζουν».
Η κατάσταση σήμερα
Πώς είναι, άραγε, σήμερα οι ισορροπίες στο σχολείο του χωριού της; «Εξακολουθούν να γίνονται διακρίσεις», απαντάει, «υπάρχουν βέβαια δασκάλες Ρομά που διδάσκουν τη γλώσσα και την ιστορία μας, αλλά όχι πολλές». Οι ανιψιές της φοιτούν σήμερα εκεί, από τις διακρίσεις τις «προστατεύει» το στάτους της διάσημης θείας τους, αλλά και η παρουσία άλλων συγγενικών προσώπων που απασχολούνται στην καθαριότητα του κτιρίου. Η ίδια θυμάται ακόμα και ως υποψήφια διδάκτωρ να γίνεται αποδέκτρια ρατσιστικών συμπεριφορών. «Ελεγχαν την τσάντα μου όταν έφευγα από ένα εστιατόριο ή ένα mall, ακόμα χειρότερα κάποιες φορές μου απαγόρευαν την είσοδο», θυμάται.
«Πρόσφατα ένας οδηγός λεωφορείου στην πατρίδα μου ξυλοκόπησε μια νεαρή Ρομά με το μωρό της στην αγκαλιά, καθώς ήταν πεπεισμένος ότι θα ζητιάνευε», περιγράφει ένα από τα πιο κραυγαλέα περιστατικά. «Συναντάται, ωστόσο, και ο πιο κεκαλυμμένος ρατσισμός: Ρωτάει η δασκάλα στην τάξη το όνομα των παιδιών και προτού απαντήσει ένα κορίτσι Ρομά, το διακόπτει λέγοντάς του “α, εσύ είσαι γυφτάκι”».
Κατάρριψη στερεοτύπων
«Οι Ρομά δεν στέλνουν τα παιδιά τους σχολείο». Την παγιωμένη αυτή πεποίθηση αποδομεί η δρ Ματακέ. «Στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση σε όλα τα σχολεία της Ευρώπης εγγράφονται 9 στα 10 Ρομά παιδιά, σταδιακά όμως το ποσοστό συμμετοχής τους μειώνεται δραματικά, φτάνοντας μόνο 1% να φοιτά στην τριτοβάθμια εκπαίδευση». Ο σχολικός εκφοβισμός, η αδιαφορία πολλών εκπαιδευτικών αλλά και ο διαχωρισμός στις τάξεις είναι οι παράγοντες που «διώχνουν» τα παιδιά από τα σχολεία. «Εχει παρατηρηθεί, μάλιστα, να εντάσσουν παιδιά Ρομά, που δεν έχουν αναπηρία, σε ειδικά σχολεία, αφενός για να μη μένουν άδεια (…), αφετέρου επειδή τα υποτιμούν γνωστικά», σημειώνει η ίδια. Ενα πρόσφατο «πείραμα» απέδειξε τις καταστροφικές συνέπειες αυτής της τακτικής. «Πήραν μια ομάδα μαθητών Ρομά από την Τσεχία και τη Σλοβακία και τους μετέφεραν σε σχολεία τυπικής εκπαίδευσης του Ην. Βασιλείου, όπου οι εκπαιδευτικοί ακολουθούσαν μεθόδους συμπεριληπτικής εκπαίδευσης και είχαν στενή επικοινωνία με τους γονείς», περιγράφει η δρ Ματακέ. «Μέσα σε δύο χρόνια τα παιδιά μπορούσαν να παρακολουθούν απρόσκοπτα το μάθημα, ενώ είχαν αποκτήσει επάρκεια και στην αγγλική γλώσσα». Η πανδημία και η τηλεκπαίδευση έδωσαν τη «χαριστική βολή» σε πολλούς μαθητές Ρομά, οι οποίοι δεν είχαν ούτε υλικοτεχνικό εξοπλισμό ούτε καλή σύνδεση Ιντερνετ.
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου