Το εκπαιδευτικό σύστημα καλείται να αξιοποιήσει τις δυνατότητες που προσφέρει η τεχνολογική πρόοδος για να εξοπλίσει τους μαθητές με τα εφόδια που απαιτεί η ψηφιακή εποχή
του Απόστολου Λακασά
Το δικό του… PISA οργανώνει το ελληνικό Υπουργείο Παιδείας στα μέσα Μαΐου. Κατά τα πρότυπα του διαγωνισμού του ΟΟΣΑ, συνολικά 6.000 μαθητές από 600 σχολεία της χώρας μας, 300 Δημοτικά και 300 Γυμνάσια, θα πάρουν μέρος σε διαγωνιστικές εξετάσεις, στα γνωστικά αντικείμενα της Νεοελληνικής Γλώσσας και των Μαθηματικών, οι οποίες «στοχεύουν στην έγκυρη και αξιόπιστη διάγνωση των γνώσεων, ικανοτήτων και δεξιοτήτων των μαθητών και μαθητριών μας, σύμφωνα με τα προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα», όπως δηλώνει η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως. Μπορεί μία δίωρη εξέταση να αναδείξει το πολυεπίπεδο βάθος των προβλημάτων των ελληνικών σχολείων; Ενδεικτικά, πόσες πληγές άφησε η σχεδόν διετής τηλεκπαίδευση σε μαθητές και εκπαιδευτικούς; Πόσο προετοιμασμένη είναι η εκπαιδευτική κοινότητα να περάσει στην ψηφιακή εποχή; Ποιες παρεμβάσεις θα ακολουθήσουν μετά τα αποτελέσματα, πώς θα αντιμετωπισθούν οι ταξικές διαφορές που υπάρχουν στην ελληνική εκπαίδευση;
«Άμεσα εξαργυρώσιμη γνώση»
Ειδικότερα, όπως λέει στην Οικονομική Επιθεώρηση η φιλόλογος σε Λύκειο του Νέου Ψυχικού Δώρα Κουντουρά, «τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο οι γονείς αλλά ακόμη και τα ίδια τα παιδιά δεν προσδοκούν το σχολείο να τους προσφέρει γνώσεις για τη ζωή, πόσω μάλλον να είναι ελκυστικό και ενδιαφέρον ή και ψυχαγωγικό σε κάποιες πτυχές του. Τα περισσότερα από αυτά είναι διαποτισμένα από την κυρίαρχη οικογενειακή, κοινωνική, αλλά κυρίως θεσμική εξετασιοκεντρική αντίληψη για την εκπαίδευση. Στη συνείδηση μεγάλου μέρους της κοινωνίας το σχολείο καλείται να προσφέρει άμεσα εξαργυρώσιμη γνώση, συσχετισμένη με την επιτυχία σε κάποιας μορφής εξέταση – για τα Πρότυπα, τις ξένες γλώσσες, το Πανεπιστήμιο. Αυτό μαρτυρά και η ολοένα συχνότερη –στα όρια κοινωνικού φαινομένου– πρακτική των φροντιστηρίων και των ιδιαιτέρων για «καλύτερα αποτελέσματα», ακόμη στη βαθμίδα του Δημοτικού. Δεν είναι λίγες οι φορές που, προτείνοντας κάποια εξωδιδακτική, μη τυπική δράση στους μαθητές μου, χρειάστηκε να τους εξηγήσω ποια είναι η άμεση χρησιμότητά της, ώστε να τους πείσω να συμμετάσχουν σε αυτήν».
Χαρακτηριστική περίπτωση που αποτυπώνει το κλίμα είναι το αυξημένο ενδιαφέρον των γονιών για μία θέση στα Πρότυπα και τα Πειραματικά Σχολεία. Συνολικά 17.791 αιτήσεις υποβλήθηκαν φέτος για εισαγωγή σε 4.171 θέσεις στα 120 Πρότυπα και Πειραματικά Σχολεία, που λειτουργούν σε όλες τις Περιφέρειες της χώρας. Για την εισαγωγή στα Πειραματικά θα γίνει δημόσια κλήρωση, αλλά για τα Πρότυπα οι υποψήφιοι θα περάσουν τεστ δεξιοτήτων, στη φιλοσοφία του διαγωνισμού PISA. Και, φυσικά, αυτό οδηγεί σχεδόν όλους τους ενδιαφερόμενους μαθητές στα φροντιστήρια.
«Δυστυχώς, παρά τις όποιες εξαιρέσεις, το δημόσιο σχολείο δεν μαθαίνει τα παιδιά να σκέφτονται έξω από τα δεδομένα μιας συγκεκριμένης εξεταστέας ύλης και ενός τρόπου διδασκαλίας των γνώσεων. Έτσι, αν μια οικογένεια θέλει να δώσει την ευκαιρία στο παιδί της να αναπτύξει τις ικανότητές του και να έχει καλύτερη δωρεάν παιδεία, πρέπει να επενδύσει χρήμα και χρόνο με μαθήματα εκτός σχολείου», ανέφερε στην Οικονομική Επιθεώρηση η δημοσιογράφος Αλεξάνδρα Χαΐνη. Ο γιος της, μαθητής της Στ΄ Δημοτικού, προετοιμάζεται τούτες τις μέρες για τις εξετάσεις εισαγωγής σε Πρότυπο Γυμνάσιο κάνοντας ιδιαίτερα προετοιμασίας σε βασικά μαθήματα του σχολείου.
Χρόνια προβλήματα
Την ίδια στιγμή, μία ακόμη ηγεσία του Υπουργείου καταστρώνει σχέδια για την επίλυση των χρόνιων προβλημάτων του ελληνικού σχολείου. Χαρακτηριστικά, όπως δήλωσε στην Οικονομική Επιθεώρηση ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας Αλέξανδρος Κόπτσης, πλέον οι τοποθετήσεις αναπληρωτών στα σχολεία γίνονται νωρίτερα από το παρελθόν με στόχο να μην χάνονται ώρες διδασκαλίας, και για τον λόγο αυτό έχουν προγραμματιστεί για νωρίτερα όλες οι διαδικασίες για τις τοποθετήσεις των εκπαιδευτικών και τις εγγραφές των μαθητών. Τον Μάιο θα καθοριστεί ο αριθμός των επόμενων διορισμών στα δημόσια σχολεία, ενώ μέσα στον Αύγουστο θα είναι έτοιμοι οι πίνακες εκπαιδευτικών για να αρχίσουν οι προσλήψεις αναπληρωτών.
Την ίδια στιγμή πάντως, παραμένουν τα προβλήματα που πλήττουν την ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου. Ενδεικτική είναι η… περιπέτεια της διδασκαλίας των ξένων γλωσσών, σε μια εποχή όπου η πολυγλωσσία θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ. Από τη μία, ενώ τα αγγλικά διδάσκονται σε όλη τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδρομής ενός μαθητή από το νηπιαγωγείο έως και την Γ΄ Λυκείου, οι γονείς δίνουν σημαντικά ποσά για την εκμάθηση της γλώσσας στο φροντιστήριο.
Παράλληλα, υπάρχει πρόβλεψη η δεύτερη ξένη γλώσσα να αρχίζει να διδάσκεται στην Ε΄ και Στ΄ Δημοτικού δύο ώρες την εβδομάδα, το ίδιο και στις τρεις τάξεις του Γυμνασίου και την Α΄ Λυκείου, ενώ περιορίζεται στη μία ώρα στη Β΄ Λυκείου. Οι μαθητές από την Δ΄ Δημοτικού καλούνται να επιλέξουν μία εκ των γαλλικών και γερμανικών και τελικά στην Ε΄ Τάξη διδάσκεται η επιλογή που θα πλειοψηφήσει. Ωστόσο, όπως ανέφερε στην Οικονομική Επιθεώρηση η πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Καθηγητών Γερμανικής Γλώσσας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης Χριστίνα Μαρκούδη, οι εκπαιδευτικοί των δύο ξένων γλωσσών για να συμπληρώσουν ωράριο αναγκάζονται να κάνουν μάθημα σε έως και πέντε σχολεία μίας εκπαιδευτικής Διεύθυνσης. Επίσης, έχει παρατηρηθεί σε μικρές περιοχές και εξαιτίας της καθυστέρησης προσλήψεων, μετά τον Οκτώβριο να διδάσκεται η γλώσσα για την οποία υπάρχει εκπαιδευτικός.
Νέα προγράμματα σπουδών
Η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας επενδύει στα νέα προγράμματα σπουδών που έχουν καταρτισθεί και θα εφαρμοστούν πιλοτικά από την επόμενη χρονιά, λέγοντας ότι δημιουργούν νέα δυναμική στα σχολεία. Στελέχη του ΙΕΠ που μίλησαν στην Οικονομική Επιθεώρηση υποστηρίζουν ότι «με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των μαθητών κάθε φορά επιδιώκεται οι εκπαιδευτικοί, μεταξύ άλλων, να υιοθετούν στρατηγικές διαφοροποιημένης διδασκαλίας και να αξιοποιούν εναλλακτικές πρακτικές, θεατρικές τεχνικές και ποικίλα διδακτικά εργαλεία και δημιουργικά παιχνίδια, να χρησιμοποιούν κατάλληλα τις νέες τεχνολογίες στην καθημερινή διδακτική τους πρακτική, αξιοποιώντας τα πλεονεκτήματα της ηλεκτρονικής μάθησης και τα διαθέσιμα ψηφιακά εργαλεία».
Πώς όμως θα αμβλυνθούν οι πολλές ταχύτητες των μαθητών και των καθηγητών ως προς τις ψηφιακές δεξιότητές τους; «Η κοινωνικο-οικονομική κατάσταση και το μορφωτικό κεφάλαιο της οικογένειας, το ιδιαίτερο σχολικό περιβάλλον, η τοπικότητα (πόλη, ύπαιθρος, νησί κ.λπ.), ακόμη και το φύλο, είναι παράγοντες που επηρεάζουν το επίπεδο των ψηφιακών δεξιοτήτων των νέων, τις στάσεις τους προς τα νέα συστήματα επικοινωνίας και πληροφορικής και τις δεξιότητες πλοήγησης σε ποιοτικά δίκτυα επικοινωνίας και γνώσης», ανέφερε στην Οικονομική Επιθεώρηση ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης και διευθυντής του Εργαστηρίου Κοινωνικής Ανάλυσης και Εφαρμοσμένης Κοινωνικής Έρευνας του ιδρύματος, Γιάννης Ζαϊμάκης. Και πρόσθεσε: «Στη σύγχρονη κοινωνία, όπου η γνώση μετατρέπεται σε βασικό μοχλό ανάπτυξης και παράγοντα κοινωνικής κινητικότητας, οι ψηφιακές δεξιότητες πρέπει να καλλιεργούνται μέσα στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, προετοιμάζοντας τη διαμόρφωση ψηφιακών πολιτών με ηθική και υπεύθυνη συμπεριφορά χρήσης του διαδικτύου και των προσωπικών δεδομένων, και ικανότητα πρόσβασης, κατανόησης και συμμετοχής στον κόσμο των νέων ψηφιακών τεχνολογιών. Αυτό το πρόταγμα προϋποθέτει τον σχεδιασμό ενός συστήματος συμπεριληπτικής εκπαίδευσης που ξεκινά από το Δημοτικό και ολοκληρώνεται στο Λύκειο, με στόχο την καταπολέμηση των ψηφιακών χασμάτων και την ενδυνάμωση μαθητών που αντιμετωπίζουν δυσκολίες πρόσβασης και ποιοτικής χρήσης των νέων τεχνολογιών στην εκπαιδευτική διαδικασία (π.χ. ακατάλληλος εξοπλισμός, προβλήματα συνδεσιμότητας, τεχνοστρές, έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων κ.λπ.)».
Ιδιωτικά σχολεία
Οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων εμφανίζονται δηλαδή με πλεονέκτημα στην εξοικείωσή τους με την τηλεκπαίδευση. Άλλωστε, τα ιδιωτικά σχολεία, όπως ανέφερε στην Οικονομική ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδος (ΟΙΕΛΕ) Γεώργιος Χριστόπουλος, κατά την πρώτη καραντίνα τον Μάρτιο του 2020 επέδειξαν ισχυρά ανακλαστικά για να οργανώσουν γρήγορα και άρτια πλατφόρμες εξ αποστάσεως εκπαίδευσης σε σύγκριση με τα δημόσια σχολεία.
Τώρα καταγράφεται αύξηση των εγγραφών στα ιδιωτικά σχολεία, που ακολουθείται από ενδιαφέρον (ελληνικών και ξένων επενδυτικών κεφαλαίων) για την ίδρυση νέων σχολείων. Η τρέχουσα αύξηση του ενδιαφέροντος των γονιών άρχισε περί τα τέλη της δεκαετίας του 2020 και αποδόθηκε στη διαφαινόμενη αναστροφή του οικονομικού κλίματος ύστερα από μία περίοδο οξείας ύφεσης. Το ενδιαφέρον αυξήθηκε και λόγω πανδημίας. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Ιδιωτικών Σχολείων (ΣΙΣ) Χαράλαμπο Κυραϊλίδη, στις εγγραφές στα ιδιωτικά σχολεία έχει καταγραφεί μία μέση αύξηση περίπου 10%.
Παράλληλα, υπάρχουν νέες επενδύσεις στον κλάδο. Ενδεικτικά, έχει εξαγγελθεί η ίδρυση Νηπιαγωγείου και Δημοτικού στο Pierce, όμιλος φροντιστηρίων έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για ίδρυση σχολείου στο Κορωπί, ενώ δύο ακόμη γνωστά ιδιωτικά σχολεία (ένα από την Αττική και ένα από τη Θεσσαλονίκη) ενδιαφέρονται να ιδρύσουν μονάδες στην περιοχή του Ελληνικού.
Την ίδια στιγμή, υπάρχει ενδιαφέρον και από funds από την Ελβετία και τη Βρετανία, που έχουν ενδιαφερθεί για επενδύσεις στην ιδιωτική εκπαίδευση της χώρας μας μέσω συνένωσης μικρών σχολικών μονάδων.
Έρευνα ΟΙΕΛΕ
Βέβαια, ως προς τις εργασιακές σχέσεις στα ιδιωτικά σχολεία, υπάρχουν μεγάλα προβλήματα. Απλήρωτη εργασία, έλλειψη οικονομικών κινήτρων, ανασφάλεια, ζητήματα αξιοκρατίας και εν τέλει χαμηλός βαθμός επαγγελματικής ικανοποίησης· αυτή είναι η κατάσταση που σκιαγραφείται μέσα από τις απαντήσεις εκπαιδευτικών σε έρευνα της ΟΙΕΛΕ. Τα συμπεράσματα της έρευνας στέλνουν μήνυμα προς τους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών σχολείων, την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, αλλά και τους γονείς.
Συγκεκριμένα, η έρευνα διεξήχθη πανελλαδικά από 4/2 έως 31/3/2022 με συμπλήρωση ανώνυμων ηλεκτρονικών ερωτηματολογίων. Συμμετείχαν περισσότεροι από 1.000 εκπαιδευτικοί και έγιναν αποδεκτές 815 πλήρεις και αξιόπιστες απαντήσεις, που αντιστοιχούν στο περίπου 10% των καταγεγραμμένων εκπαιδευτικών ιδιωτικών σχολείων στο Myschool. Από την έρευνα προέκυψαν, μεταξύ άλλων, τα εξής:
– Για την τηλεκπαίδευση, οι περισσότεροι απάντησαν ότι υποχρεώνονται σε (απλήρωτες) και εκτός ωραρίου παροχές διαδικτυακών υπηρεσιών και ότι δεν καταβάλλονται ούτε υπερωριακές αμοιβές, ούτε το κόστος του εξοπλισμού, όπως προβλέπεται από την εργατική νομοθεσία.
– Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί απασχολούνται σημαντικά, πέραν του υποχρεωτικού 30ώρου, σε ποικίλες δραστηριότητες, όπως διαδικασία αξιολόγησης, open days, bazaars, προαιρετικές απογευματινές δράσεις, απογευματινές (διαδικτυακές) συνεδριάσεις συλλόγου, γενικές υπηρεσίες τηλεκπαίδευσης κ.ά. Σε συντριπτικό ποσοστό (περίπου 86%) οι επιπλέον δραστηριότητες γίνονται χωρίς την καταβολή της ανάλογης υπερωριακής απασχόλησης ή της νόμιμης αμοιβής.
– Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί αμφισβητούν την αποτελεσματικότητα και την αξία διαδικασιών όπως της αξιολόγησης ή των εργαστηρίων δεξιοτήτων, καθώς βαίνουν εις βάρος του παιδαγωγικού χρόνου και της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης.
– Οι περισσότεροι (55%) δεν είναι ικανοποιημένοι από το περιβάλλον εργασίας τους και θα αναζητούσαν διέξοδο ως αναπληρωτές στη δημόσια εκπαίδευση (58%).
«Από τα στοιχεία αυτά αιτιολογείται το φαινόμενο του Big Quit και στον χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης, με εκατοντάδες εκπαιδευτικούς να αναζητούν άλλη επαγγελματική στέγη τα τελευταία χρόνια», αναφέρει η ΟΙΕΛΕ, που κάνει λόγο για «απορρύθμιση της εποπτείας των ιδιωτικών σχολείων, ιδίως μετά την ψήφιση του νόμου 4713/2020». Βέβαια, υπάρχει και η άλλη πλευρά. Το 30-40% των εκπαιδευτικών δηλώνουν σχετικά ικανοποιημένοι στο σχολείο τους. Πρόκειται προφανώς για ιδιωτικά σχολεία που εξακολουθούν να διατηρούν τον χαρακτήρα φορέων παιδείας και δεν έχουν υποταχθεί πλήρως σε ένα μοντέλο λειτουργίας με αμιγείς κανόνες αγοράς.
Οικονομική Επιθεώρηση, Μάϊος 2022, τ.1018
Πηγή: economia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου