Η ΦΕΤΙΝΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ξεκίνησε πολύ διαφορετικά από οποιαδήποτε άλλη και για τους μαθητές αλλά και για τους γονείς τους. Η προσοχή όλων στρέφεται στην προστασία της οικογένειας από τον νέο κορωνοϊό Covid-19 και το μάθημα της ατομικής προστασίας διδάσκεται ανελλιπώς, μαζί με τη γλώσσα, τα μαθηματικά, τη φυσική και τη γεωγραφία.
Τα μέτρα προστασίας περιλαμβάνουν μέτρα ατομικής υγιεινής, όπως καλό και τακτικό πλύσιμο των χεριών, χρήση αντισηπτικού, αποφυγή συγχρωτισμού και χρήση μάσκας. Τα σχολεία έχουν γεμίσει με μασκοφορεμένα παιδάκια που προαυλίζονται σε μικρές ομάδες και μαθαίνουν να κρατάνε τα χεράκια τους καθαρά και να μην αγγίζουν ούτε τους φίλους ούτε τη μάσκα τους. Τα παιδιά μαθαίνουν να μη μοιράζονται τα πράγματά τους και να κρατάνε αποστάσεις.
Όσο οι προσπάθειες για τη δημιουργία αποτελεσματικού και ασφαλούς εμβολίου συνεχίζονται, η μόνη πρόληψη παραμένει η τήρηση των μέτρων προστασίας. Εν αναμονή του εμβολίου, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπάρχουν κι άλλες ασθένειες που συνεχίζουν να απειλούν εμάς και τα παιδιά μας. Για πολλά από αυτά τα νοσήματα έχουμε ήδη ασφαλή και αποτελεσματικά εμβόλια που δεν πρέπει να μένουν αναξιοποίητα. Κι όμως, τα παγκόσμια ευρήματα έδειξαν ότι τους προηγούμενους μήνες, με τα περιοριστικά μέτρα και την απειλή του κορωνοϊού, τα ποσοστά εμβολιασμού των παιδιών και των βρεφών μειώθηκαν ανησυχητικά όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς. Ο έγκαιρος εμβολιασμός των παιδιών βάσει του προβλεπόμενου προγραμματισμού και ανάλογα με την ηλικία κάθε παιδιού είναι απαραίτητος, κυρίως σε περιόδους πανδημίας. Στόχος μας είναι να μην υπάρχουν καθυστερήσεις ή απώλειες στο πρόγραμμα εμβολιασμού των παιδιών, ώστε να μη δημιουργηθούν ρωγμές στο τείχος της ανοσίας.
Με την έναρξη της σχολικής χρονιάς τον Σεπτέμβρη πολλά παιδιά επισκέφτηκαν τον παιδίατρό τους, είτε για τον τυπικό έλεγχο, είτε για βεβαιώσεις υγείας για δραστηριότητες, είτε εξαιτίας κάποιας ασθένειας. Είναι πολύ σημαντικό οι γονείς να ρωτούν τον παιδίατρο για τα εμβόλια που χρειάζεται να κάνει το παιδί τους και, μεταξύ άλλων, να ζητήσουν να ενημερωθούν και για το εμβόλιο της μηνιγγίτιδας Β. Ο παιδίατρος έχει τις κατάλληλες γνώσεις ώστε να ενημερώσει σωστά τους γονείς του παιδιού που παρακολουθεί. Ιδιαίτερα τη φετινή χρονιά της πανδημίας, και εν αναμονή της γρίπης κατά τους χειμερινούς μήνες, ο εμβολιασμός κατά της μηνιγγίτιδας Β θα πρέπει να προγραμματιστεί έγκαιρα.
Γιατί, όμως, η μηνιγγίτιδα αποτελεί κίνδυνο; Πρόκειται για μια σοβαρή νόσο, η οποία, αν και ευτυχώς δεν είναι συχνή, μπορεί να προκαλέσει μόνιμη αναπηρία ή και θάνατο. Τα συμπτώματα της νόσου είναι πολλές φορές κοινά με αυτά των απλών ιώσεων (πυρετός, κακουχία, κεφαλαλγία, εμετός), αλλά η νόσος είναι ραγδαία εξελισσόμενη και μπορεί μέσα σε λιγότερο από ένα 24ωρο να προκαλέσει μόνιμες βλάβες ή θάνατο. Επίσης, μπορεί να προσβάλει οποιαδήποτε ηλικία, από βρέφη έως ηλικιωμένους. Στον παιδιατρικό πληθυσμό παρατηρούνται περισσότερα περιστατικά σε βρέφη κάτω του 1 έτους και σε παιδάκια 1-4 ετών, καθώς και σε εφήβους και νεαρούς ενήλικες. Λιγότερα, όχι όμως αμελητέα, είναι τα περιστατικά των παιδιών στις ενδιάμεσες ηλικίες.
Κάθε χρόνο στη χώρα μας καταγράφονται περιστατικά μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου και επειδή εδώ και χρόνια γίνεται υποχρεωτικά εμβολιασμός για τα υπόλοιπα στελέχη του μηνιγγιτιδόκοκκου, παρατηρούμε σχεδόν αποκλειστικά νόσο από μηνιγγιτιδόκοκκο Β. Τα εμβόλια που γίνονται για τα υπόλοιπα στελέχη μηνιγγιτιδόκοκκου είναι απαραίτητα, αλλά δεν καλύπτουν τον μηνιγγιτιδόκοκκο Β.
Η μετάδοση της νόσου είναι δυνατό να γίνει από τον ενήλικα στο παιδί, ανεξαρτήτως κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης. Όλοι οι ενήλικες μπορούν να «φιλοξενήσουν» τον μηνιγγιτιδόκοκκο στον λαιμό τους, χωρίς να το ξέρουν, για αρκετές εβδομάδες, έως και 10 φορές κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Ίσως τον μεταδώσουν άθελά τους στα παιδιά τους (με ένα φιλί, βήχα ή φτάρνισμα) κι εκείνα νοσήσουν (π.χ. γιατί ήταν με χαμηλή άμυνα τη δεδομένη στιγμή). Άρα, μας αφορά όλους αυτή η νόσος.
Η αποτελεσματική και ασφαλής πρόληψη του μηνιγγιτιδόκοκκου Β γίνεται μόνο με τον έγκαιρο και ολοκληρωμένο εμβολιασμό των βρεφών και παιδιών, που δύναται να ξεκινήσει από την ηλικία των 2 μηνών.
Η Άντα Ορφανάκου είναι παιδίατρος, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών
Πηγή: www.lifo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου