Σε ολόκληρη την ιστορία του κινηματογράφου και ειδικότερα στην ιστορία του animation, οι «κακοί» χαρακτήρες υπήρξαν πάντοτε ένα αναγκαίο κομμάτι των ταινιών, ο αντίθετος πόλος που τονίζει την καλοσύνη των πρωταγωνιστών.
Θα ήταν άραγε η Χιονάτη τόσο αξιολάτρευτη αν δεν την καταδίωκε με τόση μανία η Κακιά μάγισσα; Ο Αλαντίν δεν θα μπορούσε να υπάρχει χωρίς τον Τζαφάρ, ούτε ο Ηρακλής χωρίς τον Αδη. Τα 101 σκυλιά της Δαλματίας μπορεί να ήταν πληκτικά χωρίς την Κρουέλα ντε Βιλ, όπως τα στρουμφάκια χωρίς τον Δρακουμέλ, ο Πίτερ Παν χωρίς τον Χουκ και ο Ρατατούης χωρίς τον κριτικό γεύσης Αντον Ιγκο.
Κάθε ταινία animation έχει τον «κακό» της, συνήθως έναν ήρωα με απωθημένα απέναντι στον πρωταγωνιστή ή σημαδεμένο από ένα χτύπημα της μοίρας, που μετατράπηκε σε οργή και φθόνο.
Πολύ συχνά οι κακοί των ταινιών που απευθύνονται στο οικογενειακό κοινό, έχουν κλέψει την παράσταση και είναι πιο αξιομνημόνευτοι από τους κεντρικούς χαρακτήρες. Τουλάχιστον στον κινηματογράφο, το να είναι κανείς κακός, συχνά είναι πιο διασκεδαστικό και προκαλεί περισσότερο γέλιο. Και όταν οι κακοί τιμωρούνται, μεταφέρουν το αίσθημα της απονομής δικαιοσύνης και της αίσθησης ότι το καλό κερδίζει και επιβραβεύεται.
Στην πρόσφατη παραγωγή οικογενειακών ταινιών οι κακοί διεκδικούν όλο και μεγαλύτερο ρόλο και φτάνουν στο σημείο να γίνουν ακόμη και πρωταγωνιστές. Στο «Toy Story 3», που προβάλλεται αυτό το διάστημα και στις ελληνικές αίθουσες, το ροζ αρκουδάκι Λότσο κερδίζει χρόνο στην οθόνη και εντυπώσεις από τον Γούντι και τον Μπαζ, ως αυταρχικός αρχηγός των παιχνιδιών ενός παιδικού σταθμού. Ο Λότσο είναι και ένας πλήρης χαρακτήρας, καθώς έχει μια σεναριακά απόλυτα τεκμηριωμένη πορεία από το καλό στο κακό και στην τιμωρία.
Αρκουδάκι πλασμένο για αγκαλιές, ο Λότσο προδίδεται από το κορίτσι στο οποίο ανήκε και από τότε αλλάζει στάση ζωής. Τέρμα οι αγκαλιές, σημασία έχει μόνο ο έλεγχος και η επιβολή.
Παρά την ισχυρή παρουσία του στο «Toy Story 3», o Λότσο παραμένει δευτεραγωνιστής. Σε δύο όμως ταινίες που θα βγουν μέσα στους επόμενους μήνες, οι πρωταγωνιστές είναι διασκεδαστικά μοχθηροί.
Στο «Εγώ ο απαισιότατος», που το περασμένο Σαββατοκύριακο έφτασε στο νούμερο ένα του αμερικανικού box office (αλλά στην Ελλάδα θα προβληθεί στις 25 Νοεμβρίου με τη φωνή του Γιάννη Ζουγανέλη), ο Στιβ Καρέλ δανείζει τη φωνή του στον Γκρου, έναν σούπερ κακό μυταρά, που περιστοιχίζεται από κίτρινα πλασματάκια. Εξοπλισμένος με κάθε είδους όπλο (ακτίνες σμίκρυνσης και πάγου, οχήματα με όπλα και οβίδες), ο Γκρου θέλει να κλέψει το φεγγάρι. Ομως θα πέσει μπροστά σε ένα εμπόδιο που δεν υπολόγιζε καν. Στο προάστιο όπου βρίσκεται το κρησφύγετό του, υπάρχουν τρία ορφανά κοριτσάκια που θα βρεθούν στον δρόμο του και στο άσχημο και γεμάτο κακία πρόσωπό του θα δουν έναν πιθανό πατέρα.
Οπως λέει ο παραγωγός του «Εγώ ο απαισιότατος», Κρις Μελεντάντρι, «η ιδέα να κάνουμε μια ταινία animation όπου πρωταγωνιστής είναι ένας κακός, είναι ασυνήθιστη και προκλητική. Μέχρι το τέλος της ταινίας, ο Γκρου έχει μεταμορφωθεί. Ομως, αυτή η μεταμόρφωση γίνεται δυνατή μόνο επειδή αρχικά χαρακτηρίζεται από πολλά κάθε άλλο παρά συμπαθητικά στοιχεία. Αν δεν είχε αυτή την αφετηρία, δεν θα εκτιμούσαμε τόσο τη διαδρομή που διανύει».
Σαν παρωδία του «Σούπερμαν» μοιάζει το «Megamind», με πρωταγωνιστή τον Γουίλ Φέρελ στον ομώνυμο ρόλο. Δύο υπερήρωες, αντίπαλοι από τη βρεφική ηλικία, είναι οι κεντρικοί χαρακτήρες της ταινίας. Ο Μέγκαμαϊντ με τον τεράστιο εγκέφαλο, αλλά την ουσιαστική ευφυΐα... κουκουτσιού, και ο Μέτρο Μαν, προσωποποίηση της τελειότητας και της καλοσύνης.
Εχοντας κατακτήσει τη θέση του «κακού» της Μέτρο Σίτι, ο Μέγκαμαϊντ βρίσκει διαρκώς μπροστά του τον «καλό» Μέτρο Μαν. Κάποια στιγμή και με πλήθος διαπλοκών, ο Μέγκαμαϊντ θα καταφέρει να βγάλει από τη μέση τον βασικό του αντίπαλο.
Και μετά τι; Η ζωή χωρίς αντίπαλο μπορεί να είναι εξαιρετικά πληκτική για έναν σούπερ κακό. Ετσι, ο Μέγκαμαϊντ, θα δημιουργήσει τον Τάιταν, έναν άλλον «καλό» ήρωα, ώστε να εξακολουθήσει κι αυτός να διατηρεί τη θέση του. Ομως, ο Τάιταν θα διαπιστώσει ότι έχει πλάκα να είσαι κακός και έχει μεγάλα σχέδια. Θέλει όχι απλώς να κατακτήσει τον κόσμο, αλλά να τον καταστρέψει αφού παίξει μαζί του. Τότε έρχεται η στιγμή των μεγάλων αποφάσεων για τον Μέγκαμαϊντ. Ο τεράστιος εγκέφαλός του θα δουλέψει έξυπνα έστω και για μια φορά; Και θα καταφέρει να πάρει τις σωστές αποφάσεις; Μέσα στη θεατρινίστικη κακία του, ο Μέγκαμαϊντ ίσως και να γίνει ένας εντελώς απρόσμενος ήρωας.
Στο «Megamind», που στην Ελλάδα θα προβληθεί τον Δεκέμβριο, εκτός από τον Γουίλ Φέρελ, ακούγονται οι φωνές του Μπραντ Πιτ (εκτός από εικόνα της τελειότητας τώρα είναι και η φωνή της καλοσύνης) και της Τίνα Φέι, ενώ ανάμεσα στα ονόματα των παραγωγών είναι και εκείνο του Μπεν Στίλερ.
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου