Τα Χριστούγεννα είναι περίοδος των δώρων, και για μένα (και δεν είμαι μόνο εγώ) το βιβλίο είναι ένα από τα δώρα που προτιμώ, τόσο να προσφέρω όσο και να δέχομαι. Τα Χριστούγεννα λοιπόν είναι και η γιορτή των βιβλίων. Η κρίση έχει χτυπήσει και το βιβλίο, αφού στους δύσκολους καιρούς οι περικοπές αρχίζουν από τα περιττά, και το βιβλίο καλώς ή κακώς θεωρείται μη απαραίτητο. Κάποιος αθεράπευτα αισιόδοξος ίσως να περίμενε να μην βλάψει τόσο πολύ τις πωλήσεις βιβλίων η κρίση, εφόσον είναι σχετικά φτηνή μορφή ψυχαγωγίας, αλλά δεν ξέρω αν μπαίνει στην ίδια ζυγαριά με όλες τις άλλες. Πάντως, οι φίλοι εκδότες και βιβλιοπώλες με τους οποίους συζητάω, μου λένε για δύσκολη περίοδο, και τις ίδιες εντυπώσεις έχω αποκομίσει κι εγώ.
Θυμάμαι το καλοκαίρι που είχα περάσει πολλές ώρες στον πάγκο ενός φίλου εκδότη σε κάποιο φεστιβάλ βιβλίου: πολλοί περνούσαν και φυλλομετρούσαν, λίγοι ρωτούσαν, ένας αγόρασε. Την ίδια εποχή μού είχαν πει ότι ένα σχετικά γνωστό βιβλιοπωλείο του κέντρου, όχι από τα πολύ μεγάλα, αλλά όχι και μικρό, έκανε σε μιαν ολόκληρη μέρα, μια Τρίτη, τζίρο 14 ευρώ.
Πέρα από την κρίση, το συμβατικό βιβλίο όπως το είχαμε γνωρίσει μέχρι πριν από καμιά δεκαπενταετία, δηλ. το βιβλίο που εκδίδεται από εκδοτικούς οίκους, τυπωμένο σε χαρτί, και πουλιέται από τούβλινα βιβλιοπωλεία, έχει πολλούς ανταγωνιστές. Θα περιμένατε να σας πω εδώ για τα ηλεκτρονικά βιβλία (ηλεβιβλία που μ’ αρέσει εμένα να τα λέω), που απειλούν να εκτοπίσουν (στο εξωτερικό) τα χάρτινα, ή για τα ηλεβιβλιοπωλεία που προσφέρουν τιμές ασυναγώνιστες είτε πρόκειται για ηλεβιβλία είτε για χάρτινα βιβλία (ξενόγλωσσα πάντως), ή ακόμη για τη διάδοση λαθραίων ηλεαντίτυπων, δηλαδή σκαναρισμένων βιβλίων που μπορεί κανείς να κατεβάσει από πηρτουπηράδικα και βαρεσάδικα (λέξεις δικής μου επινόησης, καταλαβαίνετε όμως τι εννοώ).
Προφανώς όλοι αυτοί οι μοντέρνοι ανταγωνιστές υπάρχουν και έχουν κι αυτοί κόψει ένα κομμάτι από την πίτα -την πιτούλα, πιο σωστά, που κοντεύει να συρρικνωθεί σε μέγεθος τάρτας. Ωστόσο, τα βιβλία που πουλιούνται σε βιβλιοπωλεία αντιμετωπίζουν κι άλλους, πιο συμβατικούς ανταγωνιστές. Αφενός, τα βιβλία που πουλιούνται σε άλλους χώρους, ιδίως σε σουπερμάρκετ, και αφετέρου τα βιβλία που προσφέρονται «δωρεάν», συνοδευτικά κάποιας εφημερίδας, ή σε χαμηλή τιμή, πάλι με πρωτοβουλία εφημερίδας. Για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή, το Βήμα προσφέρει κλασικά έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας, που αρχικά είχαν εκδοθεί από την Εστία, μαζί με το (κυριακάτικο) φύλλο του: προχτές είχε, αν πρόσεξα καλά, τη Λωξάντρα της Μαρίας Ιορδανίδου. Μαζί με άλλες προσφορές (σιντί μουσικής, ίσως και κάτι ακόμα), το πακέτο τιμάται 4,20 ευρώ (χωρίς την εφημερίδα κάνει ακριβότερα, είπε ένας αστείος). Άλλες εφημερίδες προσφέρουν άλλες σειρές. Τις περισσότερες φορές πρόκειται για βιβλία που κυκλοφορούν ήδη στην αγορά, πολλές φορές όμως προσφέρονται σε νέα βιβλιοδέτηση ή (θετικό αυτό) σε μονοτονικό ή υπάρχει μια ενιαία λογική στη σειρά, που συγκεντρώνει βιβλία που έχουν κυκλοφορήσει στο παρελθόν από διάφορους εκδοτικούς οίκους και είναι δυσεύρετα -τέτοια ήταν η σειρά του ΔΟΛ με βιβλία για τον Εμφύλιο.
Όλα καλά, αλλά υπάρχει κι ένα μεγάλο «αλλά». Το «αλλά» είναι ότι όλη αυτή η υπερπροσφορά πάμφθηνων και καλών βιβλίων αναπόφευγα δημιουργεί κορεσμό στο αναγνωστικό κοινό: όταν οι περισσότεροι αναγνώστες, λένε οι έρευνες, αγοράζουν κάτω από δέκα βιβλία τον χρόνο (αν σφάλλω, διορθώστε με παρακαλώ), εύλογο είναι τα περισσότερα από αυτά τα δέκα να είναι δωρεάν ή φτηνά βιβλία από προσφορές εφημερίδων· και τότε ποιος θα αγοράσει τα καινούργια βιβλία; Μα, φυσικά, οι λίγοι βαρεμένοι, οι αθεράπευτα βιβλιοφάγοι σαν την αφεντιά μου, που αγοράζουν δέκα βιβλία τον μήνα. Αυτοί όμως δεν αρκούν: κι έτσι, νομίζω, οι εκδοτικοί οίκοι που προσφέρουν τα βιβλία τους σε προσφορές, πρέπει να σκεφτούν μήπως πριονίζουν το κλαδί που πάνω του έχουν χτίσει τη φωλιά τους.
Κατά σύμπτωση, τον τελευταίο καιρό έχει ανάψει, τόσο στη μπλογκόσφαιρα με την ευρύτερη σημασία της λέξης, όσο και έξω από αυτήν, μια συζήτηση για το αν είναι ακριβό το ελληνικό βιβλίο ή το βιβλίο γενικώς. Μια αρχή είχε γίνει πριν από κανα μήνα, σε ένα ιστολόγιο, όπου η κοπέλα που γράφει είχε θυμώσει πολύ επειδή κάποια αγγλικά βιβλία που τα βρίσκει στο amazon.co.uk π.χ.. με 15 λίρες (18 ευρώ), στον Ελευθερουδάκη πουλιούνται π.χ. 38 ευρώ, άρα αισχροκερδής ο Ελευθερουδάκης ή γενικώς τα ελληνικά βιβλιοπωλεία. Ο συλλογισμός της ιστολόγου μπάζει από χίλιες πάντες, βέβαια. Αφενός, το ίδιο το amazon πουλάει πολύ φτηνότερα και από τα τούβλινα αγγλικά βιβλιοπωλεία. Για παράδειγμα, το πρώτο βιβλίο που πυροδότησε την αγανάκτησή της, που το amazon το δίνει 9,99 λίρες, έχει συνιστώμενη τιμή (RPP) στην Αγγλία 30 λίρες και υπάρχουν τούβλινα βιβλιοπωλεία, στην Αγγλία, που πουλάνε στην RPP ή κοντά σ’ αυτήν· στο amazon το έδιναν προσφορά. Έπειτα, ο Έλληνας βιβλιοπώλης πρέπει να προαγοράσει τα βιβλία, οπότε πρέπει να συνυπολογίσει και το ρίσκο να του μείνουν, και να αναγκαστεί να τα δώσει μισοτιμής. Για τον αγοραστή, φυσικά, το amazon είναι ίσως συμφερότερο (ίσως: διότι δεν προσφέρουν την ίδια υπηρεσία· ο ένας σου δίνει βιβλίο στο χέρι, ο άλλος σε μερικές μέρες), αλλά αυτό δεν κάνει αισχροκερδή τον τούβλινο βιβλιοπώλη!
Πριν προχωρήσω, μια παρατήρηση: αυτή τη στιγμή, το amazon δρα παρασιτικά σε βάρος των τούβλινων βιβλιοπωλείων, αφού πολλοί πελάτες μπαίνουν στο τούβλινο βιβλιοπωλείο, φυλλομετράνε τα βιβλία, διαλέγουν, και τελικά παραγγέλνουν από το ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο. Δεν ξέρω αν και πώς μπορεί να ρυθμιστεί αυτό· αν σκεφτώ επιβολή μικρού φόρου στις ηλεπωλήσεις που να πηγαίνει σε όσους έχουν υλικά σημεία πώλησης ως αμοιβή για τη διαφήμιση του υλικού προϊόντος (με τον ίδιο τρόπο που πληρώνουμε φόρο όταν αγοράζουμε άγραφες κασέτες ή δισκέτες) θα με πουν γραφειοκράτη που θέλω να καταπνίξω την πρόοδο. Όταν κλείσουν τα τούβλινα βιβλιοπωλεία, θα δούμε τη γλύκα.
Απόηχους της συζήτησης αυτής βρίσκουμε και σε άρθρο του Γιάννη Μπασκόζου στο Βήμα όπου, μεταξύ άλλων, παρατίθενται σχόλια αναγνωστών που θεωρούν πολύ ακριβό το ένα ή το άλλο μεταφρασμένο αγγλικό βιβλίο επειδή στο Amazon το πρωτότυπο πουλιέται π.χ. 7 λίρες (9 ευρώ) ενώ στην Ελλάδα 19 ευρώ. Εδώ ο φίλος που αγανακτεί συγκρίνει πράγματι μήλα με πορτοκάλια, διότι αφενός συγκρίνει ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία με τούβλινα και αφετέρου ξεχνάει πως το ελληνικό βιβλίο επιβαρύνεται με επιπλέον στοιχεία κόστους τα οποία μάλιστα πρέπει να αποσβεστούν σε πολύ λίγα αντίτυπα.
Συναφής συζήτηση γίνεται και στη Λεξιλογία, όπου ο φίλος Δρ Ζίμπενμαλ λέει μερικά πολύ σωστά πράγματα και βάζει το δάχτυλο στο σημάδι της πληγής, δηλαδή στον μικρό αριθμό αντιτύπων που μπορεί να προσδοκά να πουλήσει ο μέσος ελληνικός τίτλος· 2000 αντίτυπα, ας πούμε (και πολλά λέω: οι περισσότεροι τίτλοι δεν πιάνουν τόσα), ενώ μια αγγλική έκδοση μπορεί να προσδοκά είκοσι φορές τόσα· αυτό σημαίνει ότι ένα πάγιο έξοδο, π.χ. του επιμελητή και του διορθωτή, έστω 3000 ευρώ, επιβαρύνει με 3 ευρώ το αντίτυπο αν προσδοκάς να πουλήσεις 1000 κομμάτια, αλλά με 0,15 ευρώ το αντίτυπο αν οι πωλήσεις φτάσουν τις 20.000.
Παρεμπιπτόντως, το «δεν διαβάζω βιβλία στα ελληνικά» (επειδή τα μεταφρασμένα βιβλία είναι πανάκριβα, άρα προτιμούν να διαβάζουν το αγγλικό πρωτότυπο) το λένε πολλοί αλλά αμφιβάλλω αν έχουν την ίδια εμπειρία διαβάζοντας στα αγγλικά. Θέλω να πω, ο αριθμός των Ελλήνων (ή όποιων άλλων) που καταλαβαίνουν απόλυτα ένα απαιτητικό βιβλίο γραμμένο στα αγγλικά δεν πρέπει να είναι πάνω από τριψήφιος. Οι άλλοι νομίζουν ότι το καταλαβαίνουν απόλυτα, αλλά έχουν τρεις άγνωστες ή περίπου άγνωστες λέξεις στη σελίδα· οπότε, ακόμα κι αν δεχτούμε πως το βιβλίο είναι κακομεταφρασμένο στα ελληνικά, και πάλι περισσότερα παίρνει κανείς όταν διαβάζει το κακομεταφρασμένο παρά το πρωτότυπο (εκτός αν αναγνώστης είναι ο Λίγγρης και καμιά διακοσαριά, άντε πεντακοσαριά, άλλοι ή αν διαβάζουμε ποίηση, αλλά αυτοί που διαβάζουν ποίηση στα αγγλικά χωρίς να είναι αναγκασμένοι να δώσουν εξετάσεις είναι ακόμα λιγότεροι).
Και κλείνω αυτές τις σκόρπιες σκέψεις που περισσότερο είναι βάση για συζήτηση, με το κείμενο μιας φίλης του ιστολογίου που τις προάλλες άφησε ένα θυμωμένο σχόλιο στη σελίδα που έχω φτιάξει για το βιβλίο Φονικό μοιραίο βόλι του Θ. Λασκαρίδη.
Η φίλη αυτή με μάλλωσε επειδή έγραψα πως το βιβλίο του Λασκαρίδη υπάρχει στα κεντρικά βιβλιοπωλεία. Μεταφέρω το κείμενό της:
Γιατί μόνον από τα κεντρικά ή τα ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία, αγαπητέ;
Τα μικρά, κανονικά βιβλιοπωλεία στις γειτονιές-των οποίων οι ιδιοκτήτες πχ είναι οι ίδιοι βιβλιόφιλοι και παλεύουν μονάχοι να σταθούν όρθιοι και δεν χρωστάνε -να σου φέρω ένα πρόχειρο παράδειγμα- μισθούς στους εργαζομένους τους, αν έχουν δηλαδή και φυσικά δεν νταραβερίζονται με κανένα επώνυμο, άπλυτο, πολιτικό καθίκι για να κουκουλώσουν τα, όποια, κρυφά τους από δάνεια και επιδοτήσεις και επιχειρήσεις κοπανιστού αέρα, γιατί τα αποκλείεις; Κι αν δεν έχουν ένα βιβλίο, ξέρεις, μπορεί κάποιος να το παραγγείλει και αυθημερόν να το πάρει!
Με συγχωρείς κιόλας για το ύφος, […] Αλλά μας έχετε διαλύσει!
Κάτι με το βιβλιομάνι, πάκα με προϊόντα και τίποτα περισσότερο, που ντανιάζουν στα σουπερμάρκετ (!) οι εκδότες -αυτοί ντε, που απολύουν σωρηδόν κι εκδίδουν σκουπιδόν αλλά είναι πρώτοι στις μεγαλόσχημες δηλώσεις ότι παράγουν λογοτεχνία-κάτι με την νοοτροπία όλων σας, ως φαίνεται, περί κεντρικών, πολυμάγαζων
και μεγαλομεγάλων με τις μόστρες και τις ποσότητες και τα συναφή, εμείς που στην πραγματικότητα ανοίγουμε και κανένα βιβλίο και δεν τα έχουμε ως μισόκιλα από τελεμέ στα ράφια μας και έτσι συνεισφέρουμε, λέω, ένα τόσο δα ψιχουλάκι στην υπόθεση του βιβλίου, τι θα κάνουμε; Θα βάλουμε λουκέτο μιαν ώρα αρχύτερα και μετά θα συμπάσχετε. …
Δεν συμφωνώ με όλα όσα γράφει, αλλά κι εγώ αγαπώ τα μικρά κανονικά βιβλιοπωλεία της γειτονιάς, που δεν έχουν γίνει χαρτοπωλεία, και συχνά παραγγέλνω βιβλία από τα δύο της γειτονιάς μου, το τρίτο έκλεισε δυστυχώς, όσο κι αν επίσης με γοητεύουν τα μεγάλα και κεντρικά (δεν είναι πάνω από τέσσερα όσα αξίζουν). Και τα γιορτινά δώρα μου από το βιβλιοπωλείο της γειτονιάς τα πήρα, και προτείνω να κάνετε κι εσείς το ίδιο -ή τέλος πάντων να τα πάρετε από τούβλινο βιβλιοπωλείο. Έτσι κι αλλιώς, αν ψωνίσετε από το amazon δεν προλαβαίνετε την πρωτοχρονιά.
Υστερόγραφο, μια ασύστολη διαφήμιση: το βιβλίο του Λασκαρίδη «Το φονικό μοιραίο βόλι» (δική μου επιμέλεια και εισαγωγή) διατίθεται από τις εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου (Ζαλόγγου 9) και τις εκδόσεις Ευρασία. Τα άλλα δυο βιβλία που έβγαλα φέτος, δηλαδή τη νουβέλαΚάπου περνούσε μια φωνή του Λαπαθιώτη (δική μου επιμέλεια) και το καινούργιο, Λέξεις που χάνονται, υπάρχουν σε πολλά βιβλιοπωλεία και μπορείτε να τα παραγγείλετε κι από τον βιβλιοπώλη της γειτονιάς σας, αν τυχόν δεν τα έχει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου