Ο Γιάννης είναι 27 ετών, μιλάει με αργό ρυθμό – ο λόγος του συγκροτημένος, η φωνή του ήρεμη. Επί χρόνια βίωνε μία σκληρή κατάβαση μα τώρα –όπως λέει– ανθίζει. Χρήστης κάνναβης για χρόνια, βίωσε ψυχωσικά επεισόδια σε νεαρή ηλικία. Δίπλα του, ο ψυχίατρος Στέφανος Δημητρακόπουλος, επιστημονικά υπεύθυνος στις «ΠΝΟΕΣ Ath» και σε καθημερινή βάση έρχεται σε επαφή με ανθρώπους που αντιμετωπίζουν θέματα ψυχικής υγείας.
«Εκανα χρήση καθημερινά»
«Ξεκίνησα την κάνναβη όταν ήμουνα 15 χρονών, πήγαινα τρίτη γυμνασίου. Το πρότεινε ένας φίλος. Δεν έπινα αλκοόλ, οπότε δεν ήξερα πώς είναι να “φτιάχνεις κεφάλι”. Η πρώτη επαφή μου άρεσε, δεν αντιμετώπισα κάποιο θέμα, παράνοια ή οτιδήποτε σχετικό. Αυτό ήρθε στην πορεία. Ξεκίνησα να κάνω χρήση συστηματικά. Τον πρώτο καιρό “έπινα” δύο φορές την εβδομάδα μέχρι που ύστερα από ένα διάστημα δύο μηνών μπήκα στην καθημερινή χρήση. Στην αρχή είχα ωραίες εμπειρίες, γέλαγα με τους φίλους μου, τρώγαμε αρκετά. Είχα κάποια θέματα στο σπίτι, με είχε πειράξει πάρα πολύ ο χωρισμός των γονιών μου, οπότε ξεσπούσα έτσι χωρίς να το έχω καταλάβει».
Ενώ ο 27χρονος Γιάννης περιγράφει την κόλαση που έζησε, ο κ. Δημητρακόπουλος τον κοιτάζει και στα χείλη του σχηματίζεται ένα απαλό χαμόγελο. Ο γιατρός υπογραμμίζει ότι η χρήση κάνναβης σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ψυχωσικής διαταραχής. «Η κάνναβη δεν είναι τόσο αθώα όσο νομίζουμε», σημειώνοντας ότι η περιεκτικότητα σε τετραϋδροκανναβινόλη (THC) έχει αυξηθεί δραματικά, καθιστώντας την πιο ισχυρή. Ο κ. Δημητρακόπουλος σημειώνει ότι η ιστορία για τη σχέση της κάνναβης με την ψύχωση ξεκινάει από το 1990, αλλά τα τελευταία 20 χρόνια υπάρχουν περισσότερα δεδομένα.
Η χρήση πολλαπλασιάζει τον κίνδυνο εμφάνισης διαταραχών, όπως κατάθλιψη, διπολική διαταραχή και ψύχωση, ιδίως εάν ξεκινήσει σε νεαρή ηλικία. Οι παράγοντες που επηρεάζουν τις επιπτώσεις της χρήσης κάνναβης είναι η γενετική προδιάθεση και το περιβάλλον, καθώς αν είναι κακοποιητικό ή τραυματικό κατά την παιδική ηλικία, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ψυχικών προβλημάτων, ειδικά όταν συνδυάζεται με τη χρήση κάνναβης.
Ο 27χρονος Γιάννης είχε την ατυχία να βιώσει μία τραυματική διαδικασία με το διαζύγιο των γονιών του, αλλά ταυτόχρονα είχε και προδιάθεση.
Ο κ. Δημητρακόπουλος σημειώνει ότι αν κάποιος κάνει χρήση κάνναβης, με οποιονδήποτε τρόπο, οι πιθανότητες να αναπτύξει ψύχωση είναι πέντε φορές περισσότερες σε σχέση με κάποιον που δεν θα κάνει ποτέ. «Η ψύχωση, η ψυχωσική διαταραχή είναι ίσως από τις πιο σοβαρές ψυχιατρικές καταστάσεις που κάποιος βιώνει μια ρήξη με την πραγματικότητα. Δηλαδή δεν αναγνωρίζει τα όρια αληθινού και ψεύτικου».
«Μπορεί να αναπτύσσει ιδέες ότι τον καταδιώκουν, συνωμοτούν σε βάρος του, του την έχουν στημένη, θέλουν να του κάνουν κακό, θέλουν να τον βλάψουν, με αποτέλεσμα να αναπτύσσει μια αμυντική ή καχύποπτη, επιφυλακτική και ενίοτε επιθετική συμπεριφορά προς τους γύρω. Ολο αυτό μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες και για τον ίδιο και την οικογένειά του: να χάσει σχέσεις, δουλειά, φίλους. Αυτό λίγο πολύ είναι το πρώτο στάδιο των αρνητικών συνεπειών», τονίζει ο ψυχίατρος.
Το πρώτο επεισόδιο του Γιάννη
«Στα 19 μου, ήρθε το πρώτο ψυχωσικό επεισόδιο και νομίζω ότι το “μαύρο” το πυροδότησε. Είχα αρκετές έμμονες ιδέες, πολλές καχυποψίες, πριν έρθω σε πικ. Σκεφτόμουν τι μπορεί να σκέφτεται ο άλλος για μένα σε πολύ μεγάλο βαθμό. Είχα διάφορες παρανοϊκές ιδέες σε σχέση με τους ανθρώπους και με τον εαυτό μου και ξεκίνησα να κλείνομαι περισσότερο. Στο πρώτο μου ψυχωσικό επεισόδιο, έκανα μια έκρηξη. Είχα διάφορες περίεργες ιδέες: ότι επικοινωνώ με το σύμπαν, ότι ξέρω περισσότερα πράγματα από ό,τι οι άλλοι άνθρωποι και κάθε φορά που “έπινα μαύρο” γινόταν όλο και πιο έντονο, μου προξενούσε μεγάλες εντάσεις. Αυτό το βίωνα για μικρά διαστήματα που είχα τα μεγάλα επεισόδια και κατά τη διάρκεια των υπόλοιπων ημερών είχα απλά πολλές καχυποψίες».
Μολονότι ήθελε να απαγκιστρωθεί από αυτή την κατάσταση, ο Γιάννης αδυνατούσε να βρει διέξοδο. «Είχα συνείδηση, μιλούσα με τον εαυτό μου και καταλάβαινα ότι μου κάνω κακό. Το βίωσα πάρα πολύ έντονα. Και σε σχέση με άλλες ουσίες, μου δημιουργούσε περισσότερη σύγχυση. Εκανα χρήση ηρεμιστικών διότι άκουγα φωνές μες στο κεφάλι μου – με βοηθούσαν στο να μένω ήρεμος. Ηταν κυρίως η δική μου φωνή, δεν άκουγα ξένες, όχι σε τόσο μεγάλο βαθμό, αλλά όλα αυτά ήταν πάρα πολύ καταναγκαστικά».
Σε ηλικία 19 ετών νοσηλεύεται και ξεκινά θεραπεία. «Δεν την έκανα συστηματικά, είχα άρνηση. Δεν ήθελα. Στα 23, πήρα τα πρώτα μου χαμπάρια. Τότε, φτάνω σε ένα τέλμα, λέω στον εαυτό μου ότι θέλω να κάνω κάτι για μένα, λίγο να το δουλέψω. Οπότε γνώρισα και τον γιατρό μου».
Ο κ. Δημητρακόπουλος επισημαίνει ότι κάποιος που κάνει πολυετή χρήση μπορεί να βιώνει συμπτώματα από ψευδαισθήσεις, παρανοϊκές παραληρηματικές ιδέες, μέχρι σοβαρή αβουλησία, μειωμένη αυτοφροντίδα, μειωμένο κίνητρο.
«Ηθελα να με δω να ανθίζω»
Ο Γιάννης δεν άντεχε τον εαυτό του: «Δεν μ’ άρεσε αυτό που έβλεπα στον καθρέφτη. Είχα βρεθεί σε πολύ σκοτεινά μονοπάτια μες στις σκέψεις μου, είχα απομονωθεί από διάφορες παρέες, φρόντιζα μόνο να εξυπηρετώ τη χρήση μου και έγραφα στίχους, οπότε κλεινόμουν. Δεν πήγαινε άλλο, ένιωθα ότι ψυχικά δεν μπορούσα να αντεπεξέλθω στον έξω κόσμο. Δεν μ’ άρεσε που αποξενωνόμουν τόσο. Οπότε, έχασα φιλίες, βλέποντας εμένα σε άθλιες καταστάσεις, και είχα συμπεριφορές οι οποίες δεν μ’ αρέσουν. Δηλαδή, πέραν του ότι κλεινόμουν πάρα πολύ, ήμουν αντιδραστικός. Εκλεψα κάποιες φορές, έκανα τέτοια πράγματα, προκειμένου να συντηρήσω τη χρήση μου. Και δεν μου άρεσε ο αντίκτυπος που είχα στους άλλους ανθρώπους: με βλέπανε και δεν με υπολογίζανε. Αφηνα πίσω υποχρεώσεις με τη σχολή μου – πήρα τελικά το πτυχίο, αλλά άφησα χρόνο να περάσει και να χαθεί. Στένευε ο κλοιός. Δεν υπολόγιζα πρωτίστως εμένα και ήθελα να το αλλάξω, να με δω να ανθίζω κατά μια έννοια. Οπότε μίλησα και με την οικογένειά μου, γνωρίστηκα με τον γιατρό μου, ξεκίνησα να παίρνω συστηματικά και με συνέπεια μια φαρμακευτική αγωγή. Με δική μου απόφαση».
Η αμφίδρομη σχέση
Ο κ. Δημητρακόπουλος χαρακτηρίζει τη σχέση της κάνναβης με την ψύχωση αμφίδρομη και περίπλοκη. «Κάποια άτομα που έχουν ευαλωτότητα να αναπτύξουν ψύχωση, έχουν προδιάθεση να κάνουν περισσότερο κάνναβη ως αυτοΐαση γιατί έχουν άγχος, γιατί έχουν κατάθλιψη, γιατί έχουν διαταραχές ύπνου και από την άλλη, η χρήση της κάνναβης μπορεί να πυροδοτεί ή να διαμορφώνει μια ευαλωτότητα για την ανάπτυξη ψύχωσης. Κάνεις κακό στον εαυτό σου προσπαθώντας να κάνεις καλό στον εαυτό σου». Και υπογραμμίζει τη διπλή σχέση: Δεν είναι μόνον η γενετική προδιάθεση, αλλά και το περιβάλλον που ζει κανείς: αν έχει καταστάσεις bullying, κακοποίησης, μεγαλώνεις χωρίς γονείς, αν το περιβάλλον εν γένει είναι κακοποιητικό ή τραυματικό, «τότε ασχέτως κληρονομικότητας υπάρχει μια ευαλωτότητα και η χρήση της κάνναβης μπορεί να οδηγήσει στην ψύχωση».
«Δίνω αγάπη στη διαδικασία»
Ο Γιάννης ξεκίνησε τις τακτικές επισκέψεις στον γιατρό, κάτι που –όπως λέει– τον βοήθησε, καθώς παρακολουθούσαν την πορεία του.
«Το πρώτο διάστημα δεν είχα μάθει πώς λειτουργεί η σχέση γιατρού με ασθενή, οπότε έκρυβα κάποια πράγματα, δεν τα έλεγα όλα. Χρειάζεται ειλικρίνεια. Ηταν η δική μου εμπειρία, αν δεν ήμουν ειλικρινής, δεν θα μπορούσαμε να δούμε τι να κάνουμε στη θεραπεία και πώς μπορεί να λειτουργήσει για μένα, γιατί είχαν αλλάξει και κάποια φάρμακα, οπότε χρειάστηκε η ειλικρίνειά μου. Ηταν πολύ σημαντικό όταν επέλεξα να ξεκολλήσω από την άρνηση και να πω: “Γιάννη, εμπιστεύσου τον άνθρωπο, είναι εδώ για σένα”. Οπότε σιγά σιγά χτιζόταν μια σχέση εμπιστοσύνης».
Κατόπιν, στα 25 του, ήρθε η ψυχοθεραπεία που σε συνδυασμό με τη φαρμακευτική αγωγή τον βοήθησε πολύ.
«Αρχισα να μαθαίνω τον εαυτό μου, συνειδητοποίησα τι θέλω. Στην αρχή έκανα κάποιες υποτροπές γιατί είναι δύσκολη η διαδικασία, χρειάζεται θέληση. Οπότε πήγα σε κάποια προγράμματα προκειμένου να κόψω ενώ πλέον είμαι καθαρός. Δεν πίνω ούτε αλκοόλ, προσπαθώ να ζω νηφάλιος γιατί βασιζόμουν στις ουσίες κι έκρυβα τα συναισθήματά μου. Ημουν στεναχωρημένος, τσαντισμένος, χαρούμενος. Επρεπε να πιω προκειμένου να μπορέσω να διαχειριστώ τα συναισθήματά μου, κάτι το οποίο δεν μου επέτρεπε να ζω συνειδητά. Αυτό το πράγμα με έκανε κι έσκασα. Σήμερα δεν πίνω γιατί θέλω να ζω καθαρός. Θέλω να αισθάνομαι, να ζω την κάθε στιγμή».
Πλέον κοιτά από ασφαλή απόσταση τον παλιό του εαυτό, νιώθει τις διαφορές, έχει αντίληψη του πόσο μακρύς ήταν ο δρόμος.
«Τώρα μαθαίνω να ζω, να διαχειρίζομαι τη ζωή μου και τα συναισθήματά μου χωρίς να πίνω. Ηταν μια πορεία που διήρκεσε 12 χρόνια στη χρήση, οπότε χρειάζεται να εμπιστευτώ κάποιους ανθρώπους. Οι σχέσεις με τους άλλους έχουν αλλάξει. Εχουν βελτιωθεί με τους γονείς, με τους φίλους. Εχω κάνει καινούργιες παρέες και έχω κρατήσει και κάποιες, τις οποίες εκτιμούσα πολύ. Εχω φύγει από κακοτοπιές, δεν συναναστρέφομαι ανθρώπους οι οποίοι ενδεχομένως να μου έκαναν και να τους έκανα κακό. Οι γονείς μου με εμπιστεύονται περισσότερο, μπορούμε να κάνουμε συζητήσεις και με τους φίλους μου, με παιδιά τα οποία είχαμε ανέκαθεν καλή σχέση, αλλά δεν με εμπιστεύονταν τόσο και είχαν αμφιβολίες για την πορεία μου».
Δίνω αγάπη σε όλη αυτή τη διαδικασία. Δεν το κάνω με το στανιό. Χρειάζεται να θες για να κόψεις. Να το έχεις βάλει στόχο.
«Είχα πάει σε διάφορα προγράμματα και θυμάμαι είχα καρφιτσώσει πάνω από το κρεβάτι μου ένα flyer που έλεγε: Αγάπα, νιώσε, γέλα χωρίς ουσίες. Μου είχε κάνει εντύπωση. Είχα δει κι άλλους ανθρώπους οι οποίοι είχαν βιώσει το όλο κομμάτι της χρήσης και ήταν πλέον εκτός, σε πλήρη αποχή και μου άρεσε. Εβλεπα κάτι σ’ αυτούς τους ανθρώπους, ακόμα βέβαια δεν είχα πάρει τα χαμπάρια μου, συνέχιζα να πίνω… αλλά μπήκε ο σπόρος», καταλήγει.
Οι κίνδυνοι για την υγεία του εγκεφάλου: Οπως εξηγεί ο κ. Δημητρακόπουλος: «Κινούνται σε δύο επίπεδα: Το ένα είναι τι επίδραση έχει στον εγκέφαλο και δεύτερον τι ρίσκο έχει σε σχέση με την εμφάνιση ασθενειών, ψυχιατρικών διαταραχών, σε σχέση με την υγεία του εγκεφάλου. Ιδιαίτερα στην εφηβεία, όπου ο εγκέφαλος και τα δίκτυά του ωριμάζουν και αναπτύσσονται, επειδή λειτουργεί στα νευροδιαβιβαστικά συστήματα, μπορεί να έχει σειρά επιδράσεων, όπως διαταραχές στη μνήμη, στη συγκέντρωση, στην προσοχή, σε επίπεδο νευρονοητικό, αλλά και σε επίπεδο συμπεριφοράς: Κάποιος να είναι α-motivational, δηλαδή να έχει το σύνδρομο έλλειψης κινήτρου, να μην προσπαθεί για τη ζωή του».
Ο κίνδυνος της σχιζοφρένειας: «Είναι σημαντικό να πούμε ότι η χρήση της κάνναβης συνδέεται με σοβαρές ψυχιατρικές παθήσεις, μεταξύ των οποίων η κατάθλιψη, η διπολική διαταραχή, η ψύχωση. Ενίοτε τα ψυχωσικά συμπτώματα –όπως αυτά που ανέφερα– μπορεί να εξελιχθούν σε σχιζοφρένεια. Η σχιζοφρένεια είναι μια χρόνια και πολύ σοβαρή, ψυχιατρική διαταραχή που για έναν αριθμό ανθρώπων συνεπάγεται σημαντική έκπτωση όσον αφορά τη λειτουργικότητα, την ικανότητα να εργαστούν, να σπουδάσουν, να έχουν φίλους, να έχουν υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις».
Οσο πιο νωρίς σε ηλικία γίνει χρήση, τόσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος: «Οσο πιο νωρίς ξεκινάει τη χρήση κάνναβης κάποιος, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα να αναπτύξει ψύχωση νωρίτερα – μέχρι και έξι χρόνια νωρίτερα. Αυτό έχει να κάνει και με τη γενετική βιολογική προδιάθεση. Αν δεν έχει προδιάθεση, έχει μικρότερες πιθανότητες να αναπτύξει ψύχωση. Αλλά τη στιγμή που κάνει χρήση, αυξάνει από μόνος του τις πιθανότητες. Επίσης, όσο πιο νωρίς ξεκινήσει κάποιος τη χρήση, τόσο πιο δύσκολα θα επανέλθει. Η διαδικασία ανάρρωσης και επούλωσης πιο μακροχρόνια και δύσκολη. Κάποιος στα 30-35 του έχει ωριμότητα και εμπειρία στη διαχείριση τραυμάτων. Εχει αυτονομηθεί σε έναν βαθμό, έχει διαμορφωθεί και σε επίπεδο βιολογικής ευαλωτότητας ο εγκέφαλός του έχει ωριμάσει. Είναι διαφορετικό να κάνει χρήση από τα 15, γιατί ο εγκέφαλος επηρεάζεται με τοξικό τρόπο. Αυτό που έχει σημασία να τονιστεί είναι ότι όσο πιο νωρίς αρχίσει κάποιος, τόσο πιο δύσκολα γίνονται τα πράγματα. Οπότε, μακριά από ουσίες, από τη χρήση κάνναβης, ιδιαίτερα στην εφηβεία, όταν ο εγκέφαλος ακόμα αναπτύσσεται και η προσωπικότητα διαμορφώνεται».
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου