Γεννήθηκε στη Δυτική Γερμανία. Στα εννιά της χρόνια, ήρθε στο Μαυρονέρι του νομού Κιλκίς και αργότερα στη Θεσσαλονίκη, όπου τελείωσε το Λύκειο της Αμερικάνικης Γεωργικής Σχολής. Πτυχιούχος της Σχολής Νηπιαγωγών Καρδίτσας και του Παιδαγωγικού Τμήματος Νηπιαγωγών του Α.Π.Θ. Συνταξιοδοτήθηκε το 2020 από την εκπαίδευση. Ασχολήθηκε με συγγραφή χρονογραφημάτων στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη – Μακεδονία». Δίδαξε παιδική λογοτεχνία στα Εργαστήρια Βιβλίου του Ιανού. Είναι δημιουργός του βραβευμένου blog www.filanagnosiaprogram.blogspot.com.
Το 1996 κυκλοφόρησε το πρώτο της βιβλίο από τις Εκδόσεις Πατάκη, ενώ από το 2005 εκδίδει τα βιβλία της στις εκδόσεις Ψυχογιός. Το βιβλίο «Με λένε Πρόμις» συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο The White Ravens το 2007. Το βιβλίο της «Η Ξένη στον Ρήνο» εισήλθε το 2020 στη Βραχεία Λίστα Εφηβικού Βιβλίου από τον Κύκλο Παιδικού Ελληνικού Βιβλίου. Με αφορμή το μυθιστόρημά της «Γκασταρμπάιτερ, η οδυνηρή φυγή», η σκηνοθέτιδα Κωστούλα Τωμαδάκη, της πρότεινε να πάρει μέρος στο ντοκιμαντέρ «Η μάνα των σταθμών», που μέσα στο 2022 θα προβληθεί σε αίθουσες του εξωτερικού και εσωτερικού, κυρίως σε Φεστιβάλ, ενώ θα προβληθεί και στην ΕΡΤ που είναι χορηγός του.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Ψυχογιός το βιβλίο «Θα έδινα τα πάντα» (εικονογράφηση Έφη Λαδά), μια σπονδυλωτή ιστορία από δεκατέσσερα κομμάτια που συγκλίνουν και τέμνονται στις δύο αρχετυπικές έννοιες, την ανάγκη και την ομορφιά, έτσι όπως τις βιώνουν και τις ξεδιαλέγουν τα παιδιά του κόσμου.
Πώς ήταν τα παιδικά σου χρόνια στο Waldsassenτης της Δυτικής τότε Γερμανίας; Πόσο σε καθόρισαν;
Στο Waldsassen γεννήθηκα, ήμουν το πρώτο παιδί Ελλήνων μεταναστών. Σε αυτόν τον μικρό τόπο είχε προωθηθεί μια αποστολή Ελλήνων για να εργαστούν στην Porselain Fabric, μαζί και η μητέρα μου και αργότερα ο πατέρας μου. Ύστερα οι γονείς μου μετακινήθηκαν στο Momlingen κοντά στο Aschaffenburg και το Obernburg, που από όσο θυμάμαι ήταν και ένα από τα σχολεία μητρικής γλώσσας που πήγα εκεί. Ήμουν από πολύ μικρή υπεύθυνη. Και πώς να μην ήμουν; Οι γονείς μας εργάζονταν με βάρδιες και υπήρχαν δυο παιδιά που κάποιες ώρες ήμασταν μόνα, άρα είχα αναλάβει ευθύνες. Για να πάρουμε το λεωφορείο για το σχολείο, νύχτα ακόμη, έπαιρνα από το χέρι τον αδερφό μου και με προσοχή τον οδηγούσα μέχρι τη στάση για να το προλάβουμε. Ή στο σχόλασμα φτάναμε μια ώρα τουλάχιστον νωρίτερα και ήμασταν μόνα μέσα στο σπίτι μέχρι να σχολάσει ένας από τους δύο γονείς. Εγώ μας φρόντιζα.
Από την άλλη θυμάμαι τις μαζώξεις, τα παιχνίδια με τα ξαδέρφια μου, τους φίλους μου, Κώστα και Φάνη, παιδιά φίλων της οικογένειας. Περισσότερο θυμάμαι τον πατέρα να μας μιλά για την πατρίδα, να μας μαθαίνει την ιστορία, να ακούμε από τα χείλη του τη μυθολογία, τα μαθηματικά, αφού εκείνα τα χρόνια μόλις άρχισαν να εμφανίζονται σχολεία μητρικής γλώσσας, άρα μαθαίναμε τα στοιχειώδη και ίσως και λιγότερα.
Κυρίως όμως με στιγμάτισε θετικά η ώρα του ραδιοφώνου, η ώρα της φωνής της Deutche Welle. Ήταν το μέσο για να ακούει κανείς – κι εγώ ανάμεσά τους- τα νέα της πατρίδας, τα τραγούδια του Μίκη, του Κουγιουμτζή και όλα αυτά με τον πατέρα μου παρέα και με τα σχόλιά του, τις θέσεις του να με σημαδεύουν ως άνθρωπο.
Συγχρόνως, μαζί με την υπευθυνότητα, είχα μάθει από τον πατέρα μας να μιλώ χαμηλά μην τύχει και μας ακούσει κάποιος και να προσέχω τι λέω και που, βλέπετε οι σπιούνοι είχαν φτάσει και εκεί. Όσοι ήταν ήδη κυνηγημένοι από την πατρίδα για τα πολιτικά τους πιστεύω, όπως ο πατέρας μου, δεν περνούσαν καλύτερα στην ξενιτιά. Αυτά ως παιδί δεν τα καταλάβαινα, ούτε ακόμη μπορούσα να γνωρίζω την ιστορία του δικού μου πατέρα. Όλα αυτά και πολλά ακόμη με έκαναν σιωπηλή, εσωστρεφή και για μεγάλο διάστημα μέχρι την εφηβεία μου, γεμάτη φόβους. Ωστόσο επειδή υπήρξα, όπως έχω ξαναπεί, παιδί βαλίτσα έγινα ανεξάρτητη με αυτά τα πέρα δώθε, υπεύθυνη και χαμηλών τόνων.
Έρχεσαι στην Ελλάδα επί Χούντας. Ποια κατάσταση συναντάς τότε; Θυμάσαι πράγματα; Ήσουν μόλις εννέα ετών…
Από την ώρα που γεννήθηκα μέχρι τα εννιά μου με έφεραν και μετά με πήραν πάλι κοντά τους στην Γερμανία δύο φορές. Την πρώτη με άφησαν κοντά ενός έτους μόνη με την γιαγιά και τον παππού. Αργότερα όταν γεννήθηκε και ο αδερφός μου, μας πήραν και μας έφεραν στην αδερφή της μητέρας μου και τον σύζυγό της, γιατί δεν υπήρχαν σχολεία οργανωμένα. Το γερμανικό το εγκαταλείψαμε και αυτό γιατί ο ίδιος δεν μπορούσε να μας βοηθήσει στη μελέτη και ήθελε πάση θυσία να σπουδάσουμε. Βρεθήκαμε σε ένα σπίτι που μας προστάτευσε και μας αγαπούσε, αλλά δίχως τους γονείς μας. Έτσι εγώ πάλι δίπλα στον αδερφό να του κρατώ το χέρι, να τον νοιάζομαι, σε ένα νέο σχολικό περιβάλλον μαζί με την άγνωστη κοινωνία του χωριού. Φοβισμένη, μαζεμένη. Ήθελα να είμαι αόρατη.
Συγχρόνως ταλαιπωρούμουν με την ελληνική γλώσσα, κάτι που πάλεψα και συνεχίζω μέχρι τώρα. Ξέρετε πόσο δύσκολα ήταν όλα αυτά για ένα παιδί; Είναι και πολλά ακόμη που τα βίωνα δίχως ακόμη να τα καταλαβαίνω και αφορούσαν διαλόγους που έφταναν στα αυτιά μου. Για παράδειγμα «Α, το παιδί του αριστερού!» Ή τον πρώτο καιρό που φτάσαμε «Α, μιλάς για το γερμανάκι…». Ευτυχώς, όμως, όσο κυλούσε ο καιρός εκείνα τα δυο χρόνια δίχως τους γονείς μας, μου στάθηκαν δυο τρεις φίλοι που μπήκαν στη ζωή μου. Σίγουρα καμιά σχέση δεν είχε η ζωή που είχαμε ως παιδιά στο εξωτερικό με την εδώ Ελλάδα.
Στα χωριά δεν υπήρχαν δρόμοι, ένα λεωφορείο, το θυμάμαι ακόμη, να αγκομαχά για τη Θεσσαλονίκη, νωρίς το πρωί και με το βραδινό επιστροφή. Νερό κουβαλούσαμε από τη βρύση στη ρεματιά. Γενικά, εκτός από τα παιδιά που παίζαμε ελεύθερα, ένιωθα τη σιωπή των ενηλίκων. Οι γονείς μας ήρθαν με την μεταπολίτευση και την αποκατάσταση της δημοκρατίας στη χώρα. Πάντα θα θυμάμαι τη στιγμή που έδειχνε η τηλεόραση τα γεγονότα και αναφερόταν στην πτώση της Χούντας και εμένα να ρωτάω την αγαπημένη θεία μας: «Θεία, τώρα θα γυρίσουν;»
Η έλευση στην Ελλάδα άλλαξε την προέφηβη τότε Έλενα; Ή έχασε για καιρό τα πατήματά της;
Μέχρι τα δεκαπέντε μου κουβαλούσα την εσωστρέφεια, κρυβόμουν, ήμουν φοβισμένη αλλά σαν έφυγα από το χωριό για το Λύκειο της Αμερικανικής Γεωργικής Σχολής στη Θεσσαλονίκη νομίζω αναγεννήθηκα. Σιγά σιγά απέκτησα αυτοπεποίθηση, μεταμορφώθηκα χάρη στους δασκάλους μου και όσων βίωσα μέσα στο νέο σχολείο μου. Θέατρα, διαβάσματα βιβλίων, δρώμενα γύρω από τον πολιτισμό, όλα αυτά συνέβαιναν τότε μέσα εκεί και συμμετείχα πλέον σε όλα. Στη Σχολή δεν πηγαίναμε μόνο σχολείο. Διαμέναμε όλοι μέσα σε αυτήν την πανέμορφη κοινότητα, μέσα στο πράσινο, με ζώα, μελίσσια, κτήματα, κήπους, θερμοκήπια και συμμετείχαμε κατά περιόδους όλοι οι φοιτούντες.
Έτσι, η μικρή Ελένη από την γωνία βγήκε και πήρε θέση σε ότι της ταίριαζε και ότι γέμιζε την ψυχούλα της. Διάβαζε πολύ, αρίστευσε και συνέχισε να παλεύει με τη Γλώσσα. Κάπως έτσι συστήθηκε στη ζωή της, Ελένη για τον πατέρα μέχρι το τέλος της ζωής του. Έλενα για τον αδερφό και για όλους τους άλλους που μπήκαν και συνεχίζουν στη ζωή μου.
Τι σου έμεινε από τη μεγάλη καριέρα σου ως νηπιαγωγός;
Μεγάλη κουβέντα, αλλά θα σου απαντήσω με μια πρόταση: Πήρα πολύ και έδωσα αγάπη. Με πάθος και σεβασμό προσπάθησα να μυήσω στη λογοτεχνία τους μαθητές και μαθήτριές μου, παράλληλα με τις αξίες μου και νομίζω ότι σε μεγάλο βαθμό το πέτυχα. Τα ίδια και από τη θέση της υπεύθυνης νηπιαγωγού για έξι έτη στην πρακτική άσκηση στο ΤΕΠΑΕ ΑΠΘ. Τη λάτρεψα την εκπαίδευση και μέχρι τέλους ήθελα να είμαι εκατό τοις εκατό κοντά στο παιδί με έγνοια. Αυτό γύρισε πίσω. Συγκινούμαι όταν μου γράφουν, όταν μου μιλούν οι μαθητές και οι μαθήτριές μου σήμερα∙ και ευτυχώς είναι πολλοί.
Πώς στράφηκες προς τη συγγραφή; Έγραφες από μικρή; Έγινε κάποιο ξαφνικό κλικ;
Το 1975 που γύρισαν οι δικοί μου από το εξωτερικό, πήγαμε στο σπίτι μας. Από τότε με θυμάμαι να κάνω «τις ιστορίες του νου». Καθημερινά και με ποικιλία θεμάτων, κοιτώντας τα σχήματα στην αρχή που σχημάτιζαν τα σύννεφα. Όταν ενηλικιώθηκα και έπαψα να κοιτώ ψηλά, τότε η ανάγκη μεγάλωσε, μέσα μου κάτι με έπνιγε και έτσι το 1996 έγραψα την πρώτη μου ιστορία που έγινε και το πρώτο βιβλίο μου από τις εκδόσεις Πατάκη, πριν 25 χρόνια.
Από το «Φιλαρέτη και Πάτη», λοιπόν, το 1997, έχουν περάσει 25 χρόνια. Πόσο άλλαξε ως συγγραφέας και πόσο ως άνθρωπος η Έλενα;
Ως άνθρωπος σίγουρα αυτό που βελτίωσα είναι να φιλτράρω όσα συμβαίνουν γύρω μου. Να ψάχνω το καλό στον καθένα, γιατί υπάρχει. Τώρα όσον αφορά στη γραφή, νομίζω ότι έχω δρόμο ακόμη. Για αυτό που είμαι σίγουρη είναι ότι πάντα, σε κάθε κείμενό μου, άλλοτε κρυμμένες και άλλοτε φανερά, υπάρχουν και θα υπάρχουν αξίες ζωής. Σίγουρα έχω τις σταθερές μου, αλλά έχω πετάξει πολλά που νόμιζα ότι είναι ακλόνητες αλήθειες. Στη γραφή μου αρέσει να πειραματίζομαι.
Ας πάμε στο νέο σου βιβλίο που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός. «Θα έδινα τα πάντα». Μίλησέ μας για εκείνο το ντοκιμαντέρ που αποτέλεσε αφορμή για αυτή την ιστορία…
Παρακολουθώντας τον Σεπτέμβριο του 2020 το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ της κρατικής τηλεόρασης «Ο δρόμος προς το σχολείο», που βρισκόταν σε εξέλιξη από το 2013, με 199 μικρούς ήρωες από όλη τη Γη, άκουσα μια Νορβηγίδα δέκα ετών, που έβλεπε μόνο σκιές, να λέει πως θα έδινε τα πάντα για να δει τα χρώματα. Αυτό το «Θα έδινε τα πάντα» ήταν τόσο ισχυρό, που με οδήγησε να γράψω αυτήν την ιστορία.
Δεν έγινε συνειδητά, γιατί θυμάμαι πως μεσάνυχτα πετάχτηκα όρθια, πήρα θέση και σαν χείμαρρος βγήκαν από μέσα μου όλες αυτές οι αλήθειες της ζωής, οι αξίες που συναντάμε μέσα στο βιβλίο. Φυσικά ακολούθησε για καιρό πολλαπλή δουλειά, βελτίωση, θέλοντας συνειδητά πλέον να προκαλέσω τον αναγνώστη και την αναγνώστρια να αναρωτηθεί, να αντιληφθεί ότι τίποτε δεν είναι δεδομένο στη ζωή: ειρήνη, επάρκεια τροφής, ανθρώπινες σχέσεις. Θα αναρωτηθεί και θα καταλήξει πως ακόμη και ένα μεταχειρισμένο ποδήλατο που δεν το χρειάζεται κάποιος, για κάποιον άλλον έχει μεγάλη αξία. Θα αναλογιστεί για τη χρησιμότητα του σιταριού ή για το ένα ποτήρι γάλα. Πολύ περισσότερο για την αξία της οικογένειας και της ύπαρξης των φίλων, των ζώων στη ζωή του. Θα μπει, επίσης, στη διαδικασία να ανακαλύψει μέσα του, αλλά και γύρω του την αγάπη και να την αποκαλύψει. Πιστεύω, τέλος, ότι θα του βάλει τον σπόρο για να πιστέψει πως όλα θέλουν αγώνα και επαγρύπνηση. Σίγουρα πολλά ακόμη θα γεννηθούν, γιατί κάθε ανάγνωση γεννά πολλά ξεχωριστά και διαφορετικά, είτε συναισθήματα, είτε μηνύματα και σκέψεις.
Οι ήρωές σου είναι διαφορετικοί και καθένας προσεγγίζει και μια άλλη έννοια, από το σχολείο, τη φιλία, την πρόσβαση στην τροφή, τη βιοποικιλότητα, μέχρι την επαφή με τη φύση, τον σεβασμό στα ζώα, την ειρήνη, την οικογένεια, την αειφορία, τη νοσταλγία, την απώλεια. Μίλησέ μας για τις επιλογές σου αυτές. Είναι ο αξιακός κώδικας που προτείνεις στους αναγνώστες σου;
Για μένα ήταν και είναι μια φωνή. Μπορεί να ήταν η φωνή ενός αγοριού ή κοριτσιού. Μπορεί γυναίκας, αλλά και άνδρα. Εδώ μπήκε η μοναδική εικονογράφηση της Έφης Λαδά και έδωσε τη δική της νέα ανάγνωση στην ιστορία με απόλυτη επιτυχία. Όλα όσα «θα έδινα τα πάντα» είναι ο αξιακός μου κόσμος από παιδί. Έτσι μεγάλωσα, ασφαλώς ακολούθως πρόσθεσα και άλλα. Αυτές είναι οι αξίες στη ζωή μου και για αυτές ήθελα και θέλω να παλεύω κάνοντας και άλλους οπαδούς.
Η ευγνωμοσύνη για το δώρο της ζωής είναι η βασική έννοια, δεξιότητα θα τη χαρακτήριζα, που διέπει τη φράση «θα έδινα τα πάντα»;
Αν η ζωή δεν είναι δώρο, τότε τι είναι; Το να βλέπεις τον ήλιο καθημερινά. Να έχεις μια αγκαλιά, ανθρώπους με κέφι και τροφή, δίχως φόβο και άδεια ψυχή, αυτό είναι η ζωή.
Η συνεργασία με την Έφη Λαδά πώς κύλησε; Αυτές οι εκπληκτικές μορφές δεσπόζουν σε όλη την εικονογράφησή της…
Όνειρο ήταν να συνεργαστώ μαζί της. Και, να που ήρθε η στιγμή. Λόγω απόστασης, μιλήσαμε όσο έπρεπε, ουσιαστικά και αναλυτικά. Έτσι, όταν έφτασαν οι πρώτες της εικόνες, πιστέψτε με δάκρυσα, γέλασα από χαρά.
Η εικονογράφηση της Έφης Λαδά είναι από μόνη της ένα έργο τέχνης, τόσο από αισθητική όσο και από εικαστική άποψη. Γεννά πολλές φωνές που τις αποκαλύπτει, ενώ οι εικόνες της γεννούν τη δική τους ανάγνωση. Την ευχαριστώ από καρδιάς γιατί τι θα ήταν το «Θα έδινα τα πάντα» δίχως την δική της υψηλή τέχνη;
Επίσης, το βιβλίο μας, από εκδοτική ματιά είναι άρτιο και στέκεται ισάξια δίπλα σε άλλα του είδους του και αυτό το οφείλουμε στις εκδόσεις Ψυχογιός.
Για τι πράγμα εσύ, πιο προσωπικά, θα έδινες τα πάντα και δεν περιλαμβάνεται στο βιβλίο;
Μα, για να μην φοβάμαι/φοβάται η κοινωνία. Αυτό που γεννά ο φόβος, σήμερα καλλιεργείται παγκόσμια σκόπιμα, συστηματικά, έτσι ώστε οι λαοί να είναι ελεγχόμενοι, δίχως ελευθερία και σίγουρα με τις αρχές της δημοκρατίας βαθιά χωμένες∙ είναι καταστροφή και ήττα της ανθρωπότητας. Το έχω σκεφτεί περισσότερο από τη στιγμή που ξεκίνησε αυτός ο πόλεμος στην Ουκρανία και κατέληξα πως θα σταθώ απέναντι του με κάθε συνέπεια, δίχως να εγκαταλείψω, αποδεχόμενη το όποιο τίμημα.
Μίλησέ μας και για τα βιβλία σου «Η Ξένη στον Ρήνο» και «Ο Στύλιος και οι στύλοι του» που κυκλοφορούν επίσης από τις εκδόσεις Ψυχογιός.
Η Ξένη αντιπροσωπεύει τους πολλούς μετανάστες του χθες και του σήμερα. Την καίει το «γιατί» της υποχρεωτικής μετανάστευσης. Πιστεύει ότι η βίαιη φυγή της θα την αποκόψει από την ρίζα της. Νομίζει ότι θα γίνει χωνευτήρι άλλων συνηθειών και θα χάσει κάθε πολιτισμική ταυτότητα, γι’ αυτό και θέλει να εξαφανιστεί. Όμως αυτή η έφηβη, η Ξένη, που ίσως κουβαλούσα και εγώ χρόνια μέσα μου, μαζί με τα αμέτρητα «γιατί να φύγω από την πατρίδα και τους φίλους μου;» που μου εμπιστευόντουσαν πολλά παιδιά σε κάθε μου επίσκεψη στη Γερμανία, κατάλαβε επιτέλους πως η ρίζα ποτέ δεν κόβεται αν δεν το επιθυμείς. Στη ζωή από όπου και όποια θέση, πρέπει να βρεις τη δύναμη και παλέψεις και τότε σίγουρα θα φτάσεις στο μέλλον με πολλά εφόδια και τη ρίζα ζωής πιο δυνατή.
Η Ξένη στον Ρήνο αντιπροσωπεύει τον αγώνα των νέων για να βγουν στο δικό τους αύριο. Την πίστεψα και την πιστεύω. Η Ξένη έχει ακόμη μεγάλο αναγνωστικό δρόμο. Νομίζω δεν την πρόσεξαν όσο θα έπρεπε και δεν αναφέρομαι ούτε στους αναγνώστες, ούτε στον εκδότη μου που την αγκάλιασε εξαρχής.
Από την άλλη πίστεψα και αγάπησα τον μικρότερο σε ηλικία πρόσφατο ήρωα μου, τον Στύλιο, που είναι ξεχωριστός, διαφορετικός, έτσι τουλάχιστον τον βλέπουν αρχικά οι άλλοι. Κι όμως στο πρόσωπό του, στον χαρακτήρα που έχτισα, είδα όλα εκείνα τα παιδιά που έχουν δικές τους δεξιότητες και ταλέντα. Ο Στύλιος αγαπά να δημιουργεί και ευτυχώς έχει την υποστήριξη και αποδοχή από την οικογένειά του και αργότερα του σχολείου. Μόνο έτσι αυτός ο δυναμικός και αποφασιστικός του εαυτός θα τον οδηγήσει σε δρόμους δημιουργικότητας και σίγουρα θα χαράξει το δικό του όνομα στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, αυτό της αρχιτεκτονικής. Ο Στύλιος είναι ένα από τα εκατομμύρια εκείνα παιδιά που έχουν δικά τους θέλω και ταλέντα που οφείλουμε να τα σεβαστούμε και να τα υποστηρίξουμε. Τον αγαπώ πραγματικά για τη δύναμή του, την ευρηματικότητά του και τον συνδυασμό του χθες με το σήμερα για ένα ασύλληπτο αύριο στην αρχιτεκτονική και όχι μόνο!
Και τα δυο είναι βιβλία που χτίσαμε με τις εκδόσεις Ψυχογιός και τους ευχαριστώ πολύ για την εμπιστοσύνη, αλλά και την υποστήριξη τους.
Πολλές ευχαριστίες Απόστολε, για αυτή την δυνατότητα της επικοινωνίας, για να μοιραστώ αλήθειες μέσα από το εξαιρετικό elniplex.com, κόμβο του πολιτισμού και του βιβλίου.
Σας ευχαριστώ από καρδιάς.
Και μην ξεχνάμε η ζωή είναι στα μικρά, στα μοναδικά πράγματα όπως να μυρίζεις τα λουλούδια και γύρω σου να μην υπάρχει θαμπάδα.
Πηγή: elniplex
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου