Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014

Πρόσωπο: Σταύρος Λένα

Συνέντευξη με έναν Κωφό Ηθοποιό που Γεννήθηκε στην Αλβανία του Χότζα
Ελευθερία Αλαβάνου, Φωτογραφίες: Αλεξία Τσαγκάρη στο vice

Ο Σταύρος Λένα είναι ξανθός, όμορφος και κωφός. Γεννήθηκε στην Αλβανία του Χότζα, ενηλικιώθηκε στο Πόρτο Ράφτη. Ξεκίνησε την εκπαίδευσή του σε ένα σχολείο των Τιράνων όπου φοιτούσε κάθε είδους άνθρωπος με κάποια αναπηρία (κωφός, βαρήκοος, κινητικά ανάπηρος κ.λπ.), αλλά μετά ήρθε στην Ελλάδα και αποφοίτησε στα 26 του από το Ειδικό Σχολείο Κωφών της Αγ. Παρασκευής.
Μοναχοπαίδι, με γονείς ακούοντες, θεωρεί μητρική του γλώσσα την ελληνική νοηματική, αλλά παράλληλα χρησιμοποιεί την ελληνική προφορική και σπανιότερα την αλβανική προφορική (αλβανική νοηματική δεν έμαθε ποτέ). Δεν κάνει διάκριση ομιλίας, πιάνει όμως κάποιους ήχους, γι’ αυτό μπορεί να ακούσει μουσική. Είναι εδώ και καιρό μέλος του Θεάτρου Κωφών Ελλάδος (deaftheaterofgreece.com) και πέρυσι, στην παράσταση «Ξένοι» [βασισμένη στο «Μικρό Ημερολόγιο Συνόρων» του Γκαζμέντ Καπλάνι] υποδυόταν έναν Αλβανό μετανάστη που πέρασε παράνομα τα ελληνοαλβανικά σύνορα στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Φορούσε ένα καρό μάλλινο σακάκι, λαδί παντελόνι και εκρού καλτσάκια.

Για να φτάσουμε στο σημείο να καθόμαστε ο ένας απέναντι στον άλλο σε ένα στενό δωμάτιο που χρησιμοποιείται σαν χώρος γραμματείας στο Θέατρο Κωφών Ελλάδος, με τα υπόλοιπα παιδιά απ’ έξω να προβάρουν το νέο έργο, δεν ήταν κάτι σύνθετο, αλλά ούτε κάτι απλό. Έπρεπε να μιλήσω με τη Σοφία Ρομπόλη -διερμηνέα του Θεάτρου, η Σοφία να επικοινωνήσει με τον Σταύρο, ο Σταύρος να δεχτεί. Συνέντευξη με κωφό χωρίς διερμηνεία, δεν γίνεται. Ακόμα κι αν αυτός μπορεί να διαβάσει τα χείλια μου και να αντιληφθεί τις ερωτήσεις -δεν θα μπορούσα εγώ να καταλάβω τις χειρομορφές απαντήσεις του. Μακάρι να ήξερα νοηματική και να αντιλαμβανόμουν τι σημαίνει ο αντίχειρας στο κούτελο, τα μπλεγμένα δάχτυλα, τα χτυπήματα με τις παλάμες, οι στιγμιαίες φωνές σαν κοφτά βογκητά, οι συσπάσεις, οι σποραδικοί ήχοι -μια θεατρική, ζωηρή, (σχεδόν) άφωνη γλώσσα που βασίζεται στην όραση και τις κινήσεις. 

VICE: Πότε γεννήθηκες, πού μεγάλωσες; 
Σταύρος: Γεννήθηκα το ’83 στο Αργυρόκαστρο της Αλβανίας. 

Πήγες σε σχολείο κωφών εκεί; Πώς ήταν;
Πάρα πολύ άσχημα. Πήγα τεσσάρων-πέντε χρονών σε ένα σχολείο στα Τίρανα. Κωφούς-βαρήκοους τους είχαν μαζί κι από δίπλα ήταν οι κινητικά ανάπηροι.Το σχολείο ήταν χωρισμένο στη μέση. Για να μην βλέπουμε τους κινητικά ανάπηρους και τους κοροϊδεύουμε υπήρχε ένα τείχος ανάμεσά μας. Το περιβάλλον δεν ήταν ευχάριστο, οι δασκάλες ήταν αυστηρές, η πόρτα κλείδωνε, μας έδερναν με βίτσα. Μιλάμε για ένα καθεστώς στρατοκρατούμενο, όπου μόλις σε έβλεπαν να κάνεις κάτι αμέσως «φόρτωναν». Η μητέρα μου αποφάσισε ότι δεν μπορούσα να μείνω άλλο εκεί, ενώ ήμουν καλός, είχα αρχίσει να μαθαίνω σιγά-σιγά νοηματική και προφορικά. Έκατσα μόνο για ένα χρόνο.

VICE: Οι γονείς σου τι δουλειά έκαναν;
Η μητέρα μου δούλευε σε ένα καφενείο, σερβιτόρα. Ο πατέρας μου ήταν στον στρατό και μετά έκανε μεταφορές, είχε δικό του φορτηγό. Έφυγε νωρίτερα από εμάς, ήθελε να ψάξει δουλειά στα Ιωάννινα. Ο στόχος ήταν να μαζέψουμε χρήματα, να γυρίσει ο μπαμπάς στην Αλβανία, να μας πάρει και να έρθουμε όλοι στην Ελλάδα για να πάω σε σχολείο κωφών. Στην Αλβανία δεν είχαμε ιατρική περίθαλψη, φάρμακα, νοσοκομεία, η Ελλάδα για μας ήταν παράδεισος.

VICE: Πότε φύγατε από την Αλβανία;
Σταύρος:Το ’92. Ο πατέρας μου μάζεψε λεφτά και αγόρασε ένα αυτοκίνητο για να μας φέρει ως εδώ.

Ήρθατε παράνομα ή νόμιμα;
Νόμιμα. Φτάσαμε στα σύνορα και με το που τους είπαμε «συγγνώμη, ερχόμαστε για ιατρικούς λόγους, πάμε στην Πρέβεζα ή στην Αθήνα για να βρούμε σχολείο για το παιδί», μας άφησαν. Περάσαμε τα σύνορα κι εγώ ακόμα δεν είχα καταλάβει πού πάμε και τι κάνουμε. Ξύπνησα κάποια στιγμή και ήμουν μέσα στη φύση. Κοίταξα έξω από το παράθυρο και είδα λεύκες. Είχαμε πάρει όλη μας την πραμάτεια και καθόμασταν μέσα στ’ αμάξι που έκανε ζέστη. Έξω βγαίναμε μόνο για τουαλέτα...

Και πού καταλήξατε;
Στην Πρέβεζα. Ψάχναμε κάποιους φίλους του πατέρα μου, θέλαμε να φτάσουμε σπίτι τους, να ηρεμήσουμε. Υπήρχαν συνομήλικα παιδιά με μένα σ’ εκείνο το σπίτι και αυτό μου έκανε καλό. Μείναμε δυόμισι χρόνια και μετά ήρθαμε στην Αθήνα.

Σχολείο στην Αθήνα πού πήγες;
Αρχικά στο ‘Ιδρυμα Κωφών στους Αμπελόκηπους. Στο Παίδων είχαμε γνωριστεί με έναν γιατρό. Μου έδειξε ένα σκυλάκι κι αμέσως του έκανα νοηματική. Ό,τι μπορούσα. Ο γιατρός είπε «ααα, το παιδί σας έχει έφεση, πρέπει να πάει στο Ίδρυμα». Με έστειλαν, λοιπόν, στο ίδρυμα Κωφών. Προτού πάω νόμιζα ότι θα είναι ίδιο με της Αλβανίας, όμως τα εδώ παιδιά ήταν πιο φιλικά, με ρώτησαν κατευθείαν «ποιος είσαι;».

Καταλάβαινες τι σου έλεγαν;
Όχι αμέσως, έπρεπε να κοιτάξω καλά, να καταλάβω τη νοηματική τους. Μην ξεχνάς ότι σε κάθε χώρα η νοηματική είναι διαφορετική. Στην αρχή δεν είχα θάρρος, κρατιόμουν, μου έλεγαν «μην ντρέπεσαι», με έπαιρναν για μπάλα... Τελικά γίναμε παρέα. Η δασκάλα μού μάθαινε τα πάντα γρήγορα, ήμουν πολύ μεγάλος πια για να «πάρω τη γλώσσα», έπρεπε να απορροφήσω όλες τις πληροφορίες όσο το δυνατόν πιο γρήγορα.

Με τους μη κωφούς του περιβάλλοντός σου μπορούσες να συνεννοηθείς;
Στην Πρέβεζα, που ήταν η πρώτη γνωριμία με ακούοντες, κατάλαβα ότι μπορώ να διαβάσω τα χείλη. Το παιδί που είχαν οι φίλοι του πατέρα μου μου μάθαινε πράγματα. Μου έλεγε «συγγνώμη, θα κανεις αυτό ή το άλλο...». Κόλλησα κι εγώ κι έλεγα συνεχώς την ίδια λέξη: «συγγνώμη συγγνώμη, συγγνώμη». Σε όλα. Αντί να λέω «καλημέρα» έλεγα «συγγνώμη». Στο Ίδρυμα με μάθανε ότι δεν χρησιμοποιούμε μόνο μία λέξη, υπάρχουν κι άλλες. Αν δεν είχα τη νοηματική, πάντως, που είναι η γλώσσα μου, θα είχα χάσει πολλά πράγματα, θα μπορούσα να είχα ξεφύγει...

Σήμερα, ποια από τις τέσσερις γλώσσες (αλβανικά προφορικά, αλβανική νοηματική, ελληνικά προφορικά, ελληνική νοηματική) θεωρείς μητρική σου;
Η πρώτη γλώσσα μου είναι η ελληνική νοηματική και δεύτερη η ελληνική προφορική. Καταλαβαίνω και αλβανικά προφορικά λίγο. Αλβανική νοηματική δεν ξέρω.

Οι γονείς σου δεν είναι κωφοί, σωστά; Τι γλώσσα μιλάτε μεταξύ σας;
Στην οικογένειά μου είναι όλοι ακούοντες.Με τους γονείς μου στον δρόμο μιλάμε ελληνικά, στο σπίτι αλβανικά. Δεν θέλουν να ξεχάσουν την ταυτότητά τους. Εγώ πάλι θέλω την ελληνική γλώσσα, γιατί απ’ το Ίδρυμα με μάθανε ελληνικά -και νοηματική και προφορικά. Δεν χρειάζομαι επιπλέον τα αλβανικά για να κολλάει το μυαλό μου, φτάνει, έχω μεγαλώσει, μένω εδώ.

Όταν πήγες στο Ίδρυμα Κωφών ήσουν το μόνο παιδί από Αλβανία;
Είχε πολλούς Αλβανούς. Ήταν ένα μελαψό αγοράκι που δεν ήξερε καν πού είχε γεννηθεί. Προσπαθούσα να του μάθω πράγματα. «Εγώ γεννήθηκα στην Αλβανία», του έλεγα και ζωγράφιζα την κόκκινη σημαία με τον μαύρο αετό. Ήμασταν δεμένοι γιατί ήμασταν και οι δύο Αλβανοί. Τον φώναζαν γύφτο, επειδή ήταν λίγο πιο σκούρος.

Εσένα σε πείραζαν που δεν ήσουν Έλληνας;
Με πείραζαν, όχι γιατί ήμουν Αλβανός, αλλά γιατί ήμουν πιο όμορφος. Τα μαλλιά μου ήταν ξανθά και πολύ διαφορετικά απ’ τα δικά τους. Μου τραβούσαν τ’ αυτιά, μου κουνούσαν το κρεβάτι κάθε πρωί, οι επιμελήτριες φώναζαν. Μέναμε στο οικοτροφείο εκείνη την εποχή.

Έμεινες και σε οικοτροφείο;
Τέσσερα χρόνια.

Όταν έφυγες απ’ το οικοτροφείο πού έμεινες;
Στο σπίτι μας στο Πόρτο Ράφτη. Η δασκάλα μου θεωρούσε ότι πρέπει να κοιμάμαι στο σπίτι. Ο μπαμπάς ερχόταν το Σαββατοκύριακο, έβλεπε τους άλλους να με πειράζουν και αποφάσισε ότι «θα γίνει εξωτερικός ο Σταύρος». Από τότε, πήγαινα πρωί και γυρνούσα μεσημέρι. Κάποια στιγμή έφυγα απ’ το Ίδρυμα και πήγα στο Ειδικό Σχολείο Κωφών και Βαρηκόων στην Αγία Παρασκευή, στο Γυμνάσιο και μετά στο Λύκειο. Δεν είχαμε διερμηνείς, οι καθηγητές σχεδόν δεν γνώριζαν νοηματική, τα έκαναν όλα γρήγορα, βιάζονταν -εμείς θέλαμε μία πιο λεπτομερή διδασκαλία. Πήρα χαμηλό βαθμό αλλά κατάφερα και μπήκα στα ΤΕΕ της Αγίας Παρασκευής.

Πότε αποφοίτησες;
Στα 26 μου.

Α, μεγάλος.
Ναι, αλλά ξεκίνησα το σχολείο δέκα ετών. Πάντως, περισσότερο απ’ οπουδήποτε μου αρέσει στο Θέατρο Κωφών, γιατί τα μαθήματα γίνονται στη νοηματική. Εδώ, η Σοφία μας άνοιξε ορίζοντες γνώσης. Το Θέατρο είναι πολύ καλύτερο ακόμα και από το σχολείο, μιλάμε με τα παιδιά, συζητάμε για συναισθήματα, γράφουμε, μαθαίνουμε για σκηνογραφία, κάνουμε ασκήσεις, υποκριτική, θεωρία, ιστορία του κάθε κειμένου. Νιώθω ότι κάπως έτσι θα έπρεπε να είναι και το σχολείο. Θα έπρεπε να υπάρχει καλύτερη εκπαίδευση -έτσι θα ήταν πιο εύκολο για μας να συνδεθούμε με τους ακούοντες και να μην έχουμε αυτόν τον εσωτερικό ρατσισμό.

Τώρα τι κάνεις; Δουλεύεις, σπουδάζεις, βγάζεις χρήματα;
Απολύτως τίποτα. Αυτή τη στιγμή είμαι τριάντα ετών και δεν έχω ακόμα ελληνική ταυτότητα. Το κράτος κάποια στιγμή είπε ότι αφού είμαι τόσα χρόνια, πήγα σχολείο εδώ, κάτι θα μπορούσε να γίνει, αλλά το θέμα είναι υπό συζήτηση ακόμα. Ψάχνουμε, να βρούμε, να τους πάμε κι άλλα στοιχεία, κι άλλα στοιχεία, συνέχεια.


Μένεις με τους γονείς σου;
Ναι. Ένα παιδί είμαι. Αν είχα αδέρφια και είχαμε κάποια άλλη δουλειά, ενδεχομένως να έφευγα. Τώρα, ένας είμαι, μένω να τους προσέχω.

Πόρτο Ράφτη μένετε ακόμα;
Ναι, πριν από εφτά χρόνια αγοράσαμε σπίτι. Είχαμε αλλάξει διάφορα σπίτια στην περιοχή μέχρι να πάρουμε αυτό. Σήμερα έχουμε ένα μαγαζί: λίγο καφές, λίγο μεζεδάκια.

Δικό σας;
Ναι.

Δουλεύεις κι εσύ εκεί;
Bέβαια, βοηθάω. Με στέλνουν να πάρω πράγματα απ’ έξω, φέρνω τις μπίρες, τρέχω για το ψωμί, του πηγαίνω το εμπόρευμα. Η μαμά δεν μπορεί να παίρνει λεωφορεία, ενώ εγώ με το αυτοκίνητο είναι πολύ πιο εύκολο να τα κάνω. Έχουμε δυο αυτοκίνητα, ένα δικό μου κι ένα του πατέρα μου.

Οι φίλοι σου, η κοπέλα σου -αν έχεις- είναι κωφοί ή ακούοντες;
Δεν έχω... Είχα παλιότερα. Η πρώτη μου κοπέλα ήταν κωφή. Ο στόχος ήταν να μπορέσουμε να επικοινωνήσουμε και η νοηματική μάς έφερνε κοντά. Γνώρισα και κοπέλες που άκουγαν, αργότερα, αλλά ήταν λίγο κουραστικό να μιλάω προφορικά, το κορίτσι να γυρνάει γύρω γύρω, να της λέω «κοίταξέ με στο στόμα», εκείνη να μου λέει «δεν μπορώ». Έπρεπε να σκεφτώ δέκα λεπτά μια πρόταση, να την φτιάξω σωστά στο μυαλό μου -μην ξεχνάς ότι τα προφορικά με τη νοηματική είναι δύο διαφορετικές γλώσσες- μετά να μου απαντήσει εκείνη για να καταλάβει ο ένας τον άλλο. Δύσκολο.

Οι φίλοι;
Πενήντα-πενήντα. Αυτό τον καιρό, όμως, νιώθω μόνος. Έχω το Θέατρο Κωφών, αλλά οι υπόλοιποι φίλοι μου είναι μακριά. Άλλοι έφυγαν, άλλοι παντρεύτηκαν, άλλοι πήγαν φαντάροι. Το πρόβλημα, επίσης, είναι ότι δεν έχω μία σταθερή δουλειά. Περιμένω. Ξέρεις, είναι αυτό τό «περιμένω, περιμένω, περιμένω κάποιος να με χρησιμοποιήσει...».

Φέτος θα είσαι στην παράσταση του Θεάτρου Κωφών;
Όχι, του χρόνου πάλι.

Ξέρεις για ποιο λόγο έχασες την ακοή σου;
Γεννήθηκα με κανονική ακοή, την έχασα κάποια στιγμή αργότερα. Ρώτησα τη μητέρα μου αν ήμουν άρρωστος, αν έγινε κάτι, αν βγήκα... κάπως. «Όχι», μου είπε. Δεν ξέρω τι συνέβη, από ένα σημείο και μετά δεν άκουγα. Κάποια στιγμή παρά τρίχα να μου κάνουν κοχλιακό εμφύτευμα, αλλά δεν ήθελα να καταλήξω στην τρέλα, με φυτεμένα ηλεκτρόδια στο κεφάλι μου. Κάτι ακούω πάντως, έχω υπολειμματική ακοή. Δεν κάνω διάκριση ομιλίας, αλλά ακούω θορύβους. Μπορώ να ακούσω το όνομά μου πίσω απ’ την πλάτη μου, αν και γενικώς μπερδεύω λίγο τους ήχους. Ο γιατρός μού είπε ότι πρέπει να φοράω τα ακουστικά μου συνεχώς, να προσέχω το αυτί μου, να μην έχει κερί κ.λπ., για να είναι καλύτερη η ευκρίνεια.

Μουσική μπορείς να ακούσεις;
Ναι. Μ’ αρέσει πολύ.

Τι μουσική ακούς;
Hip-hop, λαϊκά... Διάφορα. Το 1999 άκουσα πρώτη φορά μουσική. Έχω και ειδικά ακουστικά, τα φοράω στόν δρόμο, ακούω και χαίρομαι. Αν δεν τα έχω με πιάνει νευρικότητα, όταν τα βάζω νομίζω ότι ηρεμώ.

*Ευχαριστούμε πολύ το Θέατρο Κωφών Ελλάδος που μας έδωσε χώρο για τη συνέντευξη και τη Σοφία Ρομπόλη για τη διερμηνεία. Η νέα παράσταστη του ΘΚΕ, «Κάρβουνο», ξεκινάει στις 7 Μαρτίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου