Στο τραπέζι κάθεται απέναντί μου, στην αγκαλιά της μητέρας της για την ακρίβεια, κι εγώ παριστάνω τον ψύχραιμο ενώ την παρατηρώ να κοπανάει μ’ ένα κουτάλι το πιάτο που έχει μπροστά της. «Ούτε σε τριων αστέρων Μισελέν δεν θα είχατε πέντε ανθρώπους πάνω από το κεφάλι σας μανδάμ» της λέω με ύφος μπλαζέ, γιατί μέσα σ’ αυτήν την ατμόσφαιρα της απόλυτης παράδοσης στο μωρό της οικογένειας, κάποιος πρέπει να παραστήσει και λίγο τον σκληρό. Στην πραγματικότητα, ανυπομονώ να σηκωθούν από το τραπέζι και να μου τη δώσουν να την κρατήσω εγώ. Πράγματι, σε λίγο καλπάζουν όλοι προς την κουζίνα για να ετοιμάσουν το φαγητό της πριγκίπισσας Στέλλας. Και τώρα, μωράκι μου, οι δυο μας.
Από πού ν’ αρχίσω; Βουτάω το ένα μου δάχτυλο στο λάδι της ντοματοσαλάτας και της το βάζω στο στόμα: «Αυτό είναι λάδι, ό,τι καλύτερο μπορεί να δοκιμάσει άνθρωπος στη ζωή τους. Όταν μεγαλώσεις,θα το τρως για να είσαι όμορφη». Δεν ενθουσιάζεται πολύ, λογικό το βρίσκω, ωστόσο μου κρατάει το δάχτυλο με τα δυο μικροσκοπικά χεράκια και το κοιτάζει σκεπτική, γιατί κατάλαβε ότι εκτέθηκε σε μια νέα εμπειρία. Έχει πολλή πλάκα. «Στάσου, έχω κάτι καλύτερο», της λέω και αμέσως βουτάω το δάχτυλο στο κόκκινο κρασί αυτήν τη φορά. «Για το κρασί, Στελλίτσα μου, αξίζεις να ζεις. Να ζεις για να το απολαμβάνεις. Δεν είναι ωραίο;» Μου σκάει χαμόγελο. Συμφωνεί. «Το παιδί τρώει κρεμμύδι;» φωνάζω στη μητέρα της; «Είσα τρελός; Είναι μικρή!» Καλά... Τρίβω λίγο από το κρεμμύδι της σαλάτας στο δάχτυλό μου, το ξαναβουτάω στο λάδι και της το βάζω στο στόμα. «Καλό, ε;» Ενθουσιάζομαι που σκάει στα γέλια. «Άντε να μεγαλώσεις, να πίνουμε κανα ουισκάκι. Πρώτα θα μάθουμε τα σκωτσέζικα, μετά τα καναδέζικα και στο τέλος τα μπέρμπον, που είναι και τα πιο adult. Εγώ έτσι τα γνώρισα και, όπως βλέπεις, έγινα μια χαρά άνθρωπος». Με κοιτάζει στα μάτια και μου είναι εξαιρετικά δύσκολο να διατηρήσω την αποστασιοποιημένη μου στάση. Δεν είμαι τύπος για οικογένεια- μωρά, αλλά θα ήθελα να είχα ένα μωρό μόνο και μόνο για να του μάθω όλες τις γεύσεις και τα μυστικά τους! Τα καημένα τα μωρά. Στις μέρες μας τρώνε μόνο άνοστες τροφές. Κακή η παχυσαρκία, δεν λέω, αλλά μου σπαράζει η καρδιά όταν τα βλέπω να τρώνε άνοστους χυλούς. Την ίδια στιγμή εμφανίζεται η μητέρα της: «Τι της λες;». «Για την υγιεινή διατροφή, τι άλλο;» απαντώ και το συνωμοτικό χαμόγελο της ανηψιάς μου, που δεν έχει αφήσει στιγμή το «δάχτυλο γευσιγνωσίας», δηλώνει το αντίθετο.
Από τον Αθηναιο (Γαστρονομία – Γαστρονόμος Οκτώβριος 2010, τεύχος 54, με την «Καθημερινή» της Κυριακής, σελ. 16)
Από τον Αθηναιο (Γαστρονομία – Γαστρονόμος Οκτώβριος 2010, τεύχος 54, με την «Καθημερινή» της Κυριακής, σελ. 16)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου