Ο ψυχαναλυτής Massimo Recalcati ήρθε πρόσφατα στην Αθήνα για να μιλήσει για το ρόλο του πατέρα σήμερα με αφορμή το βιβλίο του Τι απομένει από τον πατέρα; Όσοι τυχεροί πρόλαβαν να κλείσουν θέση θα απόλαυσαν την ομιλία, οι υπόλοιποι θα αρκεστούμε στα θαυμάσια βιβλία του που αναλύουν καίρια ζητήματα της εποχής μας με εργαλεία και γλώσσα προσιτά στο ευρύ κοινό χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν απαιτούν διαρκή εγρήγορση και συγκέντρωση από τον αναγνώστη. Εγρήγορση και συγκέντρωση που προκύπτουν αβίαστα γιατί ο συγγραφέας ξέρει να κάνει με τη γραφή του αυτό που λέει στην Ώρα του μαθήματος ότι πρέπει να κάνει ο δάσκαλος: να «ερωτοποιεί» τη γνώση, να δημιουργεί έρωτα γι’ αυτήν κεντρίζοντας την επιθυμία.
Στερούμενη η υπογράφουσα των απαιτούμενων γνώσεων ψυχανάλυσης για να κρίνει και να σχολιάσει την προσφορά του συγγραφέα στον συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο, θα αρκεστεί στον σχολιασμό της προσφοράς του στον τρόπο θέασης του Σχολείου στο Η ώρα του μαθήματος (που σχετίζεται πάντως άμεσα και με το Τι απομένει από τον πατέρα;).
Στην ουσία ο Recalcati δε λέει κάτι εντελώς καινούργιο σε σχέση με αυτά που διαπιστώνουν καθημερινά σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, αναλόγως σε ποιο σχολείο και σε ποια βαθμίδα κινούνται, εκπαιδευτικοί, γονείς, μαθητές και όλοι όσοι κινούνται γύρω από την εκπαίδευση: απαξίωση του ρόλου του δασκάλου, έλλειψη ενδιαφέροντος εκ μέρους των μαθητών, διάσπαση προσοχής, έλλειψη ορίων, βία και εκφοβισμός που εκδηλώνονται σε ολοένα και μικρότερες ηλικίες, ναρκωτικά κατάρρευση κάθε συστήματος κανόνων και ποινών, γραφειοκρατία, μεγάλος όγκος διδακτέας ύλης που πρέπει να αφομοιωθεί χωρίς κριτική σκέψη, προσήλωση στις επιδόσεις, κ.ο.κ. Μία εικόνα που αναδύεται και από μία σειρά εξαιρετικά κινηματογραφικά έργα που είδαμε τα τελευταία χρόνια, από το « Ανάμεσα στους τοίχους» του Λοράν Καντέ, 2008, ως το πρόσφατο «Στο γραφείο των καθηγητών» του Ικλέρ Τσαλτάκ. Με λίγα λόγια: έλλειψη νοήματος.
Ο Recalcati θέτει το πρόβλημα στο ευρύτερο πλαίσιο της σύγχρονης, υπερμοντέρνας, όπως την ονομάζει, εποχής μας. Προτείνει ένα πολύ χρήσιμο πλαίσιο κατανόησης της εξέλιξης του Σχολείου με όρους ελληνικής μυθολογίας, ανατέμνει τις βαθύτερες αιτίες και, το κυριότερο, προτείνει με σαφήνεια τη λύση, τον δρόμο που μπορεί να ακολουθήσει ο δάσκαλος στην ώρα του μαθήματος για να κάνει το μόνο πράγμα που πρέπει οπωσδήποτε να διασωθεί: την ερωτοποίηση της γνώσης.
Η περιγραφή του «ασθενούς» γίνεται χωρίς περιστροφές, με γλώσσα ακριβή και αιχμηρή:
«Δεν ανασαίνει, δεν έχει πια αξία, χωλαίνει, είναι μίζερο, περιθωριοποιημένο, οι δομές του καταρρέουν, οι δάσκαλοί του είναι ταπεινωμένοι, απογοητευμένοι, παραδομένοι στη χλεύη, οι μαθητές του δε μελετούν, είναι αφηρημένοι ή βίαιοι έχοντας εξασφαλίσει την κάλυψη από τις οικογένειές τους, ιδιότροποι και βωμολόχοι. Η ευγενής καταγωγή του εξέπεσε αμετάκλητα. Αποκαρδιωμένο, ταλαίπωρο και θλιμμένο, δίχως αναγνώριση, γεμάτο ενοχές, απαξιωμένο από τους κυβερνώντες, οι οποίοι περιέκοψαν με κυνισμό τους πόρους χρηματοδότησής του, καθώς δεν πιστεύουν πλέον στη σημασία της κουλτούρας και της μορφωτικής συγκρότησης που οφείλει να υπερασπίζεται και να μεταδίδει. Είναι ήδη νεκρό; Ζει; Μήπως επιζεί; Χρησιμεύει ακόμη σε κάτι ή πρόκειται να αποτελέσει το κατάλοιπο ενός χρόνου που έχει ήδη παρέλθει; Έτσι αμήχανο απεικονίζεται το Σχολείο μας.»
Ποιος δε θα συμφωνούσε με μια τέτοια περιγραφή του σύγχρονου Σχολείου κι ας γνωρίζουμε πάμπολλες εξαιρέσεις που όμως φαίνεται ότι επιβεβαιώνουν τον κανόνα;
Και ποιος δεν ανυπομονεί να φτάσει στο τέλος του βιβλίου να διαβάσει τη συνταγή για την ίαση του ασθενούς; Προϋπόθεση όμως είναι η κατανόηση της εξέλιξης του θεσμού με όρους δανεισμένους από την ελληνική μυθολογία.
Από το Σχολείο-Οιδίποδας, το παλαιό αυταρχικό σχολείο όπου ο λόγος του δασκάλου αντιστοιχεί στον λόγο του Πατέρα και του Νόμου, όπου οι μαθητές προσομοιάζουν με στραβά κλήματα που πρέπει να ισιώσουν με τις γνωστές απαράδεκτες σήμερα σωφρονιστικές μεθόδους, περάσαμε στο Σχολείο-Νάρκισσος. Σ’ αυτό καταργείται ο Νόμος υπέρ μιας άνευ ορίων ελευθερίας που βυθίζει παιδιά και νέους σε έναν ανεξέλεγκτο ηδονισμό. Κανένας φραγμός στα «θέλω». Επικρατεί ο κανόνας του «Και γιατί όχι;». Γιατί να μην έχουν οι μαθητές κινητά τηλέφωνα στο σχολείο, γιατί να μην έρχονται ντυμένοι όπως θέλουν, γιατί να μη μιλάνε στον ενικό στον δάσκαλο, γιατί να μην τον βρίζουν, γιατί να μη παίρνουν όλοι οι μαθητές καλούς βαθμούς κι ας μην τους αξίζουν κλπ;
Σύμμαχοι στη θεμελίωση αυτού του Σχολείου είναι οι γονείς που άλλοτε αναγνώριζαν στον δάσκαλο έναν σημαντικό ρόλο μετάδοσης γνώσης αλλά και διάπλασης χαρακτήρα. Ας θυμηθούμε το εντελώς αντιπαιδαγωγικό βέβαια «Δάσκαλε, τα κόκκαλα δικά μου, το κρέας δικό σου» που είπε ο πατέρας του Νίκου Καζαντζάκη στον δάσκαλο όταν παρέδωσε τον γιο του στο σχολείο από την Αναφορά στον Γκρέκο. Σήμερα έχουμε περάσει στο άλλο άκρο. Οι γονείς συμμαχούν με τα παιδιά τους στον αγώνα για μια άκοπη και ανεμπόδιστη πορεία προς την επιτυχία. Σε μια τέτοια πορεία οι φραγμοί στα «θέλω» και η αποτυχία δεν έχουν θέση. Τα όρια καταργούνται. Και πρώτα απ’ όλα τα όρια ανάμεσα στις γενιές.
Οι γονείς, μας λέει ο Recalcati, μοιάζουν όλο και περισσότερο με τα παιδιά τους. Υιοθετούν κι εκείνοι εφηβική στάση και συμπεριφορά ακόμη και εικόνα. (Σε πρόσφατο αφιέρωμα του Bήμα Magazino στον άνδρα και την ανδρική μόδα, γράφονταν επαινετικά σχόλια για το εφηβικό look των ανδρών-μοντέλων.) Οι γονείς θέλουν να είναι φίλοι με τα παιδιά τους κι ας έχει γίνει πια γνωστός ο λόγος των ψυχολόγων που διευκρινίζουν ότι άλλος ο ρόλος του φίλου και άλλος του γονιού.
Ο Νάρκισσος χάνεται μέσα στη δική του εικόνα. Ερωτεύεται τον εαυτό του. Κάθε όριο ανάμεσα στον εαυτό και την εικόνα του εξαφανίζεται. Το Σχολείο και η οικογένεια που ισοπεδώνει τις διαφορές ανάμεσα στις γενιές και αφήνεται στη λογική του «Και γιατί όχι;» είναι το Σχολείο-Νάρκισσος.
Βεβαίως συνυπάρχουν και οι δυο τύποι Σχολείων σήμερα, του Οιδίποδα και του Νάρκισσου. Ωστόσο καταγράφεται μια γενική τάση προς το Σχολείο-Νάρκισσο.
Ο συγγραφέας αναδεικνύει και την πολιτική διάσταση σε αυτή την εξέλιξη. Πρόκειται για τον λόγο του καπιταλιστή που θριαμβεύει στο Σχολείο-Νάρκισσο. Αυτός είναι που ωθεί προς την αέναη και δίχως φραγμό απόλαυση. Το αντικείμενο ή η εμπειρία που καταναλώνεται με την ελπίδα της ικανοποίησης μιας βαθύτερης επιθυμίας, δεν είναι παρά υποκατάστατα. Άλλο η απόλαυση και άλλο η επιθυμία. Τα αντικείμενα ή οι εμπειρίες που προκαλούν απόλαυση εγκλωβίζουν το υποκείμενο σε έναν αέναο κύκλο κατανάλωσης (και τα ναρκωτικά εντάσσονται σε αυτόν τον κύκλο πρόκλησης απόλαυσης). Η επιθυμία όμως δεν είναι δυνατό να ικανοποιηθεί παρά μόνο σε σύνδεση με έναν Νόμο. Όχι βέβαια τον αυταρχικό Νόμο του Οιδιπόδειου Σχολείου. Αλλά με τον Νόμο που ο δάσκαλος –παιδαγωγός μπορεί να θέσει με σύγχρονους όρους. Ο Νόμος προκύπτει από το κανονιστικό πλαίσιο του σχολείου αλλά και από τα όρια ανάμεσα στις γενιές. Τότε μόνο μπορεί να συμβεί η μετάδοση από τη μια γενιά στην άλλη ποιου πράγματος; Όχι της έτοιμης και τελειωμένης γνώσης. Αλλά του έρωτα για τη γνώση. Πώς γίνεται αυτό; Μεταδίδοντας ταυτόχρονα με τη γνώση και το όριό της και καλλιεργώντας στο μαθητή τον έρωτα για να αρθρώσει τον δικό του λόγο και να ψάξει το παραπέρα γνωρίζοντας πάντα ότι δεν υπάρχει μία τελική και κλειστή απάντηση. «Υπάρχει θεός;» ρώτησε τη δασκάλα της η κόρη του συγγραφέα. «Αυτό το ερώτημα δεν μπορώ να στο απαντήσω γι αυτό είναι ένα πολύ καλό ερώτημα», απάντησε η καλή δασκάλα. Αυτή ήταν και η μόνη σωστή απάντηση που ανοίγει τον δρόμο στην επιθυμία.
Ο ρόλος λοιπόν του Σχολείου σήμερα είναι να μεταδώσει αυτή την επιθυμία που κληροδοτείται μόνο από τη μία γενιά στην άλλη.
«Ο έρως δεν γίνεται να αποχωριστεί από την εξουσία: μονάχα η καθυπόταξη στο σύστημα των σχέσεων δασκάλου και μαθητή γεννά τη δυνατότητα της ετερότητας. Μονάχα η εμπειρία της κλειστότητας ωθεί προς την αναγκαιότητα του ανοίγματος.»
Ο λόγος οφείλει να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια μεστή νοήματος ώρα μαθήματος. Γιατί καταφεύγουμε τόσο συχνά στα slides; Δυσκολευόμαστε «να εμπιστευτούμε το απρόβλεπτο συμβάν του λόγου». Κι όμως μόνο με τον λόγο μπορεί να καλλιεργηθεί ο έρωτας για τη γνώση. Γιατί μόνο με τον λόγο του μαθητή μπορεί ο μαθητής να υποκειμενοποιήσει τη γνώση. Να την κάνει δική του και να ανοίξει τον δρόμο της δικής του αναζήτησης. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο κυριαρχίας του λόγου:
«…τα αντικείμενα της γνώσης μεταμορφώνονται σε ερωτικά αντικείμενα παίρνοντας τη θέση των ενορμητικών αντικειμένων. Τα βιβλία χορεύουν, γίνονται κινούμενα σώματα, σώματα ερωτικά. Κάτι κινείται και μας μεταφέρει. Ιδού το θαύμα του μαθήματος!»
«…το δώρο της γλώσσας –εφόσον η γλώσσα είναι το δώρο χάρη στο οποίο διευρύνουμε τους ορίζοντές μας—έρχεται στην κατοχή του Σχολείου. Πότε συμβαίνει αυτό; Συμβαίνει όταν υπάρχει μία, και μόνο μία, προϋπόθεση, η οποία έχει να κάνει με τον τρόπο και το ύφος μέσω των οποίων έρχεται σε επαφή με ό,τι διδάσκει. Κι αυτή η προϋπόθεση είναι αποκλειστικά η αγάπη –ο έρως—με την οποία ο δάσκαλος επενδύει τη γνώση, προκειμένου να την καταστήσει αφενός άξια του ενδιαφέροντος των μαθητών του και αφετέρου αντικείμενο από το οποίο αφορμάται η επιθυμία.»
Μία ώρα μαθήματος μπορεί να σου αλλάξει τη ζωή, γράφει ο συγγραφέας. Γι αυτό κι εκείνος, όταν οι φοιτητές τους του ζήτησαν να διακόψουν το μάθημα για να συμμετάσχουν σε διαμαρτυρία για έναν νόμο που ήθελε να περάσει η κυβέρνηση για την Παιδεία, αρνήθηκε. Η ώρα αυτή είναι πολύτιμη. Το πιστεύει ο ίδιος ως δάσκαλος γι αυτό και μάλλον θα είναι πολλοί οι φοιτητές και ακροατές του που θα το νιώθουν. Όπως το νιώθει και ο αναγνώστης των βιβλίων του.
Υπάρχουν πολλές λεπτομέρειες και λεπτές παρατηρήσεις που εξηγούν το σημερινό Σχολείο και περιγράφουν τη ζητούμενη «ώρα μαθήματος» με τρόπο που δίνουν άλλο βάθος και ορίζοντα σε ό,τι έχει σκεφτεί ο καθένας μας για το σύγχρονο Σχολείο.
Κορυφαίο το κλείσιμο του βιβλίου με ένα κεφάλαιο σε εντελώς άλλο ύφος όπου ο συγγραφέας απευθύνεται σε β’ πρόσωπο στη δασκάλα των νεανικών του χρόνων που του άλλαξε τη ζωή. Δεν το περιμένεις από ένα δοκίμιο, αλλά κλείνεις το βιβλίο περνώντας το μανίκι πάνω από το υγρό μάγουλο.
Ένα βιβλίο που θα κάνει κάθε δάσκαλο να ερωτευτεί ξανά τη δύσκολη καθημερινότητά του. Είναι επίσης και μια καλή εισαγωγή σε έννοιες που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας στο λίγο πιο απαιτητικό αλλά εξίσου συναρπαστικό Τι απομένει από τον πατέρα;
INFO
της Ελένης Σβορώνου
Πηγή: oanagnostis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου