Μια γρήγορη αναζήτηση στο ημερολόγιο των φετινών θεατρικών παραστάσεων στην Αθήνα, που σύντομα θα ολοκληρώσουν τον κύκλο τους στην πόλη, μας οδηγεί σε αρκετά έργα που απευθύνονται σε νεότερες ηλικίες και ιδιαίτερα στους εφήβους.
Τέτοιου είδους πρότζεκτ ανήκουν σε μια ευχάριστη νέα τάση που άρχισε να αναπτύσσεται δειλά αλλά σταθερά τα τελευταία χρόνια και στη χώρα μας. Θεατρικά όπως τα «Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα» (σκην. Νικορέστη Χανιωτάκη), «Εγώ κι εσύ» (σκην. Κωνσταντίνου Ασπιώτη), «Γιάννης Χ=Xenos» (σκην. Νίκου Καμτσή), «Οι Αθλιοι» (σκην. Κωνσταντίνας Νικολαΐδη) και «Η παυσίλυπος χώρα της Αλισά» (σκην. Γιάννη Κόκα) είναι μόνο μερικά από αυτά που έχουν ήδη γνωρίσει επιτυχία αποκτώντας ένα δικό τους κοινό. Κι αυτό επειδή θίγουν κοινωνικοπολιτικά ζητήματα με έναν προσιτό και σύγχρονο τρόπο.
«Το “Εγώ κι εσύ” (θέατρο Ανεσις), παρουσιάζει μια πολύ τρυφερή ιστορία που αναφέρεται στο πόσο σημαντικό είναι το “μαζί”. Να ερχόμαστε κοντά στους ανθρώπους και μαζί να κάνουμε τον κόσμο καλύτερο», λέει στην «Κ» ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης για το βραβευμένο έργο της Λόρεν Γκάντερσον που μετέφερε στη σκηνή. Το ίδιο χρονικό διάστημα, ακόμα μια δουλειά του σκηνοθέτη προσελκύει νεαρούς θεατές. Ο «Κύκλος των χαμένων ποιητών» του Τομ Σούλμαν συνεχίζεται για δεύτερη χρονιά στο θέατρο Βρετάνια. «Την παράσταση θα μπορούσε να την παρακολουθήσει κάποιος έφηβος αλλά και μικρότερο παιδί. Αλλωστε, κι εμείς ήμασταν παιδιά όταν είδαμε την ταινία του 1989. Το έργο στηρίζεται σε μια ομάδα εφήβων και θα έλεγα ότι ο Σούλμαν βάζει τον εαυτό του σε αυτή την ηλικία. Η ματιά είναι αυτή των παιδιών, όπου όλα είναι έντονα και υπάρχει η ευκαιρία να ανακαλύψουν τον κόσμο για δεύτερη φορά, πέραν από αυτή που τους δίνει το σπίτι τους και ο κομφορμισμός που υπάρχει στη ζωή μας».
H διαχρονική αυτή ιστορία τούς περνά το μήνυμα να αδράξουν τη μέρα και να μη βλέπουν τα πράγματα μόνο από την ίδια σκοπιά. «Μπορείς να δεις και λίγο βαθύτερα και να ανακαλύψεις τον εαυτό σου. Να γίνεις αυτό που επιθυμείς εσύ και όχι αυτό για το οποίο σε προορίζει ένα σύστημα», εξηγεί ο κ. Ασπιώτης.
Η αξία της συμμετοχικότητας
Εχουν περάσει 15 χρόνια από τότε που εμφανίστηκε στην Ελλάδα ο όρος «εφηβικό θέατρο» (για ηλικίες από 13 έως 17 ετών), όταν η σκηνοθέτις και παιδοψυχίατρος Σοφία Βγενοπούλου δημιούργησε την παράσταση «Chatroom» με θέμα τον διαδικτυακό εκφοβισμό (cyber-bullying). «O όρος δεν αναφέρεται σε αυτούς που απευθύνεται, αλλά στο τι διαπραγματεύεται. Δηλαδή τις εμπειρίες και τις ζωές των νέων ανθρώπων, αλλά και σε κάθε ηλικία, ασχέτως του αν αφορά και προσελκύει ιδιαίτερα το εφηβικό κοινό», λέει η κ. Βγενοπούλου. «Ιδανικά όμως μας αφορά όλους, γιατί ξεκινάει και έναν διάλογο σχετικά με την τόσο “καυτή” φάση της ζωής ενός ανθρώπου».
Μετά το «Chatroom», ακολούθησε η παράσταση «DNA» στο θέατρο του Νέου Κόσμου και το 2011 η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών εγκαινίασε την Εφηβική Σκηνή. Την ίδια χρονιά διοργανώθηκε το πρώτο Φεστιβάλ Εφηβικού Θεάτρου και αργότερα το Εθνικό Θέατρο δημιούργησε ένα ακόμα πιο σύνθετο πλέγμα από παραστάσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα με επίκεντρο τον έφηβο και το περιβάλλον του.
«Οργανωθήκαμε καλύτερα μετά το 2010. Αναγνωρίσαμε ότι το εφηβικό θέατρο πρέπει να διαπραγματεύεται ζητήματα που αφορούν άμεσα τους εφήβους, τα θέσαμε επί σκηνής με τόλμη και ταυτόχρονα αναγνωρίσαμε την αξία της συμμετοχικότητας. Αναζητήσαμε να φτιάξουμε πλαίσια και θεσμούς που να προσφέρουν στα παιδιά τη δυνατότητα να μιλήσουν και τα ίδια μέσα από το θέατρο», τονίζει η κ. Βγενοπούλου. Οπως αναφέρει, αυτό που χρειάστηκε ήταν –μεταξύ άλλων– να σταματήσουν να προβάλλουν τη διδακτική ύλη του σχολείου, τον διδακτισμό γενικότερα.
Σύμφωνα με τον κ. Ασπιώτη, το λάθος πολλές φορές είναι αυτή καθεαυτή η συμπεριφορά προς τους νεαρούς θεατές, που θεωρούμε ότι δεν κατανοούν το περιεχόμενο. Αυτή είναι πολύ συχνά και η παρεξήγηση σχετικά με το θέατρο. «Υπάρχουν κάποιες παραστάσεις για το ενήλικο κοινό που μπορούν να απευθύνονται και σε εφήβους. Αυτό έχει να κάνει περισσότερο με τη θεματολογία, με ζητήματα που αφορούν αυτές τις ηλικίες και που δεν απέχουν πολύ από όσα απασχολούν τους ενήλικες. Απλά αντιμετωπίζονται κάτω από διαφορετικό πρίσμα».
Μία από αυτές τις τρέχουσες παραστάσεις είναι και το «Συρανό» (θέατρο Αλκυονίς) του Εντμόν Ροστάν, σε σκηνοθεσία Γιώργου Νανούρη, όπου το κείμενο είναι πιο βατό και επομένως κατάλληλο και για έναν έφηβο. «Χωρίς να είναι στόχος μας το εφηβικό κοινό, διαπιστώσαμε τον μεγάλο ενθουσιασμό και το ενδιαφέρον με τον οποίο προσεγγίζονται οι μεγάλοι αυτοί συγγραφείς από τους τόσο νέους ανθρώπους», εξηγεί ο θεατρικός σκηνοθέτης, ηθοποιός και σκηνογράφος. «Εκτός από χαρά, μας δίνει και μια ευθύνη ότι υπάρχει τρόπος αυτά τα μεγάλα κείμενα να μη χαθούν, να μην απευθύνονται αμιγώς σε ένα θεατρόφιλο κοινό, αλλά να δημιουργήσουν και ένα καινούργιο. Ετσι νιώθουμε χρήσιμοι, πέρα από το γεγονός ότι κάνουμε μια δουλειά που μας αρέσει, όπως είναι το θέατρο».
Οπως σημειώνει ο κ. Νανούρης, το ίδιο συνέβη και με τον «Αίαντα» του Σοφοκλή. «Η πορεία της παράστασης μας έδειξε ότι υπάρχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον από μαθητές λυκείου. Σε αυτό συνέβαλε ο τρόπος που παρουσιάστηκε, με τη μορφή ενός μονολόγου και έναν ζωγράφο που εκείνη την ώρα δημιουργούσε εικόνες του έργου. Οι θεατές μάς έλεγαν ότι θεωρούσαν την αρχαία τραγωδία ως κάτι δύσκολο, δυσνόητο και βαρύγδουπο. Μετά την παράσταση όμως, άλλαζαν τελείως γνώμη».
Θέατρο vs TikTok
Τη σημερινή εποχή, που η πληροφορία είναι τόσο γρήγορη λόγω της τεχνολογικής ανάπτυξης και η οθόνη αποσπά ένα μεγάλο μέρος της καθημερινότητάς μας, μοιάζει σχεδόν απίθανη η επιλογή της γενιάς του TikTok να ψυχαγωγηθεί παρακολουθώντας ένα θεατρικό έργο. «Είμαστε όλο και περισσότερο στο έλεος κακών ειδήσεων, τα παιδιά είναι και στο έλεος μιας κακής σύγκρισης με τους άλλους. Πολλές μελέτες δείχνουν ότι η σύγκριση αυτή, μέσα από τα σόσιαλ μίντια, ευθύνεται σημαντικά για την κορύφωση της κατάθλιψης, του άγχους των νέων, που έχει εξαπλασιαστεί», λέει η κ. Βγενοπούλου. «Απέναντι σε όλη αυτή την ανεξέλεγκτη κατάσταση, θα πρέπει σίγουρα να αντιπροτείνουμε κάτι. Η θεατρική τέχνη, είτε μέσα από τη διαδικασία της πρόβας ή σε μια κουλτούρα πρόβας και εντέλει παράστασης, θέτει τη βάση για μια κοινωνία όπου είναι απόλυτα διαθέσιμος ο ένας στον άλλον. Για κάτι που μας νοιάζει και πραγματικά έχουμε την ανάγκη να επικοινωνήσουμε».
Κάτι ιδιαίτερο που προσφέρει το θέατρο είναι βέβαια η ενσυναίσθηση. «Αν ένας άνθρωπος δεν μπει στο πετσί του άλλου, φυσικά και δεν μπορεί να καταλάβει την ανάγκη του. Εντέλει, νομίζω ότι το TikTok όχι μόνο δεν απαντά στο τι άνθρωπος θέλω να είμαι, αλλά πιθανότατα με αποπροσανατολίζει από αυτό. Σε αντίθεση, το θέατρο μπορεί να δώσει αυτή την απάντηση».
Αλεξάνδρα Σκαράκη
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου