Μεγάλωσα σε ένα σπίτι με βιβλιοθήκη. Το λέω γιατί δεν είναι αυτονόητο. Όταν ήμουν μικρή, η μάνα μου μού έλεγε, εκεί που θα πας δες αν έχουν βιβλιοθήκη στο σαλόνι, έτσι θα καταλάβεις «τι άνθρωποι είναι». Με ακολουθεί ακόμη αυτή η φράση.
Οι γονείς μου διάβαζαν πολύ. Ο πατέρας μου, στα 87 του, συνεχίζει να διαβάζει, παίρνει όλες τις νέες κυκλοφορίες. Πλέον σημειώνει πότε διάβασε κάθε βιβλίο, ώστε να μην ξεχαστεί και το ξαναδιαβάσει…
Παιδί είχα πρόσβαση σε όλα τα βιβλία της βιβλιοθήκης του σπιτιού. Κανένας δεν μου είπε μη αυτό, τζιζ. Θυμάμαι ένα αστείο περιστατικό που μου διηγούταν η μάνα μου. Στο δημοτικό είχα βρει το «Βαθύ λαρύγγι» της Λίντα Λάβλεϊς πάνω στο κομοδίνο της και το έδειχνα με ενδιαφέρον στο αδερφό μου. «Τραγουδίστρια θα είναι αυτή» του έλεγα. Κανείς δεν μου άρπαξε το βιβλίο από το χέρι. Στην εφηβεία μου διάβαζα μετά μανίας Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ακόμη και Τσαρλς Μπουκόφσκι. Βέβαια είχα κάποια κενά πχ. στον Ιούλιο Βερν, αλλά αυτά καλύφθηκαν κάπως όταν ξεκίνησα πια να διαβάζω στο παιδί μου. Η αλήθεια είναι ότι η μάνα μου δεν αγαπούσε τη λογοτεχνία του φανταστικού, οπότε ερήμην μου δεν βρέθηκα ποτέ με ένα βιβλίο του Βερν στα χέρια μου. O γιος μου τα διάβασε κι αυτά και στην πορεία έκανε τις δικές του επιλογές.
Τι διαβάζουν οι έφηβοι;
Εξ’ ού και σήμερα, στα 14 πια, διαβάζει τη «Δίκη» του Κάφκα. Η αγαπημένη του «βρισιά» που την αμολάει στα δύσκολα είναι «γραφειοκράτης». Στο σχολείο διδάσκεται το βραβευμένο εφηβικό μυθιστόρημα της Αγγελικής Δαρλάση «Το Αγόρι στο θεωρείο», το οποίο διαδέχτηκε «Τα στενά παπούτσια» της Ζωρζ Σαρρή.
Σαρρή και Ζέη είναι δυο συγγραφείς που γαλούχησαν γενιές και γενιές, τα βιβλία τους τα διάβασα κι εγώ ως παιδί, τα διάβασα στο παιδί μου, τα διάβασε κι εκείνο μόνο του. Καμιά φορά τα σκέφτομαι σαν σκυτάλη, που περνάει από γενιά σε γενιά, το ξύλο της παλιώνει, αλλά κανείς δεν τολμάει να την αντικαταστήσει. Κι ας έχει αλλάξει η τεχνολογία, κι ας είναι πια πολύ βαριά και άβολη για τους/τις δρομείς, άσε που πολλοί, την κοιτάνε με απορία, δεν κατανοούν τη χρήση της.
Σε μια συζήτηση που είχα πρόσφατα με συγγραφείς και κριτικούς παιδικών βιβλίων, λέγανε ότι Σαρρή και Ζέη είναι μάλλον η πιο «ασφαλής» επιλογή, όχι μόνο επειδή αδιαμφισβήτητα έχουν να δώσουν πολλά στα παιδιά, αλλά πρωτίστως γιατί λείπει το «θάρρος», η «τόλμη» να ενταχθούν στο curriculum βιβλία νεότερων συγγραφέων που να είναι πιο κοντά στις αναζητήσεις των σημερινών παιδιών/εφήβων. Παράλληλα υπάρχει και η καχυποψία για τα «σκοτεινά» κίνητρα που οδήγησαν στην επιλογή του ενός αντί του άλλου συγγραφέα: «Φαντάσου τι θα γίνει αν επιλέξουν εμάς και όχι κάποιες άλλες. Τα social media θα κάνουν πάρτι – σε βάρος μας φυσικά. Θα κονταροχτυπηθούμε κι ας γράφουμε για παιδιά!», μου είπαν χαρακτηριστικά και ομολογώ πως ένα δίκιο το έχουν. Ωστόσο, δεν μπορώ να ξεχάσω πόσο ζήλεψα όταν μια φίλη που ζει στη Γαλλία μου είπε ότι ο γιος της διδάσκεται στο σχολείο το «Κορίτσι, γυναίκα, άλλο», της Μπερναρντίν Εβαρίστο, ένα εκρηκτικό μυθιστόρημα με σύγχρονο προβληματισμό, δύσκολο αλλά αφυπνιστικό.
Ο επίσημος «οδηγός»
Ο Οδηγός Λογοτεχνίας για Δημοτικό και Γυμνάσιο του υπουργείου Παιδείας για τους εκπαιδευτικούς, αναφέρει ότι ειδικά στο γυμνάσιο βασικός σκοπός της διδασκαλίας της λογοτεχνίας είναι «η κριτική αγωγή στο σύγχρονο πολιτισμό». «Με τη φράση αυτή», επισημαίνουν οι συντάκτες του οδηγού, «επιδιώκουμε να τονίσουμε πως αφετηρία μας είναι το παρόν, τα προβλήματα και τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου, περίπλοκου και δυσνόητου κόσμου. Να αναδείξουμε τη λογοτεχνία ως ένα σύνθετο πολιτισμικό φαινόμενο το οποίο χαρακτηρίζεται από την ιστορικότητα του συγγραφέα, του κειμένου αλλά και των αναγνωστών του, εκπαιδευτικών και μαθητικού κοινού. Ένα φαινόμενο το οποίο έχει σημαντική θέση στη ζωή μας, γιατί μας δίνει εργαλεία να κατανοήσουμε τον κόσμο και να συγκροτήσουμε την υποκειμενικότητά μας. Να θέσουμε ως πρωταρχική αξία του μαθήματος την κριτική στάση απέναντι στις πολιτισμικές παραδόσεις, τις αξίες και τα μηνύματα από όπου κι αν προέρχονται.» (σελ.73).
Για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας στη Β’ Βάθμια, το ίδιο εγχειρίδιο προτείνει τις εξής γενικές κατηγορίες: «Εικόνες της Ελλάδας στην ποίηση» για την Α’ Γυμνασίου, «Πορτρέτα εφήβων» στη Β’ και «Άτομο και κοινωνία» στην Γ’. Στη λίστα υπάρχουν ποιήματα και αποσπάσματα λογοτεχνικών κειμένων Ελλήνων κυρίως ποιητών και πεζογράφων παλαιότερων γενιών (μπορείτε να τα δείτε στις σελ. 103-104 για την Α’ γυμνασίου, 110-111 για τη Β’ και 118-119 του παραπάνω οδηγού), ενώ οι εκπαιδευτικοί ενθαρρύνονται να επιλέξουν παρεμφερές υλικό για να διδάξουν στην τάξη μέσα από προτεινόμενη βιβλιογραφία.
Και η δυνατότητα επιλογής
Κατά πόσο όμως ο οδηγός αυτός επιτυγχάνει τον «βασικό σκοπό» του; Σκέφτομαι πως μέσα στα ωράρια των σχολικών προγραμμάτων των τελευταίων τάξεων του Γυμνασίου και των πρώτων του Λυκείου, υπάρχουν έφηβοι ήρωες αλλά δεν γνωρίζω αν τους συγκινούν. Οι έφηβοι σήμερα που ξημεροβραδιάζονται στις τηλεοπτικές σειρές αναζητούν κάτι πιο σύγχρονο. Έβλεπα το Sex Education και σκεφτόμουν θα μπορούσε να μπει αυτή η σειρά στην εκπαιδευτική τηλεόραση της χώρας μας;
Η Κούλα Πανάγου, εκπαιδευτικός και Υπεύθυνη Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων του Δικτύου για τα Δικαιώματα του Παιδιού, συμφωνεί ότι στην παρούσα φάση το επίσημο πρόγραμμα διδασκαλίας της λογοτεχνίας στη Β’ Βάθμια εκπαίδευση είναι παρωχημένο και μη συμπεριληπτικό, τόσο για τις ευάλωτες πληθυσμιακά ομάδες, πρόσφυγες ή μετανάστες, όσο και για τα παιδιά με μαθησιακά προβλήματα: «Για παράδειγμα ένα παιδί με ΔΕΠΥ που μπορεί να δυσκολεύεται να διαβάσει λογοτεχνία, δεν έχει την ευκαιρία να προσαρμοστεί, να μην νιώσει απομονωμένο μέσα στην τάξη. Επιπλέον στα σχολεία πολλές φορές το παιδί θα νιώσει ότι το λογοτεχνικό βιβλίο χρησιμοποιείται τιμωρητικά, ως μια μορφή εργασίας, ως μια ακόμη υποχρέωση και όχι ως απόλαυση και πηγή γνώσης.»
Πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει η διδασκαλία της λογοτεχνίας, ώστε να μην υπάρχει αυτή η αίσθηση; «Μέσα στο επίσημο πρόγραμμα θα πρέπει να δίνεται η δυνατότητα επιλογής διαφορετικών βιβλίων – πχ. graphic novels, εικονογραφημένα, εφηβικά αναγνώσματα αλλά και άλλα πιο “ενήλικα”» συνεχίζει η κ. Πανάγου. Θεωρεί δε σημαντικό να αποτελούν σημείο αναφοράς η Σαρρή και η Ζέη, γιατί μέσα από τα βιβλία τους τα παιδιά μπορούν να καταλάβουν το οικονομικό-πολιτικό οικοδόμημα της χώρας από τον εμφύλιο και μετά: «Μπορούν αφενός να αποτελέσουν ιστορική πηγή –ακόμη και να χρησιμοποιούνται συνδυαστικά με τα βιβλία της ιστορίας- αλλά επίσης οι εκπαιδευτικοί μπορούν να καταφύγουν και στα graphic novels των μετεγγραφέων τους και τα οποία μπορούν να αποτελέσουν μια πρώτης τάξης αφορμή για να πάμε στη συνέχεια στο πρωτότυπο λογοτεχνικό βιβλίο.»
Εκτός από την ανάγκη εκσυγχρονισμού του επίσημου προγράμματος η Κούλα Πανάγου επισημαίνει και εκείνη της παραχώρησης μεγαλύτερης ελευθερίας (και της ανάλογης όμως «προστασίας») στους εκπαιδευτικούς να προτείνουν βιβλία στα παιδιά. «Προϋπόθεση είναι να έχουν πολύ καλή γνώση του αντικειμένου και οι κατάλογοι που θα αποφασίσουν να συμπεριλάβουν στο πρόγραμμά τους να εμπεριέχουν πολλά και σημαντικά αναγνώσματα, διαφόρων όμως ειδών. Το θέμα είναι το παιδί να διαβάσει. Να μυηθεί στην ανάγνωση.»
Η ίδια εφαρμόζει το τελευταίο διάστημα ένα εγκεκριμένο πρόγραμμα στα γυμνάσια για τον σχολικό εκφοβισμό. Το βιβλίο, είναι το βασικό της εργαλείο: «Χρησιμοποιώ το βιβλίο ως εργαλείο που μπορεί να γίνει κατανοητό από όλα τα παιδιά διαφορετικού γνωστικού επιπέδου με στόχο να μην αποκλείεται κανένα παιδί. Χρησιμοποιώ πολλά εικονογραφημένα βιβλία που απευθύνονται σε μικρότερες ηλικίες. Η εικόνα κερδίζει τους εφήβους, ενώ το κείμενο με μόλις 300 λέξεις καταφέρνει να πει όλα αυτά που άλλος τα λέει με χίλιες. Το καλό βιβλίο δεν έχει ηλικία», μου λέει απαντώντας στην απορία μου. «Το θέμα είναι να ακούσουν και να προβληματιστούν.»
Η Μαρία Τσάγκαρη, ψυχολόγος με ειδίκευση στα παιδιά, θέτει επίσης το ζήτημα της συμπερίληψης, αλλά αναφορικά και με τα παιδιά που μέσα στο σχολείο, λόγω της προσωπικής τους εξέλιξης ή των ερεθισμάτων που δέχονται από το περιβάλλον τους, τις εξωσχολικές δραστηριότητές τους κλπ. ενδεχομένως να χρειάζονται κάτι άλλο. «Είναι διατεθειμένος ο επίσημος φορέας να ανοίξει τη “βεντάλια”;», διερωτάται.
Τα βιβλία δεν έχουν ηλικία
Τελικά υπάρχουν βιβλία για μικρούς και μεγάλους; «Από τον καιρό της Μεταπολίτευσης έως τώρα δεν έχουμε καταφέρει ως κοινωνία του βιβλίου να ξεχωρίσουμε ποιο κείμενο είναι για μεγάλα παιδιά και ποιο για εφήβους και ποιο για νέους,» γράφει ο Μάνος Κοντολέων. «Παράλληλη σύγχυση επικρατεί και στην πλευρά των εκπαιδευτικών. Στα Παιδαγωγικά Τμήματα των Πανεπιστημίων εδώ και αρκετά χρόνια διδάσκεται η Παιδική Λογοτεχνία. Οι φοιτητές των Τμημάτων αυτών προορίζονται για εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης – δηλαδή θα γίνουν δάσκαλοι και θα διδάσκουν στα Δημοτικά. Στις Φιλοσοφικές Σχολές / Τμήματα Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης οι φοιτητές διδάσκονται ελληνική λογοτεχνία, αλλά μήτε καν ακούνε δυο λέξεις για την ύπαρξη και της λογοτεχνίας εκείνης που τα θέματά της έχουν να κάνουν με την καθημερινότητα και τον ψυχικό κόσμο των μαθητών με τους οποίους θα επικοινωνούνε. Και όχι μόνο δεν ξέρουν τίποτε γι’ αυτήν, αλλά στις πλειονότητά τους έχουν διδαχτεί και να μην την εκτιμούν. Την απαξιώνουν. Όμως, ό,τι δεν το βοηθάς να αναπτυχθεί, ακόμα κι αν κάποια στιγμή υπάρξει, σύντομα ή θα πεθάνει ή θα μείνει καχεκτικό.»
Η Τσάγκαρη υποστηρίζει ότι το πρωτεύον είναι το παιδί να μπορεί να συζητήσει με τους γονείς του. «Εκείνοι πρώτοι θα πρέπει να σταθμίσουν αν το παιδί είναι αρκετά ενδυναμωμένο για να διαβάσει ένα βιβλίο για ενήλικες, αν δηλαδή θα έχει την ανάλογη κριτική σκέψη για να κατανοήσει τι θέλει να πει ο/η συγγραφέας. Επουδενί βέβαια δεν θα έπρεπε να αποκλείουμε τα παιδιά από τη γνώση. Δεν “καίμε” βιβλία ούτε αφορίζουμε συγγραφείς. Η ελληνική κοινωνία όμως είναι αρκετά συντηρητική, με τον δικό της αυτοσυντηρητικό τρόπο, και ταυτόχρονα αρκετά αδαής δυστυχώς, με αποτέλεσμα να υπάρχει μια γκρίζα ζώνη που επιπλέον, λόγω του ευτελισμού της εκπαίδευσης, τείνει σιγά σιγά να καλύπτεται από το μαύρο. Στόχος μας είναι να μειώσουμε αυτό το μαύρο που πιέζει το γκρι.»
Όσο για την Κούλα Πανάγου: «Τα βιβλία δεν έχουν ηλικία. Την ηλικία την βάζουν γιατί θα πρέπει να τα τοποθετήσουν σε ένα ράφι, όμως κάθε γονιός ή εκπαιδευτικός μπορεί να κρίνει τι μπορεί και τι δεν μπορεί να διαβάσει ένα παιδί».
Απόλαυση και κατανόηση
Η Shalon Sims δασκάλα και συγγραφέας εφηβικής λογοτεχνίας από το Βανκούβερ του Καναδά, στο site της learning2grow.org πάει το ζήτημα ένα βήμα πιο πέρα. Αφού κάνει μια ενδιαφέρουσα ιστορική αναδρομή στις αντιλήψεις που κυριάρχησαν σχετικά με την παιδική ηλικία από την βικτωριανή εποχή έως σήμερα, και στους τρόπους που αυτές επηρέασαν τα αναγνώσματα για παιδιά που κυκλοφόρησαν σε κάθε περίοδο, καταλήγει ότι τα σύγχρονα βιβλία «σε παιδικό στυλ» είναι «σε μεγάλο βαθμό, πολύ ανώριμα». Είναι γεγονός, γράφει «ότι η παιδική ηλικία θεωρείται μια περίοδος απλότητας, διανοητικής ανικανότητας, ευαλωτότητας και ζωηρής φαντασίας». Ποιες άραγε είναι εκείνες οι αντιλήψεις για την παιδική ηλικία που οδηγούν σε «παιδαριώδεις σχεδιασμούς, ή εστιάζουν σε μυθιστορήματα φαντασίας και ελαφριάς διασκέδασης;» διερωτάται. «Σίγουρα αισθανόμαστε ότι τα παιδιά πρέπει να ξεφύγουν από τον πραγματικό κόσμο ή ότι δεν μπορούν να τον διαχειριστούν. Ότι χρειάζονται προστασία από αυτόν τον κόσμο – όλες αυτές οι ιδέες όμως μπορεί να γεννήσουν στα παιδιά την ανάγκη να βυθιστούν σε μια προστατευτική φανταστική φούσκα. Θεωρώντας ότι τα παιδιά δεν είναι ικανά να κατανοήσουν περιεχόμενο για ενηλίκους, ότι είναι απλοϊκά, ότι δεν είναι τόσο έξυπνα, ότι πρέπει συνεχώς να τα κρατάμε από το χέρι – όλα αυτά», συνεχίζει η Sims, «μπορεί να δημιουργήσουν την ανάγκη για παιδικό, απλοϊκό περιεχόμενο».
Κατά την άποψή της, «τα παιδιά είναι δυνατά και πολύ πιο ικανά από ό,τι τα θεωρούμε. Προσαρμόζονται σε καταστάσεις εξαιρετικά καλά, ακόμα και σε κακοποιητικές ή σε ό,τι εμείς ως ενήλικες μπορεί να θεωρούμε απαράδεκτο. Δεν θέλω να πω ότι τα παιδιά δεν χρειάζονται την προστασία και τη φροντίδα μας, αλλά αναρωτιέμαι αν μπορούν να αντέξουν περισσότερα από αυτά που τους δίνουμε εμείς». Η Sims πιστεύει ότι τα παιδιά είναι ικανά να χειρίζονται σοβαρά, πραγματικά θέματα με σκληρούς και πραγματικούς τρόπους. «Χωρίς ζάχαρη», χωρίς μεταφορές και συμβολισμούς, αλλά ευθέως. Επιπλέον, θεωρεί ότι τα παιδιά, όπως ακριβώς και οι ενήλικοι, δεν χρειάζεται να κατανοούν πλήρως τα πάντα για να απολαύσουν ένα βιβλίο.
ΒΟΧ#1
Παιδί και ανάγνωση
Η νέα έρευνα του ΟΣΔΕΛ για την αναγνωστική συμπεριφορά των παιδιών (Παιδί και ανάγνωση) παρότι αφορά ηλικίες έως 12 ετών και ενδεχομένως στην εφηβεία τα πράγματα να είναι λίγο διαφορετικά, βάζει στο τραπέζι έναν ακόμη σημαντικό παράγοντα, το βιοτικό και μορφωτικό επίπεδο της οικογένειας. Έτσι με βάση τα συμπεράσματά της, στις λαϊκές τάξεις, η επιλογή των βιβλίων παραπέμπει σε πρακτικές πληροφορίες: «Η ανάγνωση γίνεται για πρακτικούς λόγους, η ιστορία που διαβάζει ένα παιδί οφείλει να του επιτρέπει να καταλάβει την πραγματικότητα, να μάθει τρόπους αντίδρασης και συμπεριφοράς σε διάφορες καταστάσεις της καθημερινής ζωής. Επιπλέον, τονίζεται η ηθική των ιστοριών, στην προοπτική της πρακτικής τους λειτουργίας, της κανονικοποίησης των συμπεριφορών». Αντιθέτως, σημειώνεται, οι γονείς με ισχυρό πολιτισμικό κεφάλαιο θεωρούν πολύ ανιαρή, αφελή, μη «σοβαρή» και άχρηστη τη διδακτική λογοτεχνία και την ηθικοπλαστική της διάσταση: «Φρονούν ότι οι γονείς μπορούν και οφείλουν να αναλάβουν να βοηθήσουν τα παιδιά τους να ζήσουν όλες τις δυνατές για την ηλικία τους εμπειρίες, λιγότερο ή περισσότερο επώδυνες και πραγματικές. Για τους γονείς αυτούς, η παιδική λογοτεχνία οφείλει να αντιμετωπίζεται μέσα στις ποιητικές, φαντασιακές και αισθητικές της λειτουργίες, παρά μέσα στην πρακτική της λειτουργία.»
Στην πρώτη δηλαδή ομάδα πληθυσμού «κατασκευάζονται από την παιδική ηλικία πραγματιστικές σχέσεις με το κείμενο, σχέσεις πολύ ισχυρά απαξιωμένες στις παραστάσεις των γονιών που ανήκουν στον πολιτισμικό πόλο των μεσαίων και ανωτέρων τάξεων. Για τους γονείς, κυρίως αυτούς με το μικρότερο σχολικό κεφάλαιο, τα βιβλία είναι κυρίως υποστήριξη της εκμάθησης της ανάγνωσης, των αναγνωστικών ικανοτήτων: τα παιδιά τους καλούνται να αναγνωρίσουν τα γράμματα, τη σύνταξη, να αποκωδικοποιήσουν ή να διαβάσουν με δυνατή φωνή τα βιβλία τους.» Αντίθετα, στη δεύτερη: «Οι παιδικές αναγνωστικές ιστορίες οφείλουν να επιτρέψουν να δώσουν προοπτικές θεωρήσεις σε συγκεκριμένα σημαντικά ζητήματα. Στην περίπτωση αυτήν, το γραπτό κείμενο αντιμετωπίζεται σαν ένα μεσολαβητικό εργαλείο για την πρόσβαση σε άλλες γνώσεις, πέρα από τις σχολικές. Η σχέση με τη γνώση που επιδιώκεται να αναπτυχθεί στο παιδί είναι σε αυτήν την περίπτωση πρωτίστως αναστοχαστική και πολύ δευτερευόντως εργαλειακή.»
ΒΟΧ#2
10 τρόποι για να διαβάσει λογοτεχνία ένα παιδί του γυμνασίου
Οι Αμερικάνοι είναι «μανούλες» σε τέτοιους οδηγούς, το ίδιο και η Louise Baigelman, καθηγήτρια και επικεφαλής της ΜΚΟ «Story Shares», η οποία ενθαρρύνει τους συγγραφείς να παράγουν ιστορίες που είναι κατάλληλες και ενδιαφέρουσες για εφήβους και ενήλικες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην ανάγνωση. «Όταν οι έφηβοι δυσκολεύονται να διαβάσουν, μπορεί να είναι μην μπορείς να τους πείσετε να καθίσουν και να το κάνουν. Αλλά δεν χρειάζεται να δώσετε μάχη. Χρησιμοποιήστε αυτές τις πρακτικές για να ενθαρρύνετε τον έφηβό σας να διαβάσει περισσότερα», συνιστά η Baigelman.
- Κρατήστε τα πράγματα αληθινά: Κάντε σαφείς συνδέσεις μεταξύ της ικανότητας ανάγνωσης και των μελλοντικών επιλογών στη ζωή. Εάν ο έφηβός σας σκέφτεται το κολέγιο ή μια επαγγελματική πορεία, κάντε ανοιχτές, ειλικρινείς συζητήσεις σχετικά με τους τρόπους με τους οποίους το διάβασμα μπορεί να είναι απαραίτητο για την επιτυχία. Βρείτε πρότυπα που πάλεψαν με τη δυσλεξία — αλλά που επέμειναν και βγήκαν στην κορυφή. Προσέξτε μόνο να συζητάτε, όχι να κάνετε κήρυγμα.
- Αφήστε τον έφηβό σας να επιλέξει: Ο καλύτερος τρόπος για να ενθαρρύνετε τα παιδιά να διαβάσουν είναι να τους επιτρέψετε να διαβάσουν οτιδήποτε θεωρούν ενδιαφέρον, είτε πρόκειται για κόμικ, βιβλία μαγειρικής ή ρομαντικά μυθιστορήματα για βρικόλακες ή ζόμπι. Τα βιβλία στα οποία ελκύονται μπορεί να μην είναι τα αγαπημένα σας, αλλά μην αποθαρρύνετε αυτές τις προτιμήσεις. Το διάβασμα είναι διάβασμα. Αποφύγετε κάθε παρόρμηση να λογοκρίνουν τις επιλογές τους.
- Ψάξτε για βιβλία στο επίπεδο ανάγνωσης του εφήβου σας: Όταν οι έφηβοι δυσκολεύονται να διαβάσουν στο γυμνάσιο, μπορεί να είναι δύσκολο να βρουν βιβλία υψηλού ενδιαφέροντος στο αναγνωστικό τους επίπεδο. Αναζητήστε βιβλία που απευθύνονται ειδικά σε απρόθυμους έφηβους αναγνώστες. Είναι επίσης καλή ιδέα να αφήσετε το παιδί σας να χρησιμοποιεί υποβοηθητική τεχνολογία που διευκολύνει την ανάγνωση, όπως ηχητικά βιβλία.
- Πρότυπη ανάγνωση: Ο καλύτερος τρόπος για να δημιουργήσετε μια κουλτούρα ανάγνωσης στο σπίτι σας είναι να διαβάζετε όσο το δυνατόν περισσότερο. Όσο περισσότερα παιδιά βλέπουν τους γονείς τους να διαβάζουν, τόσο πιο πιθανό είναι να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους. Αυτό δεν αλλάζει μόλις μπουν στο γυμνάσιο.
- Συζητήστε τι διαβάζει το παιδί σας: Μιλήστε για το βιβλίο που διαβάζει το παιδί σας. Κάντε ερωτήσεις και ενθαρρύνετε τη συζήτηση. Δημιουργήστε ένα περιβάλλον ουσιαστικής συζήτησης και κριτικής σκέψης. Η συχνή συζήτηση για το τι διαβάζουν τα παιδιά μπορεί να βοηθήσει με περισσότερους από έναν τρόπους. Για παράδειγμα, τα παιδιά που έχουν δυσλεξία ή ΔΕΠΥ μπορεί να προτιμούν να μιλούν για μια ιστορία παρά να την διαβάζουν.
- Αντισταθείτε στην παρόρμηση για κριτική: Όταν οι έφηβοι είναι απρόθυμοι αναγνώστες, θέλετε να τους αποτρέψετε από το να αποκλείσουν εντελώς το διάβασμα. Εάν δεν σας αρέσουν οι ιστορίες με βαμπίρ που αρέσουν στον έφηβο σας, μην ασκείτε κριτική. Εάν πιστεύετε ότι τα περιοδικά είναι κατώτερα από τα μυθιστορήματα, μην μοιράζεστε αυτήν τη γνώμη ενώ ο έφηβος σας διαβάζει ένα περιοδικό. Να είστε ανεκτικοί και να ενθαρρύνετε τα παιδιά να διαβάζουν, όποια μορφή κι αν πάρει.
- Βρείτε μια συναρπαστική σειρά: Οι αναγνώστες που γαντζώνονται στο πρώτο βιβλίο μιας σειράς μπορεί να ακολουθήσουν τους ίδιους χαρακτήρες ή θέματα σε περισσότερα βιβλία. Η εξοικείωση με μια σειρά μπορεί να διευκολύνει την κατανόηση του κειμένου και να μειώσει τα αρνητικά συναισθήματα που σχετίζονται με την έναρξη ενός νέου βιβλίου.
- Συνδέστε το διάβασμα με το πάθος του εφήβου σας: Στο γυμνάσιο, οι αναγνώστες που ζορίζονται μπορεί να χάσουν το κίνητρο να δουλέψουν τις δεξιότητές τους στην ανάγνωση. Μπορείτε να τους ενθαρρύνετε να παραμείνουν αφοσιωμένοι αναζητώντας τρόπους σύνδεσης της ανάγνωσης με θέματα που τους αφορούν. Για παράδειγμα, εάν ο έφηβός σας είναι διστακτικός αναγνώστης που θέλει να εργαστεί με ζώα, ξεκαθαρίστε πόσο σημαντικό θα είναι το διάβασμα για να μάθει περισσότερα για την κτηνιατρική επιστήμη.
- Συνδέστε το διάβασμα με τα social media: Εάν στο παιδί σας αρέσει να στέλνει μηνύματα σε φίλους ή να δημοσιεύει στα κοινωνικά δίκτυα, μπορείτε για παράδειγμα, να το ενθαρρύνετε να ακολουθήσει ένα blog και να σας διαβάζει περιστασιακά δυνατά ενδιαφέρουσες αναρτήσεις.
- Μόχλευση ενδιαφέροντος για τρέχοντα γεγονότα: Επισημάνετε τους τρόπους με τους οποίους το παιδί μπορεί να χρησιμοποιήσει την ανάγνωση για να παρακολουθεί τι συμβαίνει στον κόσμο. Ενθαρρύνετέ το να πάρει μια εφημερίδα ή να εγγραφεί σε ένα περιοδικό. Για τους εφήβους με μαθησιακά ζητήματα, η ανάγνωση μπορεί να φαίνεται απογοητευτική ή βαρετή. Αλλά αν το παιδί σας ενδιαφέρεται για τον αθλητισμό, την πολιτική, τις διασημότητες, ή τη μουσική, θα υπάρχει πάντα κάτι να διαβάσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου