Το 1955, η Young America Films, μια εταιρεία παραγωγής εκπαιδευτικών βίντεο, κυκλοφόρησε μία ταινία μικρού μήκους, διάρκειας εννέα λεπτών, με τον απλό τίτλο, "Why Study Home Economics?". Η υπόθεση ξεκινάει με δύο αδερφές γυμνασίου, τη Τζάνις και την Κάρολ, που αποφασίζουν ποια μαθήματα θα παρακολουθήσουν το επόμενο τρίμηνο. Η Τζάνις λέει, "Λοιπόν, πρέπει να συμπληρώσω μονάδες στη φυσική και τα αγγλικά, και θέλω να πάρω και οικιακή οικονομία..."
"Οικιακή οικονομία;!" αποκρίνεται έκπληκτη η Κάρολ και συνεχίζει: «Γιατί θέλεις να πάρεις οικιακά;»
Ενώ το βίντεο σίγουρα διακρίνεται από τον μισογυνισμό των μέσων του προηγούμενου αιώνα όσον αφορά το κύριο κίνητρο της Τζάνις για να παρακολουθήσει το μάθημα («Όποια πρόκειται να παντρευτεί και να είναι νοικοκυρά θα ήταν ανόητο να μην πάρει την οικιακή οικονομία»), στο σχολείο η καθηγήτρια οικιακής οικονομίας, η “δεσποινίς” Τζένκινς, έχει μια ευρύτερη άποψη για τα οφέλη του μαθήματος. «Για να σου πω την αλήθεια, Τζάνις», της λέει. «Πρέπει να ξέρεις πολλά περισσότερα από το πώς να “κρατάς” ένα σπίτι ή ένα διαμέρισμα. Πρέπει να ξέρεις το γιατί, καθώς και το πώς."
Αυτό ήταν σε μια εποχή που η οικιακή οικονομία διδασκόταν σχεδόν σε όλα τα λύκεια της Αμερικής, αν και σε μεγάλο βαθμό μόνο σε κορίτσια. Μερικές δεκαετίες αργότερα, τα μαθήματα οικιακής οικονομίας έγιναν απαραίτητα τόσο για αγόρια όσο και για κορίτσια και στη συνέχεια, το 1994, η Αμερικανική Ένωση Επιστημών Οικογένειας & Καταναλωτών πρότεινε να αλλάξει επίσημα το όνομα της τάξης σε «Επιστήμες Οικογένειας και Κατανάλωσης» αποσκοπώντας να αντικατοπτρίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια την εξέλιξη του αντικειμένου του στο πέρασμα του χρόνου. Πέρα από το ψήσιμο, το μαγείρεμα και το ράψιμο, στα προγράμματα σπουδών είχαν προστεθεί ενότητες με θέματα όπως η διατροφή και τα οικονομικά της οικογένειας.
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ωστόσο, παρουσιάστηκε πτώση στον αριθμό που επέλεγαν το μάθημα. Σύμφωνα με την Craft Industry Alliance, μέχρι το 2012 μόνο 3,5 εκατομμύρια μαθητές είχαν εγγραφεί σε μαθήματα οικιακής οικονομίας σε εθνικό επίπεδο, αριθμός που παρουσίαζε μείωση 38% σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία. Υπάρχουν μερικοί λόγοι για αυτό: Μερικοί ειδικοί επισημαίνουν την περίπλοκη (και συχνά εγγενώς σεξιστική) σχέση που έχουν οι Αμερικανοί με την οικιακή εργασία ως κίνητρο για την παρακμή των μαθημάτων σε εθνικό επίπεδο, ενώ άλλοι λένε ότι απλώς, όποια μαθήματα δεν συμβάλλουν στην τελική βαθμολογία, δεν έχουν προτεραιότητα.
Τώρα, απομένουν μόνο περίπου 6.000 σχολεία στις Ηνωμένες Πολιτείες που εξακολουθούν να προσφέρουν το μάθημα οικιακής οικονομίας - ή επιστημών οικογένειας και κατανάλωσης - αν και θα υποστήριζα ότι δεν υπήρξε ποτέ καλύτερη στιγμή για να τα επαναφέρουμε.
Η έκκληση για αναβίωση αυτών των μαθημάτων δεν είναι νέα. Το 2010, οι ερευνητές Alice H. Lichtenstein και David S. Ludwig δημοσίευσαν μια εργασία στο JAMA με τίτλο «Bring Back Home Economics Education». Σε κάποιο σημείο έγραφαν:
“Ακόμη περισσότερο από πριν, οι γονείς και οι φροντιστές σήμερα δεν μπορούν να βασίζονται στους εαυτούς τους για να διδάξουν στα παιδιά πώς να προετοιμάζουν υγιεινά γεύματα. Πολλοί γονείς δεν έμαθαν ποτέ να μαγειρεύουν και αντ' αυτού επιλέγουν εστιατόρια, φαγητό σε πακέτο, κατεψυγμένα γεύματα και συσκευασμένα τρόφιμα ως τη βασική τους διατροφή. Πολλά παιδιά βιώνουν σπάνια τη γεύση ενός αληθινού σπιτικού γεύματος, ενώ πολύ λιγότερα βλέπουν πώς και τι συμβαίνει κατά την προετοιμασία του. Τα προγράμματα εργασίας των γονέων και των φροντιστών, καθώς και τα εξωσχολικά προγράμματα των παιδιών συχνά καθιστούν αδύνατη τη συμμετοχή των παιδιών στις απαραίτητες αγορές για το φαγητό, αλλά και στην προετοιμασία του. Το οικογενειακό δείπνο έχει γίνει η εξαίρεση παρά ο κανόνας.
Για να βελτιωθεί η εκπαίδευση σχετικά με τα τρόφιμα, δεν είναι απαραίτητο να επαναφέρουμε τα κλασικά μαθήματα οικιακής οικονομίας, γεμάτα με στερεότυπα, ειδικά αυτά που σχετίζονται με το φύλο. Αντίθετα, τα κορίτσια και τα αγόρια θα πρέπει να διδάσκονται τις βασικές αρχές που θα χρειαστούν για να τραφούν τα ίδια και οι οικογένειές τους μέσα στο τρέχον διατροφικό περιβάλλον: μια εκδοχή του κυνηγιού και της συλλογής για τον 21ο αιώνα.”
Ωστόσο, η ανάγκη για τα μαθήματα αυτά αυξήθηκε μόνο την επόμενη δεκαετία από τη δημοσίευση του άρθρου. Όπως ανέφερε το Axios τον Ιανουάριο του 2024, το 72% των ερωτηθέντων σε πρόσφατη έρευνα που διεξήχθη από το Harris Poll είπε ότι όταν πηγαίνουν στο σούπερ-μάρκετ νιώθουν ότι επηρεάζονται περισσότερο από τον πληθωρισμό. Τούτου λεχθέντος, σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα που διεξήχθη από τη Mint, ένα ποσοστό ύψους 65% των Αμερικανών δήλωσε ότι δεν γνωρίζει πόσα ξόδεψε τον περασμένο μήνα, με τη γενιά Z να είναι η γενιά των λιγότερο πιθανό να σκεφτεί τι ξόδεψε.
Καθώς η οικονομία, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο μεταδίδουμε τη γνώση διαγενεακά αλλάζει, οι νεότεροι Αμερικανοί χρειάζονται βοήθεια πέρα από το TikTok και το Reddit για να μάθουν πώς να κάνουν προϋπολογισμό, να προγραμματίζουν γεύματα και να ψωνίζουν, δεξιότητες που διδάσκονται όλες παραδοσιακά στην οικιακή οικονομία. Όπως είπε η Σούζαν Τίρκγεσον, πρόεδρος του Συνδέσμου Εκπαιδευτικών για τις Επιστήμες Οικογένειας και Κατανάλωσης στο NPR το 2018: «Τα πάντα σχετικά με τις Επιστήμες Οικογένειας και Κατανάλωσης διδάσκουν πραγματικές δεξιότητες διαχείρισης πόρων και απασχολησιμότητας, δημιουργικής και κριτικής σκέψης – απλώς αυτό γίνεται με το φαγητό».
Η Κασσάνδρα Λόφτλιν, σεφ, προγραμματίστρια συνταγών και συνιδρύτρια του Goodness Gracious Grocery, έχει κάνει πολλή δουλειά στον χώρο της εκπαίδευσης τροφίμων, συμπεριλαμβανομένης της συγγραφής συνταγών ειδικά για παιδιά, και έχει δει από πρώτο χέρι τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει στον μαθητικό πληθυσμό.
«Η μαγειρική είναι μια βασική δεξιότητα ζωής που πρέπει να μάθουν τα παιδιά για να είναι αυτάρκεις ενήλικες», είπε η Λόφτλιν. «Υπάρχει λόγος που λέγεται μαγειρική τέχνη — ενισχύει τη δημιουργικότητα και επιτρέπει στα παιδιά να πειραματιστούν με γεύσεις, υφές και συστατικά, ενθαρρύνοντας την αίσθηση της περιπέτειας σε οποιαδήποτε ηλικία. Η διδασκαλία των παιδιών να μαγειρεύουν προάγει επίσης τον οικονομικό αλφαβητισμό με τον προϋπολογισμό για το φαγητό και τη διαχείριση του χρόνου, ενώ κατανοούν πώς να δίνουν προτεραιότητα στις εργασίες και να διαχειρίζονται αποτελεσματικά τον χρόνο για να έχουν το δείπνο στο τραπέζι μέχρι τις 6 μ.μ.”
Και συνεχίζει: «Όταν τα μικρά παιδιά μαθαίνουν πώς να μαγειρεύουν, ενισχύεται η αυτοπεποίθησή τους καθώς κατακτούν μια νέα δεξιότητα. Αυτή η νέα αυτοπεποίθηση εκτείνεται πέρα από την κουζίνα, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν άλλες προκλήσεις που μπορεί να συναντήσουν στη ζωή. Με την επιτυχή προετοιμασία γευμάτων για τα ίδια και την οικογένειά τους, τα παιδιά αποκτούν μια αίσθηση ολοκλήρωσης και ανεξαρτησίας, θέτοντας τα θεμέλια για μελλοντική επιτυχία και ανθεκτικότητα απέναντι στις αντιξοότητες».
Σύμφωνα με τη Λόφτλιν, ανεξάρτητα από το αν οι επιπτώσεις της εκπαίδευσης στα οικιακά οικονομικά εμφανίζονται ή όχι στις εξετάσεις, σίγουρα έχουν αντίκτυπο στον πραγματικό κόσμο (κάτι που είπε επίσης η Τίργκεσον στο NPR, λέγοντας: «Περιμένετε πέντε λεπτά στις Επιστήμες Οικογένειας και Κατανάλωσης και θα χρησιμοποιήσετε αυτές τις πληροφορίες μέσα σε αυτή την εβδομάδα, αλλά και σε όλη σας τη ζωή»).
«Με την ενσωμάτωση της μαγειρικής στην προσχολική εκπαίδευση, οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς μπορούν να παρέχουν μια πρακτική προσέγγιση στη μάθηση που όχι μόνο διεγείρει τις αισθήσεις αλλά και ενισχύει τις ακαδημαϊκές έννοιες με διασκεδαστικό και συναρπαστικό τρόπο», είπε η Λόφτλιν. «Αυτή η ολιστική προσέγγιση στην εκπαίδευση θέτει ισχυρά θεμέλια για τη γνωστική, κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών, προετοιμάζοντάς τα για επιτυχία τόσο εντός όσο και εκτός κουζίνας».
Απόδοση του άρθρου We need home economics now more than ever
Ευλαμπία Αγγέλου
Διερμηνέας Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας
Ανεξάρτητη Ερευνήτρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου