Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2021

5 τρόποι για να βοηθήσετε τους μαθητές σας να εστιάζουν στη μάθηση και όχι στη βαθμολογία.

Όταν οι εκπαιδευτικοί δίνουν ανατροφοδότηση και αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο μιλούν για τη βαθμολογία, οι μαθητές επικεντρώνονται στις δεξιότητες που αποκτούν – όχι στους βαθμούς που παίρνουν.

Οι μαθητές μου στο Γυμνάσιο και στις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού μπαίνουν με ανυπομονησία στην τάξη μου έχοντας στο χέρι τις ασκήσεις που είχαν να κάνουν στο σπίτι και έτοιμοι να κάνουν ερωτήσεις για όσα δεν έχουν καταλάβει. Δεν σκέφτονται καθόλου τον βαθμό που πρόκειται να πάρουν. Έκαναν τις ασκήσεις επειδή ήθελαν να μάθουν … και τότε ξυπνώ από το υπέροχο αυτό όνειρο.

Η αλήθεια είναι ότι ρωτούν για τη βαθμολογία τους συνέχεια, κάνοντας ερωτήσεις του τύπου: πόσες μονάδες χάνουμε αν δεν απαντήσουμε σε μια ερώτηση; πόσες μονάδες πιάνει η ορθογραφία; πώς μπορώ να ανεβάσω τον μέσο όρο μου;

Μετά από δεκαετίες αυτής της πραγματικότητας στις τάξεις που διδάσκω μαθηματικά, άρχισα να εξετάζω πώς η δική μου συμπεριφορά συνέβαλε σε αυτή την κουλτούρα όπου η βαθμολογία είχε την πρώτη θέση στο μυαλό των παιδιών. Ντρέπομαι πολύ που πρέπει να παραδεχτώ ότι επαινούσα τους μαθητές με βάση τη βαθμολογία τους και όχι με βάση την προσπάθεια που κατέβαλαν ή την βελτίωση που παρουσίαζαν. Οι συναντήσεις με τους γονείς γενικά εστίαζαν σε αριθμούς και βαθμολογίες και όχι τόσο στην ίδια την μάθηση.

Στα πλαίσια του αναστοχασμού και της αυτοκριτικής μου βρήκα και άλλους εκπαιδευτικούς στο σχολείο μου που είχαν κουραστεί από αυτή τη μανία για τους βαθμούς. Μοιραστήκαμε ιδέες και στρατηγικές προκειμένου να μειώσουμε την έμφαση που δινόταν στους βαθμούς και καταλήξαμε σε πέντε βασικές αλλαγές που μπορούν πραγματικά να αλλάξουν τον τρόπο θεώρησης των πραγμάτων.

1) Προσαρμόστε το λόγο σας (με τα παιδιά και τους εκπαιδευτικούς). Όταν ένας μαθητής δεν είχε κίνητρο να ολοκληρώσει μια εργασία, του έλεγα εκφράσεις / απειλές του τύπου: «Πρέπει να το κάνεις για να πάρεις βαθμό». Τώρα χρησιμοποιώ προτάσεις για να τα ενθαρρύνω του τύπου «Τα πήγες πολύ καλά με την απλοποίηση κλασμάτων. Ανυπομονώ να δω πώς θα εφαρμόσεις αυτή τη δεξιότητα στο Πυθαγόρειο Θεώρημα». Δουλεύει αυτός ο τρόπος τέλεια κάθε φορά; Φυσικά και όχι. Αλλά προσέχοντας έτσι ώστε η γλώσσα μου να εστιάζει στη μάθηση και όχι στη βαθμολογία, άρχισε να αλλάζει η κουλτούρα της τάξης μου. ‘Άλλαξε και η γλώσσα μου με τους γονείς. Επικοινωνώ μαζί τους τηλεφωνικά ή μέσω email για να ενημερώσω για τις έννοιες και τις δεξιότητες που έχουν αποκτήσει τα παιδιά τους χωρίς πλέον να δίνω έμφαση στη βαθμολογία. Αν με πιέζουν να τους πω τον βαθμό, απαντώ με εκφράσεις του τύπου «ο Devon απάντησε σωστά στις 35 από τις 42 ερωτήσεις. Προτείνω να εξασκηθεί λίγο ακόμα στην ανάλυση αριθμών σε γινόμενο πρώτων παραγόντων, για να είναι καλύτερα προετοιμασμένος για την ύλη του επόμενου κεφαλαίου». Μπορεί αυτή η δήλωση να είναι μαθηματικά λίγο ύπουλη, αλλά δίνοντας βαθμολογία 35/42 αποφεύγει την ένταση και το στίγμα που συνοδεύει ένα Β.

2) Καθυστερείτε την ανακοίνωση της βαθμολογίας έτσι ώστε οι μαθητές να επικεντρώνονται στην ανατροφοδότηση και όχι στη βαθμολογία. Μαζί με έναν άλλο εκπαιδευτικό πειραματιστήκαμε με αυτή την στρατηγική. Στις τάξεις μας βαθμολογούσαμε κανονικά τα τεστ και τις εργασίες και κρατούσαμε σύντομες σημειώσεις, αλλά δεν γράφαμε τίποτα από αυτά πάνω στο γραπτό του παιδιού. Αφού επιστρέφαμε τα διαγωνίσματα, ζητούσαμε από τους μαθητές to reflect και να τα διορθώσουν. Καθώς βοηθούσα τα παιδιά στη διόρθωση, κουβεντιάζαμε τις έννοιες και έδινα ανατροφοδότηση αλλά δεν μιλούσαμε για βαθμολογίες. Αυτή η τακτική εκνεύριζε στην αρχή τα παιδιά, αλλά μετά από λίγο άρχισαν να εστιάζουν πραγματικά στην επίδοση. Μια μέρα αργότερα, αν κάποιοι μαθητές το επιθυμούσαν, καθόμασταν μαζί και τους έλεγα και την βαθμολογία τους (άλλωστε η βαθμολογία είναι υποχρεωτική στο εκπαιδευτικό μας σύστημα).

3) Χαμηλώστε τον πήχη: Έρευνες αποδεικνύουν ότι οι ασκήσεις για το σπίτι ή αξιολογήσεις δεν θα πρέπει ποτέ να βαθμολογούνται για την ακρίβεια τους. Οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί που γνωρίζω, βάζουν επιπλέον βαθμολογία για τις ασκήσεις που δίνουν στο σπίτι. Πριν από λίγα χρόνια το σταμάτησα αυτό (κρατούσα αρχείο για το ποιος έκανε τις εργασίες του για μελλοντικές συναντήσεις με γονείς και μαθητές). Τόνιζα ότι οι εργασίες στο σπίτι είναι μια ευκαιρία για εξάσκηση και εξερεύνηση. Για να μειώσω ακόμα περισσότερο την πίεση, ξεκαθάριζα στους μαθητές μου ότι η χαμηλότερη βαθμολογία που θα έπαιρναν σε διαγώνισμα δεν θα λαμβάνονταν υπόψη για να βγει ο μέσος όρος τους. Έτσι περιορίζαμε σημαντικά το άγχος και τα κλάματα.

4) Δώστε την ευκαιρία στον μαθητή να ξαναγράψει το διαγώνισμα: Είμαι μεγάλος θαυμαστής του ιστολογίου της Starr Sackstein , εκεί όπου γράφει συχνά για το την βαθμολόγηση βάσει προτύπων. Σε πρόσφατη ανάρτησή της η Sackstein γράφει «Τα διαγωνίσματα και οι άλλες ‘one and done’ (σημ. «μια κι έξω») καταστάσεις δεν θα καταφέρουν να βγάλουν ποτέ τον καλύτερο εαυτό των μαθητών μας κυρίως εξαιτίας της φύσης του χρόνου και της απομνημόνευσης». Το τμήμα Μαθηματικών του Γυμνασίου μου είχε μια πολιτική όπου μπορούσε ο μαθητής να ξαναγράψει ένα διαγώνισμα το τρίμηνο για να αντικαταστήσει την χαμηλότερη βαθμολογία που είχε πάρει. Αν το σχολείο σας δεν έχει παρόμοια πολιτική, διεκδικήστε την. Ή γίνετε δημιουργικοί στην τάξη σας και βρείτε τρόπους για να δίνετε στα παιδιά την δυνατότητα να ξαναγράφουν τα διαγωνίσματα, όχι τόσο για λόγους βαθμολογίας, αλλά για λόγους μάθησης.

5) Επιτρέπετε την αυτό- βαθμολόγηση: Σαν εκπαιδευτικός της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, νιώθω συχνά μια πίεση. «Αν δεν δίνουμε την παραδοσιακή βαθμολογία, προετοιμάζουμε τα παιδιά μας για το πανεπιστήμιο;» Είναι λογικό ότι δεν μπορούμε να προβλέψουμε τι θα συναντήσουν οι μαθητές μας μετά τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ωστόσο φαίνεται να υπάρχει μια τάση «από-βαθμοποίησης» σε πολλά πανεπιστημιακά επαγγέλματα. Ένα άρθρο του 2019 στο Inside Higher Ed υπογραμμίζει ότι υπάρχουν “υπάρχουν πολύ σοβαροί παιδαγωγικοί λόγοι για να το κάνεις (την «από-βαθμοποίηση») καθώς η πλειοψηφία των ερευνών αποδεικνύουν ότι οι βαθμοί αποτελούν εξωτερικό (και όχι εσωτερικό) κίνητρο, μειώνουν τη διασκέδαση της μάθησης και αυξάνουν τον φόβο της αποτυχίας. Επιπλέον, οι βαθμοί δεν είναι απαραιτήτως ένας καλός τρόπος μέτρησης ή αξιολόγησης της μάθησης. Και, σύμφωνα με έρευνες που έχουν γίνει ξέρουμε ότι μπορούν οι βαθμοί να εκτοξευτούν”. Οι εκπαιδευτικοί μπορούν να αμβλύνουν αυτές τις επιζήμιες επιπτώσεις της βαθμολογίας εμπλέκοντας τους ίδιους τους μαθητές περισσότερο στην αξιολόγησή τους. Όταν αναθέτετε στα παιδιά μια ρουμπρίκα αξιολόγησης, ζητήστε από τους μαθητές να συμπληρώσουν τη δική τους και μετά συζητήστε μαζί τους για την αυτό- αξιολόγησή τους. Μερικές φορές οι βαθμοί θα είναι χαμηλότεροι από αυτούς που θα τους δίνετε, κάτι που είναι μια πολύ καλή αρχή για μια παραγωγική συζήτηση. Επιπρόσθετα, η αυτό- αξιολόγηση δίνει στους μαθητές να κατακτήσουν τη δική τους μάθησης και βελτιώνει τις μεταγνωστικές τους δεξιότητες.

Στα όνειρά μου, σταματάμε να δίνουμε γενικά βαθμούς και οι μαθητές με χαρά κάνουν τις ασκήσεις τους ή γράφουν διαγωνίσματα για την αγνή ευχαρίστηση της μάθησης. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, οι βαθμοί, καθορίζουν την θέση και την σειρά μας. Εμείς σαν εκπαιδευτικοί μπορούμε να γινόμαστε δημιουργικοί μέσα στους τοίχους της τάξης μας για να κάνουμε τη βαθμολογία πιο ακριβή, συνεργατική και λιγότερο αγχωτική.


Ιωάννα Αγγέλου
Ειδική Παιδαγωγός (Παν. Θεσσαλίας)
Νηπιαγωγός (Α.Π.Θ.)
MEd - Μεταπτυχιακό Δίπλωμα στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου