Μέχρι πρόσφατα δινόταν ιδιαίτερη έμφαση στην «κάθετη» επιρροή των γονέων και της ευρύτερης οικογένειας στον τρόπο που ένα παιδί βλέπει και συνδιαλέγεται με τον κόσμο. Ωστόσο, νέες έρευνες πάνω στην «οριζόντια» επιρροή, αποδεικνύουν ότι η επιρροή των αδελφών είναι πολύ μεγαλύτερη από ό,τι φανταζόμαστε. Με τα αδέρφια μας φέρουμε το ίδιο γενετικό υλικό, έχουμε μοιραστεί την ίδια μήτρα, έχουμε την πρώτη κοινή συλλογική ταυτότητα. Αργότερα στις κοινωνικές μας σχέσεις, αυτό που επαναλαμβάνουμε είναι, μεταξύ άλλων, και οι ασυνείδητες προβολές όσων ζήσαμε με τα αδέρφια μας. Συνεπώς, τα αδέρφια αποτελούν την πιο αυθεντική και μακροχρόνια σχέση σε αντίθεση με τις φιλίες που με τον χρόνο ίσως χαθούν. Τα αδέρφια έχουν μεταξύ τους κοινά βιώματα, αναμνήσεις και προσλαμβάνουσες καθώς ο ένας για τον άλλο είναι μέρος της ιστορίας του.
Παρόλα αυτά, οι αδερφικές σχέσεις δεν είναι πάντα χωρίς προβλήματα και σε πλήρη αρμονία κι αυτό γιατί η αντιπαλότητα μεταξύ αδερφών παίζεται γύρω από την διεκδίκηση της γονικής αγάπης. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να αποφευχθεί, ακριβώς επειδή η ζήλια είναι η διαδικασία με την οποία το παιδί μαθαίνει μέσω της σύγκρισης και της διαφοροποίησης του εαυτού από τα αδέρφια του.
Όλα ξεκινούν με την άφιξη του δεύτερου παιδιού, κάτι που βιώνεται τραυματικά από το μεγαλύτερο παιδί που ξαφνικά χάνει τη μοναδικότητά του και βλέπει ένα μικρό «ξένο» να σφετερίζεται τον θρόνο του. Με την έλευση του μωρού, η αρχική φαινομενική στοργή του μεγαλύτερου παιδιού μετατρέπεται σε ζήλια, μίσος, ακόμα και με ειλικρινή έκφραση της πρόθεσης να του κάνει κακό. Το μεγαλύτερο παιδί αντιδρά πολύ έντονα συνήθως μετά τον έκτο μήνα του μωρού, όταν το μικρό αρχίσει να καταλαμβάνει χώρο και θέση στο σπίτι και μένει περισσότερες ώρες ξύπνιο. Ίσως ακουστεί παράδοξο, αλλά αυτή η ζήλια δεν πρέπει να κατασταλεί, ακόμα κι αν μας δυσκολεύει να τη διαχειριστούμε: η ζήλια είναι η διαδικασία με την οποία, συγκρίνοντας τον εαυτό του, το παιδί μαθαίνει να διαφοροποιείται από τα αδέρφια του με απώτερο στόχο να γίνει ο εαυτός του. Γενικότερα, η αντιπαλότητα στα αδέρφια είναι φυσιολογική και εποικοδομητική: επιτρέπει στο παιδί να συνειδητοποιήσει ότι δεν είναι μόνο στον κόσμο και μαθαίνει να εντάσσεται στο πρώτο κοινωνικό δίκτυο, αυτό της οικογένειας.
Μα γιατί μαλώνουν;
Η αντιπαλότητα των αδελφών μπορεί να προκύψει για πολλούς λόγους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, συνδέεται απλώς με την προσωπικότητα των παιδιών. Σε άλλες, οφείλεται σε ζήλια, ειδικά όταν το παιδί αισθάνεται ότι είναι λιγότερο αγαπημένο ή προνομιούχο από τα αδέλφια του. Όταν το ένα παιδί λαμβάνει περισσότερους επαίνους από το άλλο, όταν νιώθει ότι δεν έχει την προσοχή ή την εκτίμηση των γονέων του, όταν νιώθει πως «κουράζει» τους γονείς περισσότερο από το άλλο, τότε αναπόφευκτα βιώνει μια περιθωριοποίηση που όσο περνάνε τα χρόνια εγκαθίσταται και χρωματίζει τόσο τη σχέση με τον αδερφό ή την αδερφή αλλά και τις ενήλικες σχέσεις του.
Όποια και αν είναι η αιτία της αντιπαλότητας, πρέπει να προσπαθήσουμε να την επιλύσουμε έτσι ώστε τα παιδιά να είναι σε θέση να δημιουργήσουν μια υγιή μεταξύ τους σχέση. Εάν η ζήλια ή η αντιπαλότητα εκδηλώνεται με τη μορφή φυσικής αντιπαράθεσης, είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουν ότι πρέπει να υπακούσουν σε κανόνες όπως «Σε αυτό το σπίτι, δε βλάπτουμε ο ένας τον άλλον, δε χτυπάμε ούτε μιλάμε άσχημα στον άλλο». Καλό θα ήταν να αναφερθούμε και στα λόγια που πονάνε, στις λέξεις που μπορεί να πληγώσουν τα αδέρφια αλλά και στην αξία της συγχώρεσης. Όταν κρίνετε πως είναι απαραίτητο, μπορείτε να εφαρμόστε μια συνέπεια που να ταιριάζει με την ηλικία και τη σοβαρότητα της συμπεριφοράς του παιδιού σας.
Τι δεν κάνω σωστά;
Συχνά λέμε «τα παιδιά μου δεν πρόκειται ποτέ να έρθουν κοντά, μαλώνουν και δεν έχουν τίποτα κοινό» ή «θα είναι πάντα μαλωμένα και σε ένταση». Μερικές φορές οι γονείς αντιδρούμε έτσι επηρεασμένοι από τις δικές μας ιστορίες και επειδή θεωρούμε ότι πρέπει να τα κάνουμε όλα τέλεια, να μην αναπαράγουμε το ίδιο μοντέλο με αυτό των δικών μας γονιών! Στην αγωνία μας να είμαστε δίκαιοι και σωστοί μας καταβάλει ο πανικός και η αυτομομφή που δεν είναι καλοί σύμβουλοι.
Και τι να κάνω;
Η πρώτη κίνηση όταν ξεσπά μια διαφωνία ή όταν βλέπετε πως υπάρχουν χειρονομίες και ένταση είναι να χωρίσετε τα παιδιά. Ωστόσο, αν η ένταση μόλις ξεκίνησε με τάση να κλιμακωθεί, μπορείτε να εκμεταλλευτείτε την ευκαιρία, να αναλάβετε το ρόλο του διαμεσολαβητή και να συζητήσετε μαζί τους τρόπους επίλυσης της σύγκρουσης. Είναι πολύ σημαντικό να κάνετε κάθε παιδί να αισθάνεται ξεχωριστό, γι’ αυτό δώστε του ιδιαίτερη προσοχή, κοιτώντας το στα μάτια και έχοντας μια σωματική επαφή μαζί του.
Συζητήστε. Ζητήστε να τηρούν τους κανόνες ακρόασης χωρίς να διακόπτουν ή να κοροϊδεύουν τον αδερφό ή την αδερφή τους. Κάντε συχνά ενθάρρυνση και ανατροφοδότηση στη συζήτηση, τονώστε τα παιδιά και δώστε τους χρόνο να σας εξηγήσουν τις θέσεις τους. Χρησιμοποιήσετε ανοιχτές ερωτήσεις για να διερευνήσετε την κατάσταση. Ζητήστε τους να σας πουν τη γνώμη τους για το τι συνέβη, τι τους ενόχλησε και μετά ρωτήστε τους πώς πιστεύουν ότι μπορούν να επιλύσουν τη σύγκρουση. Θα εντυπωσιαστείτε όταν ακούσετε τις λύσεις στις οποίες μόνοι τους και μέσα σε κλίμα ηρεμίας μπορούν να καταλήξουν. Έτσι μαθαίνουν να διαπραγματεύονται και να αποδέχονται μια εναλλακτική λύση. Τέλος ζητήστε να δεσμευτούν σε ό,τι από κοινού αποφασίστηκε.
Ζητήστε να μιλήσουν για το συναίσθημα τους αλλά ρωτήστε να σας πουν πώς νομίζουν ότι νιώθει ο αδερφός ή η αδερφή του. Τα μικρά παιδιά με τον τρόπο αυτόν «κατεβαίνουν από τον δικό τους θρόνο» και μαθαίνουν να ακούνε τις ανάγκες των άλλων, κάτι που θα διδάξει ενσυναίσθηση και έμπρακτη απόδειξη των συναισθημάτων τους.
Αποφύγετε τον ρόλο του διαιτητή. Τα παιδιά πρέπει να μάθουν να επιλύουν τις διαφωνίες τους μεταξύ τους, όσο μεγαλώνουν. Όταν νομίζετε ότι είναι έτοιμα να το κάνουν, μείνετε δίπλα τους σε περίπτωση που σάς χρειάζονται, αλλά εμπιστευτείτε τα λέγοντας ότι μπορούν να επιλύσουν τη σύγκρουση μόνοι τους.
Αποφύγετε να πάρετε το μέρος του ενός ή του άλλου παιδιού ιδίως αν δεν ήσασταν παρόντες στη σκηνή που πυροδότησε την ένταση. Το καθένα μπορεί να πάει σε διαφορετικό δωμάτιο ώστε να ηρεμήσουν και μετά ζητήστε τους να επιστρέψουν και να συζητήσουν την κατάσταση μαζί.
Τα παιδιά μαθαίνουν παρατηρώντας το περιβάλλον τους. Εάν διαφωνείτε και συγκρούεστε συχνά και έντονα, τα παιδιά είναι πιθανό να αντιγράψουν αυτές τις συμπεριφορές.
Επαινέστε τα παιδιά σας όταν τα βλέπετε να παίζουν αγαπημένα κι όταν λύνουν μόνα τις διαφωνίες τους.
Το κάθε παιδί είναι διαφορετικό και η σύγκριση τα βάζει σε ανταγωνισμό μεταξύ τους είτε για να προσελκύσουν την προσοχή των γονιών τους είτε τα ωθεί να προσποιηθούν ώστε να αποκτήσουν την έγκριση και την αγάπη τους.
Σύγκρουση: τροφή για σκέψη
Η σύγκρουση είναι μια ευκαιρία για να σκεφτούμε. Μέσα από μια αντιπαράθεση μαθαίνω τον εαυτό μου, αποφασίζω τι με κάνει ελεύθερο και τι με φυλακίζει, τι απαντά στις ανάγκες μου και τι όχι. Μεγαλώνοντας οι γονείς οφείλουμε να αναθεωρήσουμε τα κοινωνικά πρότυπα μέσα στα οποία έχουμε μεγαλώσει, πώς μάς έχουν γαλουχήσει οι παλιότερες γενιές. Ένα από αυτά τα πρότυπα είναι και η άποψη ότι τα αδέρφια μας είναι το βασικό στήριγμα στη ζωή – το αίμα μας! – ότι οφείλουμε να έχουμε άψογες σχέσεις μαζί τους, ακόμα κι αν αυτό δεν αποτελεί προσωπική μας ανάγκη. Έτσι, όταν προκύπτουν διαφορές συχνά αποσιωπώνται με αποτέλεσμα ενοχικά και ψυχαναγκαστικά να μένουμε στις σχέσεις αυτές βάζοντας κάτω από το χαλί την αλήθεια μας. Είναι λοιπόν επιλογή μας τώρα αν θα μεγαλώσουμε τα δικά μας παιδιά με ένα συγκεκριμένο μοντέλο σχέσης μεταξύ αδερφών ή με την επιλογή ανοιχτή για τα παιδιά μας ανάλογα με τις δικές τους ανάγκες και επιλογές
Η θετική πλευρά της σύγκρουσης
Από μικρή ηλικία μαθαίναμε ότι «τα καλά παιδιά δεν τσακώνονται», ότι «η σύγκρουση συνεπάγεται καβγά». Ωστόσο, μέσα από την αντιπαράθεση μαθαίνω τα όρια μου, υπερασπίζομαι τα θέλω μου, ενισχύω την αυτοεικόνα μου, μετράω τις δυνάμεις μου και ζυγίζω τα επιχειρήματα μου. Μαθαίνω να σέβομαι τις διαφορές με τους άλλους ανθρώπους, να χάνω και να ξαναπροσπαθώ, να κερδίζω και να βοηθώ τον συμπαίκτη μου. Μια οικογένεια χωρίς συγκρούσεις δίνει την ψευδαίσθηση της απόλυτης ηρεμίας και μεγαλώνει παιδιά αδύναμα να αντιμετωπίσουν τις αντιξοότητες και αντιπαλότητες στην ενήλικη ζωή τους.
Κατερίνα Χοτζόγλου
Η κ. Κατερίνα Χοτζόγλου είναι Κλινική Ψυχολόγος ΜΑ – Παιδοψυχολόγος MSc – Ψυχοθεραπεύτρια και Ψυχολόγος των Εκπαιδευτηρίων Καίσαρη.
Πηγή: τaλκ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου