«Γιατί έκλεισε ο παιδικός, μπαμπά;». Η κόρη μου, 4μιση ετών, με ρώτησε ενώ τρώγαμε πρωινό. Με τη γυναίκα μου κάναμε μια σύντομη και αθόρυβη συνεννόηση: Πώς να απαντήσουμε και με πόση λεπτομέρεια; Η γυναίκα μου απάντησε με ένα σύντομο και καθησυχαστικό: «Λόγω της γρίπης, αγάπη μου».
Έτσι κερδίσαμε λίγο χρόνο. Ήδη της είχαμε εξηγήσει ότι υπήρχε μια γρίπη, καθώς αναρωτήθηκε γιατί πλέναμε τα χέρια μας τόσο συχνά και γιατί της λέγαμε να μην αγγίξει τίποτα όταν πηγαίναμε για ψώνια.
Αλλά όταν έκλεισε ο παιδικός της και όταν έκλεισε επ' αόριστον η βιβλιοθήκη και το κολυμβητήριο, και ακυρώθηκαν τα μαθήματα καράτε, οι απλές απαντήσεις μας έμοιαζαν λίγες. Όχι επειδή τα 4χρονα είναι έξυπνα και αντιλαμβάνονται τη νευρικότητα και την ένταση με εντυπωσιακή ακρίβεια, αλλά επειδή το συνήθως κεφάτο και ανέμελο παιδί μας άρχισε να δείχνει ανησυχητικά σημάδια ότι και η ίδια απορροφούσε νευρικότητα, κάτι που αν είσαι γονιός σού ραγίζει την καρδιά.
Από το προάστιό μας στα βόρεια του Μόντρεαλ, η γυναίκα μου κι εγώ παρακολουθούσαμε ανήσυχοι τις ειδήσεις, καθώς τα πρώτα περιστατικά Covid-19 επιβεβαιώθηκαν στο Κεμπέκ. Πρώτα ήταν ένα, μετά δύο, μετά περισσότερα. Καθώς βλέπαμε την κρίση να εκτυλίσσεται στην Ιταλία, αρχίσαμε να προετοιμαζόμαστε πριν τα νούμερα του Κεμπέκ γίνουν διψήφια. Την ώρα που γράφεται αυτό το άρθρο, υπάρχουν 219 επιβεβαιωμένα κρούσματα.
Σηκώθηκε και μου έδειξε μια αφίσα με «συναισθήματα» στον τοίχο της, και έδειξε τις φατσούλες «λυπημένη» και «θυμωμένη».
Αγοράσαμε αντισηπτικό για τα χέρια και αρχίσαμε να στοκάρουμε βασικά πράγματα (είμαστε μια τετραμελής οικογένεια). Καθώς άρχισαν να βγαίνουν ειδήσεις για κρούσματα κορονοϊού αλλού στον Καναδά και τις ΗΠΑ, ιδίως στη Νέα Υόρκη, σταματήσαμε την κόρη μας από τον παιδικό, τρεις μέρες πριν το Κεμπέκ δώσει εντολή να κλείσουν όλα τα σχολεία και οι σταθμοί. Ήμασταν τυχεροί: Μπορούσα να συνεχίσω να δουλεύω από το σπίτι full time και μαζί με τη γυναίκα μου, την κόρη μας και τον ενός έτους γιο μας κλειστήκαμε στη «σφαίρα» μας και αναρωτιόμασταν τι θα γινόταν μετά.
Στην αρχή της πανδημίας, μας απασχολούσε κυρίως η αποφυγή της λοίμωξης (ακόμα μας ανησυχεί) και το πώς να μην τρελαθούμε ή πώς να κάνουμε πράγματα όλον αυτόν τον χρόνο που θα ήμασταν στο σπίτι. Αλλά την τέταρτη ή την πέμπτη μέρα αυτοπεριορισμού, το συνήθως ζωηρό κοριτσάκι μας ξύπνησε εκνευρισμένο και σκυθρωπό.
Καθίσαμε για πρωινό –ο γιος μας τσίριζε χαρούμενος, το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν τα δημητριακά του– και πρόσεξα ότι η κόρη μας κοίταζε το μπολ της, με το κεφάλι στηριγμένο στο χέρι σαν εκνευρισμένη έφηβη. Φαινόταν λυπημένη και αναστατωμένη. Ένα γλυκό κοριτσάκι, με ένα ουράνιο τόξο στην μπλούζα της και ένα ροζ φιόγκο στην αλογοουρά της, φαινόταν θλιμμένο.
Προσπάθησα αμέσως να της φτιάξω τη διάθεση προτείνοντας μια βόλτα στο πάρκο και μετά μισή ώρα Paw Patrol. Όταν άκουσε να αναφέρω την αγαπημένη της σειρά αναθάρρησε, αλλά δεν κράτησε πολύ. Μετά την τηλεόραση ξέσπασε σε δάκρυα και μας φώναζε όλη εκείνη την αργή μέρα.
Ειδικοί αναπτυξιολόγοι λένε ότι λένε ότι οποιαδήποτε αλλαγή είναι δύσκολη για τα παιδιά. Όταν διαταράσσεται η ρουτίνα τους, τα παιδιά μπερδεύονται και αναστατώνονται.
«Θέλω να μείνω μόνη μου ναα μη μου μιλήσει κανείς!». Χτυπούσε το ποδαράκι της στο έδαφος και έσφιγγε τις γροθιές της. Η γυναίκα μου κι εγώ κοιταχτήκαμε ανήσυχοι όταν έτρεξε στο δωμάτιό της και βρόντηξε την πόρτα.
Αργότερα, είχε κουλουριαστεί στην αγκαλιά μου κι έπαιζε με τις ριγέ κάλτσες της ενώ προσπάθησα να της μιλήσω ήπια. «Ξέρω ότι είναι δύσκολα όταν είμαστε όλοι κλεισμένοι στο σπίτι, ε; Και δεν βλέπεις τους φίλους σου στον παιδικό», είπα προσεκτικά, προσπαθώντας να μην της φυτέψω σκέψεις.
Σηκώθηκε και μου έδειξε μια αφίσα με «συναισθήματα» στον τοίχο της, και έδειξε τις φατσούλες «λυπημένη» και «θυμωμένη». Έπειτα κάθισε ξανά, στενοχωρημένη.
«Μου λείπει η Eloise», μουρμούρισε – η καλύτερη της φίλη. «Το ξέρω, αρκουδάκι μου», είπα και την έσφιξα. «Μην ανησυχείς, θα την ξαναδείς». Αλλά δεν μπορούσα να της πω πότε. Επειδή δεν ξέρω.
Ειδικοί αναπτυξιολόγοι λένε ότι λένε ότι οποιαδήποτε αλλαγή είναι δύσκολη για τα παιδιά. Όταν διαταράσσεται η ρουτίνα τους, τα παιδιά μπερδεύονται και αναστατώνονται. Συχνά εκφράζουν τα συναισθήματά τους μέσω διαταραγμένης συμπεριφοράς, κάτι που δυσκολεύει τα πράγματα για έναν γονιό: είναι το λιγότερο δύσκολο να πρέπει να παρηγορήσεις, να διασκεδάσεις και να πειθαρχήσεις ένα λυπημένο 4χρονο – ιδίως όταν προσπαθείς να δουλέψεις, να διατηρήσεις μια υγιή σχέση με τον/ τη σύζυγό σου και να κρατήσεις την ψυχραιμία σου εν μέσω πανδημίας.
Υπάρχουν κάποιες χρήσιμες συσκευές που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα για να καθοδηγήσουν τους γονείς ως προς το πώς να επικοινωνούν με τα παιδιά τους σε εποχές κρίσης. Ειδικοί και έμπειροι φροντιστές λένε ότι ως γονείς το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κάνουμε απλές συζητήσεις, κατάλληλες για την ηλικία τους και κυρίως να κρατάμε την ψυχραιμία μας καθώς βλέπουμε τα νούμερα να αυξάνονται, τη λίστα των λουκέτων να μεγαλώνει και να νιώθουμε την ανησυχία μας να μεγαλώνει καθώς οδεύουμε προς ένα άγνωστο μέλλον.
Προς το παρόν, τα πάμε καλά. Είμαστε υγιείς και βαθιά ευγνώμονες γι’ αυτό. Έχουμε τρόφιμα, ρεύμα, νερό, Skype. Έχουμε ο ένας τον άλλον. Η κόρη μας βλέπει μια ώρα τηλεόραση τη μέρα για να ξεφεύγει από την καινούργια μας αγχωτική πραγματικότητα και οι καθημερινοί μας περίπατοι στους έρημους δρόμους στο προάστιό μας και η πρωινή άσκηση, μας βοηθάνε να παραμένουμε θετικοί.
Αλλά κάθε φορά που βλέπω ειδήσεις, αναπόφευκτα νιώθω ότι κάτι μεγαλύτερο χάθηκε σ’ αυτή την πανδημία. Ίσως αυτό που χάθηκε να είναι απλώς η (αφελής;) ιδέα ότι το μέλλον πάντα είναι φιλόξενο, ζεστό και φωτεινό. Ξέρω ότι έτσι αισθανόμουν, αλλά αυτό το συναίσθημα είναι πολύ μακριά τώρα.
Κείμενο Nathan Munn
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο VICE Canada.
Πηγή: vice
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου