Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2018

Ο δάσκαλος δεν είναι μεταπράτης γνώσεων, αλλά σμιλευτής ψυχών

Δάσκαλος. Επάγγελμα, λειτούργημα ή ιδέα; Στην εποχή μας, με τη ραγδαία επιστημονική πρόοδο και τις αλλεπάλληλες κοινωνικοοικονομικές μεταβολές, ο ρόλος του εκπαιδευτικού διαφοροποιείται και γίνεται πολυδιάστατος και απαιτητικός ως προς τον απαραίτητο για το επάγγελμα επιστημονικό και παιδαγωγικό εξοπλισμό.

Το παλαιό πρότυπο του παντογνώστη εκπαιδευτικού με το έμφυτο παιδαγωγικό ταλέντο θεωρείται παρωχημένος τρόπος αντιμετώπισης του εκπαιδευτικού έργου, αφού ο σύγχρονος επιστημονικός προβληματισμός επιβάλλει τη θεώρηση του εκπαιδευτικού ως επαγγελματία, που κατέχει ή πρέπει να κατέχει εξειδικευμένες επιστημονικές γνώσεις και άρτια ψυχοπαιδαγωγική κατάρτιση.

Αυτό σε μια κρίσιμη εποχή όπου ο ρόλος του εκπαιδευτικού αμφισβητείται διαρκώς πότε από την πολιτεία και πότε από την ίδια την κοινωνία.

Με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις σχετικά με το ωράριο των εκπαιδευτικών και την εφαρμογή του υποχρεωτικού 30ωρου στα σχολεία, η «Ε» εντόπισε τον κ. Νίκο Λούκα συνταξιούχο δάσκαλο, που υπηρέτησε σε μια εποχή, όπου ο δάσκαλος ήταν δάσκαλος επί 24ωρου βάσεως και τα καθήκοντά του δεν αφορούσαν μονάχα την επιμόρφωση. Παρότι λοιπόν ο κ. Λούκας, δίδαξε σε δύσκολες εποχές, θεωρεί ότι τα αιτήματα των δασκάλων σήμερα είναι πέρα για πέρα δίκαια, καθώς οι εποχές και οι ανάγκες άλλαξαν και οι εκπαιδευτικοί είναι αντιμέτωποι με μια επίσης σκληρή πραγματικότητα.

«Θα πρέπει η πολιτεία να αναγνωρίσει την αξία των εκπαιδευτικών. Εγώ ήμουν δάσκαλος σε δύσκολες και άγριες εποχές. Μπορεί να μην συγκρίνονται όσα κάναμε εμείς τότε και όσα ζήσαμε, αλλά θεωρώ ότι εξίσου δύσκολη και άγρια είναι η σημερινή εποχή».

Πώς ήταν όμως η ζωή του εκπαιδευτικού τότε; «Ωράριο δεν ξέραμε τι θα πει. Το σπίτι μας ήταν το σχολείο. Εγώ υπηρέτησα σε μονοθέσιο με 30 μαθητές στο Δαμασούλι Ελασσόνας. Δύσκολες εποχές. Υπήρχαν μέρες που κοιμόμουν νηστικός. Το κοντινότερο μαγαζί για να πάρεις τρόφιμα ήταν 2 ώρες με τα πόδια. Άλλες φορές εξασφάλιζα το φαγητό μου από τις οικογένειες των μαθητών μου ή από κονσέρβες που είχα φυλαγμένες. Από το πρωί μέχρι το βράδυ στο πόδι να τρέχεις για τους μαθητές και τους κατοίκους του χωριού, δεν απέμενε κουράγιο. Ο δάσκαλος για όλα. Γραμματέας, ταχυδρόμος, στα συσσίτια παντού. Τα καθήκοντά μου δεν τελείωναν στα μαθήματα. Η αγωγή των παιδιών ήταν επίσης υποχρέωσή μας. Έξι μέρες την εβδομάδα ξύπνημα από το χάραμα και δουλειές ατελείωτες. Μαθήματα πρωί και απόγευμα. Μαζί με τους μαθητές καθαρίζαμε το σχολείο, ανάβαμε τη σόμπα, κάναμε τα μαθήματα και μετά ο δάσκαλος ήταν εκεί για όλους. Την Κυριακή έπρεπε να οδηγώ τους μαθητές στον εκκλησιασμό και εν συνεχεία στο κατηχητικό», θυμάται ο κ. Λούκας.

«Κατά κανόνα οι δάσκαλοι διορίζονταν σε ορεινά και δυσπρόσιτα σχολεία. Ήταν αναγκασμένοι να διδάσκουν συνήθως σε μονοθέσια σχολεία που είχαν μέχρι και 120 μαθητές, σε παράγκες, παραπήγματα ή καφενεία, διότι μετά τον εμφύλιο πολλά σχολεία είχαν καταστραφεί. Ο δάσκαλος σπάνια είχε στέγη έμενε στο γραφείο του σχολείου ή σε κάποιο εγκαταλελειμμένο σπιτάκι. Πολλά χωριά δεν είχαν ηλεκτρικό ρεύμα, ούτε δίκτυο ύδρευσης με ό,τι αυτό συνεπαγόταν για τη βραδινή μελέτη του δασκάλου και την ατομική του υγιεινή».

Οι δάσκαλοι εκείνων των εποχών είχαν αναλάβει το δύσκολο έργο της εκπαίδευσης και της αγωγής των παιδιών σε πολύ δύσκολες συνθήκες. Όργωναν όλη την Ελλάδα από άκρη σε άκρη. Νησιά, πόλεις, χωριά, αγροτικές, ορεινές και αστικές περιοχές γνώριζαν τη διαδρομή των δασκάλων σαν πορεία προς την πρόοδο! Οι δάσκαλοι έχαιραν απόλυτου σεβασμού, ήταν από τους λίγους Έλληνες που γνώριζαν γράμματα, είχαν την καθολική αποδοχή.

Στις δεκαετίες του 1950 και του 1960 η Ελλάδα είχε εισέλθει σε τροχιά ανάπτυξης, αλλά οι συνθήκες ήταν πολύ σκληρές και δύσκολες για τους περισσότερους κατοίκους. Η Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ήταν ατροφική, οι μεγάλες πόλεις μόνο είχαν Γυμνάσιο και Λύκειο και το βάρος της μαζικής εκπαίδευσης δινόταν στη φοίτηση του Δημοτικού Σχολείου. Οι δάσκαλοι σήκωναν το βαρύ φορτίο της μόρφωσης στις πιο αντίξοες συνθήκες. Θα βρίσκονταν στα πιο μικρά χωριά, που ήσαν σκαρφαλωμένα σε βουνά και σε όρη, που ήταν απλωμένα σε κάθε γωνιά της ελληνικής γης.

Οι μετακινήσεις τους πολλές και συχνές. Ο κ. Λούκας, παρά τα 87 του χρόνια τα θυμάται όλα. Από 10 σχολεία πέρασε. Ξεκίνησε να διδάσκει το 1954 στο Δημοτικό Σχολείο Αιγάνης με 180 μαθητές. Για δύο μήνες, όπως αναφέρει, δίδασκε τις μισές τάξεις το πρωί και τις μισές το απόγευμα. Για στέγη του χρησιμοποίησε μια αίθουσα του σχολείου, κρύβοντας το κρεβάτι του με ένα παραβάν!

Διορίστηκε το 1957 στην περιφέρεια Γρεβενών. Υπηρέτησε έως το 1962 στα χωριά Διάκος, Μαυραναίοι, Δοτσικό, Σαμαρίνα. Μετατέθηκε στο ν. Λάρισας και υπηρέτησε στα χωριά Δαμασούλι, Μακρυχώρι, Γιάννουλη και στα 14ο, 6ο, 20ο, 29ο και 33ο Δημοτικά. Συνταξιοδοτήθηκε το 1990. «Αυτή ήταν η ζωή του δασκάλου στα χρόνια μου. Περιπλανώμενος και επιφορτισμένος με όλα όσα αφορούσαν τη σχολική αλλά και κοινωνική ζωή του τόπου που υπηρετούσε. Η ξεκούρασή μας ήταν Χριστούγεννα και Πάσχα, καθώς το καλοκαίρι η υπηρεσία με αποσπούσε στο θερινό σχολείο της Σαμαρίνας» εξιστορείται.

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ

Η εμπειρία και η έρευνα οδήγησε τον συνταξιούχο δάσκαλο κ. Νίκο Λούκα να γράψει ένα βιβλίο με τίτλο «Οι δάσκαλοι της Σαμαρίνας». Παρά το γεγονός ότι το βιβλίο αναφέρεται αποκλειστικά στην εκπαίδευση, τους δασκάλους, τους μαθητές και το σχολείο της Σαμαρίνας, αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο θύμησης της λειτουργίας της εκπαιδευτικής και μαθητικής κοινότητας στα παλαιότερα χρόνια. Οι μαρτυρίες ευγνωμοσύνης παλαιών μαθητών για τους δασκάλους, κάνουν λόγο για ανθρώπους που εργάστηκαν με ζήλο και φιλότιμο για τη μόρφωση των παιδιών κάτω από αντίξοες συνθήκες γεμάτες στερήσεις, δυσχέρειες και ελλείψεις.

Εξάλλου, όπως λέει και ο κ. Λούκας ο δάσκαλος δεν είναι μεταπράτης γνώσεων, αλλά σμιλευτής ψυχών που καθοδηγεί, κατευθύνει, φωτίζει, μορφώνει και ετοιμάζει ανθρώπους ικανούς και δημιουργικούς, όπως απαιτεί η κοινωνία.

Της Νατάσας Πολυγένη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου