Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

Ενδοσχολικές συγκρούσεις - εξωσχολική διαχείριση

Από την προσωπική μου εμπειρία ως μαμάς και συζητώντας με εκπαιδευτικούς και άλλους γονείς, διαπιστώνω ότι τα παιδιά εμπλέκονται συχνά και με έντονο τρόπο σε ενδοσχολικές συγκρούσεις, σε διενέξεις, δηλαδή, εντός σχολικού περιβάλλοντος. Διενέξεις μικρές (μου πήρε τη γόμα), μεγαλύτερες (με έσπρωξε), αλλά και κάποιες φορές ιδιαίτερα σοβαρές (με παρενοχλεί συστηματικά, με χτυπά και με βρίζει). Προβληματίζομαι όχι τόσο γιατί συμβαίνει αυτό και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί- νομίζω άλλωστε ότι πάντοτε συνέβαινε και πάντοτε κάπως αντιμετωπιζόταν- όσο για το ποιος είναι σήμερα ο ρόλος των αυτόδικων γονιών των εμπλεκομένων παιδιών στους ενδοσχολικούς καυγάδες, των γονιών εκείνων, δηλαδή, που «παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους» και είναι έτοιμοι να «κανονίσουν» όποιον θεωρούν (είτε σωστά είτε λανθασμένα) ότι έκανε κακό στο παιδί τους.

Μάνα (και πατέρας) εξ ουρανού

Αναρωτιέμαι, λοιπόν, ως μαμά που θεωρώ ότι τα παιδιά μου πρέπει να είναι ικανά να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα στο σχολείο και που αγωνίζομαι καθημερινά για να τα θωρακίσω, να τα ενδυναμώσω, να τα κάνω αυτόνομα και δυναμικά, πόσο θλιβερό είναι αυτό το φαινόμενο του γονέα-τιμωρού, πόσο πολύ πλήττονται οι μαθητές από τις συμπεριφορές των γονιών τους, από αυτά τα «Μη σε νοιάζει παιδί μου, θα του δείξω εγώ», πόσες λιγότερες ευκαιρίες έχουν να φτιάξουν τον εαυτό τους καλύτερο, με τρόπο πολιτισμένο, ξεκάθαρο και αποτελεσματικό…

Παράκαμψη του συστήματος

Καθημερινά στα σχολικά προαύλια βλέπεις ενδοσχολικές συγκρούσεις, μικρούς μαθητές, αγόρια συνήθως, με σφιγμένες γροθιές, τεντωμένες φλέβες, κατακόκκινα πρόσωπα που ανοίγουν για να ξεβράσουν ένα χείμαρρο από βρισιές, προτεταμένα στήθη, έτοιμα να χυμήξουν στη ζούγκλα και να παλέψουν μέχρι θανάτου, γιατί… ήταν φάουλ/γιατί με έσπρωξε/ γιατί δεν με παίζει/γιατί… Δι’ ασήμαντον αφορμήν, στα μάτια των μεγάλων.

Η δασκάλα κ. Αγορή Αποστολοπούλου, με πολυετή εμπειρία στην εκπαίδευση, διαβάζει πίσω από την παραπάνω εικόνα και μιλάει καταρχάς για τους γονείς. Για τους κουρασμένους και πνιγμένους από τα δικά τους γονείς, που συχνά εκχωρούν την ανατροφή σε παππούδες και γιαγιάδες, σε νταντάδες, σε ξένους ανθρώπους… Μιλάει έπειτα για τα παιδιά στα οποία λείπει η αγκαλιά, το χάδι, η τρυφερότητα, η ηρεμία που θα πρέπει να επιδείξει ο ενήλικας για να λύσει τη διαφορά τους, όταν αυτή συμβαίνει μέσα στο σπίτι αρχικά, ανάμεσα στα αδέλφια, ή στις κούνιες, ανάμεσα σε άγνωστα μεταξύ τους παιδάκια, εκεί όπου αναπτύσσονται συνήθως οι πρώτες ανταγωνιστικές σχέσεις.

«Οι εκπαιδευτικοί σήμερα», συμπληρώνει η κ. Αποστολοπούλου, «καλούνται να αντιμετωπίσουν πολλές περιπτώσεις παιδιών με μαθησιακές και συμπεριφοριστικές δυσκολίες, γεγονός που δυσχεραίνει το έργο τους, καθώς πέραν του μαθησιακού κομματιού, οφείλουν να έχουν ένα σχέδιο ένταξης των παιδιών στην ομάδα και να εφαρμόζουν συστημικούς κανόνες για την αποφυγή συγκρούσεων. Εξηγείς στα παιδιά ότι είμαστε μια οικογένεια, μια όμορφη και αγαπημένη ομάδα που λύνουμε τις διαφορές μας με διάλογο, συζήτηση, επιχειρήματα. Χρησιμοποιούμε το μυαλό μας, διά μέσου της γλώσσας μας, για να εκφράσουμε τα συναισθήματά μας και όχι τα χέρια μας και τα πόδια μας, τα νύχια και τα δόντια μας, όπως τα θηρία στη ζούγκλα, που το κάνουν για να κυριαρχήσουν».

Η κ. Αποστολοπούλου πάντοτε τονίζει στους μαθητές της ότι σε κάθε χώρο του σχολείου και κάθε στιγμή υπάρχουν υπεύθυνοι εκπαιδευτικοί, ο δάσκαλός τους, οι εφημερεύοντες. Σε αυτούς πρέπει να απευθύνονται αρχικά για ό,τι πρόβλημα έχουν. Αν δεν αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, τα βήματα οδηγούν στον διευθυντή, ο οποίος θα το λύσει με τον αρμονικότερο και δικαιότερο για όλους, μαθητές και γονείς, τρόπο.

Όμως, συχνά οι γονείς παίρνουν πρωτοβουλίες, παρακάμπτουν προκλητικά όλο το σύστημα και ακολουθούν τα δικά τους βήματα. Καταρχάς, παρακινούν το παιδί τους να χειροδικήσει, το γνωστό «Σε πείραξε; Βάρα κι εσύ!», χωρίς να καν σκεφτούν αν το δικό τους παιδί έχει μερίδιο ευθύνης και ποιο είναι αυτό, αλλά και πού μπορεί να οδηγήσει η χειροδικία. Εν συνεχεία, οργανώνουν πηγαδάκια στην είσοδο του σχολείου, όπου «ξεκατινιάζονται» με τους εμπλεκόμενους γονείς, λέγοντας λόγια απαράδεκτα, παρερμηνεύοντας τα πραγματικά περιστατικά, επιρρίπτοντας ευθύνες εκεί όπου δεν πρέπει, χαρακτηρίζοντας… Το θέμα, λοιπόν, ακόμα και το πιο απλό, καταλήγει σε πολεμική σύρραξη ή σε βεντέτα… Και υπάρχει και συνέχεια. Θερμόαιμοι μπαμπάδες, έτοιμοι να «καθαρίσουν» ή τηλεφωνικές συνδιαλέξεις, που καταλήγουν ακόμα και σε εκβιασμούς ή μηνύσεις. Ούτε λόγος να ζητήσουν οι γονείς αυτοί τη βοήθεια των δασκάλων, που ξέρουν και επιβάλλουν τη δικαιοσύνη με τον τρόπο τους.

Το οπλοστάσιο του γονιού για την καλύτερη διαχείριση της κατάστασης.

Σύμφωνα με τη νηπιαγωγό κ. Έλλη Τσομπανίδη, όταν το παιδί μάς λέει ότι κάτι του έχει συμβεί στο σχολείο μας ταράζει και εύκολα κρίνουμε ότι φταίει το άλλο παιδί ή τα άλλα παιδιά, χωρίς καν να μπαίνουμε στον κόπο να αξιολογήσουμε την εγκυρότητα των όσων μας μεταφέρει. Στη συνέχεια, αντί να το βοηθήσουμε να μάθει να λύνει τα προβλήματα του, πάμε εμείς να τα λύσουμε, αντιμετωπίζοντας τους «αντίπαλους» γονείς και υποτιμώντας έτσι αυτούς που πραγματικά έχουν το πρόβλημα, δηλαδή τα ίδια παιδιά, και το πλαίσιο στο οποίο δημιουργείται το πρόβλημα, δηλαδή το σχολείο.

Είναι, λοιπόν, καθοριστικής σημασίας να γίνει κατανοητό στους γονείς ότι το σχολείο αποτελεί ένα δομημένο σύστημα, έναν θεσμό στο πλαίσιο του οποίου τα παιδιά διδάσκονται και αξίες ζωής, όπως ο σεβασμός, και κοινωνικές δεξιότητες, όπως η επίλυση των προσωπικών προβλημάτων και δεν πρέπει να παρακάμπτεται και να αμφισβητείται.

Οι ενήλικες, τόσο οι γονείς όσο και οι εκπαιδευτικοί, πρέπει να έρθουμε σε επαφή ή να καλλιεργήσουμε περισσότερο τις δικές μας δεξιότητες επικοινωνίας και σωστής διεκδικητικής συμπεριφοράς. Στο τέλος θα είμαστε όλοι κερδισμένοι. Αν, λοιπόν, το παιδί σας έρθει στο σπίτι με παράπονο, κατηγορώντας ένα άλλο παιδί:
Κλείστε τηλεόραση και κινητό, αφήστε άπλυτα τα πιάτα και ακούστε τι έχει να σας πει για την κατάσταση, γεγονότα και συναισθήματα. Φράσεις όπως «Δεν είναι τίποτα, θα τα βρείτε αύριο», θα το κάνουν είτε να μη μοιράζεται τα νέα του είτε να τα μοιράζεται «διανθισμένα» για να σας κινητοποιήσει να δείξετε το ενδιαφέρον που έχει ανάγκη. Φράσεις όπως «Καλά, μην ανησυχείς, θα πω εγώ στη μαμά του να μην το ξανακάνει»θα το κάνουν να νιώσει αόρατο και να μην υπολογίζει το πλαίσιο, δηλαδή το σχολείο.
Αφού το ακούσετε, προσπαθείτε μαζί να σκεφτείτε λύσεις για το πρόβλημα.
Ακούστε τον εαυτό σας. Είναι πολλές φορές που όταν συμβαίνει κάτι στο παιδί μας, το συνδέουμε άμεσα με ένα δικό μας συναίσθημα, όποτε πράττουμε ανάλογα με το τι νιώθουμε εμείς. Δείξτε, λοιπόν, κατανόηση σε αυτό που νιώθει το παιδί, μπείτε στη θέση του και κάντε το καλύτερο για εκείνο, όχι για εσάς.
Ενημερώστε το σχολικό περιβάλλον. Βήμα απαραίτητο. Ενημερώστε (όχι δικάστε) τον εκπαιδευτικό μαζί με το παιδί. Οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί είναι διαθέσιμοι να ακούσουν και να κάνουν το καλύτερο και έχετε χρέος να τους εμπιστευθείτε. Υπάρχουν σίγουρα περιπτώσεις όπου ο εκπαιδευτικός δεν είναι διαθέσιμος. Όμως, το σχολικό περιβάλλον είναι ένα σύστημα με ιεραρχία. Τότε απευθύνεστε στον υποδιευθυντή και στον διευθυντή. Είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις που κανένας εκπαιδευτικός δεν είναι διαθέσιμος, ενώ πολλές οι περιπτώσεις γονέων που δεν αναζητούν την επικοινωνία μαζί τους.
Αν φτάσετε στο σημείο να μιλήσετε με τον άλλο γονέα, πρέπει να γίνει παρουσία εκπαιδευτικού και να έχετε πάντα στο μυαλό σας ότι προτεραιότητα έχουν τα παιδιά. Όλα τα παιδιά, όχι μόνο το δικό μας.

Η γνώμη της ψυχολόγου

Η κλινική ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια κ. Σουζάνα Παπαφάγου χαρακτηρίζει επικίνδυνη την τάση των γονιών να παρακάμπτουν τους δασκάλους και να αποφασίζουν να λύσουν τις ενδοσχολικές συγκρούσεις των παιδιών τους μόνοι τους. Προφανώς, είναι σημαντικό να γνωρίζουν τι ακριβώς συμβαίνει στη σχολική ζωή των παιδιών τους και να επέμβουν μιλώντας στους εκπαιδευτικούς, αλλά μόνο αν επιβεβαιώσουν πως οι τελευταίοι δεν κάνουν κάτι για να προστατέψουν το παιδί τους.

Η κ. Παπαφάγου κατανοεί τον φόβο και την αγωνία, που λειτουργούν ως κινητήριος δύναμη για τους γονείς-τιμωρούς, τονίζει, όμως, πόσο σημαντικό είναι να σταματήσουν να επεμβαίνουν δίχως κάποιο πραγματικό λόγο, γιατί έτσι δυσκολεύουν την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού τους. Δεν κατανοούν ότι έτσι ακυρώνουν όχι μόνο τον υπεύθυνο δάσκαλο, αλλά και τα παιδιά τους γιατί, ακόμα και αν τα ίδια τους ζητούν να παρέμβουν, είναι σαν να τους επιβεβαιώνουν ότι δεν είναι ικανά ούτε να βρουν μια άκρη τα ίδια με τους συμμαθητές τους, ούτε να ζητήσουν βοήθεια από τους δασκάλους τους.

Πιθανόν, όσοι «παίρνουν στα χέρια τους το νόμο» της σχολικής κοινότητας δεν αισθάνονται ασφάλεια μέσα τους και αντιμετωπίζουν τους πάντες και τα πάντα γύρω τους ως απειλή. Αν δεν μπορούν να δείξουν εμπιστοσύνη στον δάσκαλο, δίχως φυσικά να τους έχει δοθεί αφορμή, ίσως σε εκείνον προβάλλουν κάποια ενήλικη φιγούρα, εκπαιδευτικό ή γονέα, που δεν ανταποκρίθηκε στο ρόλο του όταν κάποτε χρειάζονταν εκείνοι συμπαράσταση και βοήθεια. Όσο για τους άλλους γονείς, τους εχθρούς; Είναι πιθανότατα οι ασυνείδητες προβολές όσων κακών έχουν συναντήσει και έχουν βιώσει οι επιτιθέμενοι γονείς και πάλι όταν ήταν παιδιά.

Όταν γινόμαστε γονείς, λοιπόν, ξαναζούμε δικές μας εμπειρίες και βιώματα. Ταυτιζόμαστε με τα παιδιά μας και στην προσπάθεια να διορθώσουμε/ επανορθώσουμε εμπειρίες που ήταν για μας τραυματικές, επιδιδόμαστε με πάθος στο κυνήγι της απόδοσης δικαιοσύνης. Όσο πιο τραυματικά έχουμε βιώσει καταστάσεις τόσο πιο μεγάλο το πάθος μας. Και προσοχή, σε τέτοια περίπτωση είμαστε όλο και πιο απόμακροι από την πραγματικότητα, από τα γεγονότα.

Με τη συνεργασία των εκπαιδευτικών κ. Αγορής Αποστολοπούλου και Έλλης Τσομπανίδη και της κλινικής ψυχολόγου-ψυχοθεραπεύτριας, ομαδικής και οικογενειακής αναλύτριας κ. Σουζάνας Παπαφάγου. 

Πηγή: τaλκ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου