Κυκλοφόρησε το 1923 και το 1936 μπήκε στη μαύρη λίστα των ναζί. Το 1942 έγινε ταινία από την Ντίσνεϊ. Το βιβλίο κυκλοφορεί τώρα στα ελληνικά για να διαβαστεί ως αλληγορία για τη βία και την αλλοτρίωση
«Λόγος ψευδής εικονίζων την αλήθεια» έλεγε για τον μύθο ο ρήτορας Αφθόνιος (4ος μ.Χ. αιώνας), εννοώντας προφανώς ότι η αλληγορία του έκρυβε νοήματα και σημασίες σημαντικές για τους θεούς και τους ανθρώπους. Στους περισσότερους μύθους τα ζώα είναι ανθρωπόμορφα. Μιλούν, σκέπτονται και συμπεριφέρονται όπως οι άνθρωποι. Το πανάρχαιο αυτό είδος αφήγησης, που συναντάται σε πολλούς, διαφορετικούς μεταξύ τους πολιτισμούς, και η μυθολογία που βρίθει από όντα με μέλη από διαφορετικά ζώα (Χίμαιρα, Κένταυρος, Μινώταυρος κ.ά.) αντανακλούν την ανθρώπινη συνθήκη πριν από τον διαχωρισμό του ανθρώπου από τα ζώα. Φανερώνουν, κατά κάποιον τρόπο, τη συνέχεια ανάμεσα στα διάφορα είδη, την οποία υποστηρίζει και ο Δαρβίνος.
Οι εικόνες των μύθων με ζώα δεν είναι διόλου ανορθολογικές, γράφει ο J. Lacarrière (Στα άδυτα των μύθων, Χατζηνικολή): εξηγούν ότι τα πάντα έχουν προέλθει από έναν και τον αυτό πρόγονο. Το σύμπαν είναι καμωμένο από την ίδια σάρκα με τον άνθρωπο, που είναι η αναγκαία απόληξη του σύμπαντος, και όμοια με εκείνον υποφέρει, σκέφτεται, ζει και πεθαίνει. Οι ενοχικές τελετουργίες εξιλέωσης οι οποίες συνόδευαν τη θανάτωση ζώων αποτελούν πειστήριο του στενού δεσμού μεταξύ ανθρώπων και ζώων.
Ακόμη όμως και σήμερα σε πολυάριθμες περιοχές του πλανήτη τα ανθρώπινα και τα μη ανθρώπινα δεν θεωρούνται ότι βρίσκονται σε ξεχωριστούς κόσμους. Είναι πλάσματα με όλες τις ιδιότητες της ανθρώπινης φύσης - και μερικές φορές με ανθρώπινη όψη, όπως στα όνειρα και στα οράματα (M. Sahlins, Η δυτική ψευδαίσθηση της ανθρώπινης φύσης).
Ο ανθρωπομορφισμός
Ο ανθρωπομορφισμός των ζώων εμφανίζεται και στη νεότερη λογοτεχνία. Ο Μικρός Πρίγκιπας του A. de Saint Exupery και Η φάρμα των ζώων του G. Orwell είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα. Τον αλληγορικό αυτόν τρόπο χρησιμοποιεί και ο Felix Salten στο έργο του Μπάμπι. Η ιστορία μιας ζωής μέσα στο δάσος, που κυκλοφόρησε το 1923 και γνώρισε τεράστια επιτυχία. Ο Salten δεν έγραψε ένα βιβλίο για παιδιά. Είναι πολύ σκληρό, άλλωστε, για να είναι παιδικό. Ο Μπάμπι το ελαφάκι, η ταινία που γυρίστηκε το 1942 και θεωρείται από τα καλύτερα καρτούν στην ιστορία του σινεμά, βασίστηκε σε γενικές γραμμές στην ιστορία ενηλικίωσης του μικρού ελαφιού. Το βιβλίο όμως εμπεριέχει πολλαπλά λανθάνοντα μηνύματα για τον κόσμο, για τις ανισότητες και τις αδικίες, για τις σχέσεις, για τη ζωή και τον θάνατο.
Βασικός ήρωας είναι ο Μπάμπι αλλά γύρω του, εκτός από τα άλλα ελάφια, παρουσιάζονται και σχεδόν όλα τα ζώα του δάσους - μικρά και μεγάλα: οι κίσσες που τσακώνονται για τη φωλιά, οι πεταλούδες, υπερήφανες που είναι ομορφότερες από τα λουλούδια, ο λαγός που κουνά ακατάπαυστα τη μύτη, όπως κάποιος που θέλει να αποφύγει το φτέρνισμα, ο σκίουρος, οι φασιανοί με χρώματα που λάμπουν σαν χρυσάφι, τα κοτσύφια, τα κοράκια... Παίζουν, πειράζονται μεταξύ τους, καβγαδίζουν ανάμεσα στα δέντρα και όταν έρθει η ώρα τους πεθαίνουν ήρεμα.
Η ζωή στο δάσος
Ο Salten περιγράφει ποιητικά τη ζωή στο δάσος και τις εναλλαγές των εποχών: «Το καλοκαίρι ο καυτός ήλιος έδιωχνε και το πιο μικρό σύννεφο και έλαμπε μόνος του στο απέραντο μπλε... Πάνω από τα λιβάδια και στις κορυφές των δέντρων ο αέρας έτρεμε μέσα σε γυάλινες, διάφανες λωρίδες, όπως κάνει με τη φωτιά... Το δάσος έδειχνε πληγωμένο από τον δυνατό ήλιο. Η γη, τα δέντρα, οι θάμνοι, τα ζώα - τα πάντα ανάσαιναν κάτω από τη δυνατή ζέστη με μια νωθρή ικανοποίηση». Τους χειμώνες «τα δέντρα βογκούν δυνατά... Η βροχή πέφτει σαν οργισμένος χείμαρρος... και μετά, όταν αρχίζει να πέφτει πιο απαλά, οι σταγόνες φθάνουν ομαλά και σταθερά στο έδαφος και το δάσος ανασαίνει βαθιά και γαλήνια... Η βροχή έχει ξεπλύνει το συναίσθημα του φόβου...»
Ο Μπάμπι πολύ μικρός μένει ορφανός όταν Αυτός (με κεφαλαίο Α σε όλο το βιβλίο), ο κυνηγός, σκοτώνει τη μητέρα του. Αυτό το παράξενο πλάσμα, το υπερβολικά αδύνατο και χλωμό, που μυρίζει άσχημα και τρομάζει τα ζώα, έχει τρία πόδια. Το τρίτο δεν φαίνεται αλλά, όταν το σηκώσει κοντά στο πρόσωπό του, εξαπολύει φωτιά και σκορπά τον όλεθρο: η αλεπού έπεσε κάτω αδύναμη και ένα κόκκινο ρυάκι σχηματίστηκε στο άσπρο, παγωμένο έδαφος από το αίμα που ανάβλυζε από το στήθος της. Τα μικρά πλάσματα έτρεχαν απελπισμένα. Κανένα δεν μπορεί να αντέξει την παρουσία του.
Ο θάνατος, η πτώση
Τα όντα στο βιβλίο έχουν συναίσθηση του αναπόφευκτου του θανάτου και τον δέχονται μοιρολατρικά καθώς τον βλέπουν συνεχώς να συμβαίνει γύρω τους: τα φύλλα ξέρουν πως το κίτρινο χρώμα πάνω τους σηματοδοτεί την πτώση. Η θεία του Μπάμπι πεθαίνει ήρεμα δίπλα σε έναν θάμνο. Η αλεπού άρπαξε τον φασιανό και ο θάνατός του λύπησε τη χήρα του και τους φίλους του. Το μεγάλο ελάφι πεθαίνει λέγοντας: «Ηρθε η ώρα μου. Πρέπει να βρω ένα μέρος να αναπαυθώ». Τα ζώα ψυχανεμίζονται και αντιμετωπίζουν στωικά τον φυσικό θάνατο που έρχεται πάντα στο τέλος. Ομως ο βίαιος θάνατος που προκαλείται από τον άνθρωπο τα τρομάζει και φέρει θλίψη και πόνο. Και ο Salten, με συν-πάθεια και με έξοχο τρόπο, φέρει προ ομμάτων τη σκληρότητα εκείνου που με την τεχνολογία επιβάλλει το δίκιο του ισχυρότερου.
Το βιβλίο, μια αλληγορία για τη βία και την αλλοτρίωση, συναρπάζει τον αναγνώστη. Γι' αυτό και ο Μπάμπι μπήκε στη μαύρη λίστα των ναζί που απαγόρευσαν την κυκλοφορία του το 1936, ενώ ο Salten το 1938 φυγαδεύτηκε στη Ζυρίχη, όπου πέθανε το 1945. Ο συγγραφέας βίωσε τη σκληρότητα του χιτλερισμού και ίσως γι' αυτό περιγράφει τόσο συγκλονιστικά την καταπίεση και τον τρόμο του αδύναμου.
Οι χαρακτήρες που εμφανίζονται στο βιβλίο φανερώνουν διαφορετικές στάσεις ζωής. Οπως όμως σε κάθε μύθο, έτσι κι εδώ υπάρχει ένας απόλογος που μας αφορά όλους: ο Μπάμπι μέσα από τις περιπέτειες και την πορεία προς την ενηλικίωση αντιλαμβάνεται τελικά ότι Αυτός δεν είναι παντοδύναμος. «Εχει τους ίδιους φόβους, τις ίδιες ανάγκες και υποφέρει το ίδιο με εμάς. Μπορεί να σκοτωθεί σαν κι εμάς και μετά να κείτεται αβοήθητος στο έδαφος» λέει το μεγάλο ελάφι. Και ο Μπάμπι συμπεραίνει πως «υπάρχει κάποιος άλλος που είναι πάνω από όλους μας, πάνω από εμάς και πάνω από Αυτόν». Οπως κι αν τον ονομάσει κανείς: Θεό ή Φύση.
Αννα Λυδάκη, καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Πηγή: Βήμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου