του Vivek Wadhwa
Η Αμερική έχει ένα κόμπλεξ κατωτερότητας σχετικά με το εκπαιδευτικό της σύστημα. Ακούτε τις σειρήνες κάθε χρόνο, όταν το Πρόγραμμα Διεθνούς Αξιολόγησης Μαθητών (PISA) του ΟΟΣΑ ανακοινώνει τα ετήσια αποτελέσματα των εξετάσεών του. Η Φινλανδία, η Νότια Κορέα και η Σιγκαπούρη συνήθως έρχονται πρώτες. Αρχίζουμε τότε να κατηγορούμε τους δασκάλους της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για το ότι δεν διδάσκουν αρκετά μαθηματικά και επιστήμες. Επίσης αρχίζουμε να ανησυχούμε για τα εκατομμύρια των μηχανικών και επιστημόνων αποφοίτων της Κίνας και της Ινδίας.
Φέτος η μεγάλη έκπληξη ήταν η Σαγκάη που κατέλαβε την πρώτη θέση στην κατάταξη του PISA. Στη συνέχεια, η Wall Street Journal, δημοσίευσε ένα άρθρο στην αρχική σελίδα του site της με τίτλο «Γιατί οι Κινέζες μητέρες είναι ανώτερες». Το άρθρο αναφέρει ότι οι Κινέζοι (και Κορεάτες, Ινδοί, κλπ.) γονείς αναθρέφουν «στερεοτυπικά επιτυχημένα παιδιά» - μαθηματικούς μάγους και μουσικά ταλέντα. Το καταφέρνουν αυτό με το να μην επιτρέπουν στα παιδιά τους να πηγαίνουν το ένα στο σπίτι το άλλου για να παίξουν ή να περάσουν εκεί όλη τη μέρα τους ή και τη νύχτα τους πολλές φορές ή να συμμετάσχουν στο σχολικό θεατρικό, ή να παραπονιούνται επειδή δεν είναι στο θεατρικό, να βλέπουν τηλεόραση, να παίζουν παιχνίδια στον υπολογιστή, να επιλέγουν μόνα τους τις εξωσχολικές τους δραστηριότητες, να βαθμολογούνται μερικές φορές με βαθμούς μικρότερους από το 20, να μην είναι πρώτοι μαθητές σε κάθε μάθημα εκτός από τη γυμναστική και την υποκριτική. Το άρθρο συνέχιζε με την απαρίθμηση μίας σειράς από πράξεις που παρουσίαζε ως χαρακτηριστικές αιτίες των παραπάνω και οι οποίες θεωρούνται πράξεις κακοποίησης των ανηλίκων στις ΗΠΑ (ενώ αυτός δεν είναι ο κανόνας στην Ινδία και την Κίνα).
Το άρθρο της Jounal ήταν απλά παράξενο, ωστόσο είναι αλήθεια ότι η εκπαίδευση στην Κίνα και την Ινδία παρουσιάζει πολλές προκλήσεις και είναι έντονα ανταγωνιστική. Τα παιδιά μεγαλώνουν πιστεύοντας ότι η μόρφωση είναι το παν, ότι θα κάνει τη διαφορά μεταξύ της επιτυχίας και της πείνας. Έτσι, από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους δουλεύουν πολύ και σκληρά. Το μεγαλύτερο μέρος των παιδικών τους χρόνων δαπανάται στην απομνημόνευση βιβλίων για προχωρημένα θέματα.
Αμερικανικά Στερεότυπα
Εν τω μεταξύ, η γενική αντίληψη είναι ότι τα αμερικανάκια έχουν μια σχετικά εύκολη ζωή και περνούν αναίμακτα τα σχολικά τους χρόνια. Δεν διαβάζουν στο σπίτι τίποτα παραπάνω πέραν αυτών που έχουν να μάθουν για την επόμενη μέρα. Ξοδεύουν πάρα πολύ χρόνο για να παίζουν παιχνίδια στον υπολογιστή, να κοινωνικοποιούνται μέσω διαδικτύου και να ανταλλάσσουν μηνύματα με τα κινητά τους. Εργάζονται με μερική απασχόληση για να πληρώνουν για τα ενδοσχολικά και εξωσχολικά του χόμπι. Και κάνουν πάρτι. Πολλά πάρτι. Αυτά τα στερεότυπα είναι που προβληματίζουν πολλούς Αμερικανούς. Θεωρούν ότι το αμερικανικό εκπαιδευτικό σύστημα θέτει τη χώρα σε μειονεκτική θέση. Αλλά αυτό απέχει πολύ από την αλήθεια.
Η ανεξαρτησία και οι κοινωνικές δεξιότητες που αναπτύσσουν τα παιδιά των ΗΠΑ τους δίνει ένα τεράστιο πλεονέκτημα για όταν θα ενταχθούν στο εργατικό δυναμικό. Μαθαίνουν να πειραματίζονται, να θέτουν τους κανόνες σε αμφισβήτηση και να παίρνουν ρίσκα. Μπορούν να σκέφτονται για τους εαυτούς τους, και μπορούν να καινοτομούν. Αυτός είναι ο λόγος που η Αμερική παραμένει ο παγκόσμιος ηγέτης στην καινοτομία. Είναι ο λόγος επίσης που Κινέζοι και Ινδοί αποταμιεύουν τους κόπους μιας ζωής για να στείλουν τα παιδιά τους στα ακριβά σχολεία των ΗΠΑ, όταν μπορούν. Η Ινδία και η Κίνα αλλάζουν και καθώς οι επόμενες γενιές των φοιτητών τους αρχίζουν να μοιάζουν στους Αμερικανούς φοιτητές, κι αυτοί θα αρχίσουν να καινοτομούν. Μέχρι στιγμής, τα εκπαιδευτικά τους συστήματα τους κρατούν πίσω.
Η ερευνητική μου ομάδα στο Duke μελέτησε σε βάθος το σύστημα εκπαίδευσης μηχανικών της Κίνας και της Ινδίας. Μέσα από την έρευνα τεκμηριώσαμε ότι αυτές οι χώρες πλέον παράγουν τέσσερις έως επτά φορές περισσότερους αποφοίτους μηχανικούς από ό,τι οι ΗΠΑ. Το επίπεδο αυτών των μηχανικών, ωστόσο, είναι τόσο χαμηλό που οι περισσότεροι δεν είναι σε θέση να εργάζονται ως μηχανικοί. Το σύστημα τους που έγκειται στην παπαγαλίστικη αποστήθιση γνώσεων φέρνει σε μειονεκτική θέση όσους καταφέρνουν να ασχοληθούν επαγγελματικά με το αντικείμενο, ώστε να χρειάζονται δύο με τρία χρόνια για να επιτύχουν τα ίδια επίπεδα παραγωγικότητας με τους νέους Αμερικανούς αποφοίτους. Ως αποτέλεσμα, ένας σημαντικός αριθμός πτυχιούχων μηχανικών της Κίνας καταλήγουν να εργάζονται στην παραγωγή των εργοστασίων και ενώ η ινδική βιομηχανία χρειάζεται να δαπανεί μεγάλα ποσά για την επανεκπαίδευση των εργαζομένων της. Μετά από τέσσερα ή πέντε χρόνια στο εργατικό δυναμικό, οι Ινδοί γίνονται πράγματι καινοτόμοι και παράγουν, σε γενικές γραμμές, την ίδια ποιότητα με τους Αμερικανούς, αλλά χάνουν πολύτιμα δύο ή τρία χρόνια στην επανεκπαίδευση τους.
Επαναξιολόγηση της κατάταξης
Και έπειτα υπάρχει το ζήτημα της κατάταξης του PISA που υποτίθεται ότι δείχνει τις ΗΠΑ ως ουραγούς του υπόλοιπου κόσμου. Ο Hal Salzman, καθηγητής στο Κέντρο για την Ανάπτυξη του Εργατικού Δυναμικού John J. Heidrich του Rutgers, απομυθοποίησε τις θεωρίες σχετικά με αυτή την υπόθεση το Μάιο του 2008 σε ένα άρθρο στο περιοδικό Nature. Ο Salzman σημειώνει εκεί ότι οι διεθνείς εξετάσεις χρησιμοποιούν διαφορετικά κριτήρια δειγματοληψίας από χώρα σε χώρα, έτσι δεν συγκρίνονται πάντα τα σύκα με τα σύκα. Επίσης, οι εξετάσεις συγκρίνουν επίλεκτους πληθυσμούς μικρών κρατών, όπως η Σιγκαπούρη και η Φινλανδία, που το καθένα έχει περίπου 5 εκατομμύρια ανθρώπους, με τις ΗΠΑ, οι οποίες έχουν πληθυσμό 310 εκατομμυρίων. Οι χώρες αυτές είναι που καταλαμβάνουν τις κορυφαίες θέσεις στον κατάλογο του PISA. Συγκρίνετε τις χώρες αυτές με αντίστοιχου μεγέθους πολιτείες των ΗΠΑ, ωστόσο, και θα διαπιστώσετε ότι ορισμένες από αυτές τις πολιτείες, συμπεριλαμβανομένης της Μασαχουσέτης (με πληθυσμό 6,5 εκατομμύρια) παράγουν τους καλύτερους φοιτητές. Επιπλέον, συγκρίνουμε τον ποικιλόμορφο πληθυσμό της Αμερικής – που περιλαμβάνει μειονεκτούσες μειονότητες και ανειδίκευτους μετανάστες με υποτυπώδη μόρφωση-με τους ομοιογενείς πληθυσμούς χωρών όπως η Φινλανδία, η Ιαπωνία και η Νέα Ζηλανδία.
Πολλά συμπεράσματα προκύπτουν από τα σκορ τεστ και τις κατατάξεις του προγράμματος PISA, ωστόσο οι διαφορές μεταξύ των εθνών είναι στην πραγματικότητα πολύ μικρές. Πολλές από τις υστερήσεις που παρουσιάζουν οι ΗΠΑ στην κατάταξη δεν είναι καν στατιστικά σημαντικές. Οι ΗΠΑ καταλαμβάνουν την δεύτερη θέση βάσει ορισμένων κριτηρίων και την πρώτη θέση βάσει άλλων. Έχουν τους φοιτητές με τις υψηλότερες επιδόσεις στις επιστήμες και τη μελέτη από οποιαδήποτε άλλη χώρα. Στα μαθηματικά, χάνουν την πρωτιά μόνο από την Ιαπωνία. Επιπλέον, αξίζει να αναρωτηθούμε τι σημασία έχουν τα τεστ στον πραγματικό κόσμο. Οι υψηλές βαθμολογίες στο πρόγραμμα PISA αυξάνουν άραγε την πιθανότητα των συγκεκριμένων μαθητών να εφεύρουν το επόμενο iPad ή την επόμενη Google (GOOG); Δε νομίζω.
Ας συνεχίσουμε να βελτιώνουμε το εκπαιδευτικό μας σύστημα και ας εστιάσουμε κυρίως στις ομάδες που υστερούν. Η μόρφωση είναι το μέλλον του έθνους μας. Αλλά ας αποβάλουμε το κόμπλεξ κατωτερότητας που έχουμε. Οι ΗΠΑ δεν έρχονται ποτέ δεύτερες πίσω από κανέναν.
Αντί για τις γνώσεις που απομνημονεύτηκαν με παπαγαλία και τις ορδές των ολοκληρωμένων πεζικάριων του εκπαιδευτικού συστήματος, η δύναμη της χώρας βασίζεται στην ποικιλία και την καινοτομία που προκύπτουν μέσα από μια ανοιχτή, δημιουργική κοινωνία.
Ο Wadhwa είναι επισκέπτης ομιλητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ , ανώτερος επιστημονικός συνεργάτης της Νομικής Σχολής του Χάρβαρντ, και διευθυντής έρευνας του Κέντρου για την Επιχειρηματικότητα και Εμπορευματοποίηση της Έρευνας του Πανεπιστημίου του Ντιουκ. Παρακολουθήστε τον στο twitter—@vwadhwa
Πηγή: capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου