Στα τέλη του 18ου αιώνα μια μεγάλη στροφή προς την ελληνική αρχαιότητα συντελείται στην Ευρώπη. Οι λόγιοι της εποχής, οι καλλιτέχνες, οι ακαδημαϊκοί, τα σαλόνια των ευγενών στη δυτική Ευρώπη ανακαλύπτουν εκ νέου την Ελληνορωμαϊκή εποχή. Οι τολμηροί περιηγητές αφήνουν την ασφάλεια και την πολυτέλεια των αρχοντικών τους, των πανεπιστημιακών αιθουσών της Εσπερίας και έρχονται στην Ιταλία και φυσικά στην τουρκοκρατούμενη τότε Ελλάδα για να δουν από κοντά τα μέρη όπου είναι σπαρμένα με αρχαίες πέτρες, πολύ περισσότερες από τα βρώσιμα σπαρτά.
Τα δημοσιευμένα ημερολόγια των περιηγητών δίνουν σημαντικές μαρτυρίες για τη ζωή στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο κατά την περίοδο μέχρι την Ελληνική Επανάσταση, αλλά και πιο μετά. Διπλωμάτες κοντά στην Υψηλή Πύλη, τυχοδιώκτες μαζί με επιστήμονες, φιλόσοφοι, φυσιοδίφες και ζωγράφοι, ερασιτέχνες ερευνητές, διασχίζουν την επικράτεια. Τα αρχαία μνημεία, οι διάσπαρτοι θησαυροί της αρχαίας ελληνικής τέχνης –θαμμένοι ή σε κοινή θέα- θα αποτελέσουν αφενός πηγή έμπνευσης και μελέτης, αφετέρου, για πολλούς, τη λεία σε αυτό το κυνήγι θησαυρού˙η τουρκοκρατούμενη Ελλάδα είναι το Ελ Ντοράντο της αρχαίας, υπέρτατης τέχνης. Εξάλλου η εμπορία και εξαγωγή των μνημείων μας γινόταν πολύ εύκολα. Μια καλά χρηματοδοτούμενη αλυσίδα και ένα επίσημο έγγραφο, ένα φιρμάνι από τις οθωμανικές αρχές ήταν αρκετά για να γίνει η δουλειά. Τα γλυπτά του Παρθενώνα, μετώπες από τα αρχαία ιερά, αγάλματα, ανεκτίμητα αντικείμενα από ανασκαφές της εποχής, αγγεία, νομίσματα, κοσμήματα, λήκυθοι και τόσα άλλα, κατέληξαν να κοσμούν τις προθήκες και τις αίθουσες όλων των μουσείων της δυτικής Ευρώπης. Όλα τους ξεριζωμένα από την αρχέγονη γη, από την πατρώα εστία.
Ελευσίνα, Αίγινα, Μήλος: Τρεις σταθμοί, τρεις ιστορίες αρχαίας ελληνικής τέχνης και αρχαιοκαπηλείας για να διαβάσουν τα παιδιά
Η Εύη Πίνη, στη νέα συλλογή διηγημάτων με τον τίτλο Η Κυρά της Ελευσίνας και άλλες ιστορίες, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη (εικονογράφηση: Λέλα Στρούτση), παρουσιάζει ένα τρίπτυχο ιστοριών που εκκινούν από κοινή αφετηρία: την εποχή της τουρκοκρατίας, την εξαιρετικά αμφισβητούμενη τότε και πλέον παράνομη (με τα σημερινά δεδομένα) εξαγωγή των αρχαιοτήτων από τη χώρα μας, την πολιτισμική συνθήκη της εποχής. Η συγγραφέας, στοχεύει πέρα από την καθαρή αναγνωστική απόλαυση, στην ευαισθητοποίηση των ελλήνων πολιτών και μάλιστα από την παιδική ηλικία στα θέματα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και του ελληνικού πολιτισμού.
Στο βιβλίο η πρώτη ιστορία έχει ως κέντρο της την αρπαγή του αγάλματος της θεάς Δήμητρας από την Ελευσίνα το οποίο πήραν και κατόπιν έφεραν στο Κέμπριτζ της Αγγλίας, περί το 1801, οι Έντουαρντ Κλαρκ (μετέπειτα καθηγητή Ορυκτολογίας στο πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ) και ο ευγενής γόνος Τζον Κριπς, μαθητής του Κλαρκ. Η Κυρά της Ελευσίνας, είναι το μισοκατεστραμμένο άγαλμα που αιώνες ολόκληρους έχει το ρόλο της ευμενούς θεότητας και βρίσκεται στο κέντρο του χωριού Λεψίνα, η ονομασία της Ελευσίνας στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Το άγαλμα που αργότερα ονομάστηκε «Καρυάτιδα του Κέμπριτζ», είναι για τους χωρικούς η καλή θεότητα που ευλογεί τις σοδειές. Δεν γνωρίζουν την αξία της, δεν μπορούν να συναισθανθούν το μεγαλείο της τέχνης, ούτε ξέρουν και πολλά για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Φτωχοί, αγρότες και ευκαιριακοί τεχνίτες, ταπεινοί και στη συντριπτική πλειοψηφία αγράμματοι, νιώθουν τη «θεική αύρα» και έχουν το άγαλμα ως τοτέμ, περιβάλλοντάς το με δοξασίες και θρύλους. Για τον παπά του χωριού είναι εχθρός της πίστης, για αυτό προφρόνως συμμαχεί στο εγχείρημα των Άγγλων επισκεπτών. Από κοντά ο μεσάζων γαλλομαθής Ιμπραήμ και ο θείος του, ο βοεβόδας των Αθηνών που θα υπογράψει το φιρμάνι. Η Κυρά της Ελευσίνας θα φορτωθεί σε ένα πλοίο για το μακρύ ταξίδι της στα ξένα...
Η δεύτερη ιστορία με τον τίτλο «Τέσσερις Μιλόρδοι στην Αίγινα» εκτυλίσσεται στο αγαπημένο νησί του Αιακού, στην Αίγινα. Εκεί μια ομάδα από Άγγλους και Γερμανούς ερευνητές-τυχοδιώκτες έρχονται για να αποκτήσουν μέρος του αρχαιοελληνικού πλούτου. Ο αρχιτέκτονας Τσαρλς Κόκερελ, ο βαρόνος Χάλλερ φον Χάλλερσταιν, βαυαρός ευγενής και αρχιτέκτονας, ο Τζον Φόστερ, φοιτητής αρχιτεκτονικής, ο ζωγράφος από τη Βυρτεμβέργη Γιάκομπ Λινκχ και μαζί τους ο ελληνογερμανός ζωγράφος Γεώργιος Γκρόπιους καταφθάνουν στο ναό της Αφαίας. Γοητευμένοι από το μεγαλείο του ναού, συνεπαρμένοι από την ιστορία αλλά και αποφασισμένοι να πλουτίσουν, οργανώνουν την ανασκαφή. Ανακαλύπτουν τα γλυπτά του ναού και μετά από περιπέτειες τα μεταφέρουν στη Μάλτα. Και αυτοί θα χρηματίσουν τους Τούρκους διοικητές και θα δώσουν γλίσχρες αμοιβές στους χειμαζόμενους ντόπιους. Ο πλειοδοτικός διαγωνισμός που γίνεται στη Ζάκυνθο για την απόκτησή τους έχει ως νικητή τον Λουδοβίκο Α’, τον διάδοχο του θρόνου της Βαυαρίας. Τα αγάλματα με το όνομα οι «Αιγινήτες» εκτίθενται από το 1830 στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου.
Στην τρίτη ιστορία πρωταγωνιστεί η Αφροδίτη της Μήλου. «Ο Αγώνας για μια Θεά», μας μεταφέρει στο 1820, στο νησί της Μήλου, στο χωράφι του Γιώργη Κεντρωτά, όπου ανακαλύπτεται τυχαία το φημισμένο άγαλμα. Μαζί με τα υπόλοιπα ευρήματα, το πολύτιμο γλυπτό, θα περιέλθει εντέλει στην κατοχή των Γάλλων. Η Πίνη γράφει για το γεγονός σαν θρίλερ. Η ένταση και η αγωνία διατρέχουν το κείμενο, ενώ τα πρόσωπα, ιστορικά και φανταστικά, ξεκολλούν από τις σελίδες, αναλαμβάνουν δράση σαν ολογράμματα μιας χωροχρονικής παράστασης, που περιλαμβάνει τη Μήλο, την Κωνσταντινούπολη, τη Γαλλία, τη Μάλτα, έχει ίντριγκα και πάθη. Η Αφροδίτη της Μήλου αποτελεί ένα από τα εμβληματικότερα εκθέματα στο μουσείο του Λούβρου, αλλά δεν παύει να είναι ένας ακόμα πολιτιστικός θησαυρός μας που εκπατρίστηκε με αμφιλεγόμενη πρακτική, την εποχή «του μεγάλου πυρετού των αρχαιοτήτων» στην προεπαναστατική Ελλάδα.
Κάθε ιστορία της τριλογίας ολοκληρώνεται με σύντομο επίλογο που πληροφορεί τους αναγνώστες για το «μετά» της αφήγησης. Κάθε περιπέτεια εκτυλίσσεται με ρυθμό γοργό. Οι σκηνές εναλλάσσονται και διατηρούν το αναγνωστικό ενδιαφέρον αμείωτο. Η γλώσσα προσιτή στο νεαρό κοινό, προσεγμένη, εμπλουτίζεται με λεξιλόγιο, με ιδιώματα της εποχής και με πλήθος ιστορικών, πολιτιστικών, κοινωνικών πληροφοριών που έχουν ενταχθεί αβίαστα και ισορροπημένα στο κείμενο. Οι χαρακτήρες της Πίνη, τόσο τα ιστορικά πρόσωπα όσο και τα αμιγώς μυθιστορηματικά, μεταπλάθονται σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες, αναλαμβάνοντας τη δράση που τους αναλογεί. Το καθένα έχει αποφασιστικό ρόλο στην ιστορία, ακόμα και όταν είναι απλώς μια βουβή παρουσία. Η ένταση, τα πάθη, οι δοσοληψίες, οι χρονικές εναλλαγές, οι χώροι, συνθέτουν το διηγηματικό ψηφιδωτό. Οι τίτλοι κάθε κεφαλαίου στα μικρά διηγήματα είναι λιτοί και ελκυστικοί.
Στο τέλος του βιβλίου, η Πίνη περιλαμβάνει σημαντικό, εύληπτο πληροφοριακό υλικό που αφορά στις αρχαιότητες των ιστοριών, στα υπαρκτά πρόσωπα που απόκτησαν λογοτεχνική διάσταση, στους χώρους που τα αναφερόμενα γλυπτά εκτίθενται. Παραθέτει πληροφορίες για την εποχή της «Μεγάλης Περιήγησης» στον υπό τουρκική κατοχή, ευρύτερο ελληνικό χώρο, αλλά και τις συνθήκες των εντατικών ανασκαφών, ώστε τα αρχαία να αποκτηθούν ως λάφυρα και ως ανεκτίμητοι θησαυροί. Η Πίνη στέκεται αμφίθυμα, αλλά με γνήσια συγκατάβαση απέναντι στους χαρακτήρες των ντόπιων, οι οποίοι φτωχοί, χωρίς μόρφωση, δεν μπορούν να ορθώσουν το ανάστημα απέναντι στη συστηματική λεηλασία των αρχαιοτήτων. Αγωνιώντες για ένα μεροκάματο, άλλοτε με μικροπονηριά, άλλοτε με αίσθημα σεβασμού στην αρχαία κληρονομιά είναι δραματικά πρόσωπα και οι ίδιοι.
Τα ζητήματα της αρχαιοκαπηλίας, της ευαισθητοποίησης των μαθητών αναφορικά με την αξία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και τη γνώση του ελληνικού πολιτισμού, η πορεία μιας χώρας που από το 1821 και μετά έχει κάνει σπουδαία βήματα παρά τις αντιξοότητες, η αγάπη για την τέχνη, διατρέχουν την προβληματική του βιβλίου. Η Πίνη και στη νέα συγγραφική της προσπάθεια, όπως και στο παρελθόν αρδεύει από την ιστορία, την αισθητική, τον πολιτισμό της Ελλάδας και μετουσιώνει τα υλικά σε μεστή γραφή, προορισμένη για παιδιά που έχουν εμπεδωμένη πια τη δεξιότητα της ανάγνωσης.
Γράφει η Ελευθερία Ράπτου, θεατρολόγος-εκπαιδευτικός, κριτικός θεάτρου και βιβλίου.
Πηγή: 018.bookpress.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου