Πέμπτη 6 Ιουλίου 2023

Ο διευθυντής που έκανε τη διαφορά σε δημόσιο δημοτικό σχολείο

Τα σχολεία έκλεισαν, αλλά κάποια θέματα είναι πάντα ανοιχτά. Αυτό συνειδητοποιεί κανείς συζητώντας με τον Κωνσταντίνο Αγραπίδη, διευθυντή ενός ξεχωριστού δημόσιου δημοτικού σχολείου στην καρδιά της πρωτεύουσας.

Ένα τραπέζι φίλων και μερικές κουβέντες που μοιράστηκα με μία μητέρα της οποίας το παιδί φοιτά στο 142ο Δημοτικό Σχολείο Αθηνών έγιναν ο λόγος που κατηφόρισα ένα πρωινό στην περιοχή Κυπριάδου, στα Άνω Πατήσια, έχοντας «καρφιτσωμένη» στο έξυπνο κινητό μου τη διεύθυνση Κρυστάλλη 10. «Πάμε σε ένα θαυμάσιο σχολείο», έλεγε εκείνη τη βραδιά και όλοι, μπλεγμένοι στα αφόρητα κλισέ μας, περιμέναμε να ακούσουμε ένα όνομα ιδιωτικού εκπαιδευτηρίου. Όμως…

Το σχολείο είναι δημόσιο, οπότε δεν έχει όνομα παρά μόνο αριθμό: 142. Έχει όμως φήμη. Καλή φήμη. Όχι επειδή η πλειοψηφία των μαθητών του που δίνουν για τα πρότυπα και πειραματικά γυμνάσια περνάν, ούτε εξαιτίας των εικαστικών παρεμβάσεων σε πόρτες αιθουσών και διαδρόμους. Το σχολείο φημίζεται για τον ανθρωποκεντρικό προσανατολισμό του. Και εξηγούμαι αντιγράφοντας από την ιστοσελίδα του την οποία επισκέφτηκα μία μέρα πριν γνωρίσω τον διευθυντή του:

«Πρόκειται για ένα σύγχρονο, δημόσιο εκπαιδευτικό οργανισμό όπου κυριαρχεί η ανθρωποκεντρική παιδαγωγική και διδακτική πρακτική. Πιστεύουμε στην ανθρώπινη δύναμη κι έχουμε ξεχάσει τη “διαφορετικότητα” γιατί είναι ρατσιστικός όρος, αφού οδηγεί εξ ορισμού στη διαφοροποίηση ανάμεσα σε “εμάς” και τους “διαφορετικούς”. Όλοι οι άνθρωποι είναι διαφορετικοί, δεν υπάρχουν ούτε δύο ίδιοι ανάμεσα στα δισεκατομμύρια του πληθυσμού. Οι ομοιότητές μας μάς φέρνουν πιο κοντά, αλλά είναι οι διαφορές μας που μας κάνουν υπέροχους. Κάθε άνθρωπος είναι εξίσου σημαντικός με κάθε άλλον, κάθε άνθρωπος είναι απαραίτητος κι αναντικατάστατος!»

Ο ξεχωριστός κύριος Αγραπίδης

Το 142ο θα ήταν σήμερα ένα δημοτικό όπως όλα τα άλλα, αν δεν περνούσε τη σιδερένια του πόρτα δεκαέξι χρόνια πριν «ο νέος διευθυντής», όπως τον έλεγαν τότε γονείς, παιδιά και δάσκαλοι, κοιτάζοντας καχύποπτα τον σχετικά νέο κύριο με τα μακριά μαλλιά. Βλέπετε, δεν τον είχαν πάρει τα χρόνια. Δεν είχε διοριστεί λόγω «παλαιότητας» όπως κερδιζόταν άλλοτε το διευθυντιλίκι, αλλά επειδή είχε τα προσόντα: Πτυχία, μεταπτυχιακά, ξένες γλώσσες, αλλεπάλληλες μετεκπαιδεύσεις… Η μάθηση είναι διά βίου υπόθεση.

«Όλα άλλαξαν όταν ήρθε», μου περιέγραφε η συνδαιτυμόνας, όπως της έλεγαν γονείς που είχαν προλάβει το «πριν» και είδαν το «μετά»: Δέντρα φυτεύτηκαν, αίθουσες βάφτηκαν, έργα τέχνης και φωτογραφίες έντυσαν τους τοίχους και ο εξωτερικός συναγερμός διασφάλισε ότι δεν θα έμπαιναν νύχτα όλοι εκείνοι που συστηματικά κατέστρεφαν τους χώρους του σχολείου.

Αλλά ο Κωνσταντίνος Αγραπίδης δεν θέλει να μιλήσει γι’ αυτά. Με περιμένει σ’ ένα προαύλιο «βουβό», δίχως παιδιά –γι’ αυτά οι διακοπές είχαν ήδη ξεκινήσει–, για να μιλήσουμε, ανάμεσα σε άλλα, για το αποτύπωμα που άφησε η πανδημία στις παιδικές ψυχές και για τον ρόλο του σχολείου στην επιστροφή στην κανονικότητα της ζωής των μαθητών.

«Στο σχολείο μας γονείς, διδακτικό προσωπικό, όλοι έχουμε έναν κοινό σκοπό: να διασφαλίσουμε ευτυχισμένα παιδικά χρόνια στους μαθητές μας για να γίνουν υγιείς ενήλικες. Και να τους ανοίγουμε τα μάτια και τους δρόμους. Να τα πηγαίνουμε στα μουσεία, στην όπερα… Να αγαπήσουν την τέχνη. Δεν έχουν όλα τα παιδιά τη δυνατότητα να τα κάνουν αυτά με τους γονείς τους. Γι’ αυτό υπάρχει το σχολείο».

Μόνος του απέναντί μου, συνεχώς ξεφεύγει από το πρώτο ενικό πρόσωπο επιλέγοντας το πρώτο πληθυντικό σε κάθε αναφορά για το σκολειό του: «Εδώ είμαστε ομάδα», θα πει.
Η σκιά της πανδημίας στο σχολείο

«Περάσαμε μία υγειονομική κρίση. Πεθάναμε, ζήσαμε, άλλοι με φάρμακα άλλοι με ψυχοφάρμακα… Δύο βαριά χρόνια άφησαν στον καθένα μας κάτι. Και στα παιδιά μας. Εκείνο το διάστημα οι εκπαιδευτικοί μέσω των τηλεδιασκέψεων κάναμε ένα σημαντικό έργο: Δεν μιλάμε για τη γνώση, την εκπαίδευση. Κρατήσαμε ζωντανά τα παιδιά μας που ήταν κλεισμένα στο σπίτι. Σκεφτείτε: Η χρονιά που πέρασε είναι η πρώτη «κανονική» σχολική χρονιά. Αλλά δε θα μπορούσε να είναι μια συνηθισμένη χρονιά όπως εκείνες πριν τον Covid. Το είδαμε στο σχολείο στη συμπεριφορά των μαθητών αλλά και των γονέων. Ειδικά τα παιδιά των πρώτων τάξεων του δημοτικού δεν είχαν μπει ποτέ στις αίθουσες. Είχαν τελειώσει τη Δευτέρα δημοτικού χωρίς να έχουν κοινωνικοποιηθεί όπως θα έπρεπε, στο αληθινό σχολείο, με το προαύλιο και την αίθουσα διδασκαλίας.

»Η επιστροφή στο σχολείο μετά την υγειονομική κρίση ήταν δύσκολα διαχειρίσιμη. Όλες οι συμπεριφορές μεταφράζονταν σε bullying. Έσπρωξε κάποιο παιδί ένα άλλο; “Μας κάνει bullying”. Όλα έμπαιναν κάτω από την ομπρέλα του εκφοβισμού. Και οι ίδιοι οι γονείς δεν είχαν συνειδητοποιήσει ότι τα παιδιά τους δεν είχαν εμπειρία σχολείου. Δεν είχαν προλάβει να μάθουν να συμβιώνουν με τους συμμαθητές τους, τα πρόλαβε η πανδημία.

»Το bullying αφορά όχι μία αλλά πολλαπλές συμπεριφορές που επαναλαμβάνονται για μεγάλο χρονικό διάστημα. Και δεν χρειάζεται βοήθεια μόνο το θύμα. Και οι θύτες έχουν υπάρξει συχνά θύματα ενδοοικογενειακής βίας και έχουν “μαθητεύσει” σε ένα μοντέλο διεκδίκησης και επίλυσης συγκρούσεων με τη χρήση βίας. Κατά τη γνώμη μου σε όλα αυτά που παρατηρούμε τον τελευταίο καιρό το μεγαλύτερο των προβλημάτων είμαστε εμείς, οι παρατηρητές: Δεν γίνεται να έχεις το κινητό σου και να τραβάς βιντεάκι όταν βλέπεις να χτυπάει κάποιος κάποιον άλλον ή όταν είσαι μάρτυρας βιασμού. Βλέπουμε και δεν κάνουμε τίποτα».

Ένα σχολείο στο επίκεντρο των δράσεων

«Μην φανταστείτε ότι είμαστε ένα σχολείο όπου ξαφνικά είχαμε περιστατικά βίας. Υπήρχε μία δυσκολία επικοινωνίας και προσαρμογής. Θέλαμε όμως να προλάβουμε τις καταστάσεις. Ιστορικά κάθε κρίση, είτε υγειονομική, είτε οικονομική, είναι όπως ο πόλεμος: αφήνει σημάδια στην κοινωνία. Ποτέ δεν θα είμαστε όπως πριν. Γι’ αυτό κι εμείς στο κοινωνικό σύνολο που ανήκουμε, προσπαθήσαμε να οργανωθούμε. Κάναμε συγκεντρώσεις με γονείς και ψυχολόγους και με την κοινωνική μας λειτουργό, που μαζί με τον Σύλλογο Γονέων έπαιξαν σπουδαίο ρόλο σε όλο αυτό, ενημερώναμε διαρκώς μικρούς και μεγάλους με μέιλ και επιστολές, κοινοποιήσαμε και επικοινωνήσαμε τα προβλήματα. Όλα ευτυχώς πήγαν καλά, λύσαμε προβλήματα και αντιπαραθέσεις ακόμη και μεταξύ γονέων με στοχευμένες διαδικασίες».

Σχολιάζω ότι τα πράγματα είναι πιο εύκολα στο δημοτικό, όταν η εφηβεία δεν έχει ακόμη «κυριεύσει» τα παιδιά.

«Δεν είναι μόνο το θέμα της εφηβείας και των ορμονών που παίζουν ρόλο στην αναστάτωση του παιδιού. Είναι και το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα. Στο δημοτικό, το σύστημα είναι μαθητοκεντρικό. Εκπαιδευτικός και παιδί ανακαλύπτουμε μαζί τη γνώση. Ο δάσκαλος είναι οργανωτής και διευκολυντής της μαθησιακής διαδικασίας. Αυτό το παιδοκεντρικό σύστημα του δημοτικού εξαφανίζεται παντελώς στην επόμενη βαθμίδα και τείνει να γίνει άκρως ανταγωνιστικό όσο πλησιάζουν οι πανελλήνιες.

»Από εκεί που δουλεύεις σε ομάδες, γίνεσαι μονάδα. Έβλεπα στο πανεπιστήμιο να κρύβουν τις κόλες τους να μην αντιγράψει ο διπλανός και πάρει καλύτερο βαθμό. Έχει ασυνέχεια το σύστημά μας. Όλο αυτό αποπροσανατολίζει τα παιδιά σε μία δύσκολη ηλικία όπως είναι η εφηβεία, που οι μαθητές βιώνουν αλλαγές στο σώμα και νιώθουν διαφορετικά. Κατακλύζονται από ορμόνες, που μπορεί να τους προκαλούν διάφορα συναισθήματα. Ακόμη και η «τεμπελιά» για την οποία οι γονείς κατηγορούν τα παιδιά τους στην εφηβεία είναι απόρροια αυτών των διαδικασιών. Ε, δεν χρειάζεται και πολύ για να ξεσπάσεις. Πόσο μάλλον αν έχεις περάσει και μία διετία κλεισμένος μέσα»

Το σχολείο δεν μπορεί να κάνει τα πάντα

«Αν δεν υπάρχει συνεργασία με το σπίτι, τα πράγματα είναι δύσκολα. Ακόμη και σε θέματα απλά, όπως για παράδειγμα η ανακύκλωση. Όσα πρότζεκτ και να κάνεις στο σχολείο, αν το παιδί επιστρέψει σε σπίτι όπου η μαμά δεν ανακυκλώνει τίποτα ή ο μπαμπάς αδειάζει το τασάκι του αυτοκινήτου στο δρόμο… Τι να κάνει το σχολείο; Αλλά για να είμαστε αισιόδοξοι: Και οι γονείς μαθαίνουν. Φέτος στο σχολείο μας έτρεξε μία μεγάλη εργασία για την κλασική μουσική. Δεν φαντάζεστε πόσο δημιουργικά συμμετείχαν οι γονείς. Ανάμεσα σε άλλα παρακολουθήσαμε όπερα στην Εθνική Λυρική Σκηνή. Ήρθαν γονείς και μου είπαν ότι τα παιδιά τους ζητάνε να πάνε ξανά και ξανά. Και δεν ήταν μόνο η όπερα, το θέαμα. Όλο τον χρόνο σχετιζόμαστε με την τέχνη».

Ο παρεμβατικός Έλληνας γονιός

«Στην Ελλάδα είμαστε στην πλειοψηφία μας παρεμβατικοί. Παρεμβαίνουμε και στη δουλειά του γιατρού ακόμη. Το ίδιο γίνεται και με τους γονείς. Παρεμβαίνουν στη δουλειά μας. Στο συγκεκριμένο σχολείο, όμως, έχουν μπει τα όρια και κανείς δεν επεμβαίνει στη δουλειά του άλλου. Αλλά ας μην ξεχνάμε ότι ο γονέας βλέπει τον εκπαιδευτικό όπως ο εκπαιδευτικός τον αφήνει να τον δει. Αν πιστεύεις στον εαυτό σου και στην ιδιότητά σου, θα το περάσεις και στον γονιό. Ο σεβασμός δεν επιβάλλεται, κατακτιέται.

»Κανείς μας δεν τα κάνει όλα σωστά. Δεν είμαστε θεοί. Θυμάμαι τα δικά μου λάθη στους πρώτους μου μαθητές. Πώς να ξέρεις το σωστό αν δεν έχεις εμπειρία, παρά μόνο θεωρητική γνώση; Το θέμα είναι να ακούμε και να πηγαίνουμε παρακάτω. Ο ειλικρινής διάλογος μας κάνει καλύτερους, η επικοινωνία. Και σε αυτό το σχολείο τη χρησιμοποιούμε. Είμαστε διαθέσιμοι. Οριοθετημένα φυσικά. Υπάρχουν μέρες και ώρες επικοινωνίας των γονέων με τους δασκάλους.

»Έχω μάθει να δίνω ελαφρυντικά. “Δεν φταις εσύ για την συμπεριφορά του άλλου. Αυτός το ίδιο θα έκανε όποιον κι αν είχε απέναντί το”. Αυτό μου το έμαθε ένας ειδικός ψυχικής υγείας και το λέω πάντα σε γονείς και συναδέλφους»

Ραντεβού τον Σεπτέμβρη

Ένας-ένας οι δάσκαλοι τον αποχαιρετούν και ανταλλάσσουν ευχές για ένα ωραίο καλοκαίρι. Η τελευταία μέρα εργασίας έφτασε στο τέλος της. Νιώθω αμήχανα που τους «ζηλεύω» για τις μεγάλες άδειες και τις διακοπές. Το παραδέχομαι στον συνομιλητή μου κι εκείνος με προσγειώνει: «Με 900 ευρώ μισθό πιστεύετε ότι ο εκπαιδευτικός κάνει διακοπές δύο μήνες; Αν δεν υπάρχει σπίτι στο χωριό ή φίλος να σε φιλοξενήσει, οι διακοπές συχνά παραλείπονται. Και μην ακούτε αυτά που λένε για τους δήθεν τεμπέληδες δασκάλους. Σύμφωνα με την UNESCO, μία διδακτική ώρα αντιστοιχεί σε τέσσερις ώρες εργασίας γραφείου».

Τι θα ζητούσε από την Πολιτεία; Να πάρει από τους ώμους των εκπαιδευτικών τη χαρτούρα: «Μας έχουν εξουθενώσει με τη γραφειοκρατία. Ασχολούμαστε με αιτήσεις και φόρμες και δικαιολογητικά, ενώ υπάρχουν τόσο σημαντικά και δημιουργικά πράγματα για να κάνουμε. Ακόμη και καινοτόμα προγράμματα που εισάγονται χάνουν το νόημά τους από αυτή τη γραφειοκρατία».

Τι θα σας έκανε περήφανους γονείς;

« Ρωτάω τους γονείς στις συναντήσεις μας: Τι θα προτιμούσατε; Ένα παιδί ευτυχισμένο ή επιτυχημένο; Σπεύδουν όλοι να απαντήσουν: Ευτυχισμένο. Όμως, τους λέω, βλέπετε μια γιαγιά και λέτε: Μπράβο, καλή μάνα έβγαλε δυο γιατρούς. Οι γονείς πιέζουν τα παιδιά για επιδόσεις. Για να πάρουν το Proficiency στα 15 –θα έχουν ξεχάσει στο μεταξύ τα αγγλικά όταν θα κληθούν να τα χρησιμοποιήσουν στο πανεπιστήμιο–, για να αριστεύουν… Πέρασαν δύο τάξεις αγγλικών μέσα στο καλοκαίρι, λένε με καμάρι Δεν κάνουν μπάνια και κάνουν μαθήματα…

Πότε θα έπρεπε να αισθάνεται περήφανα ένας γονιός για το παιδί του; Όταν τον καλούμε εδώ και του λέμε ότι έφαγε μπουνιά το παιδί σας επειδή μπήκε να χωρίσει δύο συμμαθητές του. Τα παιδιά που βοηθούν αυτόν που χρειάζεται βοήθεια θέλουν έπαινο. Γι’ αυτά ας καμαρώνουμε».

Πηγή: OW

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου