Η ΚΟΙΝΣΕΠ «Black Light» εκπαιδεύει εταιρείες και υπάλληλους στην εξυπηρέτηση τυφλών πελατών και στηρίζει την κοινωνικοποίηση και ανεύρεση εργασίας των ανθρώπων με αναπηρία όρασης. ● Δύο μέλη της ΚΟΙΝΣΕΠ, η Χρυσέλλα και ο Θοδωρής, ταρακουνούν τα στερεότυπα και δίνουν μια νέα οπτική επί του θέματος.
«Υπάρχουν φράσεις που θα έπρεπε να διώκονται ποινικά. Ας πούμε αυτό το “είδε με τα μάτια της ψυχής του”. Τι πάει να πει; Ο άνθρωπος δεν βλέπει τίποτα. Στην πραγματικότητα αυτή η φράση υποκρύπτει τη δική σου ανάγκη να κάνεις τον άλλο να “βλέπει” με κάποιο τρόπο, να φέρεις στα δικά σου μέτρα αυτό που δεν καταλαβαίνεις. Εν προκειμένω την κατάσταση της τυφλότητας». Σχεδόν κάθε τους φράση ταρακουνάει τα στερεότυπά μου, ανοίγει παράθυρα στη ματιά μου κι αλλάζει την οπτική μου. Από την πρώτη στιγμή που τους υποδέχομαι στην είσοδο της εφημερίδας μέχρι την ώρα που αποχαιρετιόμαστε, η Χρυσέλλα Λαγαρία και ο Θοδωρής Τσάτσος είναι μια αποκάλυψη.
Θα έλεγε κανείς πως αυτή είναι άλλωστε η δουλειά τους – να εκπαιδεύουν εταιρείες και υπαλλήλους στην εξυπηρέτηση τυφλών πελατών. Ομως η ΚΟΙΝ.ΣΕΠ. που έχουν συνδημιουργήσει με τη Δήμητρα Καπνιά και τον Γιάννη Καπνιά είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό – κι αυτό που την κάνει πραγματικά ξεχωριστή είναι ότι τα προγράμματα και οι δράσεις της σχεδιάζονται και υλοποιούνται από άτομα με οπτική αναπηρία.
Κύριος στόχος της «Black Light» είναι να στηρίζει την κοινωνικοποίηση και την ανεύρεση εργασίας για ανθρώπους με αναπηρία – και ειδικότερα αναπηρία όρασης, αλλά και η εξοικείωση των πολιτών με την έννοια της ισότιμης ενσωμάτωσης, μέσω εκπαιδευτικών σεμιναρίων και εργαστηρίων σε οργανισμούς, επιχειρήσεις και σχολεία.
Κι από αυτή ακριβώς τη λέξη, την «αναπηρία», ξεκινάμε τη συζήτησή μας με τον Θοδωρή και τη Χρυσέλλα. Οι λέξεις ως γνωστόν δεν είναι ποτέ αθώες, κρύβουν συσχετισμούς δύναμης και μπορούν να μας κάνουν να πετάμε, μπορούν κα να μας κάνουν να πονάμε. «Ποια είναι η σωστή λέξη –και εντέλει η σωστή στάση– όταν μιλάμε για έναν άνθρωπο με προβλήματα όρασης;» (έτσι θέτω την ερώτηση γιατί ντρέπομαι να πω τη λέξη «αναπηρία»). «Πρόβλημα όρασης είναι η μυωπία κι η πρεσβυωπία κι όταν αναφέρεσαι σε “πρόβλημα”, ορίζεις την τυφλότητα ως προβληματική», λέει η Χρυσέλλα. «Η λέξη “τυφλός” από την άλλη μπορεί ίσως να σοκάρει κάποιον, αλλά δεν προσβάλλει. Η “αναπηρία” είναι μια λέξη που σίγουρα δεν προσβάλλει κανέναν, είναι μια κατάσταση και όχι αρρώστια».
Ακόμα πιο κατηγορηματικοί γίνονται και οι δυο τους όταν φτάνουμε σε άλλη μια φράση-αγαπημένο κλισέ των ΜΜΕ αλλά και των πολιτικών: «άτομα με ειδικές ανάγκες» και, στην πιο γλυκερή εκδοχή της, «άτομα με ειδικές δεξιότητες».
«Είναι ένας καμουφλαρισμένος οίκτος, σερβιρισμένος καλύτερα», μου λέει ο Θοδωρής. «Μιλάς από θέση ισχύος όταν αναφέρεσαι σε ανθρώπους με ειδικές ανάγκες, σαν να διαφέρουν από το κοινωνικό σύνολο, να χρειάζονται άλλη μεταχείριση. Το αναπηρικό κίνημα έχει δεκδικήσει τη λέξη “αναπηρία”. Εχει στιγματιστεί, εμείς λέμε όμως ότι δεν περιέχει κανένα συναίσθημα, περιγράφει απλώς μια συνθήκη. Από εκεί και πέρα είναι απολύτως προσωπικό το πως βιώνει ο καθένας την κατάσταση, αλλά και πως η κοινωνία του επιτρέπει να την βιώνει».
Η Χρυσέλλα και ο Θοδωρής επιμένουν πολύ στην οπτική επί του θέματος, γιατί είναι ακριβώς η οπτική από την οποία εκκινεί κανείς να δει την τυφλότητα, που θα καθορίσει όχι μόνο τις λέξεις αλλά και τη στάση που θα κρατήσει σε σχέση με τον οπτικά ανάπηρο συμπολίτη του. Σε ένα κείμενο που έχουν αναρτήσει στη σελίδα της ΚΟΙΝΣΕΠ, διαβάζουμε για το κοινωνικό μοντέλο της αναπηρίας: «Η αναπηρία βιώνεται ως μια κοινωνική κατασκευή και δεν χαρακτηρίζει τη φυσική κατάσταση και τις σωματικές βλάβες που ένα άτομο έχει. Αυτό σημαίνει πως οι όποιοι περιορισμοί επιφέρει, επιβάλλονται από περιβαλλοντικούς και οικονομικούς παράγοντες και όχι από την ίδια τη σωματική αναπηρία. Π.χ. η ράμπα την οποία χρειάζονται τα άτομα που χρησιμοποιούν αμαξίδιο για να διευκολυνθεί η ανεξάρτητη πρόσβασή τους σε δημόσια κτίρια, δεν είναι μια δική τους ειδική ανάγκη, αλλά μια αδυναμία του αστικού σχεδιασμού να συμπεριλάβει στη δόμησή του τους ανθρώπους με κινητικές αναπηρίες, ώστε ο σχεδιασμός αυτός να επιτρέπει σε όλους την ισότιμη και ανεξάρτητη πρόσβαση».
Ετσι, λοιπόν, το πρώτο πράγμα που μαθαίνω από τα παιδιά –και θα μάθετε κι εσείς αν αποφασίσετε να εκπαιδευθείτε από την «Black-Light»– είναι πως είναι καλό να ρωτάω. Από τις λέξεις μέχρι τις πράξεις: Ας πούμε, υποδέχεσαι δυο τυφλούς ανθρώπους στο πεζοδρόμιο της Κολοκοτρώνη: Τους πιάνεις από το χέρι για να ανέβετε μαζί τα σκαλιά; περιγράφεις το πεδίο; Πάτε μαζί ώς το ασανσέρ; Κι ας πούμε ότι ενστικτωδώς τα κάνεις όλα σωστά, δεν υπάρχει περίπτωση να μην κάνεις ένα λάθος. Εμένα ας πούμε δεν μου πέρασε καν από το μυαλό να τους πω ποιο κουμπί να πατήσουν στο ασανσέρ – αφού δεν έχει σύστημα Μπράιγ. Οπως βλέπετε, απέχουμε μίλια από το να φτιάξουμε υποδομές και κτίρια που να μας συμπεριλαμβάνουν όλους. Γι’ αυτό και έχει σημασία να εκπαιδευτούμε όλοι ώστε να συνυπάρχουμε.
Οι άνθρωποι που έφτιαξαν την «Black Light» γνωρίστηκαν δουλεύοντας ως ξεναγοί στο «Dialogue In The Dark», μια έκθεση που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Γερμανία το 1988 κι έκτοτε έχει ταξιδέψει σε περισσότερες από 39 χώρες, με τους συμμετέχοντες να ξεπερνούν τους 7.000.000, αλλάζοντας την οπτική εκατομμυρίων ανθρώπων.
Πρόκειται για μια ειδικά διαμορφωμένη εγκατάσταση, με μια σειρά από συσκοτισμένες αίθουσες όπου οι επισκέπτες με τη χρήση λευκού μπαστουνιού, ξεκινούν την εξερεύνηση μέσα στο σκοτάδι. Η έκθεση παρουσιάστηκε για κάποια χρόνια στην Αθήνα και τώρα το όνειρο των ανθρώπων της «Black Light» είναι να την στήσουν ξανά ώστε να έχουμε όλοι την ευκαιρία να ανακαλύψουμε ότι «ο κόσμος που στερείται φωτός δεν είναι φτωχότερος, είναι μόνο διαφορετικός, ίσως και πιο διασκεδαστικός!».
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου