Τα παιδιά με δυσκολίες στη μάθηση ή θέματα ψυχικής υγείας μπορεί να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στην κριτική των άλλων.
Σε κανέναν δεν αρέσει να του λένε ότι έκανε κάτι λάθος. Για τα παιδιά, ωστόσο με θέματα ψυχικής υγείας ή με δυσκολίες στη μάθηση, η κριτική μπορεί να είναι ιδιαίτερα οδυνηρή.
Η Michelle, μια ενήλικη γυναίκα που διαγνώστηκε με ΔΕΠΥ σε νεαρή ηλικία, θυμάται ακόμα την δασκάλα της στην τέταρτη τάξη της που της είπε ότι δεν πότιζε τα φυτά της τάξης με τον σωστό τρόπο. «Ένιωσα ντροπή και αισθάνθηκα ότι είμαι χαζή. Ήθελα να κλάψω». Η Μισέλ εξακολουθεί να δυσκολεύεται να δεχτεί κριτική, ακόμη και όταν θέλει μια εποικοδομητική ανατροφοδότηση. «Εξακολουθώ να έχω εμμονή», λέει. «Συνέχεια θα σκέφτομαι: γιατί το έκανα έτσι;».
Η κριτική δεν είναι κάτι κακό. Το να μαθαίνεις από λάθη σου είναι σημαντικό μέρος της ζωής. Αλλά για μερικά παιδιά, τα έντονα συναισθήματα που βιώνουν επισκιάζουν αυτό που πραγματικά λέγεται.
Τα παιδιά που παλεύουν με ΔΕΠΥ, άγχος, κατάθλιψη ή διαταραχή μάθησης τείνουν να πέφτουν σε αρνητικά μοτίβα σκέψης. Για αυτά, ακόμη και το πιο μικρό λάθος μεταφράζεται ως: «Δεν είμαι καλός σε τίποτα». Αυτό τα κάνει πιο ευαίσθητα όταν δέχονται ανατροφοδότηση. Όταν ακόμη και η πιο ήπια κριτική βιώνεται ως προσωπική επίθεση, τα παιδιά μπορεί να κλείνονται στον εαυτό τους ή αντιδρούν υπερβολικά.
Μολονότι οι γονείς δεν μπορούμε να εξαφανίσουμε εντελώς αυτά τα αρνητικά συναισθήματα, μπορούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να τα αναγνωρίζουν και να διαχειρίζονται σωστά τις αντιδράσεις τους.
Αυτό το άρθρο θα διερευνήσει τρόπους με τους οποίους οι γονείς αφενός μπορούν να «διορθώσουν» τη συμπεριφορά των παιδιών τους με θετικούς τρόπους και αφετέρου να τα προετοιμάσουν να δέχονται κριτική από άλλους.
Χτίστε ένα θετικό πλαίσιο
Η αξία της εποικοδομητικής κριτικής είναι να «χτίσει κανείς διορατικότητα», λέει ο Jerry Bubrick, PhD, κλινικός ψυχολόγος στο Child Mind Institute. «Θέλουμε τα παιδιά να κάνουν ένα βήμα πίσω και να λένε: « Ίσως δεν το χειρίστηκα τόσο καλά, ή ίσως μπορούσα να το κάνω διαφορετικά ή ίσως μπορώ να αλλάξω τον τρόπο που το κάνω αυτό».
Εάν τα παιδιά είναι ανοιχτά να ακούσουν τι έχει να πει ένας ενήλικας, είναι πιο πιθανό να το ακολουθήσουν. Έτσι, οι ενήλικες θα πρέπει να αναλογιστούν πώς ακούγεται η κριτική που κάνουν, εξηγεί η Helene Omansky, LCSW, κοινωνική λειτουργός στο Child Mind Institute, η οποία κάνει επίσης διάκριση μεταξύ της κριτικής και της ανατροφοδότησης. Οι δύο αυτές έννοιες γίνονται τελείως διαφορετικά αντιληπτές στον αποδέκτη τους. Η κριτική μοιάζει με μια κρίση, πχ «Ο δάσκαλός μου μισεί την έκθεσή μου». Η ανατροφοδότηση μπορεί να μοιάζει με υποστήριξη: «Ο δάσκαλός μου βοήθησε να κάνω την έκθεσή μου καλύτερη».
Ο Δρ. Bubrick λέει ότι οι γονείς μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά τους να δέχονται με ανοιχτό μυαλό την ανατροφοδότηση, προσφέροντας σχόλια μέσα σε ένα «θετικό πλαίσιο».
Ένα θετικό πλαίσιο δεν σημαίνει ότι πρέπει απαραιτήτως να αλλάξεις αυτό που λες, αλλά το πώς το λες. Το να πείτε, για παράδειγμα, «Δεν συγκεντρώνεσαι στην άσκησή σου», είναι ένα αρνητικό πλαίσιο που ανοίγει την πόρτα στη σύγκρουση. Ακριβώς το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε με θετικό τρόπο, πχ «Βλέπω ότι άρχισες καλά την άσκηση. Κάνε λίγο υπομονή και θα έχεις το υπόλοιπο απόγευμα ελεύθερο».
Η αναλογία 5 προς 1
Μέρος της οικοδόμησης ενός θετικού πλαισίου σημαίνει τακτική, θετική ανατροφοδότηση. Είναι σημαντικό να λέτε στο παιδί σας πότε κάνει κάτι καλά — ακόμα κι αν η εργασία μπορεί να φαίνεται απλή ή συνηθισμένη. Τα παιδιά με ΔΕΠΥ, για παράδειγμα, συχνά δυσκολεύονται με βασικές εργασίες, όπως να καθαρίσουν το δωμάτιό τους ή να ολοκληρώσουν με συνέπεια την εργασία τους. Το να τους δίνετε θετικά σχόλια όταν το κάνουν μπορεί να μετριάσει το πλήγμα της κριτικής, αργότερα.
«Είναι χρήσιμο να θυμόμαστε την αναλογία πέντε προς ένα. Έτσι, για κάθε φορά που ασκείτε κριτική, θα πρέπει να υπάρχουν πέντε διαφορετικές περιπτώσεις στις οποίες κάνατε θετικά σχόλια», λέει ο William Benson, PsyD, κλινικός ψυχολόγος στο Child Mind Institute.
Η θετική ανατροφοδότηση βοηθά στην απόκτηση αυτοπεποίθησης. Εάν ένα παιδί έχει εμπιστοσύνη στις ικανότητές του, μπορεί πιο εύκολα να παραδεχτεί ότι δεν καταλαβαίνει κάτι ή ότι θα μπορούσε να το έχει κάνει καλύτερα. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες, που ντρέπονται όταν δυσκολεύονται σε πράγματα που για τους άλλους είναι απλά. Η ύπαρξη διάγνωσης μπορεί να βοηθήσει, αλλά χρειάζεται κανείς χρόνο για να καταφέρει να νιώθει άνετα με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει. «Είναι σχεδόν σαν στίγμα μέχρι να αρχίσουν να το ενσωματώνουν στην καθημερινή τους λειτουργία», λέει η Omansky. Εάν τα παιδιά έχουν αρκετή αυτοπεποίθηση ώστε να βλέπουν τις μαθησιακές δυσκολίες τους ως «μέρος του εαυτού τους», λέει, «μπορούν να δεχτούν και οποιαδήποτε κριτική τους γίνεται».
Όταν ένα παιδί αντιδρά αρνητικά στην κριτική
Μερικές φορές ακόμη και η πιο καλοπροαίρετη κριτική μπορεί να φέρει έντονες αντιδράσεις. Κάποια παιδιά μπορεί να κλειστούν στο εαυτό τους. Κάποια άλλα μπορεί να θυμώσουν ή να κατηγορήσουν άλλους για τα λάθη τους – στα μάτια τους, ένας κακός βαθμός μπορεί να γίνει αυτόματα μια αναπόφευκτη αλήθεια: «Ο δάσκαλός μου με μισεί».
Όποια και αν είναι η περίπτωση, βοηθήστε το παιδί να αναγνωρίσει τα συναισθήματα που κρύβονται πίσω από την απάντηση που δίνει. Ενθαρρύνετέ το να μιλά για το πώς νιώθει, ακόμα και όταν αισθάνεται άβολα. Πρέπει να θυμάστε πάντα ότι το να μάθει κανείς να επεξεργάζεται τα συναισθήματά του είναι μια διαδικασία. Όταν η Μισέλ κλήθηκε να περιγράψει την αντίδρασή της στην κριτική του δασκάλου της, στην αρχή είπε ότι τα συναισθήματα ήταν τόσο έντονα που δεν μπορούσε να τα κατονομάσει. Όταν πιέστηκε, ανέφερε ότι αισθανόταν ευάλωτη, «ντροπιασμένη και χαζή».
Ίσως σας φαίνεται φυσικό να απορρίψετε αυτά τα συναισθήματα - «δεν είσαι χαζός!» — και επικεντρωθείτε στην επίλυση του ζητήματος. Αλλά είναι σημαντικό να αφιερώσετε χρόνο για να ακούσετε και να επιβεβαιώσετε αυτό που αισθάνεται ένα παιδί.
«Ως γονείς, μερικές φορές προσπαθούμε να λύσουμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα παιδιά μας αντί να λέμε απλώς, «Α, φαίνεται ότι περνάς δύσκολα με αυτό», λέει η Omansky. «Αφήστε χώρο να αισθάνονται ότι τα ακούτε και τα καταλαβαίνετε, αντί να προχωράτε σε κάτι που θα μπορούσε να θεωρηθεί κριτική και όχι υποστήριξη»
Δίνοντας στα παιδιά χώρο για να εκφράσουν τα συναισθήματά τους και κάνοντας ερωτήσεις μπορούμε να οδηγηθούμε σε καλύτερη κατανόηση του τι πραγματικά τα ενοχλεί. Για παράδειγμα, ένα παιδί με αδιάγνωστη μαθησιακή διαταραχή μπορεί να αποφεύγει να κάνει τις εργασίες του στο σπίτι και να συμπεριφέρεται με μη επιθυμητό τρόπο στο σχολείο. Είναι εύκολο να κάνετε αυτές τις ανεπιθύμητες συμπεριφορές το επίκεντρο, να τις θεωρήσετε δηλαδή ως κύριο πρόβλημα και όχι ένα σύμπτωμα ενός μεγαλύτερου προβλήματος. Η ακρόαση και η υποβολή ερωτήσεων μπορεί να είναι χρήσιμη τόσο για τους γονείς όσο και για τα παιδιά, τα οποία μπορεί να μην συνειδητοποιούν καν ότι οι δικές τους ενέργειες έχουν τις ρίζες τους σε κάτι τόσο απλό όπως: «Δεν κατάλαβα την εργασία».
Όσο σημαντικό είναι να ενθαρρύνουμε τα παιδιά να μιλήσουν για τα συναισθήματά τους, τόσο σημαντικό είναι και η επιλογή της κατάλληλης στιγμής για να κάνουμε κριτική. Αντί να πλησιάζετε ένα παιδί όταν τα συναισθήματά του είναι ακόμα ακατέργαστα - ας πούμε, αμέσως αφού απέτυχε σε ένα τεστ - περιμένετε μέχρι να καταλαγιάσει η πληγή ή ο θυμός. «Ως γονείς, δεν πρέπει να προσπαθούμε να πειθαρχούμε τα παιδιά μας όταν είμαστε συναισθηματικοί», λέει η Omansky. «Είναι η ίδια ιδέα».
Μαθαίνοντας στα παιδιά να «πατούν το φρένο».
Η συζήτηση για τα συναισθήματά μας μπορεί να είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για τα παιδιά με ΔΕΠΥ, που συχνά αγωνίζονται για να τα ρυθμίσουν. Τα σήματα σε έναν εγκέφαλο ΔΕΠΥ τείνουν να παρακάμπτουν το σημάδι «στάσου και σκέψου» στον προμετωπιαίο φλοιό, παράγοντας μια παρορμητική, συναισθηματική απόκριση. Ας πούμε, για παράδειγμα, ένα παιδί φωνάζει και κατηγορεί κάποιον άλλο για το λάθος του. Οι γονείς μπορούν να το βοηθήσουν «να πατήσει φρένο», λέει ο Δρ Μπένσον. Πώς; Δημιουργώντας επίγνωση σχετικά με τα συναισθήματα που προκαλούν αυτές τις συμπεριφορές του. Εάν ένα παιδί καταλαβαίνει ότι, στο παρελθόν, είχε αντιδράσει με φωνές επειδή ένιωσε χαζό και ντροπιασμένο, μπορεί να αρχίσει να αντιμετωπίζει πραγματικά αυτά τα συναισθήματα που νιώθει αντί να φωνάζει και να κατηγορεί άλλους.
Τα παιδιά με ΔΕΠΥ ή μαθησιακές δυσκολίες μπορεί επίσης να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στην κριτική επειδή γίνονται αποδέκτες περισσότερων αρνητικών σχολίων για τη συμπεριφορά τους. Μπορεί να έχουν συνηθίσει να ακούν πράγματα όπως: «Πρόσεχε!», «Σταμάτα να μιλάς», «Σταμάτα να κουνιέσαι !» ή «Δεν προσπαθείς!» Σε αυτές τις περιπτώσεις «η κριτική χρωματίζεται από αυτόν τον φακό», λέει ο Δρ Μπένσον. «Και μπορεί σαν κριτική να είναι απολύτως λογική και εποικοδομητική, αλλά ένα άτομο που αισθάνεται ότι λαμβάνει αυτά τα αρνητικά μηνύματα όλη την ώρα, ακούει το μήνυμα : «Είμαι κακός σε αυτό, όπως είμαι κακός και σε όλα τα άλλα.»
Με την πάροδο του χρόνου, το να μάθουν τα παιδιά να μιλούν για τα συναισθήματά τους θα συμβάλει στο να καταλαγιάσουν οι φωνές αμφιβολίας για τον εαυτό τους και να μειωθούν τα ξεσπάσματα. Το παιδί μπορεί να μην είναι σε θέση να ανταποκριθεί απόλυτα ήρεμα, αλλά μπορεί να μάθει να παίρνει μια βαθιά αναπνοή ή να περιμένει λίγο πριν αντιδράσει.
Διαχείριση προσδοκιών
Τα παιδιά είναι ιδιαίτερα ευάλωτα και αμφιβάλλουν για τον εαυτό τους όταν μαθαίνουν κάτι νέο. Για παράδειγμα, σκεφτείτε ένα παιδί που μόλις μπήκε στην ομάδα κολύμβησης και έχασαν έναν αγώνα. Ακόμη και η χρήσιμη κριτική από έναν προπονητή - "Φαίνεται ότι έχασες τα πόδια σου σε εκείνη την αναστροφή" - μπορεί να μοιάζει με επίθεση στις ικανότητές του ως κολυμβητή. Όπως η Μισέλ, μπορεί να κολλήσει στην ιδέα ότι έκανε κάτι με λάθος τρόπο — «Γιατί το έκανα έτσι;» — αντί να μάθει κάτι από αυτή την εμπειρία.
Ο Δρ Bubrick λέει ότι τέτοια συναισθήματα αμφιβολίας για τον εαυτό μας μπορεί να προέρχονται από μεγάλες προσδοκίες και συμβουλεύει τους γονείς να βοηθούν τα παιδιά τους να θέτουν εφικτούς και διαχειρίσιμους στόχους για να αποκτήσουν αυτοπεποίθηση.
Δεν είναι λογικό να περιμένουμε ότι θα κερδίσουν κάθε αγώνα ή θα πάρουν άριστα σε διαγώνισμα. Καλύτερα να εστιάσετε στο να βάλουν ένα καλάθι ή να πάρουν Β αντί για Α στο τεστ. «Έτσι δεν χαμηλώνουμε το επίπεδο που θέλουμε να φτάσουμεs, αλλά κάνουμε τις προσδοκίες μας πιο εφικτές», λέει ο Δρ Bubrick.
Κριτική από καθηγητές και προπονητές
Η κριτική από συνομηλίκους είναι πιο δύσκολη στο χειρισμό. Τα παιδιά μπορεί να είναι σκληρά μεταξύ τους. Ακόμα ωριμάζουν και μαθαίνουν ότι αυτό που λένε μπορεί να πληγώσει κάποιον άλλο. Η καλλιέργεια ενός περιβάλλοντος όπου νιώθουν άνετα να μιλούν για όσα νιώθουν μπορεί να τα προετοιμάσει για να τα πάνε καλύτερα με φίλους και συμμαθητές.
Αν ένα παιδί μπορεί να μιλήσει στους γονείς τους για τα συναισθήματα που του προκάλεσε η κριτική, θα είναι καλύτερα εξοπλισμένο για να υπερασπιστεί τον εαυτό του όταν το ίδιο συμβεί με τους φίλους του, χωρίς να γίνεται επικριτικό, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό σύμφωνα με τον Δρ Bubrick. Αντί να πει για παράδειγμα «Είσαι βλάκας που το λες αυτό» μπορεί να πει «Δεν μου άρεσε ο τρόπος που μου μίλησες χθες».
Οι γονείς δεν θα είναι πάντα εκεί για να βοηθούν τα παιδιά τους, αλλά μπορούν να τα ενθαρρύνουν να αναπτύξουν εργαλεία για να βοηθούν τον εαυτό τους. «Με την πάροδο του χρόνου θα ακούνε τη φωνή των γονιών στο κεφάλι τους», λέει ο Δρ Bubrick. «Και μπορεί να είναι σε θέση να αισθάνονται πιο ευδιάκριτα συναισθήματα για μια κατάσταση αντί να πηδούν απλώς από το μηδέν στο εκατό».
Απόδοση του άρθρου How to Help Kids Deal With Criticism
Ιωάννα Αγγέλου
Ειδική Παιδαγωγός (Παν. Θεσσαλίας)
Νηπιαγωγός (Α.Π.Θ.)
MEd - Μεταπτυχιακό Δίπλωμα στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου