Ενα βουνό πάει μια μέρα για μπάνιο στον γιαλό και κολλάει στον βυθό. Ενας ποντικός ανοίγει μια πιτσαρία στου Ψυρρή. Μια αλεπού αφήνει τα κουνέλια και πιάνει τα τσιφτετέλια. Μια παρέα κότες αράζουν στις ξαπλώστρες της πισίνας και ένας ασπροδόντης καρχαρίας σπάει πλάκα τρομάζοντας τα υποβρύχια! Μα ποιος μπορεί να αντισταθεί στο σύμπαν του Γιώργου Χατζηπιερή; Η απάντηση είναι κανείς, ούτε μικρός ούτε μεγάλος, και όποιος ισχυριστεί το αντίθετο θα νιώσει το αγριεμένο βλέμμα όλων των μπαμπάδων, μαμάδων, πιτσιρικάδων, παππούδων και γιαγιάδων και ίσως –-ίιιισως– ξεσηκώσει από τη σιέστα του μέχρι και τον ίδιο τον Τεμπέλη Δράκο.
Στα σοβαρά τώρα, η ιστορία έχει κάτι από το υλικό που φτιάχνονται τα παραμύθια. Ενας Κύπριος δικηγόρος σκαρώνει τραγούδια για να τραγουδά στην κόρη του, αυτά γίνονται αδιανόητες επιτυχίες, τραγουδιούνται σε χιλιάδες σπιτικά, σαν μυστικό που περνάει από γονιό σε γονιό, και ο ίδιος γίνεται κάτι σαν ήρωας στο πιο ετερόκλητο και απαιτητικό κοινό, αυτό των σύγχρονων ελληνικών οικογενειών. Γιατί τι άλλο από ήρωας είναι αυτός που με μια του νότα διακόπτει κάθε σαματά; Νανουρίζει τα πιο ανήσυχα μωρά; Ταΐζει τα πιο ανόρεχτα παιδιά; Φέρνει τα πιο γλυκά χαμόγελα στα χείλη;
Νιώθω περήφανος και ευγνώμων που τα τραγούδια μου έχουν τόση αποδοχή και δίνουν χαρά σε τόσο πολύ κόσμο.
Με τη συστολή, λοιπόν, κάποιας που επικοινωνεί με έναν ήρωά της, απηύθυνα την πρώτη ερώτηση στον κ. Χατζηπιερή, για τι άλλο; Μα φυσικά για το «Ελεφαντάκι», το super hit του πρώτου δίσκου («Ο Τεμπέλης Δράκος. Και άλλες ιστορίες», 2005), που πίνει επτά κουβάδες λεμονάδες κι όλο κάνει τούμπες και γελάει και μετράει πάνω από 57 εκατ. views στο YouTube (χωρίς να υπολογίζονται τα views που είχε καταγράψει προτού βγει το βίντεο κλιπ του – τουλάχιστον άλλα 30 εκατ.). Με ποια μαγική σκόνη το πασπάλισε και αγγίζει όλα τα παιδιά (κι εμάς μαζί); «Οταν ήμουν παιδί, το αγαπημένο μου παραμύθι ήταν το “Λόπο το ελεφαντάκι”», ξεκινά ο κ. Χατζηπιερής μια ιστορία. «Περιέγραφε τη σχέση ενός παιδιού με το μικρό του ελεφαντάκι και είχα ταυτιστεί με τον μικρό ήρωα του παραμυθιού. Στα 14 μου έγινε η τουρκική εισβολή στην Κύπρο και εγκαταλείψαμε ξαφνικά το χωριό όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα. Οταν το 2003 μάς επέτρεψαν να επισκεφθούμε τα μέρη μας, πήγα στο σπίτι, όπου στο μεταξύ έμεναν έποικοι από την Τουρκία, κι έψαξα να βρω το αγαπημένο μου παραμύθι. Ματαίως. Δεν έμεινε τίποτα. Αντί να θρηνήσω την απώλεια, έβαλα πείσμα να ξαναδημιουργήσω αυτό το συναίσθημα χαράς, πληρότητας, φιλίας και λαχτάρας που μου δημιουργούσε ο Λόπο. Κι έφτιαξα το “Ελεφαντάκι”. Το δουλέψαμε με τον Μάριο Τακούσιη ενορχηστρωτικά για να βγάζει αυτή τη χάρη. Και βεβαίως ο Φοίβος Δεληβοριάς, που παραμένει ένας υπερφυσικός μπέμπης, και τα παιδάκια της χορωδίας το απογείωσαν. Αυτή η βαθιά προσωπική στιγμή, η αλήθεια που μεταφέρει, του δίνει πιστεύω ένα συναισθηματικό βάρος, μεταφέρει έναν μυστικό κώδικα που οι ευαίσθητες και τρυφερές ψυχές μπορούν να τον αποκρυπτογραφήσουν». Αν περίμενε, ξεπροβοδίζοντας το «Ελεφαντάκι», ότι θα χάρασσε τέτοια πορεία; Οχι. «Εγώ δίνω στα τραγούδια μου όλα τα εφόδια για να διαγράψουν τη δική τους πορεία με αξιοπρέπεια. Αν τώρα κάποια τραγούδια βρίσκουν μεγαλύτερη απήχηση από κάποια άλλα, αυτό αφορά τα ίδια τα τραγούδια, δεν έχει να κάνει με μένα. Εγώ απλά στέκομαι σε απόσταση και χαίρομαι και καμαρώνω για την επιτυχία τους».
Τα «10 καβουράκια»
Και να φανταστεί κανείς ότι όλα είχαν ξεκινήσει μια μέρα όπως όλες τις άλλες στο σπίτι. «Ελειπε η μαμά και έκανα ένα παρτάκι με τη μικρή Κατερίνα. Πήρα την κιθάρα και άρχισα να παίζω έναν αυτοσχέδιο ρυθμό. Είχαμε μια αδυναμία με τα καβουράκια αλλά και με τα γλυκά, κι έτσι άρχισα να τραγουδώ για 10 καβουράκια που βρήκαν 10 καραμέλες και χωρίς πολλά πολλά φτιάχτηκε το πρώτο τραγούδι», θυμάται. Ο λόγος για τα «10 καβουράκια», ακόμη μία επιτυχία του πρώτου άλμπουμ, με τη φωνή του Δώρου Δημοσθένους, ένα μικρό παραμύθι με ήρωες δέκα λιχούδικα καβουράκια. Ο Χατζηπιερής δεν σκαρώνει στ’ αλήθεια τραγούδια, επινοεί αστεία, παράλογα, ανατρεπτικά παραμύθια. «Οντως προσπαθώ το κάθε τραγούδι να είναι ένα ξεχωριστό σύμπαν, αυτοτελές και αυτόνομο. Να έχει λόγο ύπαρξης, αρμονία, αλληλουχία στα νοήματα, απλότητα στον λόγο και στη μελωδία. Ομως το κύριο συστατικό είναι ότι αφουγκράζομαι το ίδιο το τραγούδι, που ξεκινά σαν μια βασική ιδέα και προσπαθώ να του δώσω ό,τι αυτό μου ζητάει. Αυτό δεν είναι εύκολο, αλλά είναι μια διαδικασία που την ευχαριστιέμαι και στην οποία δίνομαι από την αρχή μέχρι το τέλος», λέει στην «Κ». Με τον στίχο και τη μουσική, αλλά και το επίπεδο της παραγωγής, όπως την εμμονή στη χρήση φυσικών οργάνων, φαίνεται ότι αντιμετωπίζει τα παιδιά με σεβασμό, ως ισότιμους ακροατές. «Η δική μου θεώρηση είναι πως τα παιδιά έχουν έναν πολύ πλούσιο συναισθηματικό κόσμο, τον οποίο μπορείς να κεντρίσεις από διάφορες κατευθύνσεις. Φτάνει να απευθύνεσαι σε αυτά σαν ίσος προς ίσον, χωρίς διδακτισμούς και με μια διάθεση να επικοινωνήσεις κατευθείαν με τον κόσμο τους όντας κι εσύ μέρος αυτού του κόσμου».
Η «Λιλιπούπολη» άνοιξε πόρτες και παράθυρα σε νέα τοπία
Eχει γραφτεί ξανά, ο «Τεμπέλης Δράκος» είναι η «Λιλιπούπολη» της γενιάς μας. «Η “Λιλιπούπολη” υπήρξε μια πολύ σημαντική στιγμή για το ελληνικό τραγούδι. Ανοιξε πόρτες και παράθυρα σε νέα τοπία και γέμισε η ζωή μας φαντασία, χρώμα και μελωδία. Κυρίως απενοχοποίησε το παιδικό τραγούδι και έθεσε το μέτρο με το οποίο είναι καλά να αντιμετωπίζουμε τα παιδιά. Εξακολουθεί να είναι ένα σύγχρονο, αξεπέραστο έργο και διατηρεί μιαν απίστευτη φρεσκάδα. Οταν μας έφυγε πρόσφατα η Μαριανίνα Κριεζή είδα με έκπληξη την ηλικία της στα ΜΜΕ, 75 ετών. Την είχα ακόμη για μικρό κορίτσι που εξακολουθούσε να γράφει για ροδοζαχαρένιες παραλίες, γιαουρτοπόταμους και κολυμβήτριες Κινέζες. Επειδή ο χρόνος δεν άγγιξε τα ίδια τα τραγούδια, είχα τη ψευδαίσθηση πως και οι δημιουργοί είχαν ασπίδα προστασίας. Οταν ξεκίνησα να γράφω παιδικά τραγούδια, δεν μπήκα στη διαδικασία να αναμετρηθώ με τα τραγούδια της “Λιλιπούπολης”. Η πρωτοτυπία και αυθυπαρξία είναι για μένα θέμα ζωτικής ανάγκης. Ομως, λόγω της “Λιλιπούπολης” και μερικών άλλων σημαντικών έργων που ακολούθησαν, βρήκε ο “Τεμπέλης Δράκος” εύφορο έδαφος».
Τελικά, τι κάνει ένα τραγούδι «παιδικό»; «Αθωότητα, απλότητα, αυθορμητισμός, αφοπλιστική ειλικρίνεια, διάθεση για παιχνίδι, περιπέτεια, δημιουργικότητα, φαντασία, έκπληξη, θαυμασμός, απορία, θετικότητα, χαρά. Αυτά είναι μερικά από τα υλικά της συνταγής. Οι αναλογίες και ο τρόπος μαγειρέματος είναι θέμα του κάθε δημιουργού. Με αυτή τη λογική, πολλά τραγούδια από το “ενήλικο” ρεπερτόριο μπορεί να λειτουργήσουν ως παιδικά. Οπως για παράδειγμα τα περισσότερα τραγούδια των Beatles, τα τραγούδια του Χατζιδάκι για τον κινηματογράφο, τραγούδια του Θέμη Ανδρεάδη, του Γιοκαρίνη, των Kings. Αλλά κι από την αντίθετη πλευρά, πολλά τραγούδια που περιέχονται σε παιδικούς δίσκους και καταδικάζονται στην ανυπαρξία από τα “ενήλικα” μέσα, θα μπορούσαν να λειτουργούν ισότιμα με όλα τα άλλα τραγούδια και να δίνουν μια νότα χαράς και αισιοδοξίας σε αυτούς τους δυστοπικούς καιρούς».
Δίκαιο το ανεπαίσθητο παράπονο. Με εξαίρεση τα παιδικά ραδιόφωνα, ο «Τεμπέλης Δράκος» ζει και αναπνέει αποκλειστικά στο YouTube και στις φάλτσες φωνές μας. Μπορεί στους δίσκους να συμμετέχουν τα μεγαλύτερα ονόματα του έντεχνου τραγουδιού και οι πωλήσεις τους να αντιστοιχούν σε πλατινένιους, το όνομα του Γιώργου Χατζηπιερή όμως παραμένει άγνωστο στο ευρύ κοινό, ενώ ο ίδιος έχει διατηρήσει την… πρωινή δουλειά του. Παραμένει μάχιμος δικηγόρος. «Ο Ελύτης είπε στη “Μαρία Νεφέλη” πως “για να πατάς στέρεα στη γη, πρέπει το ένα πόδι σου να είναι έξω από τη γη”. Οπότε ναι, η ενασχόλησή μου με το τραγούδι και τον κόσμο του λόγου και της τέχνης μού δίνει μια πληρότητα. Προσωπικά δεν έχω φιλοδοξία να γίνω γνωστός και δεν με έλκει η οποιαδήποτε αναγνωρισιμότητα. Νιώθω πολύ περήφανος και ευγνώμων που τα τραγούδια μου έχουν τόση αποδοχή και δίνουν χαρά σε τόσο πολύ κόσμο», καταλήγει.
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου