Η εποχή ήταν από τις πλέον περίπλοκες. Δεν είχαν περάσει παρά πέντε χρόνια από τη λήξη του Μεγάλου Πολέμου. Βρισκόμασταν μόλις έξι χρόνια μετά τη Ρωσική Επανάσταση του 1917. Και, βέβαια, ούτε έναν χρόνο μετά την έξοδο της Ελλάδας από μια μεγάλη στρατιωτική ήττα, η οποία οδήγησε στην υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης και στην υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών. Πληγές από την καταστροφή, ανάμεικτα αισθήματα για το μέλλον, δεδομένη πολιτική αστάθεια.
Ενα από τα αγαπημένα κοινωνικά θέματα των εφημερίδων ήταν και οι γυναικείες διεκδικήσεις: δικαίωμα ψήφου, κοντή φούστα. Η «γαμπολογία» στο απόγειό της. Σε αυτό το κλίμα υπήρχαν και κάποιοι... αμετανόητοι που επέμεναν να θέλουν να προωθήσουν γενναίες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις: ο Αλέξανδρος Δελμούζος, ο Δημήτρης Γληνός και από κάποια μεγαλύτερη απόσταση και ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης. Σύσσωμοι πίσω τους στοιχίζονταν οι δημοτικιστές. Που ανάλογα με την πολιτική κατάσταση έπαιρναν τα πάνω τους ή έμπαιναν στη γωνία. Και οι οποίοι, εκτός από την εισαγωγή της δημοτικής γλώσσας, υπερασπίζονταν και την εισαγωγή ευρύτερων παιδαγωγικών μεταρρυθμίσεων, ακολουθώντας τις εξελίξεις στην Ευρώπη.
Οταν στις 11 Οκτωβρίου 1923 η επαναστατική κυβέρνηση Γονατά εξέδωσε ειδικό νομοθετικό διάταγμα για τη μεταρρύθμιση του Μαράσλειου Διδασκαλείου Αθηνών και τοποθέτησε στο τιμόνι του τον Αλέξανδρο Δελμούζο, μια νέα αισιοδοξία καλλιεργήθηκε στους κόλπους των δημοτικιστών: αυτή τη φορά θα τα κατάφερναν, γιατί ήξεραν. Ηξεραν πώς τρεις φορές που επιχειρήθηκε συνολική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση - το 1889, το 1899 και το 1913 - ακυρώθηκε λίγο προτού φτάσουν οι μεταρρυθμιστές στην πηγή.
Ο Δελμούζος γνώριζε άλλωστε από πρώτο χέρι τι σημαίνουν έξωθεν παρεμβάσεις στο εκπαιδευτικό έργο: το 1908 ο Δήμος Βόλου τον κάλεσε να αναλάβει το Ανώτερο Δημοτικό Παρθεναγωγείο. Μια μέρα μπήκε αιφνιδιαστικά από την πίσω πόρτα ο Μητροπολίτης Δημητριάδος Γερμανός Μαυρομάτης. Η δασκάλα τον ρώτησε τι μάθημα θα ήθελε να παρακολουθήσει. Εκείνος ήθελε θρησκευτικά. Τα παρακολούθησε και δεν έμεινε ευχαριστημένος. Ακολούθησαν διώξεις του Δελμούζου και των συνεργατών του, ανακρίσεις, παραπομπή σε δίκη με την κατηγορία της αθεΐας. Στην περίφημη Δίκη του Ναυπλίου, το 1914, ο Δελμούζος αθωώθηκε. Αλλά το πρότυπο Σχολείο του Βόλου είχε κλείσει.
Τώρα οι μεταρρυθμιστές, αντί συνολικής μεταρρύθμισης, έκαναν επιλεκτική παρέμβαση στον τομέα της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Γιατί όπως και σήμερα συζητιέται σε ανάλογους κύκλους, έτσι και τότε είχε ήδη γίνει αντιληπτή η σημασία του πράγματος: «Αν αλλάξεις όλα τ' άλλα και δεν έχεις αλλάξει το δάσκαλο, είναι μάταια η προσπάθειά σου. Εάν αλλάξεις το δάσκαλο, και τίποτε άλλο να μην αλλάξεις, η μεταβολή θα έλθει μόνη της», έγραφε ο Γληνός.
Ούτε όμως τότε τα κατάφεραν. Cherchez la femme; Με μια έννοια ναι, αφού η καθηγήτρια Ιστορίας του Μαράσλειου Ρόζα Ιμβριώτη, ουσιαστικά η πρώτη γυναίκα πανεπιστημιακός, συνέβαλε με τον τρόπο της στην έκρηξη. Τα εξηγεί όλα αυτά μια άλλη γυναίκα, η οποία επίσης πυροδότησε πολεμική ογδόντα χρόνια μετά για μάλλον ανάλογους λόγους, η Μαρία Ρεπούση, που με το νέο βιβλίο της «Τα Μαρασλειακά» κάνει την πρώτη συστηματική μελέτη για την περιπετειώδη αυτή ιστορία (Πηγή).
Την Ιστορία τη διδάσκουν μόνον... άνδρες
Ενα από τα αγαπημένα κοινωνικά θέματα των εφημερίδων ήταν και οι γυναικείες διεκδικήσεις: δικαίωμα ψήφου, κοντή φούστα. Η «γαμπολογία» στο απόγειό της. Σε αυτό το κλίμα υπήρχαν και κάποιοι... αμετανόητοι που επέμεναν να θέλουν να προωθήσουν γενναίες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις: ο Αλέξανδρος Δελμούζος, ο Δημήτρης Γληνός και από κάποια μεγαλύτερη απόσταση και ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης. Σύσσωμοι πίσω τους στοιχίζονταν οι δημοτικιστές. Που ανάλογα με την πολιτική κατάσταση έπαιρναν τα πάνω τους ή έμπαιναν στη γωνία. Και οι οποίοι, εκτός από την εισαγωγή της δημοτικής γλώσσας, υπερασπίζονταν και την εισαγωγή ευρύτερων παιδαγωγικών μεταρρυθμίσεων, ακολουθώντας τις εξελίξεις στην Ευρώπη.
Οταν στις 11 Οκτωβρίου 1923 η επαναστατική κυβέρνηση Γονατά εξέδωσε ειδικό νομοθετικό διάταγμα για τη μεταρρύθμιση του Μαράσλειου Διδασκαλείου Αθηνών και τοποθέτησε στο τιμόνι του τον Αλέξανδρο Δελμούζο, μια νέα αισιοδοξία καλλιεργήθηκε στους κόλπους των δημοτικιστών: αυτή τη φορά θα τα κατάφερναν, γιατί ήξεραν. Ηξεραν πώς τρεις φορές που επιχειρήθηκε συνολική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση - το 1889, το 1899 και το 1913 - ακυρώθηκε λίγο προτού φτάσουν οι μεταρρυθμιστές στην πηγή.
Ο Δελμούζος γνώριζε άλλωστε από πρώτο χέρι τι σημαίνουν έξωθεν παρεμβάσεις στο εκπαιδευτικό έργο: το 1908 ο Δήμος Βόλου τον κάλεσε να αναλάβει το Ανώτερο Δημοτικό Παρθεναγωγείο. Μια μέρα μπήκε αιφνιδιαστικά από την πίσω πόρτα ο Μητροπολίτης Δημητριάδος Γερμανός Μαυρομάτης. Η δασκάλα τον ρώτησε τι μάθημα θα ήθελε να παρακολουθήσει. Εκείνος ήθελε θρησκευτικά. Τα παρακολούθησε και δεν έμεινε ευχαριστημένος. Ακολούθησαν διώξεις του Δελμούζου και των συνεργατών του, ανακρίσεις, παραπομπή σε δίκη με την κατηγορία της αθεΐας. Στην περίφημη Δίκη του Ναυπλίου, το 1914, ο Δελμούζος αθωώθηκε. Αλλά το πρότυπο Σχολείο του Βόλου είχε κλείσει.
Τώρα οι μεταρρυθμιστές, αντί συνολικής μεταρρύθμισης, έκαναν επιλεκτική παρέμβαση στον τομέα της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Γιατί όπως και σήμερα συζητιέται σε ανάλογους κύκλους, έτσι και τότε είχε ήδη γίνει αντιληπτή η σημασία του πράγματος: «Αν αλλάξεις όλα τ' άλλα και δεν έχεις αλλάξει το δάσκαλο, είναι μάταια η προσπάθειά σου. Εάν αλλάξεις το δάσκαλο, και τίποτε άλλο να μην αλλάξεις, η μεταβολή θα έλθει μόνη της», έγραφε ο Γληνός.
Ούτε όμως τότε τα κατάφεραν. Cherchez la femme; Με μια έννοια ναι, αφού η καθηγήτρια Ιστορίας του Μαράσλειου Ρόζα Ιμβριώτη, ουσιαστικά η πρώτη γυναίκα πανεπιστημιακός, συνέβαλε με τον τρόπο της στην έκρηξη. Τα εξηγεί όλα αυτά μια άλλη γυναίκα, η οποία επίσης πυροδότησε πολεμική ογδόντα χρόνια μετά για μάλλον ανάλογους λόγους, η Μαρία Ρεπούση, που με το νέο βιβλίο της «Τα Μαρασλειακά» κάνει την πρώτη συστηματική μελέτη για την περιπετειώδη αυτή ιστορία (Πηγή).
Την Ιστορία τη διδάσκουν μόνον... άνδρες
Τα πράγματα για τις εργαζόμενες γυναίκες τη δεκαετία του 1920 δεν ήταν καθόλου ρόδινα. Το 1926, όταν για πρώτη φορά μια γυναίκα δικηγόρος, η Μαρία Φλαμπουριάρη, έκανε εμφάνιση σε δικαστήριο, τα σχόλια στον Τύπο ήταν δηλητηριώδη. Το καλύτερο έλεγε: «Δεν αρκεί να είναι κανείς φλύαρος για να γίνει καλός δικανικός ρήτωρ». Υπήρχαν όμως και πολύ χειρότερα: «Καλούμεν το λάλον δεσποινίδιον να επανέλθη, ως τάχιστα, εκεί όπου φύσει ανήκει. Ή εις το σπίτι του ή εις το "Καπρίς". Αι γυναίκες είνε προωρισμέναι, κατ' εκλογήν των και προ παντός καθ' ικανότητα, ή να γίνουν μητέρες ή να μείνουν γυναίκες. Ή σπίτι ή "Καπρίς". Μέσος όρος δεν υπάρχει, όπως μεταξύ άρρενος και θήλεος δεν υπάρχει τρίτον φύλον».
Στις πρώτες δύο δεκαετίες του 20ού αιώνα ένας νέος άνεμος φυσούσε διεθνώς στην παιδαγωγική επιστήμη. Πρώτον, το παιδί αντιμετωπιζόταν ξανά ως παιδί και όχι ως μικρός ενήλικος και, δεύτερον, η εκπαίδευση ήθελε να γίνει περισσότερο πρακτική από θεωρητική και να συνδεθεί με την καθημερινότητα και την πραγματικότητα που ζούσαν τα παιδιά. Αυτό, βέβαια, έπρεπε να γίνει με τη γλώσσα που μιλούσαν τα παιδιά και όχι με μία άλλη, παρένθετη, που θα δυσκόλευε την άμεση επικοινωνία του δασκάλου μαζί τους. Αρα ο δημοτικισμός και οι νέες παιδαγωγικές αντιλήψεις πήγαιναν αναγκαστικά μαζί.
Η τριανδρία των Αλέξανδρου Δελμούζου, Δημήτρη Γληνού, Μανόλη Τριανταφυλλίδη ήταν αυτή που είχε αναλάβει να σηκώσει το βάρος της μεταρρύθμισης. Ιδρυτικά μέλη το 1910 του περίφημου Εκπαιδευτικού Ομίλου, με σπουδές και οι τρεις στη Γερμανία, όπου μυήθηκαν και στο λεγόμενο «σχολείο εργασίας», συνέδεσαν το μεταρρυθμιστικό τους πνεύμα με το βενιζελικό περιβάλλον - έστω και αν αργότερα ο Γληνός θα κάνει σταδιακά πιο αριστερές επιλογές και θα επέλθει μεταξύ τους ρήξη. Το 1917 ο Βενιζέλος τους αναθέτει την αναμόρφωση της δημοτικής εκπαίδευσης και τότε γράφονται το «Αλφαβητάρι με τον ήλιο» και τα «Ψηλά βουνά», που συνέγραψαν μαζί με τον Ζαχαρία Παπαντωνίου. Με την πολιτική αλλαγή του 1920 το εγχείρημα εγκαταλείπεται και τα καινούργια αναγνωστικά αποσύρονται. Αλλά από το 1923 οι Δελμούζος και Γληνός επανέρχονται σε δράση και κάνουν το Μαράσλειο, όχημα αλλαγών.
Αυτό που δεν ήταν έτοιμη η κοινωνία να αποδεχθεί ήταν οι νέες αντιλήψεις για τη διδασκαλία της Ιστορίας αλλά και οι γυναίκες ιστορικοί. Η Ρόζα Ιμβριώτη, η νεαρή ιστορικός που διόρισε στο Μαράσλειο ο Δελμούζος, γερμανοσπουδαγμένη και αυτή, δεν προφύλαξε τα νώτα της. Απευθυνόμενη στον σύλλογο διδασκόντων του Μαρασλείου, σε συνεδρίαση που αφορούσε το μάθημα της Ιστορίας, υποστήριξε ότι «η ιστορία που θα διδαχθεί στο σχολείο δεν μπορεί να είναι παρά η ιστορία του πολιτισμού». Εως εδώ καλά - αυτό συνέπιπτε με τις θέσεις των δημοτικιστών. Είπε όμως επίσης ότι η διδασκαλία «θα δώσει όλα τα μέρη του πολιτισμού τονίζοντας τη βασική επίδραση του οικονομικού παράγοντα στην εξέλιξη όλων».
Αυτό ήταν συνεπές με τα γερμανικά ρεύματα σκέψης• όσοι όμως δεν ήταν ενήμεροι γι' αυτά, το συνέδεσαν απευθείας με την κομμουνιστική θεωρία. Και σαν να μην έφτανε αυτό, η Ιμβριώτη συνέχισε δίνοντάς τους το εξής παράδειγμα: «Διδάσκοντας την ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 ερευνώ τα διάφορα πολιτικοστρατιωτικά γεγονότα υπό το βασικό πρόβλημα "είναι η επανάσταση ολοκληρωτικά του έθνους αυθόρμητη εξέγερση ή είναι έργο της αστικής μονάχα τάξης, η οποία παρακίνησε κι εξήγειρε τους άλλους;". Στην Ευρώπη εκείνη την εποχή είχε νικήσει και είχε υψωθεί η "αστική τάξη". Αυτό το πράγμα είχε αντίκτυπο ως επίδραση και αποτέλεσμα στην Ελλάδα;».
Ηταν και 26 Μαρτίου, η επομένη της εθνικής γιορτής. Το παράδειγμα που έδωσε είναι και σήμερα λίγο ταμπού - πολλοί ιστορικοί μιλούν για υπερεκτίμηση του ρόλου αρματολών και κλεφτών, ξεσηκώνοντας αντιδράσεις -, πόσω μάλλον τότε, όπου δεν είχαν διευθετηθεί πολύ βασικότερα ζητήματα στην κοινωνία, όπως το αν μπορεί μια γυναίκα να διδάσκει Ιστορία. Εγραφε μια εφημερίδα: «Η κ. Ιμβριώτου, καθηγήτρια. Αυτή προσελήφθη διά να διδάξη Ιστορίαν, μάθημα εξόχως φρονηματιστικόν και απαιτούν άνδρα υπό ζωηράς φιλοπατρίας κατεχόμενον. Δεν υπήρχαν άραγε καθηγηταί και δη εξ αυτών έφεδροι αξιωματικοί έργω ασκήσαντες την φιλοπατρίαν και διά του αίματός των γράψαντες την Ιστορίαν, διά να διδάξουν την Ιστορίαν εις το Μαράσλειον; Αυτή φυσικώτατον ήτο να διδάξη την Ιστορίαν όχι διά να ανυψώση τους μεγάλους της Ιστορίας άνδρας και τας υπέρ της πατρίδος θυσίας των, αλλά διά να ταπεινώση αυτούς και να παραστήση κατά τα διδάγματα του ιστορικού υλισμού ότι αι θυσίαι εκείναι είχον ταπεινά κερδοσκοπικά ελατήρια».
Προκλήθηκε πανδαιμόνιο, η Εκκλησία οργάνωσε εκκλησιαστική δίκη του Δελμούζου - πάλι για αθεΐα! -, η κυβέρνηση Πάγκαλου που ακολούθησε αντικατέστησε τον Δελμούζο με κάποιον που αποδείχθηκε ότι δεν είχε τα πτυχία που έλεγε ότι είχε και ο οποίος έκανε εσωτερική έρευνα που έβγαλε το Μαράσλειο κάτι σαν κέντρο ακολασίας. Οι ίδιοι οι γονείς των μαθητριών που φοιτούσαν εκεί και που θα ήταν οι αυριανές δασκάλες ξεσηκώθηκαν, ζητώντας αποκατάσταση του ονόματός τους. Κάτι που έγινε επί Βενιζέλου πάλι, όταν ο αρεοπαγίτης Αντωνακάκης που ανέλαβε την έρευνα βρήκε ότι οι καταθέσεις του κατηγορητηρίου είχαν ληφθεί εκβιαστικά.
Οι επιθέσεις, λέει στο βιβλίο της η Μαρία Ρεπούση, υπήρξαν τόσο σφοδρές που ο Δελμούζος σχεδόν απομονώθηκε, παρά το γεγονός ότι διέθετε δίπλα του φωτισμένους εκπαιδευτικούς. Η Ιστορία είχε καταφέρει να διχάσει ακόμη και το κατά τα άλλα πολύ αρραγές μέτωπο των δημοτικιστών. Κάποιοι δίστασαν, ο ίδιος δεν ενήργησε πολύ έξυπνα στην αρχή και η υπόθεση ξέφυγε από κάθε έλεγχο. Οταν πια ο Αντωνακάκης αποκατέστησε το όνομα του Δελμούζου - ο οποίος και έλαβε τα προσωπικά συγχαρητήρια του Ελευθέριου Βενιζέλου, της Πηνελόπης Δέλτα κ.ά. -, το εγχείρημα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης είχε για μία ακόμη φορά ηττηθεί.
«Απογυμνούμεθα ελευθέρως και χωρίς καμία εντροπή»
Ο διευθυντής Παναγιωτίδης, ο οποίος αντικατέστησε τον Δελμούζο, συγκέντρωσε μαρτυρίες εναντίον του που αργότερα αποδείχθηκαν ψεύτικες. Μία από αυτές έλεγε: «Εκ των εις τα χείρας της ανακριτικής επιτροπής ευρισκομένων ερωτικών επιστολών αποκαλύπτονται τουλάχιστον 8 ερωτικά ζεύγη, τινά δε τούτων παρουσιάζουν το φαινόμενον ότι το αυτό πρόσωπον διατελεί εις σχέσεις συγχρόνως προς δύο πρόσωπα του ετέρου φύλου. Αποδεικνύεται οσαύτως ότι η διεύθυνσις του Μαρασλείου ήτο εις γνώσιν του έρωτος 2 ζευγών ευθύς εξ αρχής (...) και ηρκέσθη απλώς εις την διαβεβαίωσιν του εραστού μαθητού ότι ο έρως του έχει ιδανικόν σκοπόν! Απεκαλύφθη σαφέστατα διά γραπτών αποδείξεων πλήρης η σήψις ψυχική, η οποία εγεννήθη και ετράφη διά των ιδανικών τούτων».
Μια κυρία πάλι υπέγραψε την εξής μαρτυρία: «Ημέραν τινά εις το Κολωνάκι ένθα κατοικώ είδον μαθήτριαν του Μαρασλείου ετών 16 γνωστήν μου κυνικότατα και αναισχυντότατα εκπληρούσαν φυσικήν της ανάγκην (ουρούσαν) ενώπιον και απέναντί μου κατά τρόπον προκλητικόν.
Καταπλαγείς διά την αναισχυντίαν αυτήν εκάλεσα την κόρην, αφού εξεπλήρωσε την φυσικήν της ανάγκην, και την ηρώτησα πώς δεν εντράπη να κάμη αυτό δημοσία εν πλήρει ημέρα και τόσον ελευθέρως. Αυτή μοι απήντησεν αφελέστατα ότι εις το Μαράσλειον μας διδάσκουν ότι αυτό είναι μια φυσική πράξις, η οποία δύναται να τελείται πανταχού και ενώπιον οιουδήποτε. Ημείς εις το Μαράσλειον αγόρια και κορίτσια εκπληρούντες τας φυσικάς μας ανάγκας απογυμνούμεθα ελευθέρως και χωρίς καμία εντροπή, διότι, όπως σας είπα, αυτά μας τα συνεβούλευσαν ούτω οι διδάσκαλοί μας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου