Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ
Ο πολυδιάστατος ρόλος της αισθητικής αγωγής και της θεατρικής τέχνης για τα άτομα με αναπηρίες
της Κατερίνας Τόμτση
Θεατρολόγου-Εκπαιδευτικού, Msc
Άτομα με ειδικές ανάγκες θεωρούνται, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία,[1] τα πρόσωπα τα οποία από οργανικά, ψυχικά ή κοινωνικά αίτια παρουσιάζουν καθυστερήσεις, αναπηρίες ή διαταραχές στη γενικότερη ψυχοσωματική κατάσταση ή στις επιμέρους λειτουργίες τους και σε βαθμό που δυσκολεύεται ή παρεμποδίζεται σοβαρά η παρακολούθηση της γενικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης, η δυνατότητα ένταξής τους στην παραγωγική διαδικασία και η αλληλοαποδοχή τους με το κοινωνικό σύνολο». Αργότερα, το 2000,[2] θα μετονομαστούν τα άτομα αυτά και θα αντιμετωπιστούν πλέον ως «άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες». Μέσα από τον προσδιορισμό των ειδικών αναγκών τους ως εκπαιδευτικών, τονίζεται η νέα διάσταση των αναγκών και των αναπηριών τους, επαναπροσδιορίζεται η ταυτότητά τους και δίνεται έμφαση ταυτόχρονα στην ανάγκη εκπαίδευσής τους. Έτσι, άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες «θεωρούνται τα άτομα που έχουν σημαντική δυσκολία μάθησης και προσαρμογής εξαιτίας σωματικών, διανοητικών, ψυχολογικών, συναισθηματικών και κοινωνικών ιδιαιτεροτήτων. Στα άτομα αυτά περιλαμβάνονται όσοι: α) Έχουν νοητική ανεπάρκεια ή ανωριμότητα. β) Έχουν ιδιαίτερα σοβαρά προβλήματα όρασης (τυφλοί, αμβλύωπες) ή ακοής (κωφοί, βαρήκοοι). γ) Έχουν σοβαρά νευρολογικά ή ορθοπεδικά ελαττώματα ή προβλήματα υγείας. δ) Έχουν προβλήματα λόγου και ομιλίας. ε) Έχουν ειδικές δυσκολίες στη μάθηση, όπως δυσλεξία, δυσαριθμησία, δυσαναγνωσία. στ) Έχουν σύνθετες γνωστικές, συναισθηματικές και κοινωνικές δυσκολίες και όσοι παρουσιάζουν αυτισμό και άλλες διαταραχές ανάπτυξης».
Θα ήταν λοιπόν ενδιαφέρον να δούμε πώς η τέχνη μπορεί να βοηθήσει την πλειονότητα των παραπάνω περιπτώσεων καθώς πρόκειται για έναν βιωματικό τρόπο εκπαίδευσης. Κι αν πολλοί θεωρούν λανθασμένα ότι οι τέχνες προάγουν κυρίως τη συναισθηματική και αισθητική ανάπτυξη και όχι τη νοητική, ώστε να μην γίνονται απαραίτητες στο βασικό αναλυτικό πρόγραμμα των σχολείων, γενικών και ειδικών, θα καταρρίψουμε αυτή την πεποίθηση. Θεωρητικοί του είδους σύμφωνα με την Άλκηστις (2000, σελ. 21-5), όπως ο D. Best, o J. Bruner, L. Arnaud Reid, K. Robinson, V. Lowenfeld, αναφέρονται στην άρρηκτη σχέση του νοητικού και αισθητικού τομέα και επισημαίνουν μία άλλου είδους γνώση, την «αισθητική γνώση» που βασίζεται στην αισθητηριακή εμπειρία και ενεργοποιεί πέντε συστατικούς παράγοντες: αίσθηση – αντίληψη – αναπαράσταση – σύνθεση – δόμηση. Οι τέχνες παρέχουν εμπειρίες που είναι θεμελιώδεις για την πλήρη ανάπτυξη των ανθρώπων καθώς προωθούν ενεργά την ανάπτυξη των ατόμων ως προς την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, την προσωπική αποτελεσματικότητα, τις δεξιότητες έκφρασης και επικοινωνίας, τη δημιουργική λύση προβλημάτων, την εγρήγορση του νου και τη στάση της ζωής× ενθαρρύνουν την ευελιξία της σκέψης του, την αυτο-έκφραση, την ανεξαρτησία και την κοινωνική του αλληλεπίδραση. Γι’ αυτό και δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε τη συνεισφορά της τέχνης σφαιρικά στη δημιουργική και νοητική ανάπτυξη του ατόμου.
Μεταξύ των διαφόρων τεχνών στην εκπαίδευση ατόμων με αναπηρία ή χωρίς η θεατρική αγωγή (ή αλλιώς δραματική τέχνη) καλείται να παίξει έναν σημαντικό ρόλο.[3] Λέγοντας θεατρική αγωγή καταρχήν δεν εννοούμε το μάθημα εκείνο που οδηγεί αποκλειστικά στη θεατρική παράσταση, μέσα από τη μεθόδευση συστηματικών προβών, για να παρουσιαστεί από μαθητές και δασκάλους ένα αισθητικά άρτιο και στημένο αποτέλεσμα -στείρο πολλές φορές δημιουργικότητας- για χάρη εντυπωσιασμού και προς ικανοποίηση μαθητών, γονιών και δασκάλων.
Αντιθέτως, θεατρική αγωγή εννοούμε το μάθημα κατά το οποίο ο στόχος επικεντρώνεται όχι τόσο στο αποτέλεσμα αλλά στη διαδικασία μέσα από την οποία δίνεται η δυνατότητα για δημιουργική έκφραση, διερεύνηση και ανταλλαγή ιδεών και ανάπτυξη γνωστικών και ψυχοκοινωνικών δεξιοτήτων. Ο ρόλος του μαθήματος αυτού μπορεί να είναι πραγματικά καθοριστικός, αφού στηρίζεται στην καλλιέργεια της έκφρασης, της δημιουργικής φαντασίας και των δεξιοτήτων των μαθητών× στηρίζεται στη δυναμική συνεργασία και στη συνύπαρξη της ομάδας, διευκολύνοντας το άτομο στην πειθαρχία, αυτοσυγκέντρωση, παρατήρηση, αναλυτική και κριτική σκέψη, επικοινωνία, συλλογική συνείδηση× αξιοποιείται ως μέσο και μέθοδο διδασκαλίας διαθεματικών και διαπολιτισμικών διδακτικών πεδίων× συμβάλλει στην καλλιέργεια μιας ανθρωπιστικής και αισθητική παιδείας.
Τεχνικές και μέσα υλοποίησης της θεατρικής αγωγής για την επίτευξη των παραπάνω στόχων είναι μία σειρά ασκήσεων ή μεθοδολογικών πρακτικών που αφορούν τα εξής: Παιχνίδια, Σωματική έκφραση, Αυτοσχεδιασμό, Παντομίμα, Θεατρικό Παιχνίδι,Δραματοποίηση, Εκπαιδευτικό δράμα, Μάσκα, Κούκλα-Κουκλοθέατρο, Θέατρο Σκιών. Μέσα στο πλαίσιο του μαθήματος της θεατρικής αγωγής ωστόσο μπορεί να θεωρηθεί και η μετάδοση γνώσεων και κατάρτιση σχετικά με το στήσιμο μιας παράστασης, με τον ρόλο του θεατή ή με την ιστορική, δραματουργική και θεωρητική πλευρά του θεάτρου. Στην περίπτωσή μας όμως αυτή η τελευταία δεν μας αφορά τόσο καθώς εστιάζουμε στη θεατρική αγωγή ως ευεργετικό και θεραπευτικό μέσο στην εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρίες.
Γι’ αυτό ακριβώς και εστιάζουμε περισσότερο στα άτομα εκείνα που βρίσκονται σε παιδική και εφηβική ηλικία, για τα οποία επιδιώκεται ιδιαίτερα η παροχή ειδικής εκπαίδευσης στο πλαίσιο των σκοπών της πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης –δεδομένων των ευνόητων οφελών της πρώιμης παρέμβασης.[4] Όπως επίσης επικεντρωνόμαστε κυρίως σε εκείνες τις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες που επιδέχονται ειδικής αγωγής τέτοιας που να μπορεί στην ουσία της να λειτουργήσει διορθωτικά ως προς τις μαθησιακές διαδικασίες. Σ’ αυτές θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν περιπτώσεις νοητικής υστέρησης όχι ιδιαίτερα βαριάς μορφής (εκπαιδεύσιμα άτομα), περιπτώσεις τύφλωσης ή αμβλυωπίας, περιπτώσεις κώφωσης ή βαρηκοΐας, περιπτώσεις κινητικής αναπηρίας ορθοπεδικής φύσεως, περιπτώσεις διαταραχής ελλειμματικής προσοχής – υπερκινητικότητας και τέλος περιπτώσεις ειδικών μαθησιακών δυσκολιών.
Ήδη στο Αναλυτικό Πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής του 1996 (ΥΠ.Ε.Π.Θ.) μεταξύ των δραστηριοτήτων για την επίτευξη των στόχων της «Σχολικής ετοιμότητας», της «Κοινωνικής προσαρμογής» και των «Δημιουργικών δραστηριοτήτων» περιλαμβάνεται η ψυχοκινητικότητα, το ελεύθερο παιχνίδι, το θεατρικό παιχνίδι και η δραματοποίηση (μαζί με παντομίμα, κουκλοθέατρο, οργάνωση και ανέβασμα θεατρικών παραστάσεων, αναπαραστάσεις, παιχνίδια και ασκήσεις, μουσικοκινητική). Πιο συγκεκριμένα, διαπιστώνει κανείς πως οι συγκεκριμένες δραστηριότητες μπορούν να συμβάλουν σημαντικά κατά περιοχές όπως: στη α) σχολική ετοιμότητα ώστε τα παιδιά να αναπτύξουν την ικανότητα επικοινωνίας με τον προφορικό λόγο ή με άλλες εναλλακτικές μορφές επικοινωνίας (ικανότητα ακρόασης, συμμετοχή σε διάλογο), να αναπτύξουν ψυχοκινητικές δεξιότητες (αναγνώριση σώματος, χώρου, ρυθμού), να καλλιεργήσουν τις νοητικές τους δυνατότητες, να οργανώσουν το συναισθηματικό τους κόσμο (αυτοεικόνα, συνεργασία), να αποκτήσουν ετοιμότητα για την ομαλή εισαγωγή τους στις βασικές σχολικές δεξιότητες× στις β) βασικές σχολικές δεξιότητες ώστε τα παιδιά να κατακτήσουν τους μηχανισμούς ανάγνωσης και γραφής, να κατανοήσουν τις βασικές μαθηματικές έννοιες και πράξεις, να χρησιμοποιούν τις σχολικές δεξιότητες για τη σχολική και την κοινωνική τους ένταξη× στην γ) κοινωνική προσαρμογή ώστε τα παιδιά να γνωρίσουν το φυσικό, κοινωνικό και πολιτιστικό περιβάλλον, να αποδεχτούν το περιβάλλον τους και να γίνουν αποδεκτά από αυτό (διαπροσωπικές σχέσεις, συνεργασία, σεβασμός)× στις δ) δημιουργικές δραστηριότητες ώστε τα παιδιά να βιώσουν τη χαρά της δημιουργίας και της αισθητικής απόλαυσης (τέχνες όπως μουσική και ποικίλες μορφές θεατρικής έκφρασης), να εμπεδώσουν τις σχολικές δεξιότητες, να αξιοποιήσουν σωστά τον ελεύθερο χρόνο (παιχνίδια, συμμετοχή σε κοινωνικές δραστηριότητες)× στην ε) προεπαγγελματική ετοιμότητα ώστε τα παιδιά να οργανώσουν την προσωπικότητά τους, να συνειδητοποιήσουν τις δυνατότητες και αδυναμίες τους, να αναπτύξουν προεπαγγελματικές δεξιότητες, να προσανατολιστούν επαγγελματικά.
Αναγνωρίζεται έτσι ο πολυδιάστατος ρόλος της Αισθητικής αγωγής και της Θεατρικής τέχνης μέσω των δραστηριοτήτων αυτών ως δημιουργικών μέσων για την υποστήριξη των ΑΜΕΑ ώστε τα άτομα αυτά «να προαχθούν σωματικά, νοητικά, συναισθηματικά, κοινωνικά, ηθικά και αισθητικά στο βαθμό που οι δυνατότητές τους επιτρέπουν».
[1] ΥΠ.Ε.Π.Θ. – Π.Ι., 1985, Ν. 1566/1985, κεφ. Α΄-Ειδική αγωγή-άρθρο 32.
[2] Το 2000 με το Νόμο 2817/2000 (ΥΠ.Ε.Π.Θ. – Π.Ι., 2000, Ν. 2817/2000, κεφ. Α΄-Εκπαίδευση των ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες-άρθρο 1). Με τον οποίο νόμο τροποποιείται εκείνος του 1985, αφού στα άρθρα του νόμου του 1985 γίνεται μόνο αναφορά στην ανάγκη ανάπτυξης της ειδικής αγωγής και στη δυνατότητα/δικαίωμα του ατόμου με ειδικές ανάγκες να εκπαιδεύεται χωρίς περαιτέρω αντίκρυσμα.
[3] Μία ματιά στο ‘διαθεματικό ενιαίο πλαίσιο προγράμματος σπουδών Θεάτρου’ (ΥΠ.Ε.Π.Θ. – Π.Ι., 2003, σελ. 127-35) θα μας «διαφωτίσει» σχετικά με τον σκοπό της διδασκαλίας του θεάτρου, αλλά και τους άξονες, τους γενικούς στόχους και τις θεμελιώδεις έννοιες διαθεματικής προσέγγισης.
[4] Η έγκυρη και πρώιμη διάγνωση αλλά και πρώιμη υποστηρικτική παρέμβαση αποτελεί αναγκαιότητα και προϋπόθεση στην ειδική αγωγή, όπως έχει δείξει η πορεία της έρευνας και οι εξελίξεις στον χώρο αυτό (Κυπριωτάκης, 2004× Παπάνης et al, 2007). Η συστηματική ψυχοπαιδαγωγική παρέμβαση αφορά ήδη στα πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού με σημαντικό ορόσημο τη ζωή προσχολικής ηλικίας (Lerner, 2002, Τζουριάδου – Μπάρμπας, 2003).
Στο πλαίσιο της προσχολικής αγωγής η εκπαίδευση των νηπίων περιέχει ήδη εκπαιδευτικές και δημιουργικές δραστηριότητες που αντιστοιχούν κατά πολύ σ’ εκείνες της θεατρικής αγωγής –ή έστω επιδέχονται περαιτέρω εμπλουτισμού με θεατροπαιδαγωγικά στοιχεία. Κάτι τέτοιο γίνεται αντιληπτό και από τις «προσαρμογές των αναλυτικών προγραμμάτων μαθησιακών δυσκολιών για το νηπιαγωγείο» του ΥΠ.Ε.Π.Θ. και Π.Ι. (Καρακασνάκη – Αναγνωστοπούλου, 2008).
Πηγή: kathigitis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου