Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2021

Οι οικογένειες παιδιών με αναπηρία έρχονται αντιμέτωπες με μια κουλτούρα κατηγοριών όταν αναζητούν βοήθεια.

Οι γονείς των παιδιών με αναπηρία έρχονται αντιμέτωπες με μια κουλτούρα κατηγοριών όταν προσπαθούν να ζητήσουν βοήθεια, σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε.

Στην έρευνα πήραν μέρος 143 τμήματα κοινωνικής φροντίδας στην Αγγλία και διαπιστώθηκε έλλειψη εκπαίδευσης, εμπειρίας και κατανόησης των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι οικογένειες.

Αντ' αυτού, σύμφωνα με την έρευνα του Πανεπιστημίου του Λιντς, η πάγια θέση των εθνικών και τοπικών πολιτικών κοινωνικής φροντίδας ήταν να ερμηνεύουν τις δυσκολίες αυτές σαν αποτυχία των γονέων.

Η κυβέρνηση εξέφρασε την άποψη ότι η καθοδήγησή της δεν συνεπάγεται σφάλμα ή καχυποψία.

Οι οικογένειες που αναζητούν πρόσθετη υποστήριξη για το παιδί τους συνήθως αξιολογούνται από έναν κοινωνικό λειτουργό για να καθοριστεί ποια βοήθεια δικαιούνται.

Οι ερευνητές εξέτασαν τα πρωτόκολλα αξιολόγησης των υπηρεσιών των παιδιών και έκαναν έρευνα σε περισσότερες από 90 ομάδες υποστήριξης γονέων/φροντιστών.

Σαν «ένταλμα έρευνας»

Στην έρευνα αναφέρεται ότι η διαδικασία φαίνεται να επικεντρώνεται στη γονική ικανότητα και όχι στην αξιολόγηση της υποστήριξης που είναι αναγκαία, ενώ πολλές οικογένειες τόνιζαν ότι οι αξιολογητές επέμεναν να μιλήσουν μόνο στο παιδί.

Κανένα από τα πρωτόκολλα δεν εξηγούσε την ανάγκη αλλαγής των προσεγγίσεων αξιολόγησης σε περιπτώσεις όπου δεν υπήρχαν ενδείξεις παραμέλησης ή κακοποίησης.

Βασικό εύρημα της έρευνας ήταν ότι η τυπική προσέγγιση ήταν να "εντοπίζονται τα προβλήματα που σχετίζονται με την αναπηρία ενός παιδιού στην οικογένεια".

Το φαινόμενο αναφέρονταν ως «ιδρυματοποίηση εξαιτίας του γονέα-φροντιστή»

Οι γονείς, που διατηρούσαν την ανωνυμία τους στην έρευνα, περιέγραψαν τη διαδικασία ως «ταπεινωτική, εκφοβιστική και καταστροφική». Κάποιος είπε ότι ήταν σαν "να εμφανίζεται η αστυνομία στην πόρτα σου και [λέγοντας] "έχουμε ένταλμα να ερευνήσουμε το σπίτι σου"".

Αμφισβητώντας τις ικανότητες των γονέων

Η Μεχρίν, της οποίας ο επτάχρονος γιος Ασάντ είναι αυτιστικός, προσπάθησε να λάβει επιπλέον υποστήριξη από το Συμβούλιο του Μπράντφορντ.

«Δυσκολευόμουν πραγματικά στο σπίτι, ειδικά όταν μπήκαμε στην πανδημία», είπε η ανύπαντρη μητέρα, από το Δυτικό Γιορκσάιρ.

Βρήκε την αξιολόγηση ενοχλητική και οι ερωτήσεις που έγιναν την έκαναν να νιώθει άβολα.

«Μπήκαν στην παιδική μου ηλικία, στη ζωή των γονιών μου, στην προσωπική μου ζωή πριν καν γεννηθεί ο Ασάντ. Άρχισα να σκέφτομαι ότι αμφισβητούν, έστω και έμμεσα, τις ικανότητές μου ως μητέρα, την προσωπικότητά μου, εμένα ως άτομο, αν ήμουν ικανή να είμαι γονιός του Ασάντ. Με έκανε να νιώσω ανεπαρκή και ακατάλληλη σαν μητέρα , κάτι που δεν είχα νιώσει ποτέ πριν». Η μητέρα αναφέρει ότι οι αξιολογητές ζήτησαν τρεις φορές να δουν το δωμάτιο του παιδιού, κάτι που την έκανε να υποψιαστεί ότι έψαχναν στοιχεία ότι το παιδί δεν ήταν ασφαλές στον χώρο.

Ένας εκπρόσωπος του συμβουλίου του Μπράντφορντ εξήγησε ότι έχουν δεσμευτεί να διασφαλίζουν ότι τα παιδιά με αναπηρία έχουν την καλύτερη υποστήριξη και είναι ασφαλή.

«Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν στιγμές που θα χρειαστεί να δούμε το δωμάτιο ενός παιδιού ή ενός νέου όταν κάνουμε μια αξιολόγηση για να διαπιστώσουμε ποιες είναι οι ανάγκες του. Γνωρίζουμε ότι μερικές φορές οι οικογένειες μπορεί να το βρίσκουν δύσκολο, αλλά η πρόθεσή μας είναι να βεβαιωθούμε ότι κάνουμε ενδελεχή αξιολόγηση. Δεν το κάνουμε για να κατηγορήσουμε τους γονείς.

Ο Σερ Εντ Ντέιβι, εκπρόσωπος της Υπηρεσίας για τους Νόμους Αναπηρίας (DLS), είπε ότι τα ζητήματα που επισημάνθηκαν ήταν παρόμοια με αυτά έκθεσης του 2020. Η εθνική καθοδήγηση (που έχουν οι αξιολογητές) είναι λανθασμένη και αποτελεί τη βασική αιτία των προβλημάτων που προκύπτουν. «(Η πολιτική που ακολουθείται) έχει σαν αποτέλεσμα να κατηγορούνται οι γονείς όταν ζητούν φροντίδα για τα ανάπηρα παιδιά τους, αντί να λαμβάνουν τη βοήθεια και την υποστήριξη που τους αξίζει. Είναι ένα ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί από την κυβέρνηση άμεσα».

Η έκθεση βασίστηκε σε έρευνα του Προγράμματος Cerebra για τον εντοπισμό και τη διευθέτηση νομικών ζητημάτων.

Η Τρέισι Έλιοτ, επικεφαλής της έρευνας στο Cerebra, μιας εθνικής φιλανθρωπικής οργάνωσης που υποστηρίζει παιδιά με εγκεφαλικές παθήσεις, αναφέρει ότι η υπόθεση/πεποίθηση της αποτυχίας των γονέων προκαλεί μεγάλη ανησυχία, καθώς «αγνοεί το γεγονός ότι τα παιδιά με αναπηρία συχνά έχουν περίπλοκες ανάγκες ιατρικής, εκπαιδευτικής και κοινωνικής υποστήριξης και αντιμετωπίζουν πολλά εμπόδια στη συμμετοχή τους στην κοινωνία».

Εκπρόσωπος του Υπουργείου Παιδείας είπε ότι η οδηγία Working Together (2018) καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο οι επαγγελματίες κοινωνικής φροντίδας πρέπει να αξιολογούν τις ανάγκες ενός ευάλωτου παιδιού και τονίζει ότι δεν υπονοείται καμία υπαιτιότητα ή υποψία ανικανότητας των γονέων παιδιών με αναπηρία. Οι κοινωνικοί λειτουργοί θα πρέπει να λαμβάνουν εκπαίδευση και υποστήριξη για να εργάζονται αποτελεσματικά με τα παιδιά και τις οικογένειές τους, έτσι ώστε κάθε παιδί, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με πρόσθετες ανάγκες ή αναπηρίες, να έχει την ευκαιρία να μεγαλώνει σε ένα σταθερό, στοργικό σπίτι όπου θα λαμβάνει τη φροντίδα και την υποστήριξη για να αναπτυχθεί στο μέγιστο των δυνατοτήτων του.


Ιωάννα Αγγέλου
Ειδική Παιδαγωγός (Παν. Θεσσαλίας)
Νηπιαγωγός (Α.Π.Θ.)
MEd - Μεταπτυχιακό Δίπλωμα στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου