Προσπαθώντας να κατανοήσουν τις συμπεριφορές, οι εκπαιδευτικοί μπορούν να υποστηρίξουν καλύτερα τους μαθητές που λαμβάνουν υπηρεσίες ειδικής αγωγής.
Σε μια τάξη νηπιαγωγείου, παρατήρησα ένα μικρό αγόρι που περνούσε δύσκολα τις τελευταίες εβδομάδες. Πλησίασε αθόρυβα τον πίνακα συμπεριφοράς την ώρα της αποχώρησης. Το όνομά του είχε γραφτεί στο πράσινο τμήμα εκείνη την ημέρα. Άρπαξε το χέρι της μητέρας του και της το έδειξε, με το πρόσωπό του να φωτίζεται από υπερηφάνεια. «Κοίτα, μαμά», είπε. Τις μέρες ,όμως, που ο πίνακας έδειχνε το αντίθετο, ξεσπούσε σε κλάματα μόλις την έβλεπε - χωρίς λόγια, μόνο ντροπή.
Αυτή η στιγμή μου έμεινε αξέχαστη. Όχι λόγω του διαγράμματος, αλλά λόγω αυτού που αποκάλυψε: τα παιδιά σε νεαρή ηλικία αρχίζουν να συνδέουν τη συμπεριφορά τους με την αυτοεκτίμησή τους.
Ο κίνδυνος όταν υπεραπλουστεύουμε την συμπεριφορά
Για πολλούς μαθητές που λαμβάνουν υπηρεσίες ειδικής αγωγής, η συμπεριφορά γίνεται το κυρίαρχο πρίσμα μέσω του οποίου αξιολογούνται και χαρακτηρίζονται, καθορίζοντας σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο που τους συμπεριφέρονται και διαχειρίζονται οι άλλοι. Αντί να είναι γνωστοί για την περιέργεια, τη δημιουργικότητα ή την ανθεκτικότητά τους, οι μαθητές συχνά κατηγοριοποιούνται με βάση την ικανότητα ή την αδυναμία τους να ακολουθούν κανόνες και υποδείξεις, να παραμένουν ακίνητοι και ήσυχοι. Αυτή η πρακτική όμως κάνει κακό στους νευροδιαφορετικούς μαθητές και σε όσους έχουν βιώσει τραύμα.
Σύμφωνα με μια έκθεση της οργάνωσης Advocates for Children, οι μαθητές με αναπηρίες —οι οποίοι αποτελούν περίπου το 20% του μαθητικού πληθυσμού— έλαβαν το 44,8% των μακροχρόνιων αποβολών και το 39,1% των αποβολών από διευθυντές το 2019-20. Αυτά τα αποτελέσματα συχνά έχουν λιγότερη σχέση με την ικανότητα του μαθητή να μάθει και περισσότερο με τον τρόπο που τα σχολεία ανταποκρίνονται σε εκφράσεις άγχους, απογοήτευσης ή υπερκόπωσης.
Τα συστήματα συμπεριφοράς που ανταμείβουν τη συμμόρφωση και τιμωρούν τις δυσκολίες στη ρύθμιση συχνά στέλνουν ένα άρρητο μήνυμα: «Είσαι πολύτιμος όταν συμπεριφέρεσαι όπως περιμένουμε». Αλλά τι συμβαίνει όταν ένας μαθητής δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτές τις προσδοκίες λόγω αισθητηριακής υπερφόρτωσης, δυσκολιών στην συναισθηματική ρύθμιση ή διαφορετικών τρόπων επικοινωνίας; Με την πάροδο του χρόνου, μαθαίνει να εσωτερικεύει την αποτυχία. Το «είχα μια δύσκολη στιγμή» γίνεται «είμαι κακό παιδί». Και αυτή την αυτο-αφήγηση είναι δύσκολο να την «ξεμάθει» κανείς.
Πρέπει να αναρωτηθούμε: Τι διδάσκουμε άθελά μας στους μαθητές όταν χρησιμοποιούμε τις ετικέτες «καλή» ή «κακή» για να περιγράψουμε την συμπεριφορά τους; Πώς μπορούμε να ξεπεράσουμε τη διαχείριση της συμπεριφοράς σε επιφανειακό επίπεδο και να υποστηρίξουμε τη συναισθηματική ρύθμιση, την αυτογνωσία και την θεραπεία; Και πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε συστήματα που επιβεβαιώνουν την ανθρώπινη φύση των μαθητών, ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές τους;
Αντικαταστήστε τα γραφήματα συμπεριφοράς που κρέμονται στους τοίχους της τάξης σας με εργαλεία αυτορρύθμισης για κάθε παιδί χωριστά.
Παρόλο που ορισμένα σχολεία έχουν απομακρυνθεί από τη χρήση γραφημάτων συμπεριφοράς, πολλά εξακολουθούν να τα χρησιμοποιούν ως κύριο εργαλείο διαχείρισης της συμπεριφοράς των παιδιών. Ένα σημαντικό βήμα προς μια πιο υποστηρικτική προσέγγιση είναι η αντικατάσταση αυτών των γραφημάτων συμπεριφοράς που κρέμονται στους τοίχους με συναισθηματικά ευαίσθητα εργαλεία που ενθαρρύνουν τον αυτοαναστοχασμό και όχι την απλή συμμόρφωση. Σε τάξεις που χρησιμοποιούν ατομικά ημερολόγια αναστοχασμού ή συστήματα ελέγχου, οι μαθητές έχουν την ευκαιρία να αναφέρουν τι τους φάνηκε δύσκολο, τι τους βοήθησε και τι θέλουν να δοκιμάσουν την επόμενη φορά.
Αυτή η μέθοδος ευθυγραμμίζεται με το πλαίσιο των Ζωνών Ρύθμισης, το οποίο διδάσκει στα παιδιά πώς να αναγνωρίζουν τις συναισθηματικές τους καταστάσεις και να επιλέγουν στρατηγικές για να υποστηρίξουν τον εαυτό τους. Ο στόχος δεν είναι να αγνοηθεί η συμπεριφορά, αλλά να βοηθηθούν τα παιδιά να κατανοήσουν τα συναισθήματα και τις ανάγκες που την διαμορφώνουν.
Χρήση του επαίνου για την ενίσχυση της αυτοαποτελεσματικότητας και της ανάπτυξης
Η γλώσσα που χρησιμοποιούμε έχει σημασία. Η απλή αφαίρεση των διαγραμμάτων συμπεριφοράς δεν αρκεί. Αν δεν προσέχουμε τις λέξεις που χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε τις εμπειρίες των μαθητών, οι προσπάθειές μας θα αποβούν άκαρπες. Αντί να επαινούμε την υπακοή, μπορούμε να ενισχύουμε την ανάπτυξη και την συναισθηματική αλλαγή. Αντί να πούμε «Ήσουν καλός σήμερα», μπορούμε να πούμε «Φαινόσουν ανήσυχος και έκανες ένα διάλειμμα - αυτό είναι αυτογνωσία». Ή «Ήσουν ανήσυχος στην αρχή αλλά και παρόλα αυτά βρήκες έναν τρόπο να περάσεις το υπόλοιπο της ημέρας σου».
Αυτού του είδους η ανατροφοδότηση χτίζει αυτό που ο ψυχολόγος Άλμπερτ Μπαντούρα αποκαλεί «αυτοαποτελεσματικότητα», την πεποίθηση δηλαδή ότι μπορείς να διαχειριστείς δύσκολα πράγματα. Όταν οι μαθητές αισθάνονται ικανοί να ανακάμψουν από μια δυσλειτουργία, αναπτύσσουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, αντί για φόβο μήπως απογοητεύσουν τους ενήλικες.
Σύνταξη Στόχων Ατομικού Εκπαιδευτικού Προγράμματος (ΑΕΠ) στον τομέα της συναισθηματικής ανάπτυξης
Είναι επίσης σημαντικό να εξεταστεί ο τρόπος με τον οποίο διατυπώνονται οι στόχοι συμπεριφοράς στο εξατομικευμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα του παιδιού. Πολύ συχνά, οι στόχοι επικεντρώνονται στη μείωση των εκρήξεων ή στη μείωση της συχνότητας εμφάνισης συγκεκριμένων συμπεριφορών, σαν να είναι ο έλεγχος ο απώτερος σκοπός. Αλλά όταν τα προγράμματα στοχεύουν στην ενίσχυση του συναισθηματικού λεξιλογίου ενός μαθητή, στη διδασκαλία στρατηγικών αυτορρύθμισης ή στον εντοπισμό ενδείξεων δυσφορίας πριν από την κλιμάκωση, μεταβαίνουμε από τη συμμόρφωση στην ανάπτυξη ικανοτήτων.
Αυτό αντικατοπτρίζει το μοντέλο Συνεργατικών & Προληπτικών Λύσεων, το οποίο δίνει έμφαση στον εντοπισμό των βαθύτερων αιτιών της προβληματικής συμπεριφοράς και στη συνεργασία με τους μαθητές για την επίλυσή τους. Με αυτόν τον τρόπο, εξοπλίζουμε τους μαθητές με εργαλεία που μπορούν να μεταφέρουν στην ενήλικη ζωή τους, όχι απλώς με προσδοκίες που πρέπει να ικανοποιήσουν τη δεδομένη στιγμή.
Αλλάζοντας τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούμε με τις οικογένειες
Η συνεργασία με την οικογένεια είναι απαραίτητη σε αυτό το έργο. Συχνά, οι φροντιστές παρασύρονται ακούσια σε αφηγήσεις που βασίζονται στην απόδοση και περιστρέφονται γύρω από το αν ένα παιδί ήταν «καλό» ή «κακό» στο σχολείο. Οι εκπαιδευτικοί μπορούν να βοηθήσουν σε μια ουσιαστική αλλαγή της προσέγγισης αυτής, μοντελοποιώντας μια αναστοχαστική, συναισθηματικά συντονισμένη γλώσσα στην επικοινωνία τους με τις οικογένειες.
Αντί να στέλνουμε στο σπίτι γενικά αρχεία περιγράφοντας την συμπεριφορά του παιδιού, μπορούμε να μοιραστούμε ποιες στρατηγικές το βοήθησαν να διαχειριστεί την κατάσταση εκείνη την ημέρα ή πώς ανέκαμψε από μια δύσκολη στιγμή. Όταν οι οικογένειες αρχίζουν να χρησιμοποιούν την ίδια γλώσσα, ρωτώντας «Τι σας βοήθησε να το ξεπεράσετε;» αντί για «Τι κάνατε αυτή τη φορά;», δημιουργούμε ένα συνεπές, υποστηρικτικό πλαίσιο σε όλο το σπίτι και το σχολείο.
Δημιουργήστε τάξεις που αντικατοπτρίζουν συναισθηματική ασφάλεια
Ακόμα και τα γραφικά της τάξης και η κοινή γλώσσα μπορούν να ενισχύσουν την πεποίθηση ότι οι μαθητές είναι κάτι περισσότερο από τη συμπεριφορά τους. Όταν οι μαθητές βλέπουν αφίσες που λένε: «Όλα τα συναισθήματα είναι ευπρόσδεκτα εδώ» ή «Μπορείτε πάντα να ξεκινήσετε την μέρα σας από την αρχή», στέλνουμε ένα σαφές μήνυμα: Η δυσλειτουργία δεν είναι το τέλος της ιστορίας. Είστε ακόμα ευπρόσδεκτοι. Είστε ακόμα άξιοι. Εξακολουθείτε να αναπτύσσεστε.
Η ευρύτερη εικόνα: Υποστηρίζοντας το παιδί σαν σύνολο
Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι δεν υπάρχουν όρια και δεν ζητάμε συμμόρφωση στους κανόνες. Αλλά αν θέλουμε πραγματικά να υποστηρίξουμε την κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη των μαθητών με αναπηρίες, πρέπει να ευθυγραμμίσουμε τα συστήματά μας με όσα γνωρίζουμε για το τραύμα, τη νευροποικιλομορφία και την ανάπτυξη. Η υπερεκτίμηση της συμμόρφωσης δημιουργεί την ψευδαίσθηση της επιτυχίας, ενώ παράλληλα καλύπτει την έλλειψη πραγματικής ανάπτυξης δεξιοτήτων. Και πολύ συχνά, λέει στα παιδιά ότι η αξία τους είναι υπό όρους.
Οι μαθητές μας ακούν πάντα. Ακούν πώς τους μιλάμε, πώς περιγράφουμε τη συμπεριφορά τους και πώς αντιδρούμε όταν καταρρέουν. Δεν μαθαίνουν απλώς τις έννοιες που τους διδάσκουμε σε ακαδημαϊκό επίπεδο. Μαθαίνουν το αν είναι ασφαλείς να είναι ο πραγματικός/ ανθρώπινος εαυτός τους μπροστά μας. Αν θέλουμε οι μαθητές να θεωρούν τους εαυτούς τους ανθεκτικούς, ικανούς και άξιους υποστήριξης, πρέπει να τους δώσουμε ένα παράδειγμα για το πώς φαίνεται αυτό, ακόμα και εν μέσω κρίσεων, λαθών και δύσκολων στιγμών.
Δεν χρειαζόμαστε περισσότερα διαγράμματα/ συστήματα συμπεριφοράς. Χρειαζόμαστε απλώς συστήματα που κατανοούν πραγματικά τη συμπεριφορά ως μορφή επικοινωνίας και την αντιμετωπίζουν με περιέργεια, φροντίδα και συνέπεια. Επειδή κάθε παιδί αξίζει κάτι περισσότερο από ένα απλό χρωματικό διάγραμμα. Αξίζει να νιώθει ότι το βλέπουν, το υποστηρίζουν και το πιστεύουν σε αυτό.
Απόδοση του άρθρου Reframing ‘Bad’ Behavior to Help Students Succeed
Ιωάννα Αγγέλου
Ειδική Παιδαγωγός (Παν. Θεσσαλίας)
Νηπιαγωγός (Α.Π.Θ.)
MEd - Μεταπτυχιακό Δίπλωμα στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου